Ανάμεσα σε ΜΚΟ και δημάρχους ο Σαλβίνι, απούσα η ΕΕ στο μεταναστευτικό
08/01/2019Νέα επεισόδια προστίθενται στην αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στον Σαλβίνι και Ιταλούς δημάρχους για τον νέο νόμο για το μεταναστευτικό και την πολιτική ασύλου. Αφορμή, αυτήν την φορά, τα δύο πλοία γερμανικών ΜΚΟ, τα οποία παραμένουν στα ανοιχτά της Μάλτας με 49 μετανάστες. Ιταλία και Μάλτα αρνούνται να τα δεχθούν, ενώ καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει εκφράσει μέχρι στιγμής την διάθεση να φιλοξενήσει τους μετανάστες.
Στο ένα από αυτά επιβαίνουν 32 μετανάστες που διασώθηκαν λίγο πριν τα Χριστούγεννα και στο δεύτερο άλλοι 17 που διασώθηκαν στα τέλη Δεκεμβρίου. Σύμφωνα μάλιστα με τον καπετάνιο του Sea Watch 3, η κατάσταση των μεταναστών είναι άθλια, ωστόσο οι ΜΚΟ δεν θα τους πάνε πίσω στην Λιβύη.
Στο θέμα παρενέβη την Κυριακή και ο πάπας Φραγκίσκος, ο οποίος κάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες να επιδείξουν «απτή αλληλεγγύη», αλλά η έκκλησή του ωστόσο δεν εισακούστηκε. Μάλτα και Ιταλία αρνούνται να υποδεχθούν τους μετανάστες, αλλά και καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει ανταποκριθεί.
Δεν θέλει προηγούμενο
Η Μάλτα, όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός Τζόζεφ Μουσκάτ, δεν επιτρέπει την είσοδο στους μετανάστες γιατί δεν θέλει να δημιουργήσει προηγούμενο, που θα την μετατρέψει σε κέντρο αποβίβασης. Ο Μουσκάτ τόνισε επίσης ότι η Μάλτα δεν θα πρέπει να θεωρείται υπεύθυνη για εκείνους που σώζονται έξω από τα χωρικά της ύδατα.
Την ίδια ώρα ο υπουργός Εσωτερικών της Ιταλίας, Ματέο Σαλβίνι, επανέλαβε ότι τα ιταλικά λιμάνια θα παραμείνουν κλειστά, επισημαίνοντας ότι «στην Ιταλία δεν έρχεται κανένας». Ο αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης τόνισε ότι η Ρώμη δεν υποκύπτει σε εκβιασμούς, προσθέτοντας ότι οι μετανάστες πρέπει να αποβιβαστούν στην Βαλέτα. Δεν παρέλειψε τέλος να σχολιάσει την στάση της Ευρώπης, για την οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, τα «μαθηματάκια» ανθρωπιάς αφορούν μόνον την Ιταλία.
Από την πλευρά του, ο έτερος αντιπρόεδρος και αρχηγός των Πέντε Αστέρων, Λουίτζι Ντι Μάιο, δήλωσε πριν δύο ημέρες, ότι η Ιταλία είναι διατεθειμένη να δεχθεί τις γυναίκες και τα παιδιά που βρίσκονται στα πλοία, αρκεί αυτοί να επιβιβαστούν πρώτα στην Βαλέτα. Το Sea-Watch 3, με τους 32 μετανάστες, αναγκάσθηκε πάντως την περασμένη Πέμπτη, λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, να αναζητήσει καταφύγιο στη Μάλτα και οι αρχές της Βαλέτας του επέτρεψαν να αναζητήσει προσήνεμο αραξοβόλι, όχι όμως και να ελλιμενιστεί.
Η «εξέγερση» των δημάρχων
Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση πολλές γερμανικές και ιταλικές πόλεις εξέφρασαν την διάθεση να δεχθούν τους μετανάστες. Ο δήμαρχος της Νάπολης, μάλιστα, Λουΐτζι Ντε Ματζίστρις, δήλωσε ότι θα δεχόταν ακόμη και τον ελλιμενισμό του πλοίου, παρά τις απαγορεύσεις του Σαλβίνι.
Στο πλαίσιο αυτό οι δήμαρχοι της Νάπολης και του Παλέρμο (Λεολούκα Ορλάντο) συμφώνησαν να αποδεχθούν τους πρόσφυγες και, υπό την συμβολική σημαία της σικελικής πόλης, το σκάφος της οργάνωσης Mediterranea, προμηθεύει τα δυο πλοία των ΜΚΟ με τρόφιμα και φάρμακα. Ο Ορλάντο ωστόσο παραδέχεται ότι «οι δήμαρχοι δεν έχουν τη δύναμη να ανοίξουν τα λιμάνια».
Ο δήμαρχος του Παλέρμο είναι ο πρωτεργάτης τη λεγόμενης εξέγερσης των δημάρχων κατά του Σαλβίνι. Είναι άλλωστε ο πρώτος που έδωσε εντολή στους υπαλλήλους του δήμου να μην υπακούσουν στους κανόνες της νέας μεταναστευτικής πολιτικής και να συνεχίσουν με τον παλιό νόμο. Στο κάλεσμά του για αυτήν την «πολιτική ανυπακοή» ο Ορλάντο βρήκε υποστηρικτές σε δεκάδες ιταλικές πόλεις, ανάμεσά τους το Μιλάνο και η Φλωρεντία.
Οι «αντάρτες», όπως αποκαλούνται, δήμαρχοι κατηγορούν τον Σαλβίνι ότι ο νέος νόμος του για την μεταναστευτική πολιτική παραβιάζει «το ιταλικό σύνταγμα και τα ανθρώπινα δικαιώματα». Ο ίδιος ωστόσο επιμένει ότι προστατεύει την Ιταλία, την οποία θεωρεί θύμα της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής.
Οι «ταυτότητες» των «εξεγερμένων»
Πριν από μερικές ημέρες η κυβέρνηση Κόντε εμφανίστηκε διατεθειμένη να συναντηθεί με τους δημάρχους, επέμεινε ωστόσο ότι ο νέος νόμος για την μετανάστευση και την ασφάλεια έχει κριθεί συνταγματικός από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και πρέπει να εφαρμοστεί. Η ιταλική κυβέρνηση εξηγούσε επίσης ότι στην συνάντηση θα δίνονταν διευκρινίσεις για την εφαρμογή του νέου νόμου.
Ο Σαλβίνι, πάντως, δεν κάνει «βήμα πίσω», προς το παρόν, και καλεί όσους δημάρχους δεν συμφωνούν με τον νέο νόμο να παραιτηθούν. Διαβεβαιώνει πάντως ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να στείλει «τον στρατό στην Νάπολη και στο Παλέρμο», συμπληρώνοντας ότι οι «αντάρτες» δήμαρχοι θα πρέπει να απολογηθούν στην αστική και ποινική δικαιοσύνη και φυσικά να επιστρέψουν τα χρήματα που θα λάβουν από την κυβέρνηση βάσει του νόμου που αμφισβητούν.
Η σύγκρουση των δημάρχων με τον Σαλβίνι επικεντρώνεται στην διάταξη του νέου νόμου, η οποία ορίζει ότι όσοι αιτούντες άσυλο έχουν λάβει άδεια παραμονής, δεν δικαιούνται παραλλήλως παροχή ταυτοτήτων από τους δήμους (όπως γινόταν μέχρι σήμερα), αλλά ούτε και πρόσβαση στο εθνικό σύστημα υγείας.
Σε ότι αφορά πάντως την ταυτότητα των δημάρχων οι περισσότεροι προέρχονται από τα κόμματα της «κεντροαριστεράς», τα οποία πέραν του μεταναστευτικού συγκρούονται με την αντισυστημική κυβέρνηση της Ιταλίας και για άλλα ζητήματα, όπως η αντιμετώπιση της λιτότητας και οι σχέσεις με τις Βρυξέλλες. Στο «κίνημα» των δημάρχων έχουν ενταχθεί όμως και δήμαρχοι που έχουν θητεύσει στον χώρο των Πέντε Αστέρων, όπως ο δήμαρχος της Πάρμας, ενώ στην Σικελία αντιδρά ακόμη και το κίνημα Πέντε Αστέρων, το οποίο μετέχει στην κυβέρνηση.
Ανύπαρκτη ευρωπαϊκή πολιτική
Η υπόθεση θα φτάσει πιθανότατα στο Συνταγματικό Δικαστήριο, δείχνει ωστόσο ήδη ότι το μεταναστευτικό δεν διχάζει μόνο την Ευρώπη, αλλά και τις κοινωνίες των εθνικών κρατών. Φάνηκε στην Γερμανία, με την εκλογική πανωλεθρία της Μέρκελ και την άνοδο της ακροδεξιάς, στο Βέλγιο με την πρόσφατη μετατροπή της κυβέρνησης σε κυβέρνηση μειοψηφίας και φυσικά στην Ιταλία, η οποία είναι αυτή που τάραξε τα νερά τον τελευταίο χρόνο.
Πίσω απ’ όλα αυτά βέβαια κρύβεται η αδυναμία της Ευρώπης να καταλήξει σε μία ενιαία πολιτική για την μετανάστευση και το άσυλο, εξαιτίας της διαφορετικής οπτικής με την οποία βλέπουν το σημαντικό αυτό θέμα τα κράτη μέλη. Μιας οπτικής που δεν υπαγορεύεται από ανθρωπισμό, αυτόν το έχουν δείξει με το παραπάνω μόνο τα θιγόμενα από το πρόβλημα κράτη του ευρωπαϊκού νότου, αλλά από εθνικά συμφέροντα.
Την αδυναμία της Ευρώπης να καταλήξει σε μία ενιαία πολιτική για την μετανάστευση και το άσυλο στιγμάτισε άλλωστε και ο ίδιος ο Γιούνκερ, την Πρωτοχρονιά, κατηγορώντας χώρες μέλη για «σκανδαλώδη υποκρισία» σε ό,τι αφορά την φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ. Κάτι που, όπως είπε, οι ίδιες ζήτησαν και τώρα υπονομεύουν.
Όσο όμως η Ευρώπη αργεί να βρει αυτήν την κοινή λύση ενισχύει τις φυγόκεντρες και αποσχιστικές τάσεις στο εσωτερικό της, όπως και την άνοδο εθνικιστικών και ακροδεξιών κινημάτων. Μπροστά σε αυτόν τον κίνδυνο, η Ευρώπη επιβάλλεται να αλλάξει μεταναστευτική πολιτική και αυτό θα πρέπει να το ζητήσει πρώτη η ευρωπαϊκή Αριστερά, αφήνοντας στην άκρη τις ιδεοληψίες. Σε αντίθετη περίπτωση οι μόνοι κερδισμένοι θα είναι σε λίγους μήνες οι «λαϊκιστές» και οι ακροδεξιοί, δίπλα στους πάντα κερδισμένους από την σημερινή κατάσταση «σύγχρονους δουλέμπορους».