Μια σταγόνα δικαιοσύνης σε έναν ωκεανό βίας
22/04/2021Για εκατομμύρια Αμερικανούς, κι όχι μόνο, σίγουρα η καταδίκη του Ντέρεκ Σόβιν για το φόνο του Τζορτζ Φλόιντ είναι ένα θετικό βήμα προς την αντιμετώπιση της ατιμωρησίας που έχει εδραιωθεί από τις πλείστες περιπτώσεις αστυνομικής βίας ενάντια στους αφροαμερικανούς. Η υπόθεση, βεβαίως, ακόμα δεν έχει “κλείσει”, αφού αναμένεται το καλοκαίρι η δίκη των τριών ακόμα πρώην συναδέλφων του Σόβιαν, που αντιμετωπίζουν κατηγορίες για φόνο τρίτου βαθμού.
Ο Σόβιν κρίθηκε ένοχος για όλες τις κατηγορίες: τρίτου και δευτέρου βαθμού φόνος εξ αμελείας και ανθρωποκτονία δευτέρου βαθμού, με την ποινή του φτάνει ως και τα 40 χρόνια φυλακή. Λέγεται ότι ήταν και η μόνη “αποδεκτή” δικαστική απόφαση, για τον κόσμο της Μινεάπολις. Από τη μια μεριά, η είδηση της καταδίκης του Φλόιντ φέρνει ικανοποίηση ή και αίσθηση δικαιοσύνης πέρα από τα αμερικανικά σύνορα, δεδομένου ότι το περιστατικό είχε κάνει το γύρο του κόσμου.
Ποιος δεν θυμάται τον άνθρωπο που ήταν πεσμένος κάτω, ψελλίζοντας τη φράση που έγινε viral, «Δεν μπορώ να αναπνεύσω», με το λαιμό του κάτω από το γόνατο του αστυνομικού. Από την άλλη μεριά, η καταδίκη δεν είναι αρκετή για να φέρει την επιθυμητή και αναγκαία αλλαγή στις νοοτροπίες του αμερικανικού συστήματος εσωτερικής ασφάλειας (και ούτε θα φέρει, προφανώς, τον Φλόιντ πίσω, κι είναι απορίας άξιο γιατί ορισμένοι διατυπώνουν αυτή τη διαπίστωση).
Έρχεται ως μια δικαίωση για το κίνημα του Black Lives Matter και ίσως, αλλά όχι σίγουρα, σηματοδοτεί την αρχή για μερικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των αρχών στις ΗΠΑ – ίσως και αλλού. Τίποτε από αυτά, όμως, δεν εμπόδισαν τους αστυνομικούς της χώρας να σκοτώσουν πάνω από 60 λατίνους και αφροαμερικανούς πολίτες της. Ενώ, σχεδόν για καμία από τις τρανταχτές περιπτώσεις των θανάτων που έφτασαν στη διεθνή επικαιρότητα, δεν υπήρξε σοβαρή καταδίκη ή ούτε καν απόφαση.
Για παράδειγμα, ο αστυνομικός που σκότωσε τον Μάικλ Μπράουν, το 2014 στο Φέργκιουσον, δεν έχει καταδικαστεί. Οι αστυνομικοί που σκότωσαν την Μπριόνα Τέιλορ στο Λούισβιλ, την ώρα που κοιμόταν, απλώς τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Ακόμα και για την καταδίκη του Σόβιν, χρειάστηκαν καταθέσεις 45 εμπειρογνωμόνων και μαρτύρων καθώς και ένας χρόνος συνεχών διαμαρτυριών και διαδηλώσεων.
Καταδίκη και “γιορτή”
Κατόπιν αυτών, αρχίζει κανείς να μην ικανοποιείται πλήρως από το σχεδόν εορταστικό κλίμα που διαμόρφωσαν αρκετοί πολιτικοί στις ΗΠΑ, με αποκορύφωμα τη δήλωση του προέδρου Τζο Μπάιντεν ότι η καταδίκη «αποτελεί ένα τεράστιο βήμα στην πορεία προς τη δικαιοσύνη στην Αμερική». Ή την πραγματικά αμφιλεγόμενη δήλωση της εκπροσώπου της Βουλής, Νάνσι Πελόσι, η οποία ευχαρίστησε τον Φλόιντ που «θυσίασε τη ζωή του για τη δικαιοσύνη»!
Τα πράγματα με τ’ όνομά τους είπε τελικώς η βουλευτίνα (των Δημοκρατικών), του Μισούρι, Κόρι Μπους: «Αυτή η δίκη πάντοτε αφορούσε έναν αστυνομικό σε ένα σύστημα διαφθοράς και βίας που συνεχίζει να στοχοποιεί τους μαύρους και σκουρόχρωμους ανθρώπους. Τι είναι η δικαιοσύνη; Διότι, το σωφρονιστικό μας σύστημα δεν είναι δίκαιο, είναι καταπιεστικό».
Το ερώτημα λοιπόν είναι κατά πόσο η λογοδοσία του Σόβιν θα φέρει τη λογοδοσία και άλλων όσοι διαπράττουν παρόμοια εγκλήματα, τόσο εναντίον αφροαμερικανών όσο και λευκών και άλλων πολιτών. Να θυμίσουμε εδώ ότι οι νομικοί κύκλοι στις ΗΠΑ θεωρούσαν τις πιθανότητες για την καταδίκη του Σόβιν μικρές. Άλλωστε, στις ΗΠΑ η αστυνομία σκοτώνει περίπου 1000 ανθρώπους το χρόνο, σύμφωνα με βάση δεδομένων που επί τούτου δημιούργησε η Washington Post, και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, κρίνονται δικαιολογημένα τα περιστατικά. Ενώ ακόμα κι αν μια υπόθεση φτάσει σε δίκη, υπάρχουν ένορκοι που διστάζουν να κρίνουν κατά πόσο ένας αστυνομικός έπραξε σωστά εν ώρα υπηρεσίας.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που όσοι ακτιβιστές και πολιτικοί τάσσονται υπέρ της μεταρρύθμισης ή κατάργησης του υπάρχοντος συστήματος αστυνόμευσης δεν θεωρούν καν ότι η καταδίκη αποτελεί απόδοση δικαιοσύνης. «Δεν θα ήθελα να δω τον κόσμο να χρησιμοποιεί το αποτέλεσμα της δίκης αυτής και να προσποιείται ότι υπήρξε πρόοδος ή ότι το σύστημα είναι βιώσιμο», σχολίασε στο Twitter, ένας μεγαλοδικηγόρος από τη Βοστώνη και στέλεχος στη Γερουσία.
Αρκετοί από τους κύκλους υπέρ της κατάργησης (abolitionists) θεωρούνται συχνά ακραίοι, αλλά δεν έχουν άδικο σε ένα πράγμα: ο στόχος δεν πρέπει να είναι η τιμωρία αυτή καθ’ αυτή αλλά η πρόληψη του εγκλήματος. Και συνεχίζει ο δικηγόρος: «Δυσκολεύομαι να θεωρήσω την ετυμηγορία αυτή ως νίκη, τη στιγμή που ήρθε μόνο και μόνο επειδή ολόκληρος ο φόνος καταγράφηκε σε βίντεο και γίνονταν ακατάπαυστες διαδηλώσεις επί ένα χρόνο. Ένα σύστημα στο οποίο για να έχεις μια νίκη πρέπει να κάνεις όλα αυτά και να καταγράφεις κάθε δευτερόλεπτο, δεν είναι ένα σύστημα να χαιρετίζεις».
«Πήραμε αυτό που θέλαμε»
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το βίντεο που κυκλοφόρησε στα social και τηλεοπτικά μίντια έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δίκη του Σόβιν. Δεν μπορούσε να δοθεί λογική εξήγηση, αναφέρουν οι εγκληματολόγοι, για τη συμπεριφορά του αστυνομικού. Αλλά χωρίς τις καταθέσεις των ανωτέρων του, πιθανό να μην εκτυλίσσονταν έτσι τα πράγματα. Για παράδειγμα, ο διοικητής του Σόβιν, Μεντάρια Αραντόντο, κατέθεσε ότι ο Σόβιν είχε παραβιάσει τους κανόνες της εκπαίδευσής του και τη δεοντολογία.
Επίσης, μαθαίνουμε ότι οι κατήγοροι έκαναν εξαιρετική δουλειά, στην προσπάθειά τους να “διαχωρίσουν” τον Σόβιν από το αστυνομικό σώμα, ώστε οι ένορκοι να μη νιώθουν ότι κρίνουν συνολικά την αστυνομία, αλλά έναν αστυνομικό που στην ουσία δεν έκανε τη δουλειά του και δεν λειτούργησε πραγματικά ως αστυνομικός. Έπαιξε ρόλο ακόμα και η κατακραυγή την οποία φοβούνταν ορισμένοι ένορκοι από την κοινότητά τους, στην περίπτωση που δεν ψήφιζαν την ενοχή του Σόβιν.
Είναι πιθανό, λοιπόν, αν η υπόθεση Φλόιντ δεν είχε πάρει τις διαστάσεις που πήρε, με το βίντεο, τις διαδηλώσεις, σε συνδυασμό με τις καταθέσεις των μαρτύρων, να μην είχε οδηγηθεί σε καταδίκη. Σίγουρα δεν ήταν τυχαία, αλλά δεν ήταν και σίγουρη. Το σύστημα λειτούργησε, αλλά, ως εξαίρεση και όχι κατά κανόνα, κι αυτό ίσως είναι αρκετό για πολλά μέλη ενός κινήματος που δεν έχει συγκροτηθεί ως τέτοιο. Για παράδειγμα, ο αδελφός του Φλόιντ εμφανίστηκε απόλυτα ικανοποιημένος με την ετυμηγορία: «Πιστεύω ότι λόγω της προσευχής πήραμε το αποτέλεσμα που θέλαμε. Είπαμε “Θεέ μου, χρειαζόμαστε δικαιοσύνη. Και τη χρειαζόμαστε τώρα”. Κι εκείνος απάντησε».
Προφανώς για τους ανθρώπους αυτούς είχε τεράστια σημασία, και ορθώς, να φτάσουν στην αίσθηση της δικαίωσης. Γι’ αυτό και μια σπάνια καταδίκη αστυνομικού, που μάλλον θα έπρεπε να είναι αυτονόητη, γίνεται αντικείμενο “γιορτής”. Μέχρι την επόμενη φορά που κάποιος άλλος, λευκός, μαύρος, ή όποιου χρώματος, δεν θα μπορεί να “αναπνεύσει”.