Ακυβέρνητο καράβι το εκπαιδευτικό σύστημα
06/09/2020Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι η παιδεία είναι πρωτίστως ζήτημα πολιτικό και για το λόγο αυτό πρέπει να είναι μία και κοινή για όλους τους πολίτες και εναρμονισμένη με το πολίτευμα της κάθε πόλεως-κράτους. Τονίζει μάλιστα ότι το περιεχόμενο και οι στόχοι της πρέπει να είναι σαφείς και να αποβλέπουν, όχι στη μετάδοση χρήσιμων και αναγκαίων γνώσεων για την άσκηση ενός επαγγέλματος, αλλά στην καλλιέργεια της αρετής του ατόμου (Πολιτικά, Θ2, 1-4).
Διαχρονική ως προς την αξία και ισχύ της, η αριστοτελική σκέψη αποτελεί σημείο εκκίνησης για μια συνολική διερεύνηση των αδυναμιών του σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος. Επικεντρωμένη σε τεχνικό-οικονομικούς, χρησιμοθηρικούς στόχους και στη μηχανιστική παροχή γνώσεων, η παιδεία των ημερών μας απέχει παρασάγγας από την καλλιέργεια ήθους και πνεύματος.
Είναι δε κατ’ όνομα μόνον δημόσια, μιας και χωρίς εξωσχολική υποστήριξη ο μαθητής αδυνατεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του εξεταστικού συστήματος. Οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια, τόσες όσες και οι κυβερνήσεις που διαδέχτηκαν η μία την άλλη, δεν εστίασαν στη θεραπεία των τρωτών σημείων και στην εκ θεμελίων αναμόρφωση της εκπαίδευσης, αλλά σε εκ του προχείρου αλλαγές, οι οποίες δημιούργησαν επιπρόσθετα προβλήματα και άνοιξαν νέες πληγές.
Αν ανατρέξουμε στα νομοθετήματα του πρόσφατου παρελθόντος, εύκολα θα διαπιστώσουμε τον αντίκτυπό τους στο σύνολο του θεσμού της ελληνικής εκπαίδευσης. Επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, ο τότε υπουργός Νίκος Φίλης, αποφάσισε να περιορίσει τις ώρες διδασκαλίας του μαθήματος της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας στο Γυμνάσιο. Είχε δηλώσει ότι είναι παρά φύσιν να διδάσκονται οι μαθητές τρεις ώρες την εβδομάδα Αρχαία, καθώς τα τελευταία ουδόλως συμβάλλουν στην κατανόηση της ομιλούμενης γλώσσας.
Ο εξοβελισμός των Αρχαίων Ελληνικών
Ακολούθησε ο εξοβελισμός των Αρχαίων Ελληνικών από τα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα και η περικοπή της ύλης σε Γυμνάσιο και Λύκειο, με αποτέλεσμα όχι μόνον την κατάργηση της ιστορικής συνέχειας της γλώσσας μας, αλλά και την υποβάθμιση και απαξίωση των ανθρωπιστικών σπουδών στη Μέση Εκπαίδευση. Η χαριστική βολή δόθηκε με τις αλλαγές που επέβαλε ο Κώστας Γαβρόγλου στο σύστημα των Πανελληνίων.
Αλλαγές που περιλάμβαναν την επέκταση της εξεταστέας ύλης (επέκταση δυσανάλογη του χρόνου εμπέδωσής της) και την κατάργηση των Λατινικών ως εξεταζόμενο μάθημα για την εισαγωγή των υποψηφίων σε φιλοσοφικές και συναφείς σχολές. Οι αλλαγές συνοδεύτηκαν από νέα σχολικά εγχειρίδια, προχειρογραμμένα και δυσνόητα σε βαθμό κακουργήματος, με ανύπαρκτη συνοχή, πληθώρα άχρηστων πληροφοριών και λανθασμένων ερμηνειών, με αποτέλεσμα να επιτείνεται η σύγχυση των υποψηφίων και να προκαλείται αμηχανία και στον πιο έμπειρο εκπαιδευτικό.
Δύο και μόνο παραδείγματα σχολίων από το Φάκελο Υλικού των Αρχαίων Ελληνικών, αρκούν για να καταστήσουν σαφή την ασάφεια και την προχειρότητα. «Η αριστοτελική μεσότητα πραγματώνει το μέτρο ανάμεσα στα άκρα της υπερβολής και της έλλειψης, αλλά ως στάση ζωής η αρετή είναι ακρότης» (Φάκελος Υλικού, σελίδα137). Και ο νοών νοείτω το αδιανόητον!
Σε άλλο σημείο, επιχειρώντας να διασαφηνίσει την έννοια του πλατωνικού ὄντος, το σχολικό βιβλίο αναφέρει ότι «…το ὄν είναι το υπαρκτό… Αυτό που υπάρχει πραγματικά είναι οι ιδέες και όχι τα αισθητά» (Φάκελος Υλικού σελίδα 91). Συνακόλουθα ο μαθητής κατανοεί ότι τίποτα από όσα βλέπει και αντιλαμβάνεται στο μάταιο τούτο κόσμο δεν υπάρχει, ούτε καν ο ίδιος ως οντότητα, θεωρεί ότι ο Πλάτων ήταν παράφρων και, ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός, “χαώνεται”!
Καμία βελτίωση από τη ΝΔ
Όταν η σκυτάλη της διακυβέρνησης περνά από το ΣΥΡΙΖΑ στη ΝΔ, οι ελπίδες για βελτίωση της κατάστασης διαψεύδονται και η πολύπαθη παιδεία δέχεται ένα ακόμη πλήγμα. Με το νομοσχέδιο της Νίκης Κεραμέως, η εκτεταμένη εξεταστέα ύλη των Πανελληνίων και το ισοπεδωτικό ωρολόγιο πρόγραμμα για τη Γ’ Λυκείου παραμένουν ως έχουν (αντίθετα με τις αρχικές εξαγγελίες της υπουργού και την κριτική μελών του κυβερνώντος κόμματος, την εποχή που βρίσκονταν στη θέση της αντιπολίτευσης).
Επιπρόσθετα, η ενίσχυση του εξετασιοκεντρικού συστήματος σε όλο το Λύκειο (με την επαναφορά της ανεπιτυχώς δοκιμασμένης στο παρελθόν Τράπεζας Θεμάτων), μετατρέπουν τη γνώση σε στείρα απομνημόνευση και ενισχύουν το χρησιμοθηρικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Καθίσταται λοιπόν σαφές, για μια ακόμη φορά, ότι στόχος της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης είναι αποκλειστικά και μόνο η εισαγωγή στα ΑΕΙ (η “Ιθάκη” των υποψηφίων) και όχι το ωραίο ταξίδι στον κόσμο της γνώσης και του πνεύματος.
Άλλωστε το συγκεκριμένο ταξίδι, δεν είναι παρά μια ψυχοφθόρα και άκαρπη περιπλάνηση. Αποτελεί μια εμπειρία οδυνηρή, που απαιτεί ικανότητα αποστήθισης και κριτική σκέψη ταυτόχρονα, προκειμένου οι τάλανες μαθητές να φτάσουν στην τελική τρίωρη εξέταση, για να διαγωνιστούν σε θέματα αναντίστοιχα του επιπέδου των γνώσεων τους.
“Για μία θέση στον Ήλιο”
Οι φετινές βαθμολογίες και τα τελικά αποτελέσματα επαληθεύουν τον παραλογισμό του συστήματος. Οι βάσεις των σχολών κατρακυλούν στα τάρταρα! Στο 42% των τμημάτων εισάγονται μαθητές που συγκεντρώνουν κάτω από 10.000 μόρια (σε ορισμένα μάλιστα ο αριθμός της βάσης είναι τριψήφιος, αρκεί δηλαδή να γράψει κανείς το όνομά του για να περάσει)!
Οι φοιτητές, ανορθόγραφοι και λειτουργικά αναλφάβητοι κατά το πλείστον, δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και αργότερα του επαγγελματικού κλάδου τους. Το εντυπωσιακό είναι ότι οι γονείς των υποψηφίων, οι οποίοι καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους μέμφονταν τους ιθύνοντες για τα κακώς κείμενα του εκπαιδευτικού συστήματος, μετά την ανακοίνωση των βαθμολογιών είναι ευτυχείς που τα παιδιά τους εισήχθησαν σε κάποια σχολή, αδιάφορο ποια.
Είναι ευτυχείς που μετά κόπων και βασάνων κατάφεραν να κερδίσουν “μια θέση στον Ήλιο”. Όχι φυσικά τον Ήλιο του πλατωνικού νοητού, ο οποίος αποτελεί την απόληξη μιας πορείας από το σκοτάδι της άγνοιας στο φως της γνώσης, αλλά το χλωμό Ήλιο του κενού τίτλου και της αμφίβολης επαγγελματικής αποκατάστασης.
Στο επίκεντρο των προσδοκιών της ελληνικής κοινωνίας βρίσκεται ο πτυχιούχος-ημιμαθής και όχι ο καλλιεργημένος-σκεπτόμενος πολίτης. Συνένοχοι όλοι, αρμόδιοι του υπουργείου Παιδείας, εκπαιδευτικοί (που σε μεγάλο βαθμό έχουν λησμονήσει το ρόλο του παιδαγωγού και έχουν μετατραπεί σε κουρασμένους δημοσίους υπαλλήλους) και γονείς με απωθημένα και ματαιοδοξίες για την κατάκτηση ενός τίτλου, αναπαράγουν αέναα το μοντέλο του α-πολιτικού ανθρώπου.
Ακυβέρνητο καράβι η παιδεία
Η σύγχρονη παιδεία, (δανείζομαι την εικόνα από την πλατωνική Πολιτεία και τη σκέψη των αρχαίων τραγικών) μοιάζει με καράβι που ταξιδεύει στο πουθενά, δίχως πυξίδα, με τυφλούς καπεταναίους στο τιμόνι και μεθυσμένο πλήρωμα. Πλάι του ένα άλλο καράβι μεγαλύτερο, αυτό της κοινωνίας μας, επί σειρά ετών διαγράφει παράλληλη πορεία πλεύσης.
Μία πορεία χωρίς προσανατολισμό, εν μέσω τρικυμιώδους πελάγους, έχοντας αδιάφορους, επικίνδυνους και ανίδεους ηγέτες στο τιμόνι του. Σε μια γωνιά του καταστρώματος σκεπτικός ο ποιητής μονολογεί: «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει – παραπετάσματα βουνών αρχιπέλαγα γυμνοί γρανίτες…». Στο προσκήνιο επανέρχεται, για μια ακόμη φορά, το αίτημα του Πλάτωνα να κυβερνήσουν οι πεπαιδευμένοι, με απώτερο στόχο την ευδαιμονία του συνόλου.
Αναδύεται παράλληλα και η ιδέα της πλατωνικής δικαιοσύνης, σύμφωνα με την οποία κάθε άνθρωπος πρέπει να βρίσκεται στην κατάλληλη θέση και να επιτελεί σωστά το έργο για το οποίο είναι προορισμένος (με άλλα λόγια να είναι γνώστης του αντικειμένου του και να μην πολυπραγμονεί). Με τον τρόπο αυτόν και μόνο μας βεβαιώνει ο φιλόσοφος, μπορεί να επιτευχθεί η ισορροπία και η αρμονία σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, διαφορετικά η κοινωνία θα συνεχίσει να νοσεί και να παραπαίει.
Δύσκολος ο δρόμος για την ίαση
Τα τρωτά του εκπαιδευτικού μας συστήματος είναι μέρος της πολιτικής νόσου, ένδειξη και απόδειξή της. Και η πολιτική νόσος είναι μεταδοτική. Εξαπλώνεται από το επίσημο κράτος στον κάθε άνθρωπο χωριστά, μολύνει την καθημερινότητά του, ισοπεδώνει τις ηθικές αξίες, δηλητηριάζει τις λέξεις, τις σκέψεις και τις σχέσεις με τους συνανθρώπους, εισβάλλει στον ψυχισμό και επιφέρει συναισθηματική κενότητα.
Ο δρόμος για την ίαση είναι δύσκολος, όχι όμως ανέφικτος. Προϋποθέτει αυτοκριτική και αυτεπίγνωση. Προϋποθέτει να απαλλαγούμε από μικροκομματικές αντιλήψεις, σκοπιμότητες και ιδιοτελείς οπτικές και να μην εθελοτυφλούμε επιρρίπτοντας μονομερώς και απλοϊκά ευθύνες στη μια ή την άλλη κυβέρνηση και στον εκάστοτε αρμόδιο φορέα.
Προϋποθέτει εν ολίγοις την αναγνώριση του δικού μας μεριδίου ευθύνης και την υπέρβαση του ίδιου μας του εαυτού. Είναι καιρός να κατανοήσουμε ότι η παιδεία είναι τρόπος σκέψης και τρόπος ζωής. Είναι ζήτημα πολιτικό και όχι κομματικό. Ζήτημα ποιότητας και όχι ποσότητας, ουσίας και όχι τύπων και τίτλων. Είναι, τελικά, ζήτημα Αρετής.