Δημογραφικό: Η ωρολογιακή βόμβα που τα κόμματα βάζουν κάτω από το χαλί
02/09/2019Η πολιτική είναι μια δύσκολη υπόθεση. Συχνά η δυσκολία της βρίσκεται στο γεγονός ότι εμπλέκεται με τα “πολιτικά” και την “πολιτικολογία” ως αποτέλεσμα μιας προγραμματικής στειρότητας ,ή εκτεταμένης σύγχυσης ανάμεσα στους σκοπούς και τα μέσα. Όμως, το μείζον ζήτημα με τη πολιτική είναι ο χρόνος, επειδή το ενδιαφέρον της εστιάζεται στην ανάγκη για άμεσες απαντήσεις στα κοινωνικά θέματα που τίθενται, αλλά υπό την οπτική της βελτίωσης των συνθηκών αναπαραγωγής της.
Συνήθως, τα φαινόμενα αυτά αποκτούν τα χαρακτηριστικά μιας κλασικής προχειρότητας και πολιτικής κερδοσκοπίας. Επίσης, επειδή η αντίληψη του χρόνου είναι διαφορετική, οι αποφάσεις της δεν μπορούν να ελεγχθούν παρά μόνον εκ των υστέρων. Συνήθως αργά, έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η θεραπευτική ανάταξή τους. Υπό το πρίσμα αυτό, είναι προφανές ότι το δημογραφικό πρόβλημα αποτελεί θύμα αυτών των ιδιαιτεροτήτων. Ειδικότερα της χρονικής διάστασης ανάμεσα στη λήψη αποφάσεων και την αποτίμηση των αποτελεσμάτων.
Για τούτο δεν συμπεριλαμβάνεται στην πολιτική ατζέντα τα τελευταία χρόνια. Ιδίως στη μνημονιακή περίοδο, κατά την οποία το ζήτημα αυτό απέκτησε εκρηκτικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, δεν συνιστά έκπληξη το γεγονός ότι οι διεθνείς οργανισμοί, καθώς και οι οίκοι αξιολόγησης καταγράφουν αρνητικά τις δημογραφικές τάσεις και τις εξελίξεις στη χώρα μας. Τις καταγράφουν ως μιας συνιστώσας που εμποδίζει –υπό τις υφιστάμενες συνθήκες– την κοινωνική και αναπτυξιακή ανασυγκρότησή της.
Στην παρούσα συγκυρία τα σχετικά μεγέθη καταμαρτυρούν την αλήθεια των ανησυχητικών τάσεων που διαγράφονται. Ο πληθυσμός της χώρας εκτιμάται ότι είναι 10,8 εκατομμύρια με ισχυρή ροπή μείωσης, επειδή τα τελευταία χρόνια οι γεννήσεις υπολείπονται σημαντικά των θανάτων. Το συνολικό έλλειμμα, σε αριθμούς εκτιμάται ότι υπερβαίνει τις 25.000 ετησίως.
Ταυτόχρονα, ο δείκτης ολικής γονιμότητας κυμαίνεται στο 1,35 περίπου, αντί να υπερβαίνει εμφανώς το 2,10 που είναι το όριο αναπλήρωσης. Ως εκ τούτου, η πληθυσμιακή ισορροπία είναι και πρόκειται να παραμείνει αρνητική, αν δεν ληφθούν δραστικά πολιτικά και οικονομικά μέτρα. Η κατάσταση αυτή επιβαρύνεται ακόμη αν ληφθεί υπόψη ότι το 30% από τις πυρηνικές οικογένειες του πληθυσμού είναι χωρίς παιδιά. Ενώ η μέση ηλικία των μητέρων είναι σχετικά υψηλή και κυμαίνεται στα 31,7 έτη.
Ελάχιστη η επίδραση των μεταναστών
Υπό το πρίσμα αυτό, η “εναλλακτική” προσέγγιση ότι το κύμα μετανάστευσης μπορεί να αναστρέψει τις αρνητικές συνέπειες απεδείχθη ανεπαρκής. Δεδομένου ότι η επίδραση του πληθυσμού των μεταναστών στη βελτίωση της γονιμότητας υπήρξε ελάχιστη. Η συμβολή των αλλοδαπών γυναικών στην γονιμότητα κατά την περίοδο 2009-2017 ήταν μικρότερη από 0,1 παιδιά ανά γυναίκα, όπως έδειξε πρόσφατα ο καθηγητής δημογραφίας Βύρων Κοτζαμάνης.
Οι εξελίξεις αυτές επιταχύνουν τις τάσεις γήρανσης του πληθυσμού, δεδομένου ότι η χώρα έχει ήδη εισέλθει στην ομάδα των πλέον “ηλικιωμένων” χωρών της ευρωπαϊκής περιοχής, ενώ το 1980 ήταν εκτός της πρώτης δεκάδας. Το 2017 ο πληθυσμός άνω των 60 ετών κυμάνθηκε στο 26,5% του συνόλου, ενώ προβλέπεται ότι το 2050 θα ανέλθει στο 41,6%.
Παρά το γεγονός ότι η δημογραφική κατάσταση στη χώρα είναι ευθέως απειλητική για την οικονομία και την ασφάλιση και μακροπρόθεσμα υπονομευτική υπό την οπτική των εθνικών ζητημάτων, δεν έχει αναδειχθεί σε πολιτική προτεραιότητα στη παρούσα συγκυρία. Αν και γενικά η συζήτηση για τη δημογραφική πολιτική είναι υποτυπώδης, εντούτοις διακινείται σε μια λανθάνουσα πόλωση, ανάμεσα σε μια “δεξιά” ρητορική στο όνομα υπεράσπισης των εθνικών διαστάσεων του ζητήματος και μια “αριστερή” επιχειρηματολογία που υποστηρίζει μια διεθνιστική μεταναστευτική προσέγγιση. Είναι προφανές ότι αμφότερες έχουν ιδεολογικό και φορμαλιστικό χαρακτήρα και πάσχουν ως προς την τεκμηρίωση.
Η μείζων δημογραφική ανισορροπία στη φυσική κίνηση του πληθυσμού και ως εκ τούτου η μείωση του πληθυσμού δεν θεραπεύεται με τις υπάρχουσες ροές μετανάστευσης. Σε κάθε περίπτωση μια προσπάθεια για την ανάκτηση της δημογραφικής ισορροπίας δεν μπορεί να βασισθεί σε αυτή τη διάσταση. Κυρίως μπορεί να βασισθεί στην αύξηση της γεννητικότητας του πληθυσμού. Με μια τεκμηριωμένη και ολοκληρωμένη πολιτική ενθάρρυνσης και ώθησης με κίνητρα στην οικογένεια.
Δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς η αιτιολογία της υποβάθμισης του δημογραφικού ζητήματος στον προγραμματικό λόγο των πολιτικών κομμάτων. Η στάση αυτή οδηγεί στην υποβάθμιση της πληθυσμιακής πολιτικής και των πολιτικών για την οικογένεια. Συνεπώς υπολείπεται και η επένδυση στο ανθρώπινο και διανοητικό κεφάλαιο της χώρας με έμφαση στα προγράμματα υγείας και εκπαίδευσης της οικογένειας.
Είναι μετρήσιμη η ευεξία;
Αν και η πρόοδος με την μέτρηση των δεικτών οικονομίας και ανάπτυξης είναι μια υπόθεση του παρελθόντος, η μεθοδολογία εκτίμησης της ανθρώπινης ευημερίας εμπεριέχει, πλην του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, διαστάσεις όπως είναι η εκπαίδευση και το προσδόκιμο επιβίωσης. Πρόσφατα η Νέα Ζηλανδία εισήγαγε τη μέτρηση της “ευεξίας” ως συνιστώσας της προόδου, ενώ πολλοί συζητούν τις έννοιες της “ευημερίας” και της “ευτυχίας”. Η προοπτική είναι ότι στο μέλλον πρέπει να μετράται –συνδυαστικά με τους κλασικούς δείκτες– ως μια υπόθεση της κοινωνίας και της οικογένειας, επειδή ως τέτοια έχει μεγάλη ανθρώπινη προστιθέμενη αξία.
Οι παρατηρήσεις αυτές συνδέονται με την δημογραφική πολιτική, δεδομένου ότι η υψηλή γαμηλιότητα και η οικογένεια προάγουν την “ευεξία” και την “ευτυχία”. Η δημογραφική πολιτική είναι επίσης μια υπόθεση της πατρίδας σε μια εποχή που η ευκταία πολυπολιτισμικότητα εκφυλίζεται σε μια υπόθεση κινητικότητας του κεφαλαίου και της εργασίας στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας. Αυτή οδηγεί σε μια προϊούσα καταστροφή της πολλαπλότητας και της ποικιλίας των εθνών, των γλωσσών και των πολιτισμών.
Εν κατακλείδι το δημογραφικό ζήτημα και οι πολιτικές για τον πληθυσμό, την κοινωνία και την οικογένεια δεν είναι ένα πρόβλημα περιστασιακής επιδοματικής πολιτικής ή ακόμη και ευκαιριακών κρατικών παρεμβάσεων. Τα εργαλεία αυτά πρέπει να αποκτήσουν συνοχή και σταθερότητα και να ολοκληρωθούν σε μια πολιτική για τον πληθυσμό και την οικογένεια. Μια πολιτική που υπερβαίνει τον προνοιακό χαρακτήρα και ανάγεται σε μια επένδυσης στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Είναι πρωτίστως ένα ζήτημα κουλτούρας και πολιτικής διατομεακής προσέγγισης με επίκεντρο την οικογένεια που εξακολουθεί να παραμένει διαχρονικά ισχυρός πυρήνας της κοινωνικής συνοχής.