Γόρδιος δεσμός το συνταξιοδοτικό
02/05/2018Τις τελευταίες εβδομάδες πηγές από το υπουργείο Οικονομικών υποστηρίζουν ότι η δημοσιονομική υπεραπόδοση αποτελεί για την κυβέρνηση διαπραγματευτικό ατού στη μάχη για το συνταξιοδοτικό. Εκτιμούν μάλιστα ότι αυτό θα της επιτρέψει, στην διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, στις 14 Μάιου, να θέσει με αξιώσεις ζήτημα μετάθεσης της μεσοσταθμικής περικοπής των συντάξεων κατά 18% από την 1η Ιανουαρίου 2019.
Από την άλλη, πηγές που πρόσκεινται στους δανειστές αναφέρουν ότι αυτό δεν προβλέπεται στο Συμπληρωματικό Μνημόνιο και επομένως η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να εγείρει τέτοια απαίτηση. Συμπληρώνουν επίσης ότι ήδη η περικοπή της προσωπικής διαφοράς των συνταξιούχων έχει ενσωματωθεί στους «λογαριασμούς» των δανειστών για το επόμενο έτος και η οποιαδήποτε αλλαγή θα προκαλούσε ανατροπές στα σενάριά τους.
Οι προσκείμενες στους δανειστές πηγές εκτιμούν τέλος ότι το «ανοικτό» θέμα σχετικά με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη συνταγματικότητα των διατάξεων του νόμου Κατρούγκαλου αποτελεί άλλον έναν παράγοντα που καθιστά «απαγορευτική» οποιαδήποτε συζήτηση για μετάθεση των συγκεκριμένων αποφάσεων.
Στην κλίνη του Προκρούστη
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το συνταξιοδοτικό φαίνεται ότι ήταν και παραμένει στο στόχαστρο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό προκύπτει και από την έκθεση της Κομισιόν του 2018 για την επάρκεια των συντάξεων στην ΕΕ, το οποίο δόθηκε στην δημοσιότητα. Ειδικά για την Ελλάδα η Έκθεση επισημαίνει ότι κύριο μέλημα του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος οφείλει να είναι η διασφάλιση της βιωσιμότητάς του. Κι αυτό γιατί παίρνει σοβαρά υπόψη της δύο σημαντικούς παράγοντες: Η Ελλάδα εμφανίζει ένα από τα υψηλότερα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ποσοστά γήρανσης του πληθυσμού, αλλά και πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Πότε όμως ένα συνταξιοδοτικό σύστημα χαρακτηρίζεται βιώσιμο; Ειδικά για το ελληνικό σύστημα η Έκθεση αναφέρει ότι ανάμεσα στα βασικά ζητήματα που κρίνουν την βιωσιμότητά του είναι να εξασφαλιστεί η επάρκεια των συντάξεων. Και εδώ αρχίζουν να μπαίνουν τα δύσκολα.
Τι λέει η Έκθεση της Κομισιόν; Είναι «επιτακτική ανάγκη να υλοποιηθεί πλήρως η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού του 2016 και να εγγυάται ένα αξιοπρεπές επίπεδο παροχών υπό τους περιορισμούς που δημιουργεί το επίπεδο της οικονομικής ανάπτυξης, μαζί με το επίπεδο των πρωτογενών πλεονασμάτων του προϋπολογισμού». Για τον λόγο αυτό άλλωστε θεωρεί την μεταρρύθμιση του 2016 ως την πλέον κρίσιμη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος της χώρας από καταβολής του.
Η Κομισιόν, με την Έκθεσή της, επισημαίνει ακόμη ότι οι προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης πρέπει να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση όλων εκείνων των παραγόντων που επηρεάζουν το συνταξιοδοτικό, καθώς συνδέονται με την συνταξιοδότηση. Και τέτοιες είναι η οικονομική ύφεση, η υψηλή ανεργία, η μη κανονική απασχόληση, η αδήλωτη εργασία και φυσικά η φοροδιαφυγή.
Αντίδοτο στην φτώχεια
Η Κομισιόν αναγνωρίζει ωστόσο, ότι παρά τις διαδοχικές περικοπές που επιβλήθηκαν την περίοδο 2010-2016, οι συντάξεις διαδραμάτισαν στην Ελλάδα ζωτικό ρόλο στην πρόληψη της φτώχειας των ηλικιωμένων. Αναφέρει μάλιστα χαρακτηριστικά ότι το ποσοστό της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού στα άτομα ηλικίας 65 ετών μειώθηκε κατά 6,1 ποσοστιαίες μονάδες και από 28,1% που ήταν το 2008 έπεσε στο 22% το 2016 (έναντι 35,6% του συνολικού πληθυσμού 2016).
Από την άλλη, το ποσοστό φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στα άτομα ηλικίας 65+ ήταν 12,4% το 2016, δηλαδή πολύ χαμηλότερο από ό, τι για τον πληθυσμό ηλικίας κάτω των 65 ετών (23,5%). Για τον λόγο αυτό η Κομισιόν συμπεραίνει ότι το εισόδημα από τις συντάξεις είναι πολύ πιο κατάλληλο από το εισόδημα του υπόλοιπου πληθυσμού.
Οι περικοπές μείωσαν και το χάσμα των φύλων στα συνταξιοδοτικά εισοδήματα. Έτσι, για άτομα ηλικίας 65-79 ετών το χάσμα ήταν 28,39% το 2016, δηλαδή μικρότερο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο και μικρότερο κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2008. Οι γυναίκες πάντως εξακολουθούν να έχουν μικρότερη πρόσβαση στο συνταξιοδοτικό σύστημα από τους άνδρες, καθώς συνεχίζουν να παρουσιάζουν χαμηλά ποσοστά απασχόλησης και σύντομη επαγγελματική σταδιοδρομία.
Τα “καμπανάκια” του ΟΟΣΑ
Η μελλοντική συνταξιοδοτική επάρκεια στην Ελλάδα εξασφαλίζεται, μακροπρόθεσμα, με την εφαρμογή υψηλότερου μελλοντικού ακαθάριστου ποσοστού συνταξιοδότησης για τους χαμηλόμισθους από το αντίστοιχο για τους μέσους μισθωτούς, όπως προβλέπει ο ΟΟΣΑ. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Οργανισμό, το μελλοντικό ποσοστό ακαθάριστης συνταξιοδότησης για έναν εργαζόμενο με χαμηλό εισόδημα (δηλαδή 50% των μέσων αποδοχών) και μια πλήρη σταδιοδρομία εργασίας (δηλαδή 40 έτη εισφορών) εκτιμάται σε 67,4% (1,6 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το αντίστοιχο μέσο ποσοστό οι χώρες του ΟΟΣΑ). Την ίδια ώρα, το μελλοντικό ποσοστό ακαθάριστης συνταξιοδότησης για έναν εργαζόμενο με μέσο εισόδημα είναι 53,7% και 49,2% για έναν εργαζόμενο με υψηλό εισόδημα.
Τα στοιχεία αυτά σχετικά με τα μελλοντικά ποσοστά ακαθάριστης σύνταξης δείχνουν ότι οι συντάξεις διαδραματίζουν αναδιανεμητικό ρόλο, στόχος του οποίου είναι η προστασία των χαμηλόμισθων από τη «φτώχεια των ηλικιωμένων». Πρόκληση, που πρέπει να αντιμετωπιστεί, παραμένει ωστόσο η εξασφάλιση επαρκών συντάξεων για τους μη τυποποιημένους εργαζομένους, με σύντομη επαγγελματική σταδιοδρομία και χαμηλά εισοδήματα.
Παρά τα παραπάνω όμως, εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με τη μελλοντική επάρκεια των συντάξεων στην Ελλάδα, στο αμέσως προσεχές διάστημα. Οι ανησυχίες αυτέ εκπορεύονται από τις διατάξεις του νόμου 4472/2017, οι οποίες μεταξύ άλλων συνεπάγονται:
- Μείωση κατά 18% των συντάξεων (ανταποδοτική και επικουρική) που θα τεθεί σε ισχύ από τον Ιανουάριο του 2019
- Δέσμευση των υπαρχουσών συντάξεων σε τρέχοντα επίπεδα έως το τέλος του 2022 και
- Κατάργηση του EΚΑΑ μέχρι το τέλος του 2019.
Όλες αυτές οι διατάξεις αναμένεται να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην επάρκεια των συντάξεων, ειδικά για τους συνταξιούχους χαμηλού εισοδήματος, εκτιμά ο ΟΟΣΑ.
Η κατάσταση στην Ευρώπη
Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν για την επάρκεια των συντάξεων στην ΕΕ, περίπου 17,3 εκατομμύρια ηλικιωμένοι εξακολουθούν να διατρέχουν τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού. Πρόκειται για το 18,2% των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας, δηλαδή 65 ετών και άνω. Στην έκθεση επισημαίνεται ακόμη ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών της ΕΕ και πληθυσμιακών ομάδων.
Οι συντάξεις των γυναικών, για παράδειγμα, είναι 37% χαμηλότερες απ’ ό, τι οι συντάξεις των ανδρών. Αυτό οφείλεται στους χαμηλότερους μισθούς και τον μικρότερο εργασιακό βίο, παράγοντες που συνδέονται άμεσα με ευθύνες φροντίδας που αναλαμβάνουν οι γυναίκες. Το ίδιο συμβαίνει και με τα άτομα με άτυπη απασχόληση ή αυτοαπασχόληση. Τα άτομα αυτά αντιμετωπίζουν συχνά λιγότερο ευνοϊκούς όρους για την πρόσβαση και τη θεμελίωση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων σε σχέση με τα άτομα που εργάστηκαν με τυπική απασχόληση.
Η έκθεση της Κομισιόν καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού στην τρίτη ηλικία αυξάνεται ανάλογα με την ηλικία. Αναφέρει μάλιστα ως παράδειγμα ότι πάνω από τα μισά άτομα που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην ΕΕ είναι ηλικίας 75 ετών και άνω.