Έφυγε για το “μεγάλο ταξίδι” η Μαριέττα Γιαννάκου
27/02/2022Σε ηλικία 70 ετών απεβίωσε η πρώην υπουργός και βουλευτής της ΝΔ, νευρολόγος Μαριέττα Γιαννάκου μετά από συνεχή προβλήματα υγείας που είχε εδώ και 15 χρόνια, με τα οποία πάλευε με συχνές εισαγωγές στα νοσοκομεία και πέρασε νικηφόρα πολλές περιπέτειες υγείας. Όμως πριν από λίγες εβδομάδες έπεσε από το αναπηρικό αμαξίδιό της και χρειάσθηκε να χειρουργηθεί. Έκτοτε νοσηλευόταν στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Γενικού Νοσοκομείου Αεροπορίας 251, από όπου δυστυχώς δεν κατάφερε να βγει νικήτρια καθώς λύγισε η καρδιά της και υπέστη ανακοπή.
Η υγεία της είχε επιδεινωθεί κάθετα το 2008, όταν πάσχοντας ήδη από διαβήτη, τραυματίσθηκε στο δεξί πόδι και χρειάσθηκε να ακρωτηριασθεί, επειδή λόγω του σακχάρου η πληγή δεν επουλωνόταν και είχε μολυνθεί. Το 2016 υπέστη έμφραγμα και το 2021 χρειάσθηκε να νοσηλευθεί δύο φορές. Τη δεύτερη φορά, το φθινόπωρο του 2021, εισήχθη επειδή είχε επιπλοκές από κορονοϊό.
«Με συντριβή αποχαιρετώ τη Μαριέττα μας. Μια σπουδαία γυναίκα, μια καλή φίλη και μια ακατάβλητη μαχήτρια. Που δεν λύγισε ποτέ, λέγοντας πως οι δυσκολίες την χαλυβδώνουν. Κι όμως, έχασε την πιο κρίσιμη, τη μοναδική μάχη απ’ τις πολλές που έδωσε για την υγεία της. Δεν είναι εύκολο να δεχθούμε ότι αυτή η προσωπικότητα, με το ήρεμο πάθος της για ζωή και δημόσια προσφορά, δεν είναι πια κοντά μας. Υπήρξε σύμβολο ατομικής ανέλιξης και προκοπής. Πνεύμα αδάμαστο και τολμηρό, που δεν λογάριασε στιγμή κατεστημένες απόψεις και μυωπικές αντιλήψεις», επισημαίνει σε δήλωσή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου εξέφρασε επίσης την βαθύτατη θλίψη της για την απώλεια της «σπουδαίας πολιτικού, συνεπούς στις αρχές της, σταθερής στις απόψεις της, τολμηρής στον δημόσιο λόγο, προοδευτικής, ασυμβίβαστης και ταυτόχρονα διαλλακτικής και μετριοπαθούς. Ήταν μια γενναία γυναίκα που έδωσε με σθένος και αξιοπρέπεια τις μάχες της στο κοινωνικό και το προσωπικό πεδίο. Η απουσία της θα είναι ηχηρή και οδυνηρή».
Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος έγραψε: «Η Μαριέττα Γιαννάκου κόσμησε, κυριολεκτικώς, τον δημόσιο βίο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, ιδίως δε στο πλαίσιο των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον απαράμιλλο ανθρωπισμό της, την βαθιά και ουσιαστική γνώση της, το υψηλό ήθος της και το υποδειγματικό θάρρος της γνώμης της».
Ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας, εκφράζοντας τη θλίψη του ανέφερε: «Στο πλούσιο έργο της, ήταν και η αποφασιστική συμβολή της στη χάραξη της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της μάστιγας των ναρκωτικών, στη διεύρυνση της συμμετοχής των πολιτών στα ευρωπαϊκά δρώμενα, αλλά και στη διάδοση της ιδέας της αμυντικής αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών της Ένωσης».
Ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Με τη Μαριέττα βρεθήκαμε μαζί στην παράταξη από το 1976. Αγωνίστηκε με εντιμότητα για τις απόψεις της, υπηρέτησε την φιλελεύθερη ιδεολογία με ειλικρίνεια, διακρίθηκε σε Ελλάδα και Ευρώπη. Θερμά συλλυπητήρια στους οικείους της».
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς ανέφερε: «Με την Μαριέττα πορευτήκαμε για πολλά χρόνια μαζί σε κοινά ευρωπαϊκά μονοπάτια. Η υπεύθυνη, φιλελεύθερη και πάντα ευρωπαϊκή της φωνή -που ποτέ δεν σίγησε στις δύσκολες στιγμές- θα λείψει από τη δημόσια ζωή. Θα την θυμόμαστε με αγάπη». Ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος έγραψε: «Αποχαιρετούμε σήμερα με σεβασμό μία σπουδαία γυναίκα πολιτικό, που υπηρέτησε με πάθος τη Δημοκρατία και ξεχώρισε για το προσωπικό και δημόσιο ήθος της, τις καινοτόμες ιδέες της, το θάρρος της γνώμης της και την προσήλωσή της σε αρχές και αξίες»,
Η πορεία της
Η Μαριέττα Γιαννάκου γεννήθηκε στη Λακωνία. Ο πατέρας της διηύθυνε το τοπικό γραφείο του ΟΤΕ και του ταχυδρομείου το Γεράκι Λαξωνίας και ήταν εκπαιδευτικός. Σε ηλικία 11 έχασε τον πατέρα της που ήταν μόλις 45 χρονών. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με ειδικότητα στην νευρολογία – ψυχιατρική. Έκανε μεταπτυχιακό στο Βέλγιο. Το 1983 απέκτησε με τον τότε σύζυγό της Παναγιώτη Κούτσικο μια κόρη.
Μετά το 1974, ξεκινά ενεργά την πολιτική της δραστηριότητα ως μέλος της ΟΝΝΕΔ. Τότε γνωρίζεται με τον πρόεδρο και ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή. Στις Ευρωεκλογές του 1984 εκλέγεται ευρωβουλευτής και το 1989 τοποθετείται επικεφαλής του ευρωψηφοδελτίου της ΝΔ.
Ως βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την περίοδο 1984-1990, ανέλαβε πρόεδρος της Εξεταστικής Επιτροπής για το πρόβλημα των ναρκωτικών στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπήρξε αντιπρόεδρος της Επιτροπής για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, μέλος των Επιτροπών Κοινωνικών Υποθέσεων και Απασχόλησης, Μεταφορών, Ελέγχου του Προϋπολογισμού, Οικονομικής, Νομισματικής και Βιομηχανικής Πολιτικής, μέλος της Αντιπροσωπείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις σχέσεις με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και μόνιμος εισηγητής για τα θέματα παραγωγής και εμπορίας κοκαΐνης, καθώς και μέλος της Αντιπροσωπείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη Χιλή.
Έχει τιμηθεί τιμηθεί με το ανώτατο παράσημο “Bernando O’ Higgins” της Δημοκρατίας της Χιλής. Διετέλεσε επίσης Επικεφαλής της αντιπροσωπείας των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και μέλος του Πολιτικού Γραφείου της κοινοβουλευτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Διετέλεσε υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατά την περίοδο 1990-1991. Στις βουλευτικές εκλογές του 1993 εκλέχθηκε βουλευτής στην Α΄ Αθηνών με τη Νέα Δημοκρατία. Στο διάστημα 1993-1999 διετέλεσε μέλος των Επιτροπών Εξωτερικών Υποθέσεων και Εθνικής Άμυνας, Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, μέλος της Επιτροπής για τα Ναρκωτικά, αντιπρόεδρος της Επιτροπής για την εξέταση του Σωφρονιστικού Συστήματος, αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ελλάδας-ΗΠΑ και μέλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ελλάδας-Ρωσίας.
Το 1999 επανεκλέχθηκε ευρωβουλευτής και ανέλαβε μέλος των Επιτροπών Εξωτερικών Υποθέσεων, Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Κοινής Ασφάλειας και Αμυντικής Πολιτικής, Ελευθεριών και Δικαιωμάτων των Πολιτών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων, μέλος της Διακοινοβουλευτικής Αντιπροσωπείας Ευρωπαϊκή Ένωση – Τουρκία και ήταν επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Νέας Δημοκρατίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ακόμη, υπήρξε πρόεδρος του Τομέα Βαλκανικός Άξονας-Εγγύς Ανατολή της Ομάδας του Δουβλίνου του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Το 2000 επανεκλέχθηκε βουλευτής και ορίσθηκε αντιπρόεδρος της Διαρκούς Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Μέλος της Διαρκούς Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και Εθνικής Άμυνας, μέλος Διακομματικής Επιτροπής για τα ναρκωτικά, πρόεδρος της Ομάδας Φιλίας με το Κοινοβούλιο της Πολωνίας, και μέλος των Ομάδων Φιλίας με τα Κοινοβούλια των ΗΠΑ και του Μαρόκου.
Το 2002 ορίσθηκε εκπρόσωπος της Βουλής των Ελλήνων στη Συνέλευση για το Μέλλον της Ευρώπης. Στις εργασίες της Συνέλευσης στην Ολομέλεια και τις Ομάδες Εργασίας (2002-2003) παρενέβη για την κατοχύρωση της ρήτρας αμυντικής αλληλεγγύης μεταξύ κρατών-μελών, για την καθιέρωση της Ευρωπαϊκής Δύναμης Ταχείας Επέμβασης στο πεδίο της Άμυνας, για μέτρα υπέρ της δημόσιας υγείας και για την αντιμετώπιση των ναρκωτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και για την υποστήριξη της ρύθμισης για τη «λαϊκή πρωτοβουλία», σύμφωνα με την οποία ένα εκατομμύριο πολίτες μπορούν να ζητήσουν την ανάληψη συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας από τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα.
Το 2004 έγινε υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων για την περίοδο 2004-2007, στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Το όνομά της συνδέεται με μία εκτεταμένη απόπειρα μεταρρύθμισης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Το 2007 δεν μπόρεσε να εκλεγεί βουλευτής. Στις ευρωεκλογές του 2009 τέθηκε επικεφαλής του ψηφοδελτίου της Νέας Δημοκρατίας. Στις βουλευτικές εκλογές του 2019 ήταν στη δεύτερη θέση του ψηφοδελτίου επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας.