Γιατί ο οίκτος θεωρείται αδυναμία στη νεανική βία
18/12/2025
Με τα τελευταία γεγονότα σκληρής βίας στα σχολεία από ανήλικους και ανήλικες επιβεβαιώνονται οι φόβοι, που από χρόνια κάποιοι από μας έχουν εκφράσει, για την αναβάθμιση της νεανικής παραβατικότητας, που μετατρέπεται πια σε σκληρή εγκληματικότητα. Το φαινόμενο αυτό, τα τελευταία χρόνια, λαμβάνει ολοένα και πιο ανησυχητικές διαστάσεις.
Συγκρούσεις μεταξύ μαθητών, περιστατικά σχολικού εκφοβισμού, βιντεοσκοπημένες επιθέσεις, που κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κι όλα αυτά δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά, αλλά σημάδια μιας κοινωνίας που αλλάζει, δυστυχώς, όχι προς το καλύτερο. Η βία αναβαθμίστηκε και σε αυτή την αναβάθμιση σημαντικό μερίδιο πλέον λαμβάνουν και τα ανήλικα κορίτσια, τα οποία γίνονται πρωταγωνίστριες ωμής επιθετικότητας και, όπως πρόσφατα σκληρών, εγκληματικών ενεργειών.
Η ελληνική κοινωνία, όπως δυστυχώς και η Πολιτεία, παρακολουθούν σοκαρισμένες τη ραγδαία αύξηση περιστατικών βίας μεταξύ ανηλίκων, χωρίς να φαίνεται να λαμβάνονται έστω κάποια αρχικά μέτρα, με σκοπό τον περιορισμό μακροπρόθεσμα αυτών των περιστατικών. Συμπλοκές έξω από σχολεία, βιντεοσκοπημένοι ξυλοδαρμοί, ακόμα και μαχαιρώματα για ασήμαντες αφορμές, δείχνουν πως η βία δεν έχει πλέον φύλο, ούτε όρια.
Η εικόνα των νεαρών κοριτσιών, 14 και 15 ετών, που άλλοτε συνδέονταν με ευαισθησία και συναισθηματική ωριμότητα, έχει αντικατασταθεί από σκηνές ωμής επιθετικότητας: Αφού ξυλοκοπούν συνομήλικές τους, καταγράφουν το περιστατικό με το κινητό και το ανεβάζουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σαν “τρόπαιο”. Η πράξη της βίας έχει πάψει πλέον να είναι ντροπή, αλλά γίνεται μέσο εντυπωσιασμού.
Κάποτε μιλούσαμε για αυθόρμητους καβγάδες ή λεκτικές αντιπαραθέσεις, σήμερα βλέπουμε σχεδιασμένες επιθέσεις, οργανωμένες ομάδες αγοριών και κοριτσιών, που λειτουργούν με λογική “παρέας” ή “συμμορίας”. Φυσικά υπάρχουν και τα ατομικά περιστατικά, όπως το πρόσφατο στην Κυψέλη, όπου μιλάμε πια όχι για εκφοβισμό ή απειλή, αλλά εγκληματική απόπειρα. Η πιο τρομακτική όμως διαπίστωση δεν είναι η ίδια η βία, αλλά η έλλειψη οίκτου που τη συνοδεύει. Αυτά τα παιδιά φαίνεται να έχουν αποξενωθεί από το συναίσθημα, καθότι δεν υπάρχει δισταγμός, ούτε ενοχή. Το θύμα δεν αντιμετωπίζεται ως άνθρωπος, αλλά ως “εχθρός”.
Οι αιτίες της βίας και η αντιμέτωπιση
Η απουσία ενσυναίσθησης και συμπόνιας, καθιστά τη βία πιο εύκολη, πιο ψυχρή, πιο απάνθρωπη. Όταν ο νέος δεν μπορεί να μπει στη θέση του άλλου, όταν δεν νιώθει τύψεις ή λύπη για τον πόνο που προκαλεί, τότε η κοινωνία έχει αποτύχει να του διδάξει τον σεβασμό και την αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Η κοινωνία, βυθισμένη σε ένα κλίμα επιφανειακής προβολής και απανθρωπιάς, έχει μεταδώσει στα παιδιά της το μήνυμα, ότι “αν δεν δείξεις δύναμη, θα σε πατήσουν”. Έτσι, ο οίκτος εκλαμβάνεται ως αδυναμία.
Η οικογένεια, συχνά απούσα, δυσκολεύεται να βάλει όρια. Το σχολείο επικεντρώνεται στη γνώση, παραμελώντας την ηθική και συναισθηματική αγωγή. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λειτουργούν ως θερμοκήπιο βίας, όπου οι νέοι μαθαίνουν ότι “όποιος φαίνεται σκληρός, επιβάλλεται”. Πίσω από κάθε βίαιο ανήλικο, κρύβεται συνήθως ένα παιδί φοβισμένο, ανασφαλές, παραμελημένο, που έχει μάθει πως η επιθετικότητα είναι η μόνη γλώσσα για να ακουστεί.
Φυσικά η αντιμετώπιση δεν βρίσκεται μόνο στην αυστηροποίηση των ποινών. Βρίσκεται στην ανασυγκρότηση της παιδείας, μέσα και έξω από το σχολείο. Χρειαζόμαστε προγράμματα συναισθηματικής αγωγής, ενίσχυση της ενσυναίσθησης, της διαχείρισης θυμού και του σεβασμού στη διαφορετικότητα.
Η κοινωνία πρέπει να ξαναδιδάξει στα παιδιά – αγόρια και κορίτσια – τι σημαίνει οίκτος, ευαισθησία και ευθύνη. Μόνο έτσι η βία θα πάψει να είναι αποδεκτή, επίκαιρη ή μέσο επίλυσης διαφορών και θα γίνει απορριπτέα και καταδικαστέα. Χρειαζόμαστε παιδιά που να νιώθουν, όχι μόνο να γνωρίζουν. Νέους που να μπορούν να αναγνωρίσουν το λάθος, να ζητήσουν συγγνώμη, να υπερασπιστούν τον αδύναμο αντί να τον εξευτελίσουν. Αν θέλουμε να μιλάμε για πρόοδο, δεν αρκεί να αναβαθμίζουμε την τεχνολογία, αλλά πρέπει να αναβαθμίσουμε την ανθρωπιά μας, γιατί μια κοινωνία χωρίς οίκτο, όσο σύγχρονη κι αν είναι, παραμένει βάρβαρη.





