ΑΠΟΨΗ

Η αγόρευση της Εισαγγελέως στη δίκη του Κολωνού, η απόφαση και το κοινό περί δικαίου αίσθημα

Η αγόρευση της Εισαγγελέως στη δίκη του Κολωνού, η απόφαση και το κοινό περί δικαίου αίσθημα, ΡΑΚΙΝΤΖΗΣ

Η αγόρευση της Εισαγγελέως στη δίκη των παιδοβιαστών της ανηλίκου του Κολωνού και ιδιαίτερα η πρότασή της για απαλλαγή λόγω αμφιβολιών του πρωταγωνιστή Η. Μίχου για τις κατηγορίες για τις πράξεις του βιασμού της ανηλίκου και της σε βάρος της μαστροπείας προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων και διαδηλώσεων.

 

 

Αυτό συνέβη διότι ο Η. Μίχος εμπλέκεται σε κύκλωμα ακολασίας σε βάρος ανηλίκου, με σειρά ειδεχθών εγκλημάτων με πολλούς δράστες κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης αυτής, που συγκλόνισε ολόκληρη τη κοινωνία, η οποία απαιτεί τη καταδίκη όλων των κατηγορουμένων και ιδιαίτερα του Η. Μίχου για όλες τις αποδιδόμενες σε αυτόν πράξεις, που προσβάλλουν το κοινό περί δικαίου αίσθημα.

Έτσι έρχεται στο προσκήνιο της επικαιρότητας ο ρόλος του Εισαγγελέα στη δίκη και η έννοια του κοινού περί δικαίου αισθήματος, που θα αναφερθώ γενικά, γιατί από λόγους αρχής δεν σχολιάζω εκκρεμή υπόθεση επί της ουσίας, καθόσον η απόφαση που εκδόθηκε και μάλιστα κατά πλειοψηφία είναι του πρώτου βαθμού.

Η συμπεριφορά των δικαστικών λειτουργών

Η συμπεριφορά των δικαστικών λειτουργών κατά τη ποινική διαδικασία καθορίζεται από το άρθρο 332 ΚΠοινΔ, που ελέγχεται από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα της δικαιοσύνης, οι δε αποφάσεις των δικαστών, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι κατά τη διάρκεια μιας δίκης εισαγγελικές προτάσεις, στηρίζονται για την εκτίμηση των αποδείξεων και το σχηματισμό της δικανικής κρίσης, στην αρχή της ηθικής απόδειξης, όπως προσδιορίζεται από το άρθρο 177 ΚΠοινΔ.

Για καλύτερη κατανόηση του θέματος το παραθέτω. «Οι δικαστές δεν ακολουθούν νομικούς κανόνες αποδείξεων, πρέπει όμως να αποφασίζουν κατά τη πεποίθησή τους, ακολουθώντας τη φωνή της συνειδήσεώς τους και οδηγούμενοι από την απροσωπόληπτη κρίση που προκύπτει από τη συζήτηση και που αφορά την αλήθεια των πραγματικών περιστατικών, την αξιοπιστία των μαρτύρων και την αξία των άλλων αποδείξεων, αιτιολογώντας πάντοτε ειδικά και εμπεριστατωμένα με ποια αποδεικτικά μέσα και με ποιους συλλογισμούς σχημάτισαν τη δικανική τους “κρίση” και όχι με βάση το μη προβλεπόμενο από το νόμο κοινό περί δικαίου αίσθημα».

Σε αντίθετη περίπτωση θα είχαμε μια αυθαίρετη υποκειμενική δικανική κρίση, που μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένες δικαστικές αποφάσεις, δεν αποκλείεται όμως το κοινό περί δικαίου αίσθημα να επηρεάζει υποσυνείδητα τη δικανική κρίση για την αξία αποδεικτικού μέσου ή την αξιοπιστία μάρτυρα. Η επιείκεια αποτελεί μια από τις βασικές αρχές της ποινικής δίκης, που εκφράζεται με τη λειτουργία της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας (beyond a reasonable doubt) υπέρ του κατηγορουμένου δηλαδή εν αμφιβολία γίνεται δεκτή η ευνοϊκότερη για τον κατηγορούμενο εκδοχή..

Υπόθεση Κολωνού

Η δίκη των παιδοβιαστών του Κολωνού με απόφαση του δικαστηρίου για τη προστασία της ανηλίκου και των χρηστών ηθών και κατ’ επέκταση και των κατηγορουμένων διεξήχθη κεκλεισμένων των θυρών (άρθρο 330ΚΠΔ), γεγονός που απόκλεισε από το φως της δημοσιότητας την ενώπιον του δικαστηρίου ακροαματική διαδικασία και τη πλήρη πληροφόρηση της κοινής γνώμης με αποτέλεσμα να υπάρχουν μόνο δημοσιογραφικές πληροφορίες κυρίως βάσει στοιχείων της προδικασίας, αφού ούτε η αγόρευση της εισαγγελέως παρατίθεται ολόκληρη, παρά μόνο οι προτάσεις της για την ενοχή των κατηγορούμενων, που τη βασιμότητα των οποίων το δικαστήριο θα κρίνει βάση των αποδεικτικών στοιχείων που προέκυψαν κατά τη δίκη.

Με την απόφαση που εκδόθηκε κηρύχθηκαν ο Η. Μίχος ένοχος χωρίς ελαφρυντικά κατά πλειοψηφία όλων των αποδιδόμενων σε αυτόν πράξεων πλην της εμπορίας ανθρώπων, ο Μιχάλης ένοχος για μαστροπεία, αθώος όμως της γενετήσιας πράξης, η μητέρα ένοχη χωρίς ελαφρυντικά για εκβίαση και αθώα για τις λοιπές πράξεις, οι δε λοιποί κατηγορούμενοι ένοχοι με ελαφρυντικά της γενετήσιας πράξης με ανήλικη και επιβλήθηκαν ποινές στο Μίχο 27 χρόνια, στο Μιχάλη 18 χρόνια και στη μητέρα 5 χρόνια χωρίς η έφεση να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, στους λοιπούς κατηγορουμένους διάφορες ποινές αλλά με ανασταλτικό χαρακτήρα η έφεση. Για λόγους αρχής δεν σχολιάζω δικαστικές αποφάσεις, αλλά φαίνεται ότι για το σχηματισμό της δικανικής κρίσης κυρίως των ενόρκων έπαιξε μεγάλο ρόλο το κοινό περί δικαίου αίσθημα και για αυτό η απόφαση στο σύνολο της έγινε δεκτή με ικανοποίηση από τη κοινή γνώμη.

Λόγω της διεξαγωγής της δίκης κεκλεισμένων των θυρών δεν έγιναν γνωστά τα κατά την ακροαματική διαδικασία σε βάρος του Μίχου επιβαρυντικά στοιχεία για τις πράξεις που η Εισαγγελέας πρότεινε την αθώωση του, που συμβαίνει συνήθως με την αλλαγή των καταθέσεων των μαρτύρων, ενώ πρότεινε την ενοχή του για άλλες σε βαθμό κακουργήματος πράξεις. Για να κριθεί όμως η αγόρευση της Εισαγγελέως αξιολογικά πρέπει να λαμβάνεται ολόκληρη υπόψη και όχι να αποσπάται ορισμένη φράση ή πρόταση, που σε συνδυασμό με τα λοιπά στοιχεία μπορεί να είναι δικαιολογημένη.

Η δίκη των παιδοβιαστών του Κολωνού διεξήχθη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, που αποτελείται από τρεις τακτικούς δικαστές και τέσσερεις ενόρκους, που λέγονται και λαϊκοί δικαστές, οι οποίοι δεν είναι απαραίτητο να έχουν νομικές γνώσεις και συνήθως κρίνουν με βάση το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Το δικαστήριο μετά το τέλος των αγορεύσεων αποσύρεται προς διάσκεψη σε ιδιαίτερο χώρο, στον οποίο δεν παρίσταται ο/η εισαγγελέας, και αφού εξεταστούν τα αποδεικτικά στοιχεί και ληφθούν υπόψη η εισαγγελική πρόταση και οι αγορεύσεις των δικηγόρων των διαδίκων, ψηφίζουν με πρώτους τους ενόρκους, για να μη επηρεαστούν από τη ψήφο των δικαστών πρώτα για την ενοχή των κατηγορουμένων και στη συνέχεια για τη ποινή που επιβάλλεται. Κατά της απόφασης έχουν δικαίωμα να ασκήσουν έφεση οι κατηγορούμενοι και ο εισαγγελέας της έδρας ή των εφετών.

Είναι δίκαιο το “κοινό περί δικαίου αίσθημα”;

Μπορούμε να περιγράψομε το κοινό περί δικαίου αίσθημα ως μια αόριστη έννοια ψευδεπίγραφα νομική, που αναφέρεται όχι στο θετό δίκαιο (lege lata) ούτε στο θετέο δίκαιο ( lege ferenda), αλλά στο τι θεωρείται ως δίκαιο στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή και τόπο, από μια αόριστη κοινωνική ομάδα, που έχει τη δύναμη να επιβάλλει τη γνώμη της. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα που απηχεί τη κοινή γνώμη χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει συγκεκριμένη πράξη ή να ασκηθεί πίεση για την έκβαση κάποιας δίκης ή την χειραγώγηση πολλές φορές για λογούς πολιτικούς του πλήθους ή στη δημιουργία καταστάσεων και εντυπώσεων, είναι δε ένα κατ’ εξοχή δημαγωγικό μέσο.

Σαφώς αποτελεί μέγεθος μετρήσιμο δια δημοσκοπήσεων, αλλά με αποτέλεσμα εφήμερο, γιατί η κοινή γνώμη μεταβάλλεται εύκολα και ποδηγετείτε από τα ΜΜΕ, πολλές φορές όμως δίνει αφορμή για νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη θέσπιση κανόνα δικαίου με σεβασμό στην αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος) στην οποία αυτό μπορεί να εμπεριέχεται, όχι όμως για την εφαρμογή μιας διάταξης για την οποία απαιτείται κυρίως η αποδοχή της, τροποποίηση, ή κατάργηση κανόνων δικαίου, όπως συνέβη με τη κατάργηση του πολύ επιτυχημένου νόμου 1608/1950 “περί καταχραστών δημοσίου χρήματος”.

Η κατάργηση αυτή αποτελούσε τη μόνιμη επιδίωξη των τρωκτικών του δημοσίου χρήματος, για την οποία έδωσε αφορμή η βαριά καταδίκη της καθαρίστριας στο Βόλο, που είχε καταθέσει πλαστό απολυτήριο δημοτικού. Άλλωστε πολύ αυστηροί νόμοι, όπως ήταν κατά την Αρχαιότητα οι δρακόντειοι νόμοι, που πήραν το όνομά τους από τον Δράκοντα που τους εισήγαγε, καταργήθηκαν γρήγορα αλλά παρέμεινε ο χαρακτηρισμός για τους πολύ αυστηρούς νόμους.

Πώς επηρεάζει το κοινό περί δικαίου αίσθημα τις αποφάσεις

Το κοινό περί δικαίου αίσθημα επηρεάζει τη ψήφο των ενόρκων στα Ορκωτά Δικαστήρια, τη λεγομένη και λαϊκή δικαιοσύνη, τα οποία μέχρι το 1967 ήταν αμιγή, δηλαδή συγκροτούντο από το σώμα των 12 ενόρκων, που αποφάσιζε για την ενοχή του κατηγορουμένου και το σώμα των δικαστών από 3 δικαστές, που επέβαλε τη ποινή και μπορούσε να κηρύξει την ετυμηγορία των ενόρκων πεπλανημένη, οπότε επαναλαμβάνετε η δίκη.

Το 1967 εξ αιτίας της αθωώσεως από τους ενόρκους του Μυρτολούη, ενός Πέρση πιλότου, που σκότωσε τη ερωμένη του Συρεγγέλα, που τον εγκατάλειψε, το αμιγές ορκωτό δικαστήριο αντικαταστάθηκε από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο από 4 ενόρκους και 3 τακτικούς δικαστές, που ψηφίζουν ισότιμα, που και αυτό πολλές φορές εκδίδει αθωωτικές αποφάσεις μόνο με τη ψήφο των ενόρκων. Μετά τη τροποποίηση του άρθρου 404 ΚΠΔ με το ν.5090/2024, το μικτό ορκωτό δικαστήριο αποφασίζει μόνο για την κατηγορία και την κυρία ποινή, κάθε άλλο ζήτημα ανήκει στην αρμοδιότητα των τακτικών δικαστών..

Σαφώς η πίεση της κοινής γνώμης επηρεάζει τις δικαστικές διαδικασίες, γι αυτό δημιουργούνται και οι αυθόρμητες κινητοποιήσεις σε κάποιες δίκες κυρίως με πολιτική σημασία, αλλά πολλές φορές τη δικαστική κρίση βαρύνει και το δυσμενές προνόμιο (privilegium odiosum) για κάποιους επωνύμους που εμπλέκονται σε δικαστικές διαδικασίες, ενώ συνηθέστατα οι επώνυμοι δε δικάζονται αλλά η υπόθεση χάνεται κάπου στη προδικασία και στο τέλος παραγράφεται.

Υπόθεση Βόλου

Πρόσφατα στο Βόλο πατέρας 19χρονης σκότωσε το κουνιάδο του, όταν έμαθε ότι τη βίαζε κατ’ επανάληψη από ηλικίας 9 ετών. Σαφώς η δολοφονία αυτή, που αποτελεί μορφή αυτοδικίας, έτυχε της αποδοχής μεγάλου τμήματος της κοινής γνώμης, γιατί το κοινό περί δικαίου αίσθημα απαιτεί την άμεση τιμωρία του βιαστή και όχι την παραπομπή της υπόθεσης στις δικαστικές καλένδες. Για τη διαχρονική καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης ο Ε .Ροΐδης έλεγε «όταν γίνεται ένα έγκλημα όλοι ρωτούν, γιατί δεν εκτελούν το κακούργο, όταν κάποτε τον εκτελούν όλοι ρωτούν τι έκανε ο ανθρωπάκος και τον σκοτώνουν».

Είναι γεγονός, ότι για τα πολύ ειδεχθή εγκλήματα αποδίδεται δικαιοσύνη εντός των φυλακών από άλλους καταδίκους σύμφωνα με το δικό τους περί δικαίου αίσθημα και κώδικα τιμής (Ηλία Πετρόπουλου “Το εγχειρίδιο του καλού κλέφτη”). Άλλωστε το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι διεθνές, με πρόσφατο παράδειγμα, απόφαση Δικαστηρίου ενόρκων στη Γερμανία που αθώωσε μητέρα, που μέσα στο δικαστήριο σκότωσε το δολοφόνο του παιδιού της. Στη δεκαετία του ’80 ο Παπαδόσηφος σκότωσε εντός δικαστηρίου το δολοφόνο του υιού του, καταδικάσθηκε μεν για τη πράξη του, αλλά όλη η Κρήτη πίνει ακόμα προς τιμή του.

Είναι γεγονός ότι πολλές γυναίκες αποφεύγουν ιδίως στα μικρά μέρη να καταγγείλουν το βιασμό τους, για να αποφύγουν τη δίκη, όπου μαζεύεται όλη η τοπική κοινωνία, και τον ηθικό θάνατο του θύματος με τη φαρμακερή ερώτηση των δικηγόρων “μήπως του κουνήθηκες και εσύ” που, παρά τη καταδίκη του δράστη, παραμένουν τα ερωτήματα στο υποσυνείδητο πολλών. Εξάλλου, ταυτόσημη είναι και η δήλωση δικηγόρου κατηγορουμένων, ότι… «η ανήλικη επέλεξε τη πορνεία».

Σε κάθε όμως περίπτωση, η Πολιτεία πρέπει να φροντίσει με την άμεση και ορθή απονομή της δικαιοσύνης και έτσι, με ευθύνη όλων των παραγόντων που εμπλέκονται στην απονομή της, να κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης, για την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητά της.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι