Δημογραφική συρρίκνωση και μετανάστευση αφελληνίζουν την Ελλάδα
31/07/2019Στα τέλη του 2017 δημοσιεύτηκαν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή τα στοιχεία τα οποία αποτυπώνουν τη δημογραφική συρρίκνωση του ελληνικού πληθυσμού κατά την προηγούμενη χρονιά. Σύμφωνα με αυτά το 2016 στην Ελλάδα ο πληθυσμός υπέστη περαιτέρω φυσική μείωση κατά 25.887 άτομα, αφού για έβδομη συνεχή χρονιά οι θάνατοι (118.785) ξεπέρασαν τις γεννήσεις (92.898).
Η καθαρή μετανάστευση υπολογίστηκε στα +10.332 άτομα, αφού οι εισερχόμενοι μετανάστες (στην πλειονότητά τους αλλοδαποί) ήταν 116.867, ενώ οι εξερχόμενοι μετανάστες (στην πλειονότητά τους Έλληνες) ήταν 106.535. Ο δείκτης γήρανσης του ελληνικού πληθυσμού (αριθμός ατόμων με ηλικία άνω των 65 προς τον αριθμό παιδιών 0-14 ετών) αυξήθηκε για μια ακόμη χρονιά, φθάνοντας το 149,2. Δηλαδή πρακτικά στην Ελλάδα για κάθε 100 παιδιά υπάρχουν 149 άτομα τρίτης ηλικίας. Τα παραπάνω στοιχεία, αν και αφορούν μόνο μια χρονιά, είναι συνταρακτικά. Για να το καταλάβουμε όμως καλύτερα αυτό, πρέπει να δούμε τις εξελίξεις σε ευρύτερη προοπτική.
Το πρώτο που πρέπει να επισημάνουμε είναι ότι η παρατηρούμενη «υπεροχή» των θανάτων έναντι των γεννήσεων δεν είναι ένα φαινόμενο προσωρινό. Είναι η συνέπεια της υπογεννητικότητας του ελληνικού πληθυσμού, ο οποίος μετά το 1980 γεννά λιγότερα από δύο παιδιά ανά γυναίκα, δηλαδή λιγότερα από αυτά που χρειάζεται για να αναπληρώσει τη φυσική του φθορά. Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται βεβαίως από την οικονομική κρίση (μετά το 2010), η οποία συμπιέζει περαιτέρω τη γεννητικότητα και δημιουργεί ένα μεταναστευτικό ρεύμα Ελλήνων προς το εξωτερικό.
Για περισσότερες λοιπόν από δύο δεκαετίες, ο ελληνικός πληθυσμός έχει εισέλθει σε πορεία συνεχούς αριθμητικής συρρίκνωσης και γήρανσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015 ο νόμιμος πληθυσμός της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένων δηλαδή και των νόμιμων αλλοδαπών, ήταν με βάση στοιχεία του ΟΗΕ ήδη ο 6ος πιο γηρασμένος στον κόσμο. Σύμφωνα όμως με τις δημογραφικές προβολές της Eurostat αναμένεται ότι έως το 2050 δεν θα ξεπερνά τα εννέα (9) εκατομμύρια, εκ των οποίων τα τρία (3) θα είναι άνω των 65 ετών.
Φεύγουν οι Έλληνες, έρχονται οι μετανάστες
Οι μεταναστευτικές ροές στην τρέχουσα φάση εμφανίζονται ισοσκελισμένες, ωστόσο πίσω από αυτή την ισορροπία των αριθμών θα πρέπει κανείς να αντιληφθεί τις ποιοτικές διαφορές: Αυτοί που συνεχίζουν να φεύγουν είναι νέοι μορφωμένοι Έλληνες, οι οποίοι αναζητούν μια δυναμική πορεία στο εξωτερικό.
Αντίθετα, αυτοί που συνεχίζουν να έρχονται είναι αλλοδαποί, οι οποίοι κατά κανόνα έχουν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, υψηλό ρυθμό γεννήσεων και – σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στη δεκαετία του 1990 – δεν προέρχονται πια από όμορες χώρες, αλλά από χώρες πολύ μακρινές προς την Ελλάδα, την οποία αυτή τη φορά δεν έχουν καν ως προορισμό τους.
Η δημογραφική γιγάντωση χωρών του τρίτου κόσμου είναι αρκετή από μόνη της για να μας καταδείξει το μέγεθος των αναμενόμενων μεταναστευτικών ροών. Φυσικά στα αίτια αυτών των ροών θα πρέπει κανείς να συμπεριλάβει τη φτώχεια, την εγγενή πολιτική αστάθεια αυτών των χωρών και τις εξωτερικές επεμβάσεις. Από ένα σημείο και μετά, σημαντικό ρόλο θα παίξουν και οι κλιματικές αλλαγές, οι οποίες θα δημιουργήσουν τους λεγόμενους κλιματικούς πρόσφυγες. Ο πίνακας προέρχεται από το βιβλίο “Σιωπηρή Άλωση – Το δημογραφικό και το μεταναστευτικό πρόβλημα της Ελλάδας”, σελ. 81.
Αντικατάσταση πληθυσμού
Τα παραπάνω μας δείχνουν ότι στην Ελλάδα συντελείται σήμερα μια αντικατάσταση πληθυσμού: Από τη μια πλευρά ο ελληνικός πληθυσμός λιγοστεύει και γερνά διαρκώς, ενώ από την άλλη πλευρά (θα) καταφτάνουν και (θα) εγκαθίστανται στη χώρα μετανάστες προερχόμενοι από χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Όλα αυτά μάλιστα γίνονται υπό συνθήκες εσωτερικής κατάρρευσης –οικονομικής και κοινωνικής– και σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον ιδιαίτερα ρευστό, γεμάτο ανατροπές και απειλές. Βρισκόμαστε λοιπόν προ ιστορικής σημασίας εξελίξεων, οι οποίες δεν μεταβάλλουν απλώς το σκηνικό, αλλά για πρώτη φορά αλλάζουν ραγδαία την πληθυσμιακή υπόσταση και άρα την ίδια τη φυσιογνωμία της χώρας.
Οι παραπάνω εξελίξεις εγείρουν προφανώς τεράστια ζητήματα για το μέλλον: Αν ο ελληνικός πληθυσμός δεν αυξήσει σημαντικά τη γεννητικότητά του, θα παραμείνει εγκλωβισμένος σε μια πορεία εκμηδένισης. Παράλληλα θα αρχίσει να αντιμετωπίζει σύντομα σοβαρά προβλήματα: Π.χ. θα είναι αδύνατον να έχει βιώσιμο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (ακόμη κι αν δεν υπήρχαν τα σημερινά οικονομικά προβλήματα). Θα είναι πολύ δύσκολο να έχει θετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, αφού η ζήτηση θα μειώνεται συνεχώς. Δεν θα μπορεί να έχει επαρκείς ένοπλες δυνάμεις, αφού κάθε κλάση στρατευσίμων είναι (ήδη εδώ και πολλά χρόνια!) μικρότερη από την προηγούμενη, θα του λείπει η δυναμική που χαρακτηρίζει τους νέους ανθρώπους.
Κάποιοι αντιτείνουν ότι το δημογραφικό πρόβλημα θα λυθεί από την έλευση ξένων μεταναστών. Όσοι όμως το ισχυρίζονται αυτό, μιλούν τουλάχιστον επιπόλαια – αν δεν εκκινούν από ιδιοτελείς προθέσεις – διότι παραβλέπουν τα δεδομένα: το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι τόσο μεγάλο, ώστε να είναι αδύνατον να καλυφθεί από τις μεταναστευτικές ροές χωρίς σε δύο περίπου δεκαετίες να μιλάμε για μια άλλη χώρα!
Αυτό που λέμε δηλαδή, είναι ότι η κοινωνία η οποία διαμορφώνεται από τις δύο παραπάνω διεργασίες πολύ δύσκολα θα είναι μια κοινωνία συνεκτική και βιώσιμη. Διότι δεν είναι τόσο απλό να αναπληρώσεις τα δύο εκατομμύρια νεανικού πληθυσμού που θα σου λείπουν στο μέσον του αιώνα με άτομα που θα προέρχονται από το Πακιστάν, το Αφγανιστάν, το Μπαγκλαντές ή από χώρες της Αφρικής, δηλαδή από περιοχές πολιτισμικά πολύ μακρινές από την Ελλάδα. Πολύ περισσότερο δε, όταν η πολιτιστική και η θρησκευτική διαφοροποίηση αυτών των πληθυσμών θα τους καθιστά μη ενσωματώσιμες μειονότητες που θα αμφισβητούν de facto τη φυσιογνωμία της χώρας και θα μπορούν να μετατραπούν σε μοχλό εσωτερικής της υπονόμευσης από ξένες δυνάμεις.
Ανάγκη για δημογραφική στρατηγική
Για όλους τους παραπάνω λόγους είναι ανάγκη να συνειδητοποιηθεί άμεσα η σοβαρότητα των πληθυσμιακών εξελίξεων. Αυτό σημαίνει ότι το πολιτικό σύστημα οφείλει –παρά τις ανεπάρκειές του– να εκπονήσει μια σαφή δημογραφική και μεταναστευτική στρατηγική, της οποίας οι βασικοί άξονες πρέπει να είναι:
- η αύξηση της γεννητικότητας του ελληνικού πληθυσμού,
- η συγκράτηση ή και η επιστροφή του πολύτιμου ανθρώπινου δυναμικού των νέων Ελλήνων που λόγω κρίσης έφυγαν από τη χώρα,
- ο προσδιορισμός πόσων αλλά και ποιών μεταναστών μπορούν να γίνουν δεκτοί στην ελληνική κοινωνία και η δημιουργία μηχανισμών ενσωμάτωσής τους σε αυτή.
Οι παραπάνω σχεδιασμοί θα πρέπει βεβαίως να συμβαδίσουν με ένα σχέδιο συνολικής παραγωγικής ανασύνταξης της χώρας, το οποίο αποτελεί και την προϋπόθεση για τον απεγκλωβισμό της από τη σημερινή κατάσταση. Για την ώρα πάντως και αυτό το σχέδιο παραμένει ένα ζητούμενο, οκτώ χρόνια μετά την οικονομική χρεοκοπία, και ενώ η χώρα βαδίζει σιωπηρά προς τη βαθύτερη και τελική της χρεοκοπία, τη δημογραφική.