Ποινικές διώξεις κατά του επιθεωρητή και των άλλων δύο σταθμαρχών
09/03/2023Νέες ποινικές διώξεις ασκήθηκαν σήμερα από την Εισαγγελία της Λάρισας για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη. Συγκεκριμένα, διώκονται ποινικά ο επιθεωρητής του ΟΣΕ, καθώς και δύο σταθμάρχες. Οι διώξεις αφορούν στο αδίκημα της διατάραξης ασφάλειας συγκοινωνιών, το οποίο είναι κακούργημα με ποινές από δέκα χρόνια μέχρι ισόβια, καθώς και στα αδικήματα των ανθρωποκτονιών και σωματικών βλαβών κατά συρροή που είναι πλημμελήματα.
Οι διώξεις ασκήθηκαν κατά του επιθεωρητή του ΟΣΕ που τοποθέτησε στη νυχτερινή βάρδια τον σταθμάρχη της Λάρισας, ο οποίος ήδη έχει προφυλακιστεί, αλλά και κατά δύο σταθμαρχών που όφειλαν να βρίσκονται στο πόστο τους μέχρι τις 11 το βράδυ και φέρονται να αποχώρησαν νωρίτερα.
Η 3η ανακρίτρια που χειρίζεται την υπόθεση είχε χθες συνάντηση με τους δύο δικαστικούς πραγματογνώμονες που είχαν οριστεί από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Απόστολο Τζαμαλή. Οι δύο πραγματογνώμονες ενημέρωσαν προφορικά τους δικαστικούς λειτουργούς που έχουν επιληφθεί της υπόθεσης αναφορικά με τα μέχρι τώρα ευρήματα της έρευνας και σύντομα, ίσως εντός της ημέρας θα παραδώσουν τα πορίσματά τους. Άλλες πληροφορίες αναφέρουν ότι οι πραγματογνώμονες έδωσαν ήδη πολυσέλιδα πορίσματα, Εκτιμάται ότι τα πορίσματα των δύο εμπειρογνωμόνων θα δώσει περαιτέρω ώθηση στην πορεία των δικαστικών ερευνών, αφού αναμένεται να ενσωματώσουν τα στοιχεία για τα αίτια και το χρονικό της τραγωδίας που έχουν συλλέξει, υποδεικνύοντας τους υπαίτιους του σιδηροδρομικού δυστυχήματος. Το ερώτημα είναι αν αξιολογήθηκαν τα στοιχεία και για την γενικότερη κατάσταση του δικτύου και τα προβλήματα τεχνικής υποδομής για την διασφάλιση της λειτουργίας και της ασφάλειας του σιδηροδρόμου.
Παράλληλα με τα πορίσματα αναμένεται να δοθεί συνέχεια στις διώξεις όσων υπηρεσιακών παραγόντων του ΟΣΕ που φέρονται να εμπλέκονται στο δυστύχημα, με τις έρευνες να επικεντρώνονται στην περίπτωση του επιθεωρητή του ΟΣΕ, ο οποίος είχε την ευθύνη του ορισμού των βαρδιών για τους σταθμάρχες στο σταθμαρχείο της Λάρισας. Ερευνάται ακόμη ο ρόλος του απογευματινού σταθμάρχη, ο οποίος αν και θα είχε υπηρεσία μέχρι τις 23:00 αποχώρησε νωρίτερα από το πόστο του, όπως κατέθεσε ο προφυλακισμένος σταθμάρχης Λάρισας. Οι δικαστικές αρχές αναμένεται να ζητήσουν την άρση του απορρήτου των τηλεφώνων των υπηρεσιακών παραγόντων που εξετάζονται, προκειμένου να διακριβωθεί πως ακριβώς ήταν η κατάσταση στο σταθμαρχείο και τις δύο αμαξοστοιχίες που συγκρούστηκαν στο κρίσιμο χρονικό διάστημα πριν από το πολύνεκρο δυστύχημα.
Η κατάθεση του επιθεωρητή
Στην κατάθεσή του στην ανακρίτρια ο επιθεωρητής που όρισε τις βάρδιες, αρνείται ότι είχε ευθύνες για το πολύνεκρο δυστύχημα και σύμφωνα με την κατάθεσή του που δημοσιεύεται στο protothema.gr επιρρίπτει ευθύνες στους σταθμάρχες και τον μηχανοδηγό της επιβατικής αμαξοστοιχίας: «Ο μηχανοδηγός, σίγουρα αντιλήφθηκε ότι ήρθε στη γραμμή καθόδου και θα έπρεπε να αναρωτηθεί γιατί δεν πήρε το υπόδειγμα 1001. Ο συγκεκριμένος οδηγός Κουτσούμπας Γεώργιος, απ’ όσο γνωρίζω το τελευταίο χρονικό διάστημα δεν εργαζόταν στην γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη και επανήλθε πρόσφατα», είπε ο επιθεωρητής. Προσθέτει επίσης: «Όταν στη 01:15 συνάντησα τον Βασίλη Σαμαρά, τον ρώτησα γιατί έμεινε μόνος του, ενώ υπήρχε σταθμάρχης μου απάντησε ότι ο Παυλόπουλος παρέδωσε σε αυτόν και έφυγε γύρω στις 21:45 με 21:50. Τον Παυλόπουλο, τον ξαναρώτησα τι ώρα έφυγε, κι αυτός μου απάντησε ότι αυτός παρέδωσε κανονικά δίχως να προσδιορίσει ακριβές χρονικό σημείο. Θεωρώ ότι αν Παυλόπουλος εξασφάλιζε έστω την αμαξοστοιχία 2597, ίσως να είχε αποφευχθεί το ατύχημα…».
Αύριο Παρασκευή 10 Μαρτίου θα συνεδριάσει το Συμβούλιο Εφετών της Λάρισας προκειμένου να αποφασίσει την ανάθεση της υπόθεσης σε εφέτη-ανακριτή ο οποίος θα πλαισιώνεται με πρωτοδίκες-ανακριτές προκειμένου να επισπευστούν οι ανακρίσεις στο πλαίσιο των ερευνών.
Η ταυτοποίηση των θυμάτων
H Αστυνομία ανακοίνωσε ότι σε μία περίπτωση εκκρεμεί ακόμη η ταυτοποίηση με την διασταύρωση DNA «Kαι τα 108 ληφθέντα δείγματα σορών ή σωματικών μελών αντιστοιχούν στους 56 νεκρούς, ενώ μόνο για μία περίπτωση βιολογικού υλικού, που ελήφθη από συγγενή αγνοούμενης, δεν προέκυψε αντιστοίχιση καθώς δεν βρέθηκε σχετικό δείγμα». Σχετικά με το τελευταίο μη ταυτοποιημένο δείγμα που υπήρχε στα εργαστήρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, αφορούσε, όπως αναφέρει η ΕΛΑΣ, «στην περίπτωση αγνοούμενου αλλοδαπού (Σύριου), ο αδελφός του οποίου εντοπίστηκε μέσω αστυνομικής συνεργασίας στην Ολλανδία. Ακολούθησε σχετικό αίτημα για την αποστολή στη χώρα μας του γενετικού του τύπου, από την επακόλουθη εξέταση του οποίου, κατέστη δυνατή η διακρίβωση της ταυτότητας του προαναφερόμενου αγνοούμενου».