Ας δούμε τι λέει και το Σύνταγμα για το επεισόδιο στην Πινακοθήκη…
20/03/2025
Από τις 10 Μαρτίου 2025, όταν έγινε η εισβολή του βουλευτή ωσεί ταύρου εν Εθνική Πινακοθήκη για τους επίμαχους “αλλόκοτους” θρησκευτικούς πίνακες, κύκλωσαν εντονότερα την ταπεινότητά μου οι προβληματισμοί γύρω από τη σημασία, την έννοια και τον ρόλο του Συντάγματος της Ελλάδος ως θεμελιώδους νόμου στον οποίο εδράζεται η διαμόρφωση ολόκληρης της νομοθεσίας της Ελλάδας, όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πολίτη, την οργάνωση και βασικούς κανόνες λειτουργίας του ελληνικού κράτους και των θεσμών.
Οι προβληματισμοί μου αυτοί οξύνθηκαν ακόμα περισσότερο, όταν όλες σχεδόν οι ανακοινώσεις, οι δηλώσεις, οι χαρακτηρισμοί, όπως “βανδαλισμός”, “σκοταδισμός”, “φασισμός σχεδόν από όλους (αρχηγοί ή στελέχη κομμάτων, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι κλπ) πλην … συνταγματολόγων, έγιναν και γίνονται με (μονομερή) επίκληση του Συντάγματος!
Μακριά όμως από εμένα ήταν κάθε πρόθεσή μου για να σχολιάσω το πολλαπλούν αυτό Πινακοθήκειον άγος της 10ης Μαρτίου 2025. Όμως, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στην τιμητική πρόσκληση και πρόκληση του “Φερώνυμου” να σχολιάσω τα “δημοκρατικά” ερωτήματα που παραθέτει στο σχόλιό του σχετικά με το άρθρο μου για τις ανεξάρτητες αρχές και που όλα επιβεβαιώνουν την παραφθορά ή παραμόρφωση του Συντάγματος και μάλιστα από εκείνους που συνεχώς το επικαλούνται … περί πάρτης! Σημειώνω ότι η συμβολή του “Φερώνυμου” στη “Συνταγματογνωσία” είναι πολύ σημαντική με τα σχετικά άρθρα που αναρτώνται στον ομώνυμο ιστότοπο.
Καθώς, λοιπόν, διάβαζα τα ερωτήματα του “Φερώνυμου” για την κατάσταση της Δημοκρατίας και την προστασία στην πράξη από το ελληνικό Σύνταγμα, ένιωσα μια βαθύτατη απογοήτευση, καθώς θυμήθηκα ότι διαπρεπείς τότε, το πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του 1960, καθηγητές μου του Συνταγματικού Δικαίου, μάς ανέλυαν στο αμφιθέατρα τις βασικές αρχές του Συντάγματος προκαλώντας ρίγη στους φοιτητές και ιδιαίτερα ο Αριστόβουλος Μάνεσης με την ανάλυση της “λαϊκής κυριαρχίας” και της “δημοκρατικής αρχής”!
Όμως, όπως έχει επισημάνει ο ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ Αντώνης Μανιτάκης – παρουσιάζοντας τη διδασκαλία του Μάνεση – και οι δύο αυτές αρχές γνώρισαν την περίοδο της Μεταπολίτευσης κοινωνιολογική παραφθορά. Ο λαός παρουσιάζεται με την κοινωνιολογική ή εμπειρική σημασία του κι όχι με τη συνταγματική του, δηλαδή ως πολιτικό υποκείμενο και οργανωμένο σύνολο πολιτών!
Τελικά, κατέληξε, όπως επισημαίνει ο Μανιτάκης, να καλύπτει πολιτικά τη λαϊκίστικη επίκληση του λαού, δηλαδή του λαού ως μάζας ατόμων, συναισθηματικά παρασυρόμενης, χωρίς λογική και κρίση, που αρέσκεται σε πολιτικές θωπείες και κολακείες, όπως κάθε φυσικό πρόσωπο. Ο λαός μετατρέπεται από τους λαϊκιστές, από ένα σύνολο ίσων και έλλογων ατόμων σε ένα κοινωνικό-μαζικό συνονθύλευμα, που τελικά και αυτό εξαερίζεται σε μια πλασματική ενότητα.
Ακόμα, μολονότι λένε ότι στη Δημοκρατία υπάρχουν πάντα θεσμικά αντίδοτα, όπως, για παράδειγμα, το περιβόητο κράτος δικαίου (σεβασμός της νομιμότητας και ειδικά της συνταγματικής νομιμότητας, των συνταγματικών ελευθεριών και της συνταγματικής δικαιοσύνης), που πρώτος υπερασπίστηκε και δίδαξε ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος, δυστυχώς, και για τον θεσμό αυτόν στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου ήχησε, πριν από ένα χρόνο, το “ευρωχαστούκι” στην Ελλάδα, με την υπερψήφιση της έκθεσης για την κατάσταση του Κράτους Δικαίου και στη χώρα μας, η οποία βρέθηκε στην ίδια μοίρα με Ουγγαρία και Πολωνία.
Επίσης, μετά την οικονομία, τώρα στις δημοσκοπήσεις ως μέγιστο πρόβλημα που απασχολεί τους Έλληνες παρουσιάζεται και το κράτος δικαίου, του οποίου, κατά την Κομισιόν, η βασική έννοια είναι η ίδια σε όλα τα κράτη μέλη και μπορεί να οριστεί με βάση έξι αρχές: Νομιμότητα, η οποία συνεπάγεται διαφανή-υπεύθυνη-δημοκρατική και πλουραλιστική διαδικασία για τη θέσπιση νόμων, ασφάλεια δικαίου, απαγόρευση της αυθαίρετης άσκησης εκτελεστικής εξουσίας, αποτελεσματική δικαστική προστασία από ανεξάρτητα δικαστήρια, με αποτελεσματικό δικαστικό έλεγχο, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων, διάκριση των εξουσιών και ισότητα έναντι του νόμου! Αυτά, ανταποκρινόμενος στην πρόκληση του “Φερώνυμου” να σχολιάσω τις εύστοχες, υπό μορφή ερωτημάτων, επισημάνεις που κάνει στο σχόλιό του για τη Δημοκρατία και το Σύνταγμα που καθημερινώς γίνονται … “ρόμπα”!
Παραφθορά ή… άγνοια
Αλλά, αυτή η παραφθορά του Συντάγματος κορυφώθηκε. Άρχομαι πρώτον του βουλευτή, ο οποίος κατέστρεψε τους επίμαχους θρησκευτικούς πίνακες, μολονότι πριν από την εισβολή είχε πράξει τα δέοντα. Δηλαδή, θεωρούσε ως “βλάσφημη” την έκθεση. Έτσι, μερικές ημέρες πριν από την εισβολή, είχε στείλει επιστολή στην Εθνική Πινακοθήκη, υποστηρίζοντας ότι παρουσιάζει «ένα έργο Έλληνα καλλιτέχνη το οποίο προδήλως θίγει την Ορθόδοξη Χριστιανική πίστη, προσβάλλοντας ευθέως τα ιερά πρόσωπα της Παναγίας και του Χριστού, τα οποία απεικονίζονται παραμορφωμένα», ενώ είχε καταθέσει σχετική ερώτηση στην υπουργό Πολιτισμού, ζητώντας την απόσυρση των “βλάσφημων” εκθεμάτων.
Δεν γνωρίζω αν ο βουλευτής πήρε απάντηση από την Πινακοθήκη και την Λίνα Μενδώνη. Αν πήρε, θα ήταν ίδια με την ανακοίνωση που έκαναν μετά τον βανδαλισμό της έκθεσης, ότι δηλαδή «είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη η ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης». Συνεπώς, η ευθύνη του βουλευτή για το Πινακοθήκειον Άγος αρχίζει από τον καταδικαστέο βανδαλισμό της έκθεσης, ενώ υπήρχε κι άλλη, όπως θα αναφερθεί στη συνέχεια, καθαρά νομική διαδικασία απομάκρυνσης των πινάκων από τον εισαγγελέα κι όχι καταστροφή τους με τα χέρια του βουλευτή!
Ύστερα, καθηγητές και συγγραφείς, υπεύθυνοι για το άγος αυτό είναι και οι διοργανωτές της έκθεσης, οι οποίοι όχι μόνο αποφάσισαν να φιλοξενήσουν “βλάσφημους” πίνακες σε δημόσιο χώρο, ο οποίος μάλιστα χρηματοδοτείται από κοινοτικά πακέτα, αλλά και να επιμένουν μετά τον βανδαλισμό να δικαιολογούν την παραπάνω απόφασή τους, επικαλούμενοι γενικώς το Σύνταγμα.
Παραθέτω μόνο την ανακοίνωση της Πινακοθήκης, στην οποία τονίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Καταδικάζουμε απερίφραστα κάθε πράξη βανδαλισμού, βίας και λογοκρισίας που πλήττει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης. Ο θεσμικός ρόλος της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, συνίσταται στη συλλογή, την προστασία, την ανάδειξη και την τεκμηρίωση της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Στο πλαίσιο αυτό και με σεβασμό στην ελεύθερη έκφραση της τέχνης, το Διοικητικό Συμβούλιο εκφράζει την εμπιστοσύνη του στη Διεύθυνση και υποστηρίζει το εγκεκριμένο καλλιτεχνικό της πρόγραμμα, διασφαλίζοντας τον διάλογο μεταξύ διαφορετικών τάσεων, ρευμάτων και καλλιτεχνικών απόψεων».
Τί προβλέπει το Σύνταγμα;
Είναι όμως έτσι; Παραθέτω απλώς προς ενημέρωση τις σχετικές με το υπό εξέταση θέμα διατάξεις του Συντάγματος της Ελλάδος:
- ‘Αρθρο 3: (Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας)
1. Eπικρατούσα θρησκεία στην Eλλάδα είναι της Aνατολικής Oρθόδοξης Eκκλησίας του Xριστού. H Oρθόδοξη Eκκλησία της Eλλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης και με κάθε άλλη ομόδοξη Eκκλησία του Xριστού τηρεί απαρασάλευτα, όπως εκείνες, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις.
Eίναι αυτοκέφαλη, διοικείται από την Iερά Σύνοδο των εν ενεργεία Aρχιερέων και από τη Διαρκή Iερά Σύνοδο που προέρχεται από αυτή και συγκροτείται όπως ορίζει ο Kαταστατικός Xάρτης της Eκκλησίας, με τήρηση των διατάξεων του Πατριαρχικού Tόμου της κθ΄ (29) Iουνίου 1850 και της Συνοδικής Πράξης της 4ης Σεπτεμβρίου 1928.
- Άρθρο 5: (Ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, προσωπική ελευθερία)
1. Kαθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
- Άρθρο 13: (Θρησκευτική Ελευθερία)
1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός.
2. Kάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων. H άσκηση της λατρείας δεν επιτρέπεται να προσβάλλει τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη. O προσηλυτισμός απαγορεύεται.
Σημειώνεται ότι παρέθεσα τις δύο παραπάνω παραγράφους του άρθρου 13 του Συντάγματος, διότι σε εθνικό επίπεδο συνιστούν, όπως και το άρθρο 9 της ΕΣΔΑ εγγυήσεις του δικαιώματος των πολιτών να φορούν θρησκευτικά σύμβολα για να εκφράζουν την πίστη τους και να λατρεύουν το θείο με τον τρόπο και με τα μέσα που επιλέγουν ή που επιβάλλουν οι κανόνες της θρησκείας τους, χωρίς αυθαίρετες κρατικές επεμβάσεις.
- Άρθρο 14: (Ελευθερία του Τύπου)
1. Kαθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του Τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Kράτους.
2. O Τύπος είναι ελεύθερος. H λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται.
3. H κατάσχεση εφημερίδων και άλλων εντύπων, είτε πριν από την κυκλοφορία είτε ύστερα από αυτή, απαγορεύεται. Kατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η κατάσχεση, με παραγγελία του εισαγγελέα, μετά την κυκλοφορία:
α) για προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας,
δ) για άσεμνα δημοσιεύματα που προσβάλλουν ολοφάνερα τη δημόσια αιδώ.
Άρθρο 16: (Παιδεία, τέχνη, επιστήμη)
1.H τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες και η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Kράτους. H ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα.
Ελευθερία ανεπιφύλακτη ή απεριόριστη;
Προφανώς, όλοι σχεδόν που έσπευσαν δικαίως να καταδικάσουν τον βανδαλισμό της έκθεσης, επικαλέστηκαν (γενικώς όμως και αορίστως!) το Σύνταγμα, τονίζοντας, για να δικαιολογήσουν τον καλλιτέχνη και την απόφαση των διοργανωτών να φιλοξενηθούν οι επίμαχοι πίνακές του στην Εθνική Πινακοθήκη, ότι είναι «συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης».
Η έκπληξή μου είναι ότι, ενώ διαπρεπείς συνταγματολόγοι και ειδικοί συγγραφείς έχουν δημιουργήσει μία πλουσιότατη βιβλιογραφία, ωστόσο, δεν χρησιμοποιήθηκε από κανένα. Ακόμα, δεν είδα κάποιο συνταγματολόγο (συγχωρήστε με αν δεν την πρόσεξα!) να κάνει κάποια επιστημονική παρέμβαση ορθοτομώντας το επεισόδιο αυτό! Με τη δήλωσή μου, λοιπόν, ότι η ταπεινότητά μου δεν είναι … συνταγματολόγος, αλλά μόνο ένας δημοσιογράφος που ως παλιός φοιτητής διδάχθηκε Συνταγματικό Δίκαιο, προσέτρεξα στη βιβλιογραφία αυτή, παραθέτοντας μερικές διαπιστώσεις:
Στις περιπτώσεις που ο ερμηνευτής του δικαίου αποφαίνεται ότι πρόκειται για έργο τέχνης και συνεπώς βρισκόμαστε στο προστατευτικό πεδίο του άρθρου 16 του Συντάγματος, ισχύουν τα ακόλουθα:
- «Η ελευθερία της τέχνης υπάγεται στους περιορισμούς των χρηστών ηθών»!
Κατά μια άποψη της θεωρίας και της Νομολογίας, στους περιορισμούς των χρηστών ηθών υπόκειται και η – σύμφωνη με το Σύνταγμα και τους νόμους –άσκηση της ελευθερίας της τέχνης και της επιστήμης (άρθρο 16 Συντάγματος). Η μόνη διαφορά είναι πως οι περιορισμοί αυτοί δεν πρέπει να είναι τόσο εντατικοί και εκτεταμένοι (όπως ισχύει στο άρθρο 14 του Συντάγματος) ούτε να είναι ειδικοί, δηλαδή να τίθενται αποκλειστικά και μόνο για την τέχνη και την επιστήμη (αυτή τη σημασία έχει η απουσία της επιφύλαξης υπέρ του νόμου από τη συγκεκριμένη συνταγματική διάταξη του άρθρου 16 ). (Βλέπε Κ. Χρυσόγονου, Ατομικά και Κοινωνικά δικαιώματα, σελ. 328.).
Για αυτό και η έννοια περί του τι είναι έργο τέχνης ή επιστήμη εκτιμάται πως δεν πρέπει να έρχεται σε αντίθεση με τα χρηστά ήθη, τις κρατούσες κοινωνικές και ηθικές αντιλήψεις (πρωτίστως, των ειδικών τέχνης και των επιστημόνων), αλλά και την αλήθεια [Βλ. ό.π., σελ. 328 και 330-331. βλ. και εδώ).
Αναλυτικά κριτήρια
Κατά την κρατούσα στη θεωρία και στη Νομολογία άποψη, η καλλιτεχνική ελευθερία είναι μεν “ανεπιφύλακτη”, δεν είναι όμως απεριόριστη (Για την προβληματική των περιορισμών των “ανεπιφύλακτων” ατομικών δικαιωμάτων, βλ., αντί άλλων, Δ. Τσάτσου, Συνταγματικό δίκαιο, τόμ. Γ’ (Θεμελιώδη δικαιώματα), 1988, σελ. 261 επ. και βιβλ. Χρυσόγονου, σελ. 82, εργασία Δαντόγλου σελ. 660, 662, 663). Αντιθέτως, μπορεί να περιοριστεί όταν αυτό επιβάλλεται για λόγους προστασίας άλλων συνταγματικών δικαιωμάτων και αγαθών. Η καλλιτεχνική ελευθερία (όπως και κάθε άλλο συνταγματικό δικαίωμα) δεν υπερισχύει a priori και σε κάθε περίπτωση εις βάρος άλλων συνταγματικών δικαιωμάτων και γενικότερα συνταγματικών ρυθμίσεων (βλ. και ΣτΕ 2568/1991 ΝΟΜΟΣ).
- «Προσβολή της προσωπικότητας αποτελεί και η καθύβριση θρησκείας»!
Προσβολή της προσωπικότητας αποτελεί και η καθύβριση θρησκείας, η οποία δύναται να γίνει αμέσως ή εμμέσως, εγγράφως, προφορικώς ή έργω, με βάναυση ή χυδαία έκφραση ή πράξη, και αφορά στα δόγματα, τα έθιμα ή τα λατρευτικά σύμβολα και σκεύη των πιστών (33/2018 ΠΠΡ ΚΩ).
Για το κρίσιμο αυτό θέμα, δηλαδή της σύγκρουσης του δικαιώματος του καλλιτέχνη στη δημιουργία και του δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του αποδέκτη του έργου στην έκφανση της θρησκευτικής του ελευθερίας και συγκεκριμένα του θρησκευτικού του συναισθήματος, παραθέτω τα ακόλουθα αποσπάσματα από το βιβλίο του Σπύρου Βλαχόπουλου με τίτλο “Τέχνη” και, τα οποία, όπως τονίζεται στη σχετική βιβλιογραφία που με βοήθησε για αυτό το σημείωμα, απηχούν και την κρατούσα άποψη:
- «Δεν επιτρέπεται στον καλλιτέχνη να φέρνει σε επαφή τους πιστούς με βλάσφημο έργο του»!
Η απαγόρευση προσβολής του θρησκευτικού συναισθήματος σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται στον καλλιτέχνη να φέρνει σε επαφή με το βλάσφημο έργο τους πιστούς,, χωρίς τη θέλησή τους. Ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να έχει συνταγματική αξίωση να εξαναγκάζει τους συνανθρώπους του να υποστούν προσβολή του θρησκευτικού τους συναισθήματος, χωρίς τη θέλησή τους. Μια τέτοια συμπεριφορά δεν μπορεί να θεμελιωθεί στην καλλιτεχνική ελευθερία του άρθρου 16 παρ. 1 του Συντάγματος.
Έτσι, ο πιστός έχει αξίωση να μην έρθει σε επαφή με ένα “βλάσφημο” έργο στον δρόμο χωρίς τη θέλησή του και αντιστοίχως ο καλλιτέχνης δεν έχει αξίωση να εξαναγκάσει τον πιστό να δει τον βλάσφημο ζωγραφικό του πίνακα ή τη βλάσφημη καλλιτεχνική του αφίσα στον δρόμο (βλ. και ΣτΕ 1319/2004 ΝΟΜΟΣ). Η προτροπή που έχει εκφρασθεί από κάποιους “ας στρέψει το βλέμμα του αλλού” δεν είναι πειστική. Τι νόημα έχει άραγε η προτροπή να στρέψω το βλέμμα μου αλλού, όταν έχω δει αυτό που προσβάλλει το θρησκευτικό μου συναίσθημα;
Σε πολλές περιπτώσεις υφίσταται τρόπος και να μην προσβληθεί το θρησκευτικό συναίσθημα και ταυτόχρονα να μην περιορισθεί η καλλιτεχνική ελευθερία. Έτσι, σύμφωνα με την ίδια κρατούσα άποψη, μια βλάσφημη ταινία μπορεί να προβληθεί στο διαδίκτυο εφόσον υπάρχει σχετική επισήμανση στην αρχική σελίδα του δικτυακού τόπου και αντιστοίχως μια βλάσφημη γελοιογραφία μπορεί να δημοσιευθεί στις εσωτερικές σελίδες της εφημερίδας εφόσον υπάρχει ειδοποίηση στην πρώτη σελίδα.
- «Πίνακας με μορφή και έκφραση που παραπέμπει στην Παναγία προσβάλλει βάναυσα το θρησκευτικό συναίσθημα»!
Τα ανωτέρω καθίστανται περισσότερα επιτακτικά μετά την κατάργηση με τυπικό νόμο της κακόβουλης βλασφημίας και της καθύβρισης θρησκευμάτων, αφού σε αντίθετη περίπτωση το κατοχυρωμένο κατά τα ανωτέρω στο Σύνταγμα θρησκευτικό συναίσθημα του πιστού θα έμενε παντελώς απροστάτευτο σε οιαδήποτε προσβολή οσοδήποτε βάναυση και εάν είναι. Έτσι, παραδείγματος χάρη, πίνακας, σχέδιο ή αφίσα, απεικονίζει εσταυρωμένη (σε Σταυρό με την αναρτημένη επ’ αυτού την επιγραφή ΙΝΒΙ) τη μορφή μιας γυμνόστηθης εγκύου γυναίκας, της οποίας η μορφή και η έκφραση του προσώπου παραπέμπει καταφανώς στο πρόσωπο της Παναγίας (και ειδικά στην εικόνα της Παναγίας της “Αμώμου Συλλήψεως” ή της Παναγίας της Λούρδης), όποιο και εάν είναι το μήνυμα που ο δημιουργός της θέλει να μεταδώσει, προσβάλλει βάναυσα το θρησκευτικό συναίσθημα των πιστών.
Ως εκ τούτου, εφόσον κριθεί, με βάση τα προαναφερόμενα αναλυτικά εκτιθέμενα κριτήρια, από τον ερμηνευτή του δικαίου, ότι η ως άνω απεικόνιση εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο του άρθρου 16 του Συντάγματος ως έργο τέχνης, τότε, με βάση τις παραδοχές της παραπάνω (κρατούσας) άποψης, επιτρέπεται να αναρτηθεί σε δημόσιο χώρο εντός ή εκτός διαδικτύου ή να προβληθεί δημοσίως, μόνο με προηγούμενη προειδοποίηση των αποδεκτών πριν έρθουν σε οπτική επαφή με την επίμαχη απεικόνιση ότι δύναται αυτή να θίξει το θρησκευτικό συναίσθημα των πιστών της χριστιανικής θρησκείας.
Συνέπειες
Σε περίπτωση παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης, επέρχονται οι ακόλουθες έννομες συνέπειες:
α) Ο θιγόμενος πιστός έχει έναντι των υπευθύνων για την ανάρτηση ή την προβολή του επίμαχου πίνακα, σχεδίου ή αφίσας την αξίωση της άρσης της προσβολής της προσωπικότητας του (στην έκφανση της θρησκευτικής του ελευθερίας) με την αφαίρεση του αντικειμένου από το δημόσιο χώρο στον οποίο του παρέχεται οπτική πρόσβαση χωρίς την προηγούμενη προειδοποίηση και της μη επανάληψης στο μέλλον, εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις του κινδύνου επανάληψης της προσβολής, με την απαγόρευση της εκ νέου ανάρτησης ή προβολής αυτού και τέλος σε περίπτωση υπαιτιότητας την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (άρθρο 13 του Συντάγματος, 57, 59, 932 ΑΚ), οι δε αξιώσεις αυτές μπορούν να εγερθούν, είτε στο πλαίσιο προσωρινής δικαστικής προστασίας (αίτημα ασφαλιστικών μέτρων – προσωρινή διαταγή), είτε με τακτική αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, του τόπου που έγινε η ανάρτηση ή προβολή και εάν πρόκειται για διαδίκτυο οιουδήποτε τόπου.
β) Ο Εισαγγελέας παραγγέλλει την αφαίρεση του επίμαχου πίνακα, σχεδίου ή αφίσας από το δημόσιο χώρο που είναι αναρτημένο (με τρόπο που παρέχεται οπτική πρόσβαση σε οιονδήποτε χωρίς την προηγούμενη προειδοποίηση), κατ’ αρθρο 14 παρ. 3 περ. α του Συντάγματος [για την απευθείας στο Σύνταγμα (χωρίς να απαιτείται η έκδοση νόμου) θεμελιούμενης εξουσίας του Εισαγγελέα για παραγγελία κατάσχεσης του εντύπου βλ. εδώ σελ. 523].
Συνελόντι ειπείν, όπως μας έλεγαν οι δικοί μας τότε καθηγητές του Συνταγματικού Δικαίου, μολονότι η θεωρία και η νομολογία είναι σαφείς, ουδείς ενδιαφέρθηκε να τις μελετήσει και να αποτρέψει αυτό το βέβηλο επεισόδιο στην Εθνική Πινακοθήκη. Δηλαδή, ούτε ο βουλευτής πριν βανδαλίσει ή άλλος, προσφεύγοντας στη Δικαιοσύνη, ούτε οι υπεύθυνοι της Πινακοθήκης πριν αποφασίσουν να παρουσιάσουν βλάσφημους πίνακες και μάλιστα σε δημόσια έκθεση, διαφημισθείσα μέσω του Τύπου με τον τίτλο “Η Σαγήνη του Αλλόκοτου”.
Ακόμα, προσθέτω ότι στην άγνοια της παραπάνω θεωρίας και νομολογίας οφείλεται προφανώς η επιμονή της Πινακοθήκης να κρεμάσει ξανά χαλασμένους τους επίμαχους πίνακες, τη στιγμή που ο δημιουργός τους με δηλώσεις του την επόμενη ημέρα τόνισε ότι «η θρησκεία γι’ αυτόν αποτελεί το πιο κιτς στοιχείο της λαογραφίας μας», δηλαδή η χριστιανική θρησκεία είναι … “κιτσαριό”, δηλαδή χαρακτηρίζεται από κραυγαλέα έλλειψη καλού γούστου, που φτάνει στα όρια του γελοίου!