Δεν τελειώνουν οι μετασεισμοί του σκανδάλου Επστάιν – Θα μιλήσει η καταδικασμένη σύζυγος του;
22/07/2025
Μαίνεται ο αναβρασμός στις ΗΠΑ για την πολύκροτη υπόθεση του Τζέφρι Επστάιν, του καταδικασμένου για σεξουαλικά εγκλήματα κατά ανηλίκων χρηματιστή, που βρέθηκε νεκρός στο κελί του το 2019, λίγο πριν ξεκινήσει η δίκη του. Ένας θάνατος που ακόμα και σήμερα φαίνεται σε πολλούς “ύποπτος”. Ο κύριος λόγος είναι οι διασυνδέσεις του Επστάιν με την “αφρόκρεμα” των celebrities, του επιχειρηματικού και πολιτικού κόσμου: Θυμίζουμε πως ήταν φίλος, μεταξύ άλλων, τόσο του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, όσο και του τωρινού, Ντόναλντ Τραμπ.
Ως γνωστόν η υπόθεση είχε περίοπτη θέση στην ρητορική Τραμπ από όταν έβαλε για πρώτη υποψηφιότητα για την προεδρία των ΗΠΑ, στην λογική ότι το αμερικανικό βαθύ κράτος “συγκάλυψε την υπόθεση” για να διασώσει τους πανίσχυρους πελάτες του δικτύου που είχε στήσει ο διαβόητος χρηματιστής. Πελάτες, τους οποίους είχε καταγράψει στην διαβόητη πια λίστα του. Ο Τραμπ είχε υπονοήσει ουκ ολίγες φορές εμπλοκή των Κλίντον στην συγκάλυψη του σκανδάλου Επστάιν.
Χιλιάδες σελίδες εγγράφων για την υπόθεση έχουν δημοσιοποιηθεί το 2019 και άλλες το 2024, όμως περιείχαν λίγες αποδείξεις για ποινικά κολάσιμες πράξεις διάσημων με τους οποίους είχε επαγγελματικές και κοινωνικές συναναστροφές ο Επστάιν. Βέβαια το σύνολο των αρχείων για την υπόθεση δεν έχει δημοσιοποιηθεί. Ο Τραμπ είχε δεσμευτεί προεκλογικά ότι θα το πράξει, κάτι που δεν έπραξε για καιρό από την επανεκλογή του. Ένα tweet, όμως, στις 6 Ιουνίου, από τον άλλοτε στενό του συνεργάτη με τον οποίο ήρθε σε ρήξη, τον μεγιστάνα Έλον Μασκ, ήρθε να ταράξει τα νερά: “Ο Τραμπ είναι στην λίστα Επστάιν”, ανάρτησε ο Μασκ, αν και λίγο μετά το κατέβασε.
Όμως, ο πραγματικός σεισμός ήρθε έναν μήνα μετά, από την έρευνα του FBI και της διορισμένης από τον Τραμπ ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης: Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι “δεν υπάρχει Λίστα Επστάιν”, πως ο χρηματιστής είχε όντως αυτοκτονήσει, προκαλώντας αρχικά μία νέα αιχμηρή ανάρτηση του Μασκ. Όταν ο Τραμπ άρχιζε πλέον δημοσίως να υποβαθμίζει την υπόθεση, ξέσπασε σάλος στις τάξεις του στρατοπέδου του, καθώς ακόμα και υποστηρικτές του νυν προέδρου άρχισαν να ψιθυρίζουν για “συγκάλυψη”.
Ακολούθησε μήνυση του Τραμπ στον όμιλο Μέρντοχ, καθιστώντας «υπόλογους» με μία οργισμένη ανάρτηση το CBS, την εκπομπή “60 Minutes” και το ABC, σχετικά με το δημοσίευμα της Wall Street Journal, που έφερε στο φως παλιά επιστολή (του 2003) του Αμερικανού προέδρου στον χρηματιστή, για τα πεντηκοστά του τότε γενέθλια. Η επιστολή ήταν διανθισμένη με σεξουαλικά υπονοούμενα που έδειχνε μία στενή-προσωπική σχέση των δύο ανδρών. Σχέση, την οποία πάντως δεν είχαν αρνηθεί (πως θα μπορούσε άλλωστε;) ούτε ο Τραμπ, ούτε ο Επστάιν…
Υπό την πίεση των δημοσιευμάτων, αλλά κυρίως της ίδιας του της MAGA βάσης, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι έδωσε εντολή στο υπουργείο Δικαιοσύνης να αποδεσμεύσει επιπλέον έγγραφα, «λόγω της γελοίας προβολής που δίνεται στην υπόθεση Επστάιν», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά…
Σε μία νεότερη εξέλιξη, πρώην δικηγόρος του χρηματιστή, κάλεσε την αμερικανική κυβέρνηση να χορηγήσει ασυλία στην προφυλακισμένη σύζυγο του Επστάιν, Γκίσλεϊν Μάξγουελ, προκειμένου αυτή να δώσει πληροφορίες για την πολύκροτη υπόθεση, λέγοντας πως «ξέρει τα πάντα». Η Μάξγουελ καταδικάστηκε το 2021 σε κάθειρξη 20 ετών για τον ρόλο που διαδραμάτισε στη σεξουαλική κακοποίηση ανήλικων κοριτσιών από το δίκτυο του Επστάιν. Η ίδια ουδέποτε έχει παραδεχτεί την ενοχή της για οποιοδήποτε αδίκημα και έχει προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο…
Η αμερικανική Δικαιοσύνη συνηθίζει όντως να “ρίχνει στα μαλακά” κατηγορουμένους που συνεργάζονται με τις Αρχές, πριν όμως την καταδίκη τους. Αυτό σίγουρα το ήξερε η ίδια η Μάξγουελ και οι ακριβοπληρωμένοι δικηγόροι της, όταν ήρθε αντιμέτωπη με τις βαρύτατες αυτές κατηγορίες…
Ποια είναι η Γκίσλεϊν Μάξγουελ
Η περίπτωση της Γκίσλεϊν Μάξγουελ παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, όχι μόνο για τα όσα σίγουρα γνωρίζει και τον ρόλο της στην υπόθεση, αλλά και για το ό,τι η ιστορία της σηματοδοτεί την λαμπερή άνοδο και την κατάρρευση μίας “πορφυρογέννητης”. Η άφιξη της στη ζωή πραγματοποιήθηκε υπό το φως ευνοϊκών άστρων. Έτσι τουλάχιστον φαινόταν. Γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1961 στη Γαλλία, το μικρότερο από τα επτά παιδιά του Βρετανού μεγιστάνα των εκδόσεων Ρόμπερτ Μάξγουελ. Μεγάλωσε σε έναν μεσαιωνικό πύργο 56 δωματίων, ενώ το πολυμελές υπηρετικό προσωπικό ήταν υπ’ ατμόν για να ικανοποιεί κάθε της ανάγκη.
Ο Ρόμπερτ δεν έκρυβε τον θαυμασμό του για τον Τζόζεφ Κένεντι, πατριάρχη της δυναστείας Κένεντι. Συχνά εξέφραζε την επιθυμία του να επιτύχει κάτι αντίστοιχο, εμφυσώντας στους απογόνους του τις “αρετές”, όπως τις αποκαλούσε, του ανταγωνισμού, των χρημάτων και της νίκης, ώστε στο μέλλον να κυριαρχήσουν στη διεθνή σκηνή. Όποιο και αν ήταν το κόστος…
Η Γκίσλεϊν ήταν το αγαπημένο από τα παιδιά του και δεν προσπαθούσε καν να κρύψει την προκλητική αυτή διάκριση. Λέγεται ότι η παθολογική αδυναμία προς αυτήν ξεκίνησε όταν εκείνη ήταν μονάχα δύο ετών και ο 15χρονος αδελφός της, και δυνάμει διάδοχος του πατέρα της, έχασε την ζωή του σε ένα φρικτό αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Έκτοτε, την ξεχώρισε. Φρόντισε, μάλιστα να ονομάσει το πολυτελές γιοτ του με το όνομά της.
Με τη σειρά της κι αυτή προσπαθούσε σε κάθε ευκαιρία να ικανοποιεί τον κατά τα άλλα απόμακρο και αυστηρό πατέρα της, επιζητώντας την αποδοχή του. Η καθημερινή ενασχόλησή του πολυάσχολου Μάξγουελ με τα εφτά παιδιά του περιλάμβανε τεστ ιστορίας και γεωπολιτικής κατά τη διάρκεια του δείπνου. Σε περίπτωση που κάποιο από αυτά δεν γνώριζε την απάντηση, κατέληγε με κλάματα στο δωμάτιό του.
Όχι, όμως, η Γκίσλεϊν. Ήταν πάντα άριστη. Φοίτησε στο Marlborough, ένα από τα κορυφαία ιδιωτικά σχολεία της Βρετανίας και στη συνέχεια σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Οι ακαδημαϊκές περγαμηνές της, όμως, δεν ήταν το σημαντικότερο επίτευγμά της. Είχε κληρονομήσει το ταλέντο του πατέρα της στο να καλλιεργεί διασυνδέσεις και να βρίσκεται στο σωστό μέρος, τη σωστή στιγμή.
Εμφάνιση και επιχειρηματικότητα
Σε πολύ νεαρή ακόμα ηλικία, όχι μονάχα αξιοποίησε το δίκτυο του πατέρα της, ο οποίος ήταν κοινό μυστικό πως είχε διατελέσει και κατάσκοπος, αλλά το διεύρυνε. Πνευματώδης, γοητευτική, σαγηνευτική με τους άνδρες και ιδιαίτερα έξυπνη, φρόντιζε επιμελώς την εμφάνισή της. Επισκεπτόταν κάθε μήνα τις ακριβότερες μπουτίκ του Λονδίνου και σπατάλαγε δυσθεώρητα ποσά για την ένδυσή της.
Παρά την εβραϊκή καταγωγή της συνήθιζε να λέει ότι διατηρεί το καλλίγραμμο σώμα της με την δίαιτα «των Ναζί προς τους Εβραίους», συμπληρώνοντας: «Απλά δεν τρώω τίποτα». Όπως ήταν αναμενόμενο, επιλέχθηκε από τον πατέρα της ως το μέλος της οικογένειας που θα προετοίμαζε την κάθοδο του στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Είχε μόλις αποκτήσει τη New York Daily News και ονειρευόταν να επεκτείνει τις επιχειρήσεις του και σε άλλους τομείς στις ΗΠΑ.
Έτσι το 1991, η μικρότερη κόρη προετοίμαζε το νέο επιχειρηματικό οικογενειακό εγχείρημα που είχε ως στόχο να διευρύνει τον πλούτο, αλλά και το κύρος της οικογένειας. Διακοσμούσε τα νέα γραφεία της εφημερίδας και έκανε τις απαραίτητες γνωριμίες, αναμένοντας την άφιξη της υπόλοιπης οικογένειας. Τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα είχε οραματιστεί ο Μάξγουελ. Ο ίδιος έχασε τη ζωή του υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, όταν έπεσε από το σκάφος του και πνίγηκε.
Υιοθετήθηκε ευρέως το σενάριο της αυτοκτονίας, καθώς αμέσως μετά τον θάνατό του αποκαλύφθηκε ότι οι επιχειρήσεις του ήταν υπερχρεωμένες, στο χείλος της καταστροφής, ενώ εκείνος είχε κλέψει 600 εκατομμύρια δολάρια από τα συνταξιοδοτικά ταμεία των υπαλλήλων του για να διατηρήσει τις δραστηριότητές του. Ήταν θέμα ημερών να διασυρθεί και το γνώριζε.
Κατά τη διάρκεια του πένθους της, η Γκίσλεϊν είχε να αντιμετωπίσει και την ντροπή και τον κοινωνικό αποκλεισμό που προκάλεσαν οι αποκαλύψεις αυτές στη βρετανική αριστοκρατική κοινωνία. Η αλλοτινή πριγκίπισσα του Λονδίνου αναγκαζόταν να φοράει μία ξανθιά περούκα για να κυκλοφορεί. Λίγους μήνες αργότερα αποφάσισε να κάνει νέα αρχή, εκπληρώνοντας το όνειρο του πατέρα της. Μετακόμισε στη Νέα Υόρκη. Εκεί, έκανε μία υπερδραστήρια κοσμική ζωή, η οποία της εξασφάλισε το προσωνύμιο “Goodtimes Γκίσλεϊν”.
Η γνωριμία και η σχέση με τον Επστάιν
Πίσω, όμως, από την επιφανειακή εξωστρέφεια και μόνιμη πρόσχαρη συμπεριφορά της υπήρχε ένα δυσθεώρητο κενό. Δεν μπορούσε να ξεπεράσει την απώλεια του πατέρα της, ούτε την ντροπή που αυτή της είχε επιφέρει. Επιπλέον, η οικογενειακή περιουσία εξανεμίστηκε και μετά βίας μπορούσε να διατηρήσει το στυλ ζωής, στο οποίο είχε μεγαλώσει.
Φίλοι και γνωστοί την είχαν προσλάβει ως μεσίτρια, κάτι που η ίδια θεωρούσε ύψιστη ταπείνωση. Την περίοδο εκείνη, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα της, γνώρισε τον Επστάιν σε ένα κοσμικό πάρτι στο Μανχάταν. Στο πρόσωπό του εντόπισε πολλά στοιχεία του πατέρα της και εκείνος μετατράπηκε σε οικογένεια, σύντροφο, φίλο και χρηματοδότη της. Της υποσχέθηκε ότι δεν θα επέτρεπε ποτέ να της λείψει τίποτα.
Οι δυο τους έγιναν ένα από τα πιο δημοφιλή ζευγάρια της Νέας Υόρκης. Ο Τζέφρι είχε τα χρήματα και η Γκίσλεϊν την αριστοκρατική καταγωγή και τις γνωριμίες. Εκείνη ήταν που του γνώρισε τον πρίγκιπα Άντριου στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Μέχρι το 2000, το ζευγάρι ήταν μόνιμο στη λίστα προσκεκλημένων των πάρτι που διοργάνωνε ο πρίγκιπας στο κτήμα της μητέρας του στο Sandringham House. Σύχναζαν στα καλύτερα μαγαζιά, ταξίδευαν και συναναστρέφονταν με την αφρόκρεμα της οικονομικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Την περίοδο εκείνη, όλοι πίστευαν ότι ο γάμος και ο ερχομός ενός παιδιού, επιθυμία που δεν έκρυβε η Μάξγουελ, ήταν ζήτημα χρόνου.
Στο σημείο αυτό, η σχέση τους αρχίζει να θολώνει. Ο επίσημος δεσμός τους διακόπτεται, αλλά παραμένουν αχώριστοι. Τον συνοδεύει παντού, διαμένει στα πολλά πολυτελή σπίτια που διαθέτει σε κάθε γωνία του πλανήτη και περνάει τα Σαββατοκύριακά της μαζί του στο σπίτι του στην Καραϊβική. Παίρνει, μάλιστα, και άδεια πιλότου, καθώς ο Επστάιν τής κάνει δώρο ένα ελικόπτερο για να μετακινείται “πιο άνετα”.
Ως δεξί χέρι του Επστάιν…
Σε ένα άκρως κολακευτικό αφιέρωμα που κάνει το περιοδικό Vanity Fair στον επιχειρηματία την αποκαλεί «την καλύτερη μου φίλη σε ολόκληρο τον κόσμο». Την ίδια περίοδο, τα θύματα του Επστάιν υποστηρίζουν ότι η Μάξγουελ ήδη λειτουργούσε ως το δεξί του χέρι στο κύκλωμα μαστροπείας. Ήταν ο άνθρωπος που προσέλκυε εκ μέρους του ανήλικα κορίτσια με το πρόσχημα του μασάζ επί πληρωμής.
Σε μία περίπτωση είχε μυήσει ένα κορίτσι στον διεστραμμένο κόσμο τους, λέγοντάς του ότι θα γίνει η γραμματέας ενός εκατομμυριούχου και θα εξερευνήσει όλο τον κόσμο, συναντώντας διασημότητες. Συμμετείχε και η ίδια στην σεξουαλική κακοποίηση πολλών κοριτσιών. Είχε, μάλιστα, ζητήσει από μία 17χρονη μαθήτρια να μείνει έγκυος από τον Επστάιν. «Θέλουμε να κάνουμε ένα παιδί. Εσύ θα το κυοφορήσεις, αλλά θα είναι δικό μας και όχι δικό σου».
Όταν ο Επστάιν συνελήφθη αρχικά το 2008, φρόντισε να την απαλλάξει από κάθε κατηγορία. Όσο εκείνος πέρασε λίγους μήνες στη φυλακή, δεν τον επισκέφτηκε ούτε μία φορά. Συνέχισε την κοινωνική της ζωή, επιχειρώντας μία στροφή. Ίδρυσε μία μη κυβερνητική οργάνωση για το περιβάλλον και την διάσωση των ωκεανών. Πραγματοποίησε, μάλιστα, και αρκετές τηλεοπτικές εμφανίσεις και μία συμμετοχή σε ένα σχετικό πάνελ στα Ηνωμένα Έθνη.
Το τέλος της Γκίσλεϊν Μάξγουελ…
Στα τέλη του 2015, αναγκάστηκε να απομονωθεί, καθώς αποκαλύπτονταν όλο και περισσότερες λεπτομέρειες για τη δράση του Επστάιν και την εμπλοκή της. Το 2016 πούλησε το σπίτι που της είχε αγοράσει ο Επστάιν στο Μανχάτταν, ακριβώς δίπλα από το δικό του, έναντι 20 εκατομμυρίων. Εκεί είχε αγοράσει με μετρητά μία πολυτελή έπαυλη, χτισμένη σε μία τεράστια απομονωμένη έκταση. Μετακόμιζε τουλάχιστον δύο φορές τον χρόνο και άλλαζε μία φορά το μήνα το τηλέφωνό της. Χρησιμοποιούσε το όνομα “G Max”, ενώ έδινε πλαστή διεύθυνση email, όταν χρησιμοποιούσε το διαδίκτυο.
Σύμφωνα με τα ταξιδιωτικά αρχεία μέσα στα τελευταία δύο χρόνια από την σύλληψη της είχε πραγματοποιήσει δεκάδες ταξίδια στο εξωτερικό, τουλάχιστον σε 15 χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία και το Κατάρ. Οι αρχές υποστήριξαν ότι ζούσε ως φυγάς, προσπαθώντας να αποφύγει την σύλληψή της. Το βρετανικό ταμπλόϊντ “The Sun” είχε προσφέρει αμοιβή 10.000 λιρών για πληροφορίες σχετικά με το πού βρίσκεται!
Αν και φήμες την ήθελαν να κρύβεται στο Παρίσι, στη Βραζιλία, ακόμα και στη Χιλή, εν τέλει συνελήφθη στη Μασαχουσέτη το 2020. Το 2022 καταδικάστηκε σε 20 χρόνια κάθειρξη. Η έφεση της απορρίφθηκε και ελπίζει μόνο στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η ίδια χαρακτήρισε τον εαυτό της “εξιλαστήριο θύμα”: Επειδή ο Επστάιν ήταν νεκρός, η κοινή γνώμη απαιτούσε να λογοδοτήσει κάποιος άλλος για την υπόθεση, σύμφωνα με την ίδια. Το σίγουρο είναι ότι πρόκειται για μία συνταρακτική πτώση, αν αναλογιστεί κανείς την τόσο ελπιδοφόρα αφετηρία της…