Γεια σου κύριε εισαγγελέα…
17/05/2018Δεν χρειάζεται να είναι κανείς προικισμένος με φαντασία για να υποθέσει ότι η ηχηρή πτώση του γενικού εισαγγελέα της Νέας Υόρκης Ερικ Σνάιντερμαν ικανοποίησε τον μεγαλοπαραγωγό του Χόλυγουντ Χάρβεϊ Ουάινσταϊν. Κατά πάσα πιθανότητα έσκασε στο χειλάκι του ένα χαμόγελο. Έστω και ειρωνικό. Εξάλλου, το μέχρι πρότινος χρυσό αγόρι της εισαγγελίας και σκληρός τιμωρός όσων τολμούσαν να τα βάλουν με γυναίκες, ήταν ο άνθρωπος που υπέγραψε την καταδίκη του Ουάινσταϊν.
Έχοντας όλα τα προηγούμενα χρόνια χτίσει μεθοδικά το προφίλ ενός προοδευτικού φεμινιστή, χρειαζόταν μία μεγάλη υπόθεση για να δει τα πολιτικά του όνειρα να πραγματώνονται. Ήταν προφανές ότι η εισαγγελία της Νέας Υόρκης δεν τον χωρούσε πια. Δεν ήταν, άλλωστε, μυστικό πως οι Δημοκρατικοί τον προόριζαν ακόμα και για το αντίπαλο δέος του σημερινού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις επόμενες εκλογές. Το εισιτήριο του για την Ουάσιγκτον, όμως, ήρθε στο πρόσωπο του πιο «ισχυρού ανθρώπου του θεάματος», όπως αποκαλούσαν μέχρι τότε όλοι τον Ουάινσταϊν.
Η σκοτεινή πλευρά του μεγαλοπαραγωγού, που ήταν κάτι σαν κοινό μυστικό στους κύκλους του Χόλιγουντ, ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν. Έπειτα από τις δεκάδες καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση εναντίον του, ο Έρικ Σνάιντερμαν άρπαξε την ευκαιρία και κινήθηκε νομικά κατά του παραγωγού τον περασμένο Φεβρουάριο. Επιδεικνύοντας, μάλιστα, υπερβάλλοντα ζήλο στράφηκε και στα σόσιαλ μίντια, απευθύνοντας έκκληση σε οποιοδήποτε θύμα ή μάρτυρα κακοποίησης να επικοινωνήσει με το γραφείο του.
Κάπως έτσι δημιουργήθηκε το #MeToo και εκείνος μετατράπηκε σε κάτι που παρέπεμπε στο παιδί αφίσα του (ποστερ child). Ένα κίνημα που προέτρεπε γυναίκες από τον καλλιτεχνικό χώρο και όχι μόνο να μοιραστούν τις εμπειρίες τους σε περίπτωση που είχαν πέσει θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης, αλλά και να κατονομάσουν δημοσίως τους θύτες τους. Για να εδραιώσει ακόμα περισσότερο την θέση του, προώθησε τη θέση να αντιμετωπίζεται ως έγκλημα το «αθώο, σεξουαλικό πνίξιμο των γυναικών».
Ο ζωηρός εισαγγελέας
Ο Έρικ Σνάιντερμαν έμοιαζε να έχει κατακτήσει την κορυφή. Οι γυναίκες τον αποθέωναν για την συμβολή του στην εξυγίανση των ανδροκρατούμενων χώρων εργασίας, οι συνάδελφοί του τον φθονούσαν και η ηγεσία των Δημοκρατικών του έκλεινε το μάτι για την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Ως αδιαμφισβήτητη ειρωνεία της τύχης, όμως, το «πνευματικό του παιδί», αυτό που έθρεψε με τόσο ζήλο, ήταν τελικά και αυτό που στράφηκε εναντίον του.
Για την ακρίβεια, ο άτεγκτος εισαγγελέας αποδείχθηκε περισσότερο ζωηρός ή “με ιδιαίτερα γούστα” απ’ όσο επέτρεπε η αυστηρή δημόσια περσόνα του να διαφανεί. Τα ίδια Μίντια και οι ίδιοι δημοσιογράφοι, με τους οποίους είχε λίγους μήνες νωρίτερα συνεργαστεί, ήταν αυτοί που έβγαλαν στη φόρα και τους δικούς του σκελετούς από το ντουλάπι. Ρεπορτάζ του New Yorker αποκάλυψε λίγες ημέρες νωρίτερα ότι ο Σνάιντερμαν είχε βιαιοπραγήσει εναντίον πολλών γυναικών, με τις οποίες είχε συνάψει σχέσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το εν λόγω δημοσίευμα που «έκαψε» τον Σνάιντερμαν υπογράφεται από τον ίδιο δημοσιογράφο που είχε υπογράψει τις αποκαλύψεις για τον Χάρβεϊ Γουαϊνστάϊν, πριν από μερικούς μήνες: τον Ρόναν Φάροου, τον 30χρονο δικηγόρο, ακτιβιστή και δημοσιογράφο γιο της Μία Φάροου και του Γούντι Αλεν. Όταν, μάλιστα, κέρδισε για τις αποκαλύψεις του την κορυφαία δημοσιογραφική διάκριση, το Πούλιτζερ, ο Σνάιντερμαν ήταν από τους πρώτους που τον είχε δημόσια συγχαρεί.
Τα χειρότερα έρχονται
Το δημοσίευμα που αυτή την φορά κατονόμαζε τον υπερασπιστή ως θύτη είναι ο προσεισμός. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι τα χειρότερα έρχονται για τον μέχρι πρότινος εισαγγελέα. Και να σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για τον άνθρωπο που υιοθετώντας συνειδητά την ρητορική και το ύφος του Τζον Κένεντι ύψωνε το χέρι του, υποσχόμενος ότι θα υποχρεώσει όσους καταχρώνται την εξουσία τους να λογοδοτήσουν. Προφανώς έφτασε και η σειρά του…
Στο επίμαχο δημοσίευμα τέσσερις συνολικά γυναίκες τον κατήγγειλαν. Δύο επωνύμως και δύο διατηρώντας την ανωνυμία τους. Και οι τέσσερις, όμως, διηγήθηκαν μία σχετικά παρόμοια ιστορία: τις ξυλοκοπούσε επανειλημμένα, πολύ συχνά αφού είχε καταναλώσει αλκοόλ. Τις απειλούσε ότι θα τις σκοτώσει αν «τολμούσαν να τον παρατήσουν». Η Μισέλ Μάνινγκ Μπάρις και η Τάνια Σελβαράτναμ υποστήριξαν ότι ο Σνάιντερμαν τις έπνιγε και τις χτύπαγε σε τέτοιο βαθμό που είχε χρειαστεί να δεχθούν πρώτες βοήθειες. Μια άλλη γυναίκα, δικηγόρος που δεν θέλησε να αποκαλύψει το όνομά της κατήγγειλε στο New Yorker ότι ο γενικός εισαγγελέας της Νέας Υόρκης τη χαστούκιζε επανειλημμένα στο πρόσωπο. Και μια τέταρτη περιέγραψε παρόμοιες συμπεριφορές από τον διώκτη του εγκλήματος στη Νέα Υόρκη.
Οι λεπτομέρειες που περιέγραφαν στο άρθρο οι τέσσερις γυναίκες προκάλεσαν τόσο μεγάλο σάλο που εξανάγκασαν σε άμεση παραίτηση τον εισαγγελέα, λίγες μόλις ώρες μετά τη δημοσιοποίησή του. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των γυναικών τους ασκούσε έντονη ψυχολογική, αλλά και σωματική βία στο διάστημα που είχαν σχέση. Όπως καταγγέλλει η Τάνια Σελβαράτναμ, με σπουδές στο Χάρβαρντ και καταγωγή από τη Σρι Λάνκα, ο πρώην γενικός εισαγγελέας την αποκαλούσε συχνά «μελαμψή σκλάβα» του και την χτύπαγε επανειλημμένα στην κρεβατοκάμαρα μέχρι να τον πει «αφέντη, ενώ την πίεζε συνεχώς να κάνουν τρίο.
Ο δεσμός τους κράτησε από το καλοκαίρι του 2016 μέχρι το φθινόπωρο του 2017. «Δεν ήταν συναινετικό. Δεν ήταν σεξουαλικό παιχνίδι ρόλων. Ήταν κακοποίηση, μια συμπεριφορά που σε υποτιμούσε και σε απειλούσε», αναφέρει. Καταγγέλλει ακόμα ότι την ανάγκαζε να πίνει, παραγγέλνοντάς της συνεχώς ουίσκι και απειλώντας την ότι θα την δείρει αν δεν το τελειώσει όλο, μέχρι να χάσει σχεδόν τις αισθήσεις της. Και η Μισέλ Μάνινγκ Μπάρις μίλησε δημόσια, καθώς διατηρούσε σχέση με τον γενικό εισαγγελέα μία διετία (2013-2015). Στο ίδιο μήκος κύματος ισχυρίστηκε πως η κακοποίηση, η ψυχολογική βία, οι απειλές, και οι πιέσεις αποτελούσαν καθημερινότητα για το διάστημα που έμεινε μαζί του.
Κοινώς αποδεκτή σεξουαλική δραστηριότητα
Ο 63χρονος -πρώην πλέον- εισαγγελέας υπονόησε σε ανακοίνωσή του ότι η συμπεριφορά του εντασσόταν σε μια κοινώς αποδεκτή σεξουαλική δραστηριότητα. «Στο πλαίσιο της ιδιωτικότητας των προσωπικών μου σχέσεων, έχω επιδοθεί σε παιχνίδια ρόλων και άλλου είδους συναινετικές σεξουαλικές δραστηριότητες. Δεν έχω επιτεθεί σε κανέναν. Δεν έχω εξαναγκάσει ποτέ κάποια γυναίκα σε μη συναινετικό σεξ. Πρόκειται για ένα όριο που δεν θα ξεπερνούσα ποτέ», δήλωσε.
«Εκεί που ήμουν ήρθες», θα έπρεπε να λέει ο Ερικ Σνάιντερμαν στην Ελληνομαερικανίδα Μάντλιν Σίγκα. Είναι εκείνη που όρισε ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης Αντριου Κουόμο, ως ειδική εισαγγελέα στην έρευνα για τις κατηγορίες ενάντια στον πρώην πια, γενικό εισαγγελέα της Νέας Υόρκης. Η ιδιαίτερα σκληρή Σίγκα μοιάζει έτοιμη να «τελειώσει» τον μέχρι πρότινος μέντορά της. Πέρασε τα μαθητικά της χρόνια στο σχολείο του Αγίου Δημητρίου στην ελληνική γειτονιά Αστόρια της Νέας Υόρκης.
Είναι μητέρα δίδυμων παιδιών και δραστήριο μέλος της ελληνοαμερικάνικης κοινότητας. Στις συνεντεύξεις της αναφέρεται πάντα με δέος στους γονείς της που, όπως επεσήμανε, γεννήθηκαν στη Γλύνα της Βορείου Ηπείρου. Η επιλογή της για τη συγκεκριμένη υπόθεση μόνο τυχαία δεν είναι. Έχει δηλώσει απόλυτα αφοσιωμένη στον αγώνα της για την προάσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών.
Τις επόμενες εβδομάδες θα έχει ευρείες εξουσίες να κλητεύσει, ερευνήσει και, αν υπάρξει ένταλμα, να προχωρήσει σε κατηγορίες για εγκληματικές ενέργειες ενάντια στον κ. Σνάιντερμαν, ο οποίος μέχρι και την παραίτησή του το βράδυ της περασμένης Δευτέρας ήταν ο κορυφαίος αξιωματούχος επιβολής του νόμου στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.
Σε δύσβατο δρόμο
Λίγες ημέρες πριν αποκαλυφθεί το σκάνδαλο το Δίκτυο Γυναικών Παγκυπρίου Συνδέσμου Αμερικής είχε αναδείξει ως «Γυναίκα της Χρονιάς» την ομογενή εισαγγελέα. Ο Επίσκοπος Ζήλων Σεβαστιανός μετέφερε τις ευλογίες του Αρχιεπισκόπου και συνεχάρη την τιμώμενη. Η πρόξενος της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη Λάνα Ζωχιού συνεχάρη το Δίκτυο Γυναικών και την τιμώμενη και τόνισε ότι «η εκλογή της Μάντλιν Σίγκα αποτελεί ένα επί πλέον δείγμα της προόδου της ελληνοαμερικανικής κοινότητας».
Κορυφαίοι νομικοί, όμως, ισχυρίζονται ότι η ομογενής περιφερειακή εισαγγελέας έχει ιδιαίτερα δύσβατο δρόμο να διανύσει. Η ποινική δίωξη του Σνάιντερμαν δεν θα είναι μια εύκολη υπόθεση. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι κάποιες από τις κατηγορίες είναι πλέον πολύ παλιές για να ασκηθεί δίωξη γι’ αυτές. Τα περιστατικά που περιγράφονται στο εκτεταμένο δημοσίευμα του New Yorker έχουν λάβει χώρα από το 2013 έως το 2017.
Αυτό σημαίνει ότι κάποια από τα περιστατικά συνέβησαν πριν από χρόνια και ίσως ενδεχόμενα αδικήματα να έχουν παραγραφεί. Το εάν ισχύει ή όχι είναι πολύ νωρίς να απαντηθεί. Με δεδομένο ότι οι εν λόγω γυναίκες δεν πήγαν να κάνουν καταγγελία στην Αστυνομία (όταν τα συμβάντα είχαν λάβει χώρα), τότε τα όποια στοιχεία γύρω από τα συγκεκριμένα περιστατικά ίσως να περιορίζονται σε φωτογραφίες και δικές τους σημειώσεις.