Τα πρωτοπαλλήκαρα του Brexit – Μπόρις Τζόνσον
17/12/2018Τώρα που η συμφωνία για τη συμφωνία της Μέι με την ΕΕ για το περιεχόμενο του Brexit έχει διχάσει το κυβερνών Συντηρητικό Κόμμα, ας θυμηθούμε τους δύο πρωταγωνιστές της εκστρατείας, η οποία κατέληξε στο δημοψήφισμα και το δημοψήφισμα στο αποτέλεσμα που από τότε προκαλεί κλυδωνισμούς και στη Βρετανία και στην Ένωση.
Στα σπλάχνα της εκστρατείας υπέρ του Brexit, λοιπόν, φιλοξενήθηκαν αμέτρητοι πομπώδεις σταυροφόροι ευρωσκεπτικιστές. Κανείς, όμως, δεν πιστώθηκε περισσότερο τη νίκη στο δημοψήφισμα από όσο τα πρωτοπαλλήκαρά του, ο Μπόρις Τζόνσον, που έγινε υπουργός Εξωτερικών και ηγήθηκε της απόπειρας για την ανατροπή της Μέι, και ο αμφιλεγόμενος εθνικιστής και τότε αρχηγός του UKIP Νάιτζελ Φάρατζ.
Αυτά που ένωναν τους δύο πρωταγωνιστές εξαντλούνταν αφενός στην πεποίθησή τους ότι η ΕΕ υπονομεύει την ταυτότητα της Βρετανίας, αφετέρου στην αντιπάθεια που νιώθει ο ένας για τον άλλον. Οι πολιτικοί τους αντίπαλοι φαίνεται να διαφωνούν και να δηλώνουν με το γνωστό βρετανικό φλεγματικό χιούμορ τους: μα πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο, απλά με διαφορετικό μαλλί!
Ο Μπόρις Τζόνσον είναι γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας. Γεννήθηκε το 1964 στη Νέα Υόρκη. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι είναι μακρινός ξάδελφος του Ντέιβιντ Κάμερον από την πλευρά του πατέρα του. Η γιαγιά του ήταν νόθα κόρη ενός Ρώσου πρίγκιπα και έτσι η μητέρα του τον μεγάλωσε με συναρπαστικές ιστορίες για έκπτωτους βασιλιάδες και πολιτικές ίντριγκες.
Με την ολοκλήρωση των σπουδών του πατέρα του στο πανεπιστήμιο Κολούμπια η οικογένεια επιστρέφει στη Βρετανία. Είναι η περίοδος που ο μικρός και άτακτος, κατά γενική ομολογία, Μπόρις μυείται στην πολιτική. Ο πατέρας του Στάνλεϊ εκλέγεται ευρωβουλευτής των Συντηρητικών και στη συνέχεια υψηλόβαθμο στέλεχος της Κομισιόν και της Παγκόσμιας Τράπεζας. «Κάθε βράδυ περίμενα με ανυπομονησία να γυρίσει από τη δουλειά για να μου διηγηθεί τι είχε συμβεί εκείνη την ημέρα».
Είναι άριστος μαθητής με ιδιαίτερη έφεση στη λογοτεχνία. Κερδίζει τη βασιλική υποτροφία, η οποία του ανοίγει την πόρτα του φημισμένου κολεγίου Ίτον. «Μακάρι να υπήρχαν άλλα εκατό σχολεία όπως το Ίτον», έχει δηλώσει, ενθυμούμενος ότι εκεί ανακάλυψε το πάθος του για τη δημοσιογραφία, διευθύνοντας τη σχολική εφημερίδα.
Αν και σήμερα υπερασπίζεται με πάθος την παραμονή των Μαρμάρων του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο, τότε καλούσε εκ μέρους του πανεπιστημίου τη Μελίνα Μερκούρη. «Μίλησε για τα Ελγίνεια Μάρμαρα. Ήταν θαυμάσια ομιλία και νομίζω ότι όλοι συμφώνησαν μαζί της». Συνεχίζει τις κλασικές σπουδές του στην Οξφόρδη. Όπως έχει δηλώσει εκείνη την εποχή γνώρισε και ερωτεύτηκε την Ελλάδα.
Χειμμαρώδης λόγος
Αν και ξεκινάει την επαγγελματική σταδιοδρομία του ως σύμβουλος διοίκησης περνάει γρήγορα στη δημοσιογραφία «γιατί πάντα με ενθουσίαζε η εμπλοκή μου με την πολιτική». Περνάει μία περίοδο ως ειδικευόμενος στους Times του Λονδίνου και λίγο αργότερα αναλαμβάνει τη θέση του ανταποκριτή της Daily Telegraph στις Βρυξέλλες, στην έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γίνεται γνωστός για τον χειμαρρώδη γραπτό και προφορικό λόγο του που τον φέρνει συχνά σε δύσκολη θέση. Έχει χαρακτηρίσει μέχρι και τους κατοίκους του Λίβερπουλ «μίζερους κλαψιάρηδες». Αλλάζει διάφορα πόστα και εφημερίδες και μόλις στα 35 του χρόνια αναλαμβάνει διευθυντής του περιοδικού Spectator.
Η μεγάλη επαγγελματική επιτυχία του σηματοδοτείται από το πρώτο μεγάλο σκάνδαλο της προσωπικής ζωής του. Αν και ήδη έξι χρόνια παντρεμένος με τη συμφοιτήτριά του και γόνο αριστοκρατικής οικογένειας Αλέγκρα Μόστιν Όουεν αποκαλύπτεται ότι διατηρεί δεσμό με την παιδική του φίλη και επιτυχημένη δικηγόρο Μαρίνα Γουίλερ. Όταν εκείνη μένει έγκυος ο γάμος του τελειώνει συνοπτικά και οι δυο τους παντρεύονται λίγο πριν έρθει στον κόσμο το πρώτο από τα έξι παιδιά τους.
Είναι η εποχή που η δημοσιογραφία έχει γι’ αυτόν χάσει τη γοητεία της και ο Μπόρις μοιάζει αποφασισμένος να κατακτήσει τον πολιτικό στίβο. Το 1997 προσπάθησε ανεπιτυχώς να εκλεγεί βουλευτής. Χρειάζεται τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να τα καταφέρει και να οριστεί σκιώδης υπουργός επί των Τεχνών και της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Η άτακτη φύση του θέτει σε κίνδυνο τις πολιτικές φιλοδοξίες του, καθώς ξεσπάει σκάνδαλο όταν αποκαλύπτεται ότι διατηρεί εξωσυζυγική σχέση με τη δημοσιογράφο Πετρονέλα Γουάιτ. Ο ντόρος έχει ως αποτέλεσμα την προσωρινή αποπομπή του από το κόμμα των Συντηρητικών. Αλλά και η σύζυγός του τον αναγκάζει να εγκαταλείψει για σύντομο διάστημα το σπίτι τους, στο οποίο επιστρέφει τελικά μετανιωμένος.
Αχαλίνωτη φύση
Η εκκεντρική φύση του αφήνεται αχαλίνωτη και γίνεται ευρέως γνωστή όταν εκλέγεται δήμαρχος του Λονδίνου. Τότε προκαλεί με τις δηλώσεις του, απαγγέλλει ποιήματα μπροστά στις κάμερες, διασχίζει ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα του Λονδίνου κρεμασμένος σε σκοινί και τσακώνεται με ταξιτζήδες, διαολοστέλνοντάς τους. Οι τηλεοπτικές εμφανίσεις του σημειώνουν εντυπωσιακά νούμερα και ο Μπόρις γίνεται δήμαρχος με τα περισσότερα αιτήματα για συνέντευξη από οποιονδήποτε άλλον σ’ όλον τον κόσμο. «Έχει έως και δύο χρόνια αναμονής για μία συνέντευξή του», δηλώνει η γραμματέας του.
Παράλληλα, δημοσιεύει μυθιστορήματα, μαλώνει δημοσίως με τα αδέλφια του που είναι υπέρ της ΕΕ, γυρνάει με ποδήλατο το Λονδίνο, φορώντας πάντα κράνος και περνάει τον ελεύθερο χρόνο του στην βρετανική ύπαιθρο με τα παιδιά του. Εκεί παίζει τένις, μπριτζ και επιδίδεται στο αγαπημένο χόμπι του, το κυνήγι
Το μεγαλύτερο, όμως, μυστήριο γύρω από τον εκκεντρικό Μπόρις φαίνεται να είναι η κόμμωσή του. Όλοι μοιάζουν να αναρωτιούνται αν είναι αληθινά τα μαλλιά του. Αν και ο ίδιος αποφεύγει να σχολιάσει το θέμα, διάσημοι κομμωτές ισχυρίζονται δημόσια ότι τα μαλλιά του πρώην δημάρχου δεν είναι φυσικά, με αποτέλεσμα να βγει δημόσια ο ηλικιωμένος πατέρας του Στάνλεϊ για να υπερασπιστεί τον γιο του και τη φυσική απόχρωση των μαλλιών του. Ο Μπόρις, άλλωστε, δεν είχε ποτέ οικονομικό πρόβλημα για να τον εκτρέπει από τα “θέλω” του.