Γιατί για τα σχολιαρόπαιδα δεν είναι όλα ρόδινα…
26/02/2024Αν τα μαθητικά χρόνια φαντάζουν για τους μεγάλους ξένοιαστες αναμνήσεις ταυτισμένες με τα νοσταλγικά χρόνια της παιδικής αθωότητας και τις άγουρες εμπειρίες της εφηβείας, για τα παιδιά ίσως να μην είναι όλα τόσο ρόδινα. Η εντύπωση ότι τα σημερινά παιδιά είναι καλότυχα γιατί, ζώντας σε μια υπερσύγχρονη κοινωνία, έχουν τις προϋποθέσεις να προκόψουν, σε αντίθεση με εκείνα περασμένων δεκαετιών που κουβαλούσαν εντός τους τα τύμπανα του πολέμου και τη φτώχεια της μεταπολεμικής Ελλάδας, δεν αντικατοπτρίζει πλήρως την αλήθεια.
Δεν συνεπάγεται αναγκαστικά μια ανέφελη σχολική ζωή γι’ αυτά σήμερα, γιατί, πέραν της πρόκλησης βίας στην κοινωνική σχολική πραγματικότητα και εκτός αυτής, τα σχολιαρόπαιδα βομβαρδίζονται καθημερινά από τεχνολογικούς πειρασμούς που δεν τους επιτρέπουν να βελτιώσουν τις βαθμολογικές επιδόσεις τους και να ”γυμνάσουν” τον εγκέφαλό τους, εξελίσσοντας την κριτική τους ικανότητα παράλληλα με τις γνώσεις τους.
Γνώσεις οι οποίες εντάσσονται στη διαδικασία της μάθησης, όπου «κρύβεται η ικανότητα του εγκεφάλου να μεταβάλλεται συνεχώς ανάλογα με τις εμπειρίες που αποκτά και επεξεργάζεται, σαν ένα είδος περιφερειακού hardware (εξαρτημάτων υπολογιστή) το οποίο αλλάζει συνεχώς λειτουργικά και δομικά ανάλογα με το software που καλείται να “τρέξει'”..», όπως λέει ο Αυστριακός νευροεπιστήμονας της Ψυχιατρικής Μάνφρεντ Σπίτσερ.
Έρευνες για μαθησιακά προβλήματα
Ο ιδρυτής του κέντρου Transfer Center for Neurosciences and Learning και επικεφαλής της Ψυχιατρικής Κλινικής του Πανεπιστημίου του Ουλμ (νότιο γερμανικό κρατίδιο της Βάδης-Βυρτεμβέργης στη Γερμανία), που έχει αφιερώσει τη ζωή του σε έρευνες για τα μαθησιακά προβλήματα. Για τη διάγνωση της δυσλεξίας, συγκεκριμένα, την (νευρολογικής φύσεως) ακουστική αδυναμία των μαθητών (”το 85% των μικρών παιδιών αντιμετωπίζουν σ’ ένα βαθμό συγκεκριμένο ακουστικό πρόβλημα”) και την μελέτη της ”νευροπλαστικότητας” ή αλλιώς μάθησης.
Της μάθησης στην οποία εντάσσονται η ανάγνωση, η δημιουργικότητα και η γραφή, με καταληκτικό συμπέρασμα αρνητικό του Αυστριακού ψυχιάτρου ότι η συμβολή των νέων τεχνολογιών δεν είναι ιδιαίτερα επωφελής για τη μάθηση. Γι’ αυτό και επιμένει ότι «η ασφαλέστερη οδός για τη γνώση είναι ο μαυροπίνακας και το βιβλίο»!..
Ας επιστρέψουμε όμως στην προβληματική σχολική ζωή των σημερινών μαθητών και τον μαθησιακό πυρετό που κορυφώνεται τον Ιανουάριο κάθε χρόνου, αφού οι επιδόσεις τους στο πρώτο τρίμηνο του έτους αρχίζουν να δοκιμάζονται λίγο πριν και μετά τα Χριστούγεννα (διαγωνίσματα-τεστ), για να πάρουν την βαθμολογική ”ψυχρολουσία” τον Ιανουάριο με το μοίρασμα των ελέγχων. ”Ψυχρολουσία” που λέει ο λόγος, αφού συστηματικά οι καθηγητές στα Γυμνάσια και, προπάντων, στα Λύκεια βαθμολογούν λίγο ή πολύ με επιείκεια, για να μην αποκαρδιώσουν τους μαθητές και να μην προκαλέσουν προβλήματα ”αρρυθμίας” στις οικογένειές τους…
Το ”τρικ” για να βελτιώσουν τις ικανότητες και τις βαθμολογίες τους είναι το πολύ διάβασμα και οι Έλληνες μαθητές, δυστυχώς, δεν διαβάζουν και δεν προοδεύουν (βλ. ”Πάτωσαν” οι Έλληνες μαθητές σε μαθηματικά, κατανόηση κειμένου, φυσικές επιστήμες, Δεκέμβριος 2023). Αν εξαιρέσουμε τις δυσκολίες που συναντά μερίδα παιδιών, ακόμα και στην ανάγνωση, λόγω φυσικών αδυναμιών, τα υπόλοιπα στην πλειοψηφία τους δείχνουν έλλειψη ενδιαφέροντος για τα μαθήματά τους που τα βλέπουν σαν αγγαρεία, ενώ η παρουσία τους στο σχολείο οφείλεται στον φόβο των απουσιών.
Το κατάντημα του εκπαιδευτικού συστήματος
Οι λόγοι είναι πολλοί γι’ αυτό το κατάντημα. Ο λάθος δρόμος του εκπαιδευτικού μας συστήματος είναι δεδομένος απ’ τη στιγμή που τροχοδρομεί τη λειτουργία του ελληνικού σχολείου στις ράγες ακατάλληλων βιβλίων, με συνέπεια να ”αποσυνδέει” σταδιακά τους μαθητές απ’ τα όπλα της ιστορικής επιβίωσης του λαού μας (Φιλοπατρία, Πίστη, Γλώσσα, Ιστορία, Αξίες και Ιδανικά).
Προσπαθεί, επίσης, να υποκαταστήσει τον ”μαυροπίνακα” με τις νέες τεχνολογίες, ενώ αυτές δεν βοηθούν ούτε καν υπό την μορφή διαδραστικών προγραμμάτων, γιατί «τρέφουν τον εγκέφαλο των παιδιών με σκιές του πραγματικού μέσω του εικονικού κόσμου» (Μάνφρεντ Σπίτσερ), με αποτέλεσμα να βλέπουν ρηχή την πραγματικότητα και να αδυνατούν να εμβαθύνουν στις πληροφορίες που δέχονται.
Και δεν ”φωτογραφίζω” τους μαθητές με διάσπαση προσοχής (ελλειμματική προσοχή) λέγοντας αυτά, γιατί η πλειοψηφία των παιδιών δεν πάσχει από ΔΕΠΙ (αγχώδεις ή μαθησιακές διαταραχές και μαθησιακές δυσκολίες). Απλά, όταν μαθαίνουν να συγκεντρώνονται στα πάντα (δια των νέων τεχνολογιών), χάνουν την ικανότητά τους να συγκεντρώνονται σε ένα πράγμα κάθε φορά.
Υποβάθμιση των ανθρωπιστικών σπουδών
Μια που θίγω όμως το θέμα των νέων τεχνολογιών, αξίζει να σημειώσω ότι οι τεχνολογικές τάσεις στην Παιδεία εν γένει έχουν μεν τη χρησιμότητά τους στο επίπεδο της σχέσης προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας, αλλά «η μονόπλευρη προσήλωσή τους στις “αξίες” της αποδοτικότητας και των εφαρμογών λειτουργούν σε βάρος της γενικής και ολοκληρωμένης μόρφωσης και καλλιέργειας» (Σωτήρης Γκλαβάς, πρ. Αντιπρόεδρος Παιδαγωγικού Ινστιτούτου κλπ).
Που πάει να πει, με απλά λόγια, ότι η προϊούσα υποβάθμιση των ανθρωπιστικών σπουδών και της διδασκαλίας των κλασικών γλωσσών στα σχολεία προς χάριν των τεχνολογικών επιστημών (ή η κακή αξιοποίηση των κλασικών σπουδών, οι οποίες αποτελούν περιουσία των Ελλήνων μαθητών), έχει σαν αποτέλεσμα να λείπουν από τους τελευταίους οι βασικές δομές σκέψης και συναισθήματος.
Και σ’ αυτό οφείλονται οι ελλειμματικές ικανότητές τους να κρίνουν και να ενεργούν με βάση τη λογική και τη συναισθηματική νοημοσύνη, αφού δεν καλλιεργούνται ηθικά και πνευματικά και δεν οπλίζονται μαθησιακά με τα όπλα του υπεύθυνου δημοκρατικού πολίτη.
Προφανώς οι εκάστοτε ιθύνοντες του υπουργείου Παιδείας αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν την τεράστια συμβολή της αξίας των κλασικών γραμμάτων στη διαμόρφωση Ελληνοπαίδων με ελεύθερο πνεύμα, που να είναι ικανοί να υπερασπιστούν, πέρα από την πατρίδα, τα δημοκρατικά τους δικαιώματα (απ’ τα οποία εξαιρούνται οι καταλήψεις σχολείων) και να αντιταχθούν με έμπρακτο ”Όχι” στο πνεύμα της ”ήσσονος προσπαθείας”, την αποπνευματοποίηση και την αξιακή παρακμή. Να αντιταχθούν στην μονοκρατορία της ”μοναδικής σκέψης”. Της σκέψης του ισχυρού που πασχίζει να εξοστρακίσει τα ανθρωπιστικά οράματα από την Εκπαίδευση, για να κόβει και να ράβει ελεύθερα αύριο το βασίλειο του παραλόγου των ολίγων.
Τα σχολιαρόπαιδα πειθήνιοι πολίτες…
Γιατί, μην έχετε καμιά αμφιβολία, ότι η μετατροπή των μαθητών εξελικτικά σε μάζα πειθήνιων πολιτών βολεύει την εκάστοτε εξουσία, αφού είναι αποδεδειγμένο ότι οι έχοντες και κατέχοντες αυτήν χειρίζονται εύκολα έναν λαό με κοινωνική δυσλεξία ή αλαλία.
Ο κοινωνικός αναλφαβητισμός, μ’ άλλα λόγια, βολεύει τους κρατούντες στα εκπαιδευτικά πράγματα και σ’ αυτόν ”συνεισφέρει” αναμφίβολα η ύπαρξη του ”εξετασιοκεντρικού και πνευματοκτόνου” συστήματος που θέλει τους μαθητές να λειτουργούν σαν ”άλογα κούρσας” και την μαθησιακή διδασκαλία να προχωρά (καθ’ έξιν, ενίοτε) με βακτηρία την παραπαιδεία… Και το ”καθ’ έξιν, ενίοτε” δεν το λέω τυχαία, γιατί η ελληνική οικογένεια, με ευθύνη της Πολιτείας και των λειτουργών της Εκπαίδευσης, έχει χάσει την πίστη της, καλώς ή κακώς, στους τελευταίους (οι οποίοι γίνονται μόνιμος ”σάκος του μποξ” στο κυνήγι της βαθμοθηρίας μαθητών και γονιών), με αποτέλεσμα, παρά το δυσβάσταχτο κόστος για τον οικογενειακό προϋπολογισμό, να στέλνει τα παιδιά της στα φροντιστήρια.
Καλώς, όταν η απόδοση των εκπαιδευτικών στην τάξη δεν είναι η προσήκουσα λόγω απουσίας αξιολόγησής τους, σε βαθμό να μοιάζουν με ακατάρτιστους (οι οποίοι, ενδεχομένως, να μετατρέπονται σε… ”αρίστους” στα ιδιαίτερα που κάνουν). Κακώς, όταν οι γονείς επιλέγουν να εμπιστευτούν έναν φροντιστή (για λόγους ανασφάλειας και… εμπέδωσης της λανθασμένης εντύπωσης ότι η Δημόσια Εκπαίδευση αδυνατεί να εξασφαλίσει τα απαιτούμενα εφόδια στους μαθητές) από έναν ευσυνείδητο καθηγητή που είναι τουλάχιστον ισάξιος του πρώτου και, επιπλέον, έχει τη θέληση και την παιδαγωγική κατάρτιση να καλλιεργήσει επαρκώς το πνεύμα και το ήθος των παιδιών τους.