Γιατί μισούμε τους “άλλους”
07/09/2019«Κατά βάθος αντιπαθούμε τους άλλους, επειδή αντιπαθούμε τον εαυτό μας»
Η ψυχική πληρότητα του ατόμου είναι προϊόν της εσωτερικής του ισορροπίας. Η εναρμόνιση των πράξεων με τις σκέψεις και τις επιθυμίες εξασφαλίζει την ψυχοσυναισθηματική ισορροπία. Το άτομο, δηλαδή, κατορθώνει να ισορροπεί, γιατί νιώθει κυρίαρχο του εαυτού του και αναγνωρίζει το «αυτεξούσιό» του σε κάθε εκδήλωση του εσωτερικού του κόσμου. Έτσι αισθάνεται μια εσωτερική πληρότητα προϊόν μιας θετικής εικόνας που έχει για τον εαυτό του. Η αυτοεκτίμηση τροφοδοτεί το αίσθημα της αυτοπεποίθησης, στοιχείο που προσδίδει στο άτομο μία αισιόδοξη αντίληψη για τη ζωή.
Όταν, όμως, για λόγους, είτε υποκειμενικούς είτε αντικειμενικούς διαταραχθεί η εσωτερική ισορροπία τότε το άτομο βιώνει μία κατάσταση οδύνης κι απογοήτευσης. Χάνει κάθε στοιχείο αυτοεκτίμησης και εγκλωβίζεται στον εφιάλτη του ανικανοποίητου και του αισθήματος κατωτερότητας. Οι συσσωρευμένες αποτυχίες τρέφουν και συντηρούν το αίσθημα της ανικανότητας που με τη σειρά του γεννά αρνητικά αισθήματα για τον εαυτό μας και τους άλλους. Η εσωτερική δυστυχία εκφράζεται με μίσος προς τους άλλους, χωρίς αυτό να γίνεται συνειδητό. Το εσωτερικό ρήγμα συνιστά μία πηγή έντονων συναισθημάτων δυσαρέσκειας και απαξίωσης του εγώ μας.
«Οι άνθρωποι που αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα και την αξία τους τείνουν να βιώνουν φόβο για τους άλλους και, σαν συνέπεια, ίσως έχουν την τάση να δημιουργούν εχθρικές σχέσεις μαζί τους. Οι άλλοι άνθρωποι θεωρούνται σαν απειλή».
Επειδή όμως αυτή η αυτοϋποτίμηση συνοδεύεται από έναν αφόρητο ψυχικό πόνο, τότε αντιδρούμε σύμφωνα με τους νόμους της ομοιόστασης στην προσπάθειά μας να ισορροπήσουμε και να αποβάλλουμε τον παράγοντα που ανατρέπει την ισορροπία. Σύμφωνα λοιπόν με τις αρχές της ομοιόστασης ενεργοποιούνται οι αμυντικοί μηχανισμοί και το μίσος προς τον εαυτό μας το μεταφέρουμε προς τους άλλους – τους απέναντι. Αντιμετωπίζουμε, δηλαδή, τους πλησίον μας με μια δυσπιστία και τους επιτιθέμεθα χωρίς αποχρώντα λόγο.
Το μίσος και εμείς
Αυτή όμως η έκφραση της αντιπάθειάς μας προς τους άλλους αισθητοποιεί ταυτόχρονα και το μέγεθος της αντιπάθειας – απαξίωσης προς τον Εαυτό μας. Κάθε, δηλαδή, αίσθημα απαρέσκειας προς το εγώ μας εκφράζεται – εκδηλώνεται ως αντιπάθεια προς τους άλλους. Πολλές φορές δε το μέγεθος της προσωπικής μας δυστυχίας και αντιπάθειας είναι ευθέως ανάλογο με την ευτυχία των άλλων. Η αισιοδοξία και η ευτυχία των άλλων “προκαλούν” και διογκώνουν τη δική μας δυστυχία, αφού το εγώ μας αδυνατεί να μας εμπνεύσει αισθήματα αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης.
Η συσσωρευμένη λοιπόν αντιπάθεια προς τον εαυτό μας -προϊόν μιας ακαθόριστης αυτοΰποτίμησης- εξωτερικεύεται ως απόρριψη των άλλων, που πολλές φορές αγγίζει και τα όρια της επιθετικότητας. Τον “απέναντι” τον επιτιθέμεθα αναζητώντας έναν τρόπο για να απαλλαγούμε από τα ψυχοφθόρα συναισθήματα της αυτόϋποτίμησης και μιας αδικαιολόγητης αυτοενοχοποίησης για ανύπαρκτα “αδικήματα”.
Το πλεόνασμα οργής προς τους άλλους αισθητοποιεί τη δική μας εσωτερική δυστυχία, που αναζητεί διεξόδους για αποφόρτιση. Η ευτυχία των άλλων επίσης λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής της δικής μας δυστυχίας, βυθίζοντας έτσι το άτομο- Εγώ μας σε έναν εφιάλτη αρνητικών συναισθημάτων. Όλα τα παραπάνω λοιπόν επιβεβαιώνουν την άποψή μας πως «κατά βάθος αντιπαθούμε τους άλλους γιατί αντιπαθούμε τον εαυτό μας».