Γάμος ομοφύλων: Μηδενισμός, κυριαρχία του “ουδέτερου” και ταυτότητα
14/01/2024“Δῶσε μου ἕνα προσωπεῖο, σὲ παρακαλῶ, ἀκόμη ἕνα προσωπεῖο”.
Ἀναμφίβολα τὸ θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ἀνάμεικτο μὲ ἐκεῖνο τὸ γάμου καὶ τῆς υἱοθεσίας ποὺ ἀναδύθηκε στα τελευταία ἔτη, παρεμβαίνει οὐκ ὁλίγον στὴν μορφὴ καὶ στὴν δομὴ τῆς οἰκογένειας. Εἶναι ἕνα θέμα ποὺ διαχέεται “μόνον” ὡς κοινωνικό-πολιτισμικὴ “κατάκτηση”, ἀγνοώντας ἤ ὑποβαθμίζοντας προβλήματα σοβαρὰ, ὅπως τῆς διαμόρφωση τῆς ταυτότητος ἐπάνω στὴν πρώτη εἰκόνα μας στὴν βάση τοῦ φύλου καθορισμένης βιολογικά.
Η διαμόρφωση αυτή, ὅπως περιγράφει ἡ πεμπτουσία τῆς ψυχαναλυτικῆς θεώρησης καὶ ἐμπειρίας, γἰνεται μέσῳ τῆς πρόσληψης τοῦ παραδείγματος τοῦ ὁμοίου φύλου καὶ ἀπόρριψης τοῦ ἀντἰθετου. Συνάμα ἀνοίγει πέρασμα στὴν πολυμορφία ὀνοματισμοῦ ταυτότητος καὶ ἐπιλογῆς της κατ’ αρέσκειαν. Παράλληλα, βασιλεύει ἀπρόσκοπτη ἡ κυριαρχία τοῦ οὐδέτερου, μαγνητικὴ πηγὴ ποὺ ἔλκει παντοδύναμα ὅλες τὶς διαφορετικὲς ὀντότητες, τὶς ἰσοπεδώνει καὶ στὸ τέλος τὶς καθιστᾶ ἄτακτες, πολύμορφες καὶ δυσαρμονικές, ἐπιφέροντας ἀποπροσανατολισμοὺς καὶ ψυχικὲς διαταραχὲς ὄχι εὔκολης κατανόησης.
Καὶ συνακόλουθα ἡ ἐρωτικὴ ἐπιλογὴ στὸ ὄνομα τῶν δικαιωμάτων τοῦ μεμονωμένου ἀνθρώπου, φθάνει νὰ καταστρατηγεῖ κοινωνικὲς μορφὲς συμβίωσης, τὶς ὁποῖες ἡ ἀνθρωπότητα χρειάσθηκε χιλιετίες νὰ πλάσει καὶ νὰ ἐδραιώσει, ὅπως τὸν γάμο στὸν ὁποῖον προαναφερθήκαμε. Ο γάμος διαμορφωμένος ἀνθρωπικὰ ὡς γεγονὸς φυσικό-βιολογικό-κοινωνικό είναι ταυτισμένος ἀπόλυτα μὲ τὴν διαιώνιση τοῦ εἴδους, τὴν τεκνοποίηση, ἐξ οὗ καὶ οἱ συναφεῖς λέξεις τοῦ γάμου, γαμεῖν-γαμέτες, γεννήτωρ.
Ακολούθως ἐπικυρωμένος καὶ ἱεροποιημένος ἀπὸ τὶς θρησκεῖες, χρησιμοποιεῖται καὶ γιὰ μία ὁμοφυλοφιλικὴ ἐπιβεβαίωση σὲ ἀνθρωπική-κοινωνικὴ διάσταση, ἐνάντια στὴν φυσική-βιολογικὴ ὑπόσταση. Ὥς νὰ ἐπιδιώκεται ἕνα πέρασμα τῆς ὁμοφυλοφιλικῆς ἐρωτικῆς ἐπιλογῆς σὲ ὁμοφυλοφιλικὴ κοινωνικὴ ταυτότητα, καὶ ἐπιβεβαίωσή της μέσω τῆς “ὑφαρπαγῆς” τοῦ βιοψυχοκοινωνικοῦ ρόλου τοῦ γονέως καὶ συνάμα ἀγνοώντας τὴν ἐτερότητα τούτου ἀπὸ τὴν μορφὴ τοῦ κηδεμόνος.
Οικογένεια και γάμος ὁμοφύλων
Συγχέεται ἡ οἰκογένεια μὲ τὴν συμβίωση τῶν ζευγαριῶν εἴτε ὁμοφύλων εἴτε ἐτερόφυλων καὶ προσβάλλεται καὶ ἡ ἴδια η ὁμοφυλοφιλικὴ ἐπιλογή, καθότι χρήζει ἀλλότριου στηρίγματος γιὰ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ καὶ ἐπικυροποιηθεῖ. Σχετικὰ δὲ μὲ τὴν ἱκανοτητα ἢ ὄχι ἀνατροφῆς τῶν τἐκνων ἀπὸ ὁμόφυλόφιλους ἄνδρες, λέγει ὁ Πλάτων –2500 χρόνια πριν την ψυχανάλυση– ότι “εκ φύσεως” δεν είναι για τεκνοποίηση: “ἐπειδὰν δὲ ἀνδρωθῶσι, [192b] παιδεραστοῦσι καὶ πρὸς γάμους καὶ παιδοποιίας οὐ προσέχουσι τὸν νοῦν φύσει, ἀλλ᾽ ὑπὸ τοῦ νόμου ἀναγκάζονται· ἀλλ᾽ ἐξαρκεῖ αὐτοῖς μετ᾽ ἀλλήλων καταζῆν ἀγάμοις”.
Πρόκειται μᾶλλον γιὰ μία κατίσχυση τῆς ἱκανοποίησης τῆς ἐπιθυμίας ἀνυψωμένης σὲ νόμο ἐπί τοῦ φυσικοῦ-ὑλικοῦ δεσμοῦ, καὶ συνάμα ἡ ἐπιβολὴ του ὡς κοινωνικοῦ θεμελίου: δὲν εἶναι πλέον τὸ πολιτισμικό-ἐθιμικό, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὸ φυσικὸ δίκαιο καὶ ποὺ παράγει νόμο, ἀλλὰ ὁ τελευταῖος διαμορφώνει τοὺς κοινωνικοὺς πολιτισμικοὺς θεσμοὺς ἀνὰ τὴν ἱστορία. Συντριπτικὸ κτύπημα στὸ φυσικὸ δίκαιο καὶ στὰ 2.500 ἔτη ἱστορίας του και του συνακόλουθου πολιτισμού μας.
Σχόλια: πάντως αὐτό-το θέμα τοῦ γάμου τῶν ὁμόφυλων, μοιάζει νὰ κατακλύζεται περισσότερο ἀπὸ ματαιοδοξία καὶ ἐπίδειξη παρὰ ἀπὸ ἀληθινὴ ἀναζήτηση. Ἡ ὁμοφυλία εἶναι δομημένη καὶ παροῦσα στὴν ἱστορία, εἴτε ὡς ἀφ’ ἑαυτοῦ γεγονός, εἴτε ὡς φαινόμενο συνοδὸ καὶ ἀπότοκο μυητικῶν ἀγελαίων τελετουργιῶν, ἀλλ’ οὐδέποτε εἴχε οἰκειοποιηθεῖ τὴ νομική-κοινωνικὴ μορφὴ ἰδία τοῦ γάμου. Ὁ προβληματισμὸς δὲν εἶναι καινούργιος καὶ δὲν λύνεται μὲ προχειρολογίες ὑπέρ καὶ κατά. Καὶ κυρίως δὲν λύνεται βιαίως μὲ τὴν ἐπιβολὴ νόμων, λησμονώντας ὅτι κανένα νομοθέτημα δὲν μπορεῖ νὰ διαρκέσει, καὶ εἶναι τίποτε, ἔξω ἀπὸ τὸ ἐθιμικὸ πνεῦμα, τὸ πλαίσιο ἀλληλεγγύης, ἀμοιβαίου σεβασμοῦ καὶ κοινῆς ἀποδοχῆς.
Ἀπ’ ὅ,τι γνωρίζω, ὁ πρῶτος ποὺ ἀσχολήθηκε σοβαρὰ μὲ τὸ θέμα ἦταν ὁ Πλούταρχος, ποὺ ἄν καὶ μὲ κάποια ἀμηχανία καὶ ἀβεβαιότητα: καταδικάζοντας αὐστηρὰ τὴν παιδοφιλία, ἀναρωτιέται ἐπάνω στὴν παιδεραστία, θεωρώντας την μία κοινωνικὴ “λειτουργία” ἐμποτισμένης ποιοτήτων πνευματικῆς-παιδευτικῆς καθοδήγησης (μᾶλλον παράλληλο καὶ ἀπότοκο χαρακτηριστικῶν τῶν μυητικῶν περασμάτων) μὴ καταφέρνοντας πάντως νὰ δώσει μία ἀπάντηση σαφὴ καὶ ἀκριβή. Δίχως νὰ ὑποκύψουμε στὸν πειρασμὸ σχολιασμοῦ τῶν ἀντιλήψεών του, παρουσιασμένων μὲ ἐξαίσια ὡραιότητα καὶ γοητεία, ὁ Πλούταρχος μᾶλλον ἐμμένει σχεδὸν ἀποκλειστικὰ στὴν ἠθικὴ ὄψη, στὴ σύζευξη φυσικῆς ἔλξεως καὶ εὐθύνης/προσφορᾶς στὸν ἄλλον, ἀφήνοντας σὲ δεύτερη θέση τὴν σωματο-ἐρωτικὴ ὄψη.
Σὲ περαιτέρω ἐμβάθυνση τῆς ἐρωτικῆς ἐμπλοκῆς στὴν “ταυτότητα”, μία κάποια ἑρμηνεία, ἀνατρέχοντας στὸν Ἀριστοφάνη τοῦ πλατωνικοῦ συμποσίου, θὰ μποροῦσε νὰ δεῖ τὴν ἐρωτικὴ ἔνωση ὡς μία εἰσαγωγή: σὲ τούτην κυριαρχεῖ μία κένωση, ἄδειασμα τοῦ ἰδίου ἑαυτοῦ καὶ ἐσωτερίκευση του ἄλλου, εἴτε ὁμοιου-φύλου, εἴτε ἕτερο-φύλου, ἕνα εἶδος οἰκειο-ποίησης τῶν ἰδιοτήτων του, ἀνακτώντας τὴν ἀρχικὴ ἑνότητα: ἡ σμίξη τῶν σωμάτων γίνεται μία ψυχονοητικὴ ἕνωση ἐπιφέροντας ἕνα εἲδος μετάλλαξης τοῦ ἀτόμου: Ἐγὼ γίνομαι ὅπως ἐσύ.
Σύμφωνο συμβίωσης και γάμος ὁμοφύλων
Ουδόλως εἶμαι ἐνάντια στὸ σύμφωνο συμβίωσης, εἴτε τοῦτο ἀφορᾶ ζευγάρια ὁμοφύλων, εἴτε ἑτεροφύλλων. Ἀντιθέτως τὸ θεωρῶ φυσικῶς αὐτονόητο καὶ αὐτοδίκαιο, καὶ μὲ ὅλα τὰ νομικά, συνταξιοδοτικά, καὶ λοιπὰ κοινωνικὰ προνόμια μὲ τὸν λεγόμενο “πολιτικὸ ἤ θρησκευτικὸ γάμο”∙ κυρίως ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ εἶναι μακριὰ καὶ ἀπὸ τὴν σκέψη τῶν διοικούντων πὼς τὸ κράτος, καθότι ὄργανο διακονίας τῆς κοινωνίας πρέπει νὰ προνοεῖ καὶ νὰ προβλέπει ἐξίσου γιὰ ὅλα τὰ μέλη της, εἴτε ζευγαρωμένα εἴτε μοναχικά. Πέραν του ὅτι εἶναι στοιχειώδης δικαιοσύνη νὰ μεταφέρονται τὰ συντάξιμα δικαιώματα ἐκείνου ποὺ ἔχει ἐργασθεῖ χρόνια καὶ χρόνια σὲ ὅποιον τοῦτος θέλει καὶ ὄχι στὴν ληστρικὴ ἀρπάγη τοῦ “κράτους”.
Στὴν πολύχρονη πορεία μου ὡς ψυχιάτρου συχνὰ ἔγινα μάρτυρας τῆς χυδαιότητος καὶ προσβολῆς ποὺ ὑπέστησαν –καὶ ὑφίστανται– συνάνθρωποί μας, στὸν αὐτὸ βαθμὸ ὁμόφυλων καὶ ἑτερόφυλων, ὅπως καὶ θαύμασα καὶ θαυμάζω τὴν συχνὰ μεγάλη ἀγάπη καὶ ἄδολη ἀλληλεγγύη ποὺ ἐπικρατεῖ μεταξύ τέτοιων ποὺ εἶναι ἐκ τῶν πραγμάτων ζευγάρια. Ξανατονίζω ὅμως τὴν μεγάλη διαφορὰ μεταξύ αὐτοῦ του συμφώνου, ἤ ὁποιασδήποτε παρόμοιας πολιτικῆς, νομικῆς πράξης, καὶ τοῦ γάμου πρωτίστως ὡς βιολογικοῦ-φυσικοῦ δεδομένου καὶ ἀκολούθως καὶ κοινωνικοῦ, ταυτόσημου μὲ τὴν οἰκογένεια.
Ἴσως γι’ αυτὸ τὸ πρόβλημα περιπλέκεται περαιτέρω ἀπὸ τὴν παρουσία τῶν τέκνων. Μπορεῖ ἡ τεκνοθεσία νὰ ἀγνοεῖ, νὰ ἀντικαθιστᾶ, νὰ συγχέεται ἤ ἀκόμη καὶ νὰ ταυτίζεται καί ψυχικὰ μὲ τὴν τεκνοποιία; Βέβαια, στὴν ἐποχὴ κυριαρχίας τοῦ οὐδέτερου, δὲν προωθεῖται ἡ διαφοροποίηση, καὶ “κανονικά”, εἶναι εὔκολο νὰ ἀντικαθίστανται οἱ πατέρας/μητέρα ἀπὸ τὴν ὀνοματοθέτηση σὲ γονέα 1 καὶ 2, ὅπως συνέβη πρόσφατα στὴν γαλλικὴ νομοθεσία.
Στ’ αλήθεια ὅμως πιστεύουμε ὅτι μποροῦμε νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὰ βιολογικὰ μας δεδομένα; Μήπως ἀνασέρνουμε στὴν επιφάνεια τὴν πανάρχαια, ὑπόγεια ἀλλὰ πάντα ζωντανὴ ἀπαίτηση του Ἀδάμ καὶ τῆς Εὔας νὰ γίνουμε σὰν τὸν Θεὸ, ἱκανοποιώντας κάθε επιθυμία μας, καὶ δη δικαιωματικά, νομιμοποιώντας την; Συνακόλουθο τὸ ερώτημα: Μέχρι ποῦ μπορεῖ νὰ φτάσει η επιθυμία μας νὰ ἐξισωθοῦμε μὲ αὐτὸν ἤ καὶ μάλιστα νὰ τὸν ὑπερβοῦμε, ὅπως θέλει, ἀπαιτεῖ καὶ πιστεύει ο καπιταλισμός;
Ποιά κοινωνία μπορεῖ νὰ ἀντέξει μία θεομαχία καὶ μάλιστα ὄχι ἡθελημένη ἀπὸ τὸν λαὸ, ἀλλὰ στὸ ὄνομα τῆς προόδου ἀπὸ ὁρισμένους ἰδεολόγους, αὐτοκυρηχθέντες σὲ ἐπικυρίαρχους τῆς ἠθικῆς, κεκαλυμμένοι μὲ τὰ κενὰ προσωπεῖα τῶν “ἔλίτ” καὶ τῶν “ἀρίστων”, “δεξιᾶς τε καὶ ἀριστερᾶς”, σημαιοφόρους τοῦ πλέον ἄκρατου μηδενισμοῦ πάντων τῶν πολιτισμικῶν ὀντοτήτων/ποιοτήτων καὶ επιβαλλομένη διοικητικά/θεσμικὰ ἀπὸ γραφειοκράτες ἀνώνυμους καὶ συχνὰ ἀμφίβολης συναισθηματικῆς-νοητικῆς ὑγείας;
Ξερίζωμα θεμελίων
Ἡ τωρινὴ συγκυριακὴ ὑπεροχὴ τοῦ θεοποιημένου νόμου τῆς ἐποχῆς τῆς τεχνικῆς καὶ τῆς χρηματοπιστωτικῆς ἀγορᾶς ἐπὶ τοῦ δικαίου, μαζὶ μὲ τὴν ἀπολυτότητα τῆς ἐπιθυμίας καὶ τὴν συντριπτικὴ ὑπεροχὴ τους ἐπὶ τῆς ἀγαπητικῆς ἀλληλέγγειας συμβίωσης, ἀπαξιώνουν, κενώνουν ἀξίας καὶ τὴν κάθε πνευματικὴ ἔκφανση καὶ ἀναζήτηση, ἀντίθετη πρὸς τὴν δικὴ τους. Σὲ τοῦτα τὰ πλαίσια ἐπιβάλουν μία γενικευμένη οἰκονομική-παιδευτικὴ ἔνδεια (ἀλλὰ καὶ οἰκονομικὴ μεγάλου μέρους τοῦ λαοῦ) καὶ ἀναταράσσουν, διασκορπίζουν θεσμοὺς πανάρχαιους, συμπαρασύροντας καὶ τὸ δικαιικὸ σῶμα τῆς φυσικό-πολιτισμικῆς καὶ ἀνθρωπο-θεϊκῆς διάστασης ποὺ εἶχε συλλάβει ὁ Μοδεστῖνος.
Ἡ συνακόλουθη ἤ καὶ παράλληλη διάχυση τῆς οὐδέτερης μορφῆς τοῦ κάθε ὄντος, ποιότητα συμβατὴ τοῦ ἀφηρημένου ὑλιστικοῦ πνεύματος καὶ τῆς ὀνοματιστικῆς του διάθεσης, ἴδιον γνώρισμα τοῦ νόμου, κατέστησε τὴν οἰκογένεια, (καὶ τὴν θρησκεία καί τὴν γλῶσσα) ὑποκείμενη σὲ κάθε ἰδία καὶ αὐθαίρετη ἐπεξήγηση. Άφαιρεῖται ἡ βιο-αἰσθηματικὴ ὄψη τῆς γέννησης-ὡρίμανσης, θεωρούμενης ὡς καθαρὸ ὑλικὸ δεδομένο, καὶ τῶν τέκνων τῶν ὁποίων ἡ φροντίδα μπορεῖ νὰ ἀνατίθεται σὲ ὁποιονδήποτε δίχως διάκριση φύσεως, φύλου. Καὶ ἡ συμβίωση ἐξισσώνεται μὲ τὴν οἰκογένεια “οἰκειοποιώντας” τὸ ὄνομα καὶ ὅλην τὴν ψυχοαισθηματικὴ της ἀξία ποὺ δομήθηκε σὲ χιλιετίες.
Υ.Γ. Για το θέμα υπάρχει υπερπληθώρα ψυχολογικών εργασιών, εστιαζόμενων κυρίως στην προ και στην καθαυτὸ εφηβεία, όπου είναι έντονος ο σχετικὸς προβληματισμός. Πολλὲς απὸ τις θεωρήσεις το συνδέουν με την εξέλιξη του οιδιπόδειου πλέγματος, τουτέστιν στην πρόσληψη και επίγνωση της φυσικής ομοιότητος προς τον πατέρα και την αντίθεση (διαφορά) έναντι της μητέρας για τον γιο, και ανάλογα της θυγατέρας προς την μητέρα και τον πατέρα. Εάν αγνοηθεί ή χειρότερα καταργηθεί αυτή η “φυσικώ τω τρόπω” εξέλιξη και προσποιηθεί προς τούτο η σχέση του τέκνου με δύο ομοφύλους γονείς καταργείται το ένα σκέλος. Με απλή λογική: η πρόσληψη/δημιουργία της ταυτότητος γίνεται τεχνιτή, “μισή”, κολωβή. Ο Φρόυντ βλέπει όλες τις ρίζες της ψυχικής ανάπτυξης από την “ομαλή” μέχρι την πιο “διαταραγμένη” σε τούτη την πορεία με κορύφωσή της στην εφηβική ηλικία.
Ο αρθρογράφος έχει ασχοληθεί ειδικά με το συγκεκριμένο θέμα. Έχει πραγματοποιήσει τρεις επιστημονικές ομιλίες γι’ αυτό με τελευταία τον Απρίλιο του 2019, στις σχολὲς Υγείας (Ιατρική, Φαρμακευτική, Νοσηλευτική και Παιδαγωγική) του κρατικού Πανεπιστημίου του Μιλάνου “Μπικκόκα”.