Αν δεν έχετε να προσθέσετε κάτι, βγάλτε το σκασμό
23/08/2020Στις δικές μας σημερινές μεταβατικές, χαοτικές, πιεστικές, “καταθλιπτικές” συνθήκες ζωής, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά που διακρίνει τους ανθρώπους είναι η υπερκινητικότητα, τουλάχιστον στο πεδίο του λόγου. Η ακατάσχετη πολυλογία εφαρμόζεται παντού: Όλοι μιλούν πολύ, δημόσια, ιδιωτικά, στον εαυτό τους, στους γύρω τους.
Στις κυνικές, ψευδεπίγραφες δημοκρατίες του σήμερα όλοι έχουν δικαίωμα στη γνώμη και στη δημόσια τοποθέτηση. Βεβαίως, όπως είχε αναφέρει ένας Αμερικανός πολιτικός «το δικαίωμα του καθενός να έχει γνώμη, δεν συνεπάγεται δική μας υποχρέωση να τον πάρουμε στα σοβαρά». Μάλιστα, η υπέρμετρη φλυαρία βρίσκει στο διαδίκτυο το ιδανικό πεδίο εφαρμογής της.
Ήδη λίγο μετά το 2000 μια Αμερικανίδα συγγραφέας, η οποία στις αρχές του 1990 είχε γίνει διάσημη μέσα από τα σεμινάρια της με κεντρικό θέμα την “Απελευθέρωση του συγγραφέα που όλοι κρύβουμε μέσα μας”, επανήλθε στο προσκήνιο με το “Εργαστήρι της Πόλλυ Φροστ για να βγάλετε το σκασμό” (Περιοδικό Monthly Review, Ιούλιος-Αύγουστος 2009).
Χαρακτηριστικά ανέφερε «Πάσχετε από μπλογκοολισμό, τουϊτερίτιδα, εξάρτηση από κριτικές, εξάρτηση από τα RSS feeds, σύνδρομο διαταραχής ανανέωσης status; Δεν χρειάζεται να ανησυχείτε. Η λύση είναι στο χέρι σας! Τώρα θα μπορέσετε να βάλετε ένα τέλος στη ροή έκδοσης σκουπιδιών από εσάς χάρη στο σεμινάριο ανασυγκρότησης της Πόλλυ Φροστ».
Ο τρόπος που αξιοποιούνται κατά καιρούς στα media και στο διαδίκτυο τα διάφορα ειδησεογραφικά γεγονότα, είτε αυτά αφορούν ζητήματα διαχείρισης καθημερινής ζωής, εγκληματικές πράξεις, οικονομικά ή πολιτικά γεγονότα, αλλά κυρίως το πρόσφατο παράδειγμα του κορονοϊού (με τελευταία εξέλιξη την υποχρεωτική χρήση της μάσκας στους περισσότερους χώρους, κλειστούς, αλλά και ανοιχτούς), δείχνουν την χρήση και την σημασία της υπερ και της παρά πληροφόρησης στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
Περιττή υπερπληροφόρηση
Πιο συγκεκριμένα, καταδεικνύουν ότι για πολλοστή φορά ότι η υπερπληροφόρηση ή και η παραπληροφόρηση συμβάλλουν στη δημιουργία ενός κοινού νου ο οποίος, επειδή «κάτι έχει ακούσει», «κάτι έχει πληροφορηθεί», «κάτι υπέπεσε στην αντίληψή του» κλπ., θεωρεί αυτομάτως πως έχει έγκυρη γνώμη και τεκμηριωμένη άποψη, την οποία μάλιστα έχει κάθε δικαίωμα να εκφράζει δημόσια, συνεισφέροντας με την σειρά του στο χάος της παραγωγής υπερ-παραπληροφόρησης, θύμα της οποίας είναι και ο ίδιος.
Μια υπερπληροφόρηση που δεν προάγει τη διεύρυνση των γνώσεων. Μέσα από αυτή τη διαδικασία εμφανίζεται μάλιστα μια σύγχυση μεταξύ των σημαντικών πληροφοριών και των λεπτομερειών που έχουν υποδεέστερη σημασία ως προς την κατανόηση ενός γεγονότος ή ενός φαινομένου. Παράλληλα, οδηγεί σε ένα “ξεχείλωμα του μυαλού”, αφού το άτομο καλείται να επεξεργαστεί συχνά αντιφατικές και ασύνδετες μεταξύ τους διαθέσιμες πληροφορίες τις οποίες δεν μπορεί να συνθέσει κριτικά.
Συνεπώς, τις αναπαράγει όπως ο παπαγάλος, χωρίς να τις έχει αφομοιώσει και κατανοήσει πραγματικά. Πρόκειται για το εκκολαπτόμενο είδος του (μετα) μοντέρνου ομιλητή ο οποίος μιλάει για καθετί όπως τον βολεύει και τον συμφέρει κάθε φορά, χωρίς καμία μέριμνα συνέπειας με όσα κατά καιρούς λέει ή /και πράττει.
Πολυφωνία και άποψη για τα πάντα
Βεβαίως, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε πως βασικό τμήμα των φλυαρούντων είναι πολλοί επιστήμονες, οι οποίοι μιλούν δημόσια και αυτοδιαφημίζονται ως ειδικοί, διατυπώνοντας οποιαδήποτε στερεότυπη κοινοτυπία, ερμηνεία, εξήγηση κλπ. η οποία νομιμοποιείται απλώς και μόνο επειδή φαίνεται να απορρέει από κάποιον ο οποίος διαθέτει ακαδημαϊκούς τίτλους που προσδίδουν εξ’ ορισμού κάποιο ορθολογικό κύρος στην άποψή του.
Αυτή η πολυλογία επί παντός επιστητού θα μπορούσε να ανασύρει ένα κάπως ρομαντικό συναίσθημα νοσταλγίας για την παλιά ήσυχη, λιτή άγνοια που δεν “πούλαγε μούρη με τις γνώσεις της” και “δεν είχε άποψη για τα πάντα”. Την σημερινή περίοδο μοιάζουν οι άνθρωποι να έβγαλαν (και μέχρι ενός σημείου δικαίως), το φίμωτρο που τους είχε φορέσει μέχρι τη νεωτερικότητα η έλλειψη μόρφωσης, η απαγόρευση, ο κοινωνικός αποκλεισμός, οι αυταρχικές εξουσίες κλπ. και το φόρεσαν στο μυαλό τους.
Γεμίσαμε κενούς νόες με μεγάλα στόματα! Αναπαραγωγούς στερεοτύπων, που αναδιατυπώνουν όσα άκουσαν χωρίς να τα επεξεργαστούν και κυρίως χωρίς τα λεγόμενα τους να έχουν κόστος. Όπως έλεγε ο Ρ. Μουζίλ , ο άνθρωπος που παραγεμίζεται με ότι υπάρχει, ότι ακούγεται και ότι λέγεται «πρέπει ο ίδιος να είναι άμορφος σαν σακί».
Για τον σημερινό διαδικτυακά και τηλεοπτικά πολυλογά, οι συνέπειες των λεγομένων του είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Η επικοινωνία εξελίσσεται σε μια επιπόλαιη, επιφανειακή διαδικασία που στόχο έχει τον εντυπωσιασμό και όχι την πραγματική συνεννόηση. Ο λόγος που παράγεται σε μια τέτοια περίπτωση είναι κούφιος, κενός νοήματος και απαρτίζεται από στερεότυπες λέξεις και φράσεις που δηλώνουν με στόμφο σκέτες κοινοτοπίες.