Κάποιες άλλες εκλογές, ένα άλλο μνημόνιο…

Κάποιες άλλες εκλογές, ένα άλλο μνημόνιο..., Τριαντάφυλλος Κωτόπουλος

Η κρίση στα τέλη του 2009 ήταν μιας άλλης λογικής. Σπέκουλα και λαμογιά σε διεθνές επίπεδο. Καλό είναι να μην επωφελούμαστε του σκότους (γεια σου ρε Μόντη). Ακριβώς 30 χρόνια μετά την αυτοκτονία του Πουλαντζά το κράτος αδυνατούσε να καταλάβει τον ρόλο που θα όφειλε να έχει και πάντως μακριά από μηχανισμούς αόρατων εκφραστών του. Στη ‘φωτιά΄’ που ακολούθησε, λίγοι μπόρεσαν να δουν κι άλλα πράγματα εκτός από τις σκέψεις ανθρώπων με αμβλυμμένες συνειδήσεις. Μνημονιακός κρημνισμός με πολλές νέες λέξεις (δεν επιθυμώ ούτε να τις αναφέρω). Για πολλούς πνευματικός και ηθικός. Θεωρητικά μόλις τον Ιούλιο 2019 θα έχουμε εθνικές εκλογές χωρίς μνημονιακές υποχρεώσεις. Εκλογές στις οποίες ο νικητής, μακάρι και όλοι μαζί, θα χαράξει μία δική του πολιτική ανεξάρτητη από επιταγές και γραμμάτια ευρωπαϊκού, τουλάχιστον, χαρακτήρα. Λέμε τώρα…

Ως φυσικά πρόσωπα δεν καταφέραμε ποτέ να συμφωνήσουμε σε αυτές τις πραγματικές εκλογές, νεότεροι μαλώναμε σαν τα κοκόρια κιόλας. Αλλά από το 1998 έχουμε τις δικές μας εκλογές και το δικό μας μνημόνιο. Μεγαλώσαμε από παιδιά όλοι μαζί σε μια συνοικία προσφυγική και λαϊκή. Στιλπνή. Κι αν δεν πολυκαταλάβαμε την έννοια του πρόσφυγα τότε, το ‘φερε η μοίρα να το βιώσουμε έντονα τα τελευταία χρόνια.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, οι Σαράντα Εκκλησιές δεν ήταν από τις ακριβότερες, αλλά και τις πιο …μορφωμένες συνοικίες της Θεσσαλονίκης μιας και οι περισσότεροι πανεπιστημιακοί έσπευσαν τις τελευταίες δεκαετίες να απολαύσουν αυτό το κέντρο-απόκεντρο δίπλα στη δουλειά τους.

Ήταν τα χρόνια που ο ‘δράκος’ [του Σέιχ-Σου] και οι άλλες επινοήσεις του κράτους, του παρακράτους κι αργότερα της ‘επαναστάσεως’ καθόριζαν θεωρητικά τον χρόνο και τον χώρο του παιχνιδιού μας (άλλου είδους επιτήρηση αυτή). Στο δάσος μόνο πρωί και λίγα μέτρα από τα πρώτα χαμηλά σπίτια της περιοχής. Στις αλάνες ως αργά το απόγευμα. Στην πράξη τα ανατρέπαμε όλα ανεξέλεγκτα. Φτάναμε ως την τρίτη γέφυρα, ψηλά στο Σέιχ-Σου, κι ανακαλύπταμε πηγές και μέρη σκιερά κι απάτητα στο παιδικό μας μυαλό.

Κάθε παράνομο ζευγαράκι και μια ιστορία τρομακτική, κάθε χαφιές –μόνο που τότε δεν ξέραμε ακόμη τι σημαίνει χαφιές– κι ένας πιθανός ‘δράκος’. Κάθε αστυνομική περίπολος μια σιγουριά… έτσι νομίζαμε. Κι ίσως καλύτερα που μας πήρε καιρό να ανακατατάξουμε μέσα μας συμβολισμούς και συμπεριφορές. Ούρλιαζαν οι μανάδες αν μάθαιναν τα κατορθώματά μας –ευτυχώς ποτέ δεν τα έμαθαν όλα, ούτε εκείνα ούτε τα κατοπινά– και μας παρέπεμπαν στους μπαμπάδες για τα περαιτέρω.

‘Νεοαναγειρόμενη’ Ελλάδα

Ο Στέλιος κι ο Σάββας ξεχώριζαν από μικροί. Ο πρώτος δεσπόζει στις δικές μας εκλογές και είναι πλέον επίτιμος πρόεδρος, μετά από τόσα χρόνια που εκλέχτηκε σχεδόν ομόφωνα πάντοτε. Ο δεύτερος δεν έλαβε μέρος ποτέ. Διαφώνησε. Το θεώρησε παιδαριώδες. Και είναι. Και παιγνιώδες και ευφυές και αναντικατάστατο στη ζωή μας, θα προσέθετα.

Σίγουρα η προέκταση της εποχής, ή η αγωνιώδης προσπάθεια να την κρατήσουμε ζωντανή μέσα μας, που τα γόνατα ήταν μονίμως γδαρμένα από τις αλάνες, το χαλίκι και το μπακότερμα. Τα μαυρίσματα πταίσματα κι αργότερα οι πληγές από τα παρατημένα καρφιά των πρώτων κακότεχνων πολυκατοικιών. Κάθε τόσο αντιτετανικοί, ιώδια και οινόπνευμα. Πάντα όμως γέλια. Πάντα, ακόμη και σήμερα.

Τα πόσα περάσαμε μόνο όσοι έζησαν σε αντίστοιχες γειτονιές και προπαντός σε αντίστοιχες εποχές μπορούν να τα καταλάβουν. Και πάλι όμως όχι οι πιο ήσυχοι. Πώς να βάλουν αυτοί σημάδι τον παπά στο «Δεύτε λάβετε φως» από την απέναντι νεοαναγειρόμενη οικοδομή. Και να περνάν κροτίδες και φωτοβολίδες ξυστά από το καλυμμαύκι. Και να μην μπορεί να κάνει Ανάσταση ο πάτερ Ευτύχιος –Δυσύχη τον λέμε ως σήμερα με αγάπη– που τους βάφτισε όλους και πολλά από τα παιδιά τους.

Την Εκκλησία και την ‘νεοαναγειρόμενη’ Ελλάδα τις κριτικάραμε αργότερα. Κι αυτή η ενέργεια η περίεργη, ούτε κατ’ ανάγκη θετική ούτε αρνητική, διοχετευόταν κάθε τόσο κι αλλού. Είναι ιστορίες όμως αυτές και τρέλες που δεν χωράνε, στην κυριολεξία, παρά μόνο σε μυθιστορήματα και πάλι όχι σ’ ένα. Κι είναι πολύ μα πολύ ενδιαφέρουσες κι όχι μονάχα για τις πλάκες μα και για μια πορεία συνειδητοποίησης κι ωρίμανσης με τρόπους ανορθόδοξους, μα ίσως πιο αποτελεσματικούς.

Τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουνίου

Όπως εκείνη η ευγενική νεανική φιγούρα με τ’ άσπρο πουκάμισο –αλήθεια το φορούσε χειμώνα καλοκαίρι– που κατέβαινε από το βουνό και σφύριζε έναν σκοπό εύθυμο μα που συνάμα με έκανε να ανατριχιάζω και που ποτέ δεν τον άκουγα στο ραδιόφωνο. Και μόλις τον σφύριξα στο σπίτι ο πατέρας έπιασε το κεφάλι του κι η μάνα έπιασε γρήγορα να κλείσει τα παράθυρα, γιατί ήταν Αύγουστος του ’70, χούντα, κι η δροσιά και τα γέλια εντός του σπιτιού λιγοστά.

Μεγαλώσαμε όλοι, εκτός από τον Πυργαλή που σκοτώθηκε μόλις στα 22 του στη Σαμοθράκη. Κι ήταν τρία μερόνυχτα συνέχεια που ο Δίκας δεν μπορούσε να το χωνέψει και γυρνούσε μεθυσμένος πάνω κάτω τη συνοικία και τα μέρη τους. Πριν δυο χρόνια πέθανε κι αυτός από καρκίνο στον προστάτη. Αυτός που με μια ματιά του σαγήνευε κάθε είδους και ηλικίας γυναίκα, μα προτιμούσε τις ξανθιές εκ του βορά προερχόμενες τουρίστριες. Αυτός που μας ένωνε όλους και κοντέψαμε να διαλυθούμε.

Τις εκλογές τις σκέφτηκε ο Κωστούδης, ο Στέλιος. Πρωτοψηφίσαμε στο Κριαρίτσι στο κάμπινγκ, σχεδόν όλοι. Τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουνίου. Καθιερώθηκε κι ας αλλάζει το μέρος ενίοτε. Τα ψηφοδέλτια τα φρόντισε η Άννυ. Πλαστικοποιημένες ταυτότητες με πολυτελή κορδονάκια (περιέργως σχεδόν όλες δεν ανέφεραν το κανονικό όνομα αλλά το μόνιμο ψευδώνυμο π.χ. Κλαρκ γιατί του άρεσε η συγκεκριμένη μάρκα παπουτσιών, Ριρίκος χωρίς εξήγηση, Λάλος για να μην λέμε ολόκληρο το περίεργο όνομά του, Χίπης γιατί είχε μακριά μαλλιά, όχι πια). Κάλπες στημένες και εφορευτική επιτροπή από δυο τρεις κοπέλες που ντρέπονταν να ψηφίσουν, αλλά ανυπομονούσαν να πετάξουν γιαούρτια και χαλασμένα αυγά στον ή στην ‘Πρόεδρο’.

Αυτή ήταν η τιμωρία του και η αναγνώρισή του. Πριν την ψηφοφορία μπορούσε να μιλήσει ο κάθε ψηφοφόρος και να υποστηρίξει την επιλογή του με αναφορές σ’ όλη την προηγούμενη χρονιά. Εκείνος που είχε κάνει τα πιο απίθανα, τα πιο αστεία, τα πιο αλλόκοτα, θα ανακηρυσσόταν Πρόεδρος. Κι ήταν σπαρταριστές οι αιτιολογήσεις, αλλά και οι γκριμάτσες των προτεινόμενων. Από τις πιο αστείες, δεν λέγονται δυστυχώς, μέχρι και τις πιο σοβαρές ότι τον ψήφιζαν γιατί έβαλε βηματοδότη-απινιδωτή, ή πλέγμα στο κρανίο από εγχείρηση καρκίνου.

Έχουμε κλείσει 20 χρόνια εκλογές! Κοντά στις φετινές εθνικές θα είναι και οι δικές μας φέτος. Και γυναίκα εκλέξαμε μία φορά, αλλά πού να τολμήσω να αναφέρω το όνομά της — να ανατρέξετε στα πρακτικά της παρέας.

Εκλογές – ιεροτελεστία

Με την καταμέτρηση των ψήφων που ρίχνονταν στην κάλπη, η ανάδειξη του ‘Προέδρου’ της επόμενης χρονιάς. Ιεροτελεστία. Στη συνέχεια μπροστά στη θάλασσα, απαγορεύεται να φύγει ή και να γυρίσει το πρόσωπο αλλού, δέχεται γιαούρτια και αυγά από το μισό μέτρο — δεν του προσφέρονται ευγενώς. Όσα θέλουμε κι όσα κρίνουμε. Ο ‘Πρόεδρος’ έχει στη συνέχεια το δικαίωμα να ξεπλυθεί στη θάλασσα, χωρίς όμως σαμπουάν για να μυρίζει με τις ώρες χαλασμένο αυγό και ξινισμένο γιαούρτι. Πρωτόγονο θα μου πείτε. Για καλοσκηνοθετημένη ταινία, θα απαντήσω. Το βράδυ φωτιές, κρασιά και μπύρες.

Βρέθηκε κάποτε μια Αθηναία δικηγόρος –ορμώμενη εκ Βρυξελλών– στην όλη διαδικασία και μαγεύτηκε από το μέρος και τα έθιμα της παρέας. Φαντάζομαι θα αναρωτήθηκε και για τη δική της και για τη δική μας ζωή. Για ένα χρόνο ο νικητής των ‘εκλογών’ είναι υποχρεωμένος, κάτι σαν άλλο μνημόνιο δηλαδή, να συγκεντρώνει την παρέα κάθε μήνα σε ταβερνιακά συμπόσια. Κοντά σε όλα τ’ άλλα δίνουν και παίρνουν τα πειράγματα κι οι προβλέψεις για τον επόμενο Ιούνιο. Τον λαχταράω αυτόν τον μήνα και τις συναντήσεις των υπόλοιπων 11, αν και είναι αλήθεια πως συχνά δεν τα καταφέρνω.

Ένα νεύμα, μια ματιά είναι αρκετά όμως για να συνεχίσεις ακριβώς από εκεί που σταμάτησες. Τώρα στην εμπατή της ωριμότητάς μου, που λέει κι ο Καραγάτσης, και ως ο τελευταίος ‘πρόεδρος’, έστω για ακόμη λίγο, θαρρώ πως η χώρα πρέπει να γίνει μια παρέα (και στις παρέες φαγωνόμαστε). Απλοϊκό θα πείτε, υπεραπλουστευτικό κ.ά.. Ναι, θα απαντήσω αλλά εφικτό, έστω για ένα διάστημα.

Και οι διαφορές, ακόμα κι αν παραπέμπουν στην ένταση του Ρίτσου, ας εξαντλούνται λεκτικά: «κάθετος βράχος – όλη μέρα να πίνει το λιοπύρι, / να το κρατάει στα σπλάχνα του κατάντικρυ στο πέλαγο, / κ’ εσύ με την πλάτη ακουμπισμένη στο βράχο, με το στήθος / ολάνοιχτο στη θάλασσα, – μισός φωτιά, μισός δροσιά, κομμένος εγκάρσια, διπλός, σ’ έναν αγώνα μόνο / να σμίξεις το νερό με την πέτρα». Γιατί ίδιος τόπος είμαστε, η ίδια γειτονιά και παλεύουμε μαζί ή και μόνοι μας το κακό και προσπαθούμε να χορέψουμε «πάνω στο φτερό του καρχαρία», Θάνο.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι