Μάζευε τα κομμάτια του παιδιού! – Μια άγνωστη ιστορία του πολέμου
17/06/2023Μια ακόμη ιστορία του πολέμου. Ένας πατέρας, με δύναμη ψυχής, με αστείρευτες αντοχές, μάζευε τα κομμάτια του παιδιού του, το οποίο σκοτώθηκε από βόμβα ναπάλμ στη διάρκεια αεροπορικής επίθεσης των Τούρκων εισβολέων, τον Ιούλιο του 1974. Πόσο κουράγιο χρειάζεται κανείς για να πράξει τούτο; Πόση δύναμη; Μια ακόμη διήγηση για πεσόντες, από αυτές που δεν είναι γνωστές. Οι οικογένειες είναι εκείνες που γνωρίζουν τις τραγικές λεπτομέρειες και τις κουβαλούν μαζί τους μια ολόκληρη ζωή. Τον Ιούλιο του 1974, πρώτα το πραξικόπημα της χούντας και της ΕΟΚΑ Β΄ και στη συνέχεια η τουρκική εισβολή, ανέτρεψαν τα πάντα. Χάθηκε ο ήλιος, σκοτείνιασε το μέλλον, χάθηκαν άνθρωποι και γη.
Τις προάλλες, στην πολύ ενδιαφέρουσα εκπομπή του κρατικού καναλιού, “Χρονογράφημα”, με την Αίμιλη Μιχαήλ να κάνει την έρευνα και την παρουσίαση, προβλήθηκε μια ακόμη άγνωστη πτυχή της εισβολής. Η περίπτωση του Σάββα Χαραλάμπους Ξενή, από την κατεχόμενη σήμερα Κοντέα, που υπηρετούσε στην Μοίρα Πυροβολικού στην Αθαλάσσα. Ο Σάββας Χαραλάμπους Ξενή έπεσε εν ώρα καθήκοντος στο στρατόπεδο της 185 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού στην Αθαλάσσα, το πρωί της 20ής Ιουλίου 1974.
Οι οπλίτες της Μοίρας, διατάχθηκαν να μπουν σε οχήματα για να μεταβούν στην Κερύνεια αλλά και σε άλλες περιοχές. Φόρτωσαν τα οχήματα με πυρομαχικά. Ήταν τότε που ο ουρανός γέμισε με τουρκικά αεροσκάφη και άρχισαν να βομβαρδίζουν ανελέητα. Η Μοίρα πυροβολικού ήταν στόχος των επιδρομέων. Κτυπήθηκε και το γειτονικό νοσοκομείο Αθαλάσσας. Οι εισβολείς κτυπούσαν με βόμβες ναπάλμ και με ρουκέτες.
Οι στρατιώτες καλύφθηκαν αρχικά ενώ, σύμφωνα με τον Ξενοφών Καλλή, ο Σάββας έτρεξε στο φορτηγό με τα πυρομαχικά. Τι να σκέφτηκε εκείνη την ώρα; Να γλυτώσει τα πυρομαχικά, τη ζωή των άλλων συναδέλφων του; Όταν κτυπήθηκε το όχημα τα πάντα διαλύθηκαν. Σκοτώθηκαν έξι. Εκτός από τον Σάββα, ο λοχίας Κουδουνάς Κωνσταντίνος και οι στρατιώτες Δημητρίου Γιαννάκης, Κωνσταντίνου Παναγιώτης, Λακαταμίτης Νίκος, Πέτσας Μάριος. Έμειναν εκεί, διαμελισμένοι και σκορπισμένοι για τρεις ημέρες.
Μαζεύοντας τα κομμάτια…
Τρείς ημέρες μετά τον βομβαρδισμό, άνθρωποι του γειτονικού τμήματος του Κτηνιατρείου, στάλθηκαν και με φτυάρια περισυνέλλεξαν κομμάτια από τους νεκρούς. Όσα μπορούσαν να βρουν. Τα τοποθέτησαν σε ένα βαρέλι και τα παρέδωσαν. Την ίδια ώρα, ο πατέρας του Σάββα, σύμφωνα με την έρευνα και τα όσα ανέφερε ο αδελφός του, Ιάκωβος, πηγαινο-ερχόταν στο στρατόπεδο για να μάθει νέα του παιδιού του. Δεν του έλεγαν τίποτε. Τον κορόιδευαν. Η οικογένεια είχε δηλώσει τον Σάββα στον κατάλογο των αγνοουμένων, δημοσιεύθηκε το όνομα του στις εφημερίδες. Σε εκείνες τις ατέλειωτες λίστες με τα ονόματα, που δημοσιεύονταν με την ελπίδα κάποιος να είδε κάτι, να συνάντησε τον αγνοούμενο…
Σύμφωνα με τον αδελφό του, όταν ο πατέρας του ενημερώθηκε από έναν στρατιώτη, γνωστό της οικογένειας, για το τι έγινε, πήγε στην περιοχή και μάζευε ότι απέμεινε. Μετά πήγε στο κοιμητήριο Κωνσταντίνου και Ελένης, του υπέδειξαν τον ομαδικό τάφο, που βρισκόταν και το παιδί του. Έσκαψε και τοποθέτησε ό,τι βρήκε…
Όπως είπε ο ερευνητής επικεφαλής της εκταφής, Ξενοφών Καλλής, στη διάρκεια της εκταφής βρέθηκε ένα βαρέλι και μέσα ένα κομμάτι ρούχο, που δεν είχε λιώσει, το οποίο περιείχε οστά. Ήταν τα οστά, που μάζευε κομμάτι- κομμάτι ο πατέρας του Σάββα. Τα μάζευε χωρίς να γνωρίζει ότι ήταν του παιδιού του. Όπως, όμως, αναφέρθηκε, στην ταυτοποίηση επιβεβαιώθηκαν, αυτά που ήταν τυλιγμένα στο ρούχο, ήταν του Σάββα! Πώς άραγε μπορεί να εξηγηθεί τούτο;
Το 2000 επιβεβαιώθηκε η ταυτότητα του με τη μέθοδο DNA και επανατάφηκε, στον ίδιο τάφο, τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου.
Μια από τις πολλές ιστορίες του 1974. Της τραγωδίας. Μαρτυρίες, που θα πρέπει να καταγράφονται, να λέγονται, να μεταδίδονται ώστε να διατηρηθεί η μνήμη. Η μνήμη, που στριμώχνεται από την λήθη, που κυριάρχησε στη συνέχεια με “σύμμαχους” τον νεοπλουτισμό, τη διαφθορά. Αυτές οι μνήμες, οι οποίες χάνονται στην… άλλη καθημερινότητα. Χάνονται στις άλλες προτεραιότητες, της μεγαλομανίας και του χρήματος, που χωρίς καμία αναστολή σβήνουν το “Δεν ξεχνώ”. Οι μπίζνες έναντι της όποιας άλλης “θυσίας”. Μια βολική λήθη… Αυτές τις ιστορίες δεν τις λέμε μεταξύ μας, χαμηλόφωνα, αλλά φωναχτά, για να ακούγονται και να διαδίδονται, όπως έγινε στη συγκεκριμένη περίπτωση, διά του “Χρονογραφήματος”.