Πανεπιστήμιο και παραγωγική διαδικασία
02/12/2018Η σύζευξη της παραγωγής επιστημονικής γνώσης με την παραγωγή, σε συνάρτηση και με τη σημασία της επιστημονικής γνώσης στις σχέσεις ισχύος, μετατρέπουν το πανεπιστήμιο σε προνομιακό χώρο της τεχνοεπιστήμης. Η πρωτύτερη αυτονομία της ανώτατης εκπαίδευσης από την παραγωγή έχει αναπόδραστα, ιδιαίτερα μετά την δεκαετία του 1970, οριστικά ξεπεραστεί.
Η επιστημονική γνώση μετατρεπόμενη σε παραγωγική δύναμη καθίσταται αποφασιστική παράμετρος της ίδιας της παραγωγής, της εμπορευματικής οικονομίας, της ανάπτυξης και του ανταγωνισμού. Από τη στιγμή που η επιστημονική γνώση αποτελεί παραγωγική δύναμη, το πανεπιστήμιο, ως προνομιακός χώρος ανάδειξης, κωδικοποίησης και μετάδοσής της, καθίσταται κυρίαρχο πεδίο για τη διαμόρφωση και αναπαραγωγή ενός μεγάλου μέρους από το στελεχιακό-εργασιακό δυναμικό της οικονομίας και της κοινωνίας και μάλιστα του πλέον αποτελεσματικού.
Στις έντονα μεταβαλλόμενες οικονομικές και τεχνολογικές συνθήκες η κίνηση, η συσχέτιση των πανεπιστημίων, με τρόπο αξιόπιστο και πρωτοποριακό, στην αιχμή των εξελίξεων, και σε περιπτώσεις και πιο μπροστά από αυτές, είναι το διαρκές διακύβευμα. Στο σημείο αυτό έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια ένα δίπολο αντιπαράθεσης, όχι μόνο στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού κόσμου, αλλά και ευρύτερα σχετικά με τον τύπο του σύγχρονου πανεπιστημίου: μεταξύ αυτού που αποκαλείται “Επιχειρηματικό Πανεπιστήμιο”, ή “Πανεπιστήμιο της Αγοράς”, από τη μία πλευρά, και αυτού που ονομάζεται “Αυτόνομο Πανεπιστήμιο”, ή “Ελεύθερο Πανεπιστήμιο”, από την άλλη.
Η αντίληψη για το Πανεπιστήμιο της Αγοράς σηματοδοτεί την στενή, αποκλειστική προσαρμογή του πανεπιστημίου στους στόχους και στην υπηρεσία της αγοράς και των επιχειρήσεων, με ταυτόχρονο μετασχηματισμό του ιδίου σ’ ένα εξαρτημένο επιχειρηματικό κέντρο. Εφαρμόζοντας σχέσεις αγοράς (προϊόντος-πελάτη), μετατρέπουν το πανεπιστήμιο σε κέντρο τρέχουσας επιστημονικής-τεχνικής κατάρτισης.
Πανεπιστήμιο υψηλών ιδεωδών
Η αντίληψη για το Αυτόνομο Πανεπιστήμιο σηματοδοτεί, κατά την άποψη των υποστηρικτών της, την προσήλωση σ’ ένα πανεπιστήμιο υψηλών ιδεωδών, με σκοποθεσία σχετικά ανεξάρτητη από την τρέχουσα οικονομική, καπιταλιστική πραγματικότητα και σε κάποιες περιπτώσεις σε αντίθεση με αυτήν. Επισημαίνουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει διαδικασία προόδου και χειραφέτησης, χωρίς την κατανόηση, αλλά και την πραγματική συσχέτιση με την παραγωγή, την οικονομία και τις κοινωνικές τους σχέσεις. Και ούτε μπορεί να εξελιχθεί θετικά οποιοδήποτε εγχείρημα εν κενώ. Πολύ δε περισσότερο σε τοπίο παραγωγικής υστέρησης και αναπτυξιακής καχεξίας.
Το ζητούμενο είναι η Πολιτική, η οποία θα λειτουργεί υπερβατικά προς τους δύο πόλους, όχι τεχνητά, αλλά προγραμματικά, στρατηγικά, οραματικά. Η Πολιτική, που στρατηγικά θα συγκροτεί το νέο πανεπιστήμιο, συσχετίζοντάς το με τις ανάγκες του παρόντος και του μέλλοντος του Έθνους, της παραγωγής και της κοινωνίας, διατηρώντας στην κίνηση του και στο ρόλο του ζωντανό το κοινωνικό ιδεώδες.
Πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή είναι από κάθε πλευρά και αναγκαίες και ευπρόσδεκτες. Κυρίως, αναγκαία είναι μια τέτοια πολιτική με εθνικό χαρακτήρα, σε εθνικό επίπεδο που θα προκύψει μέσα από μια καλά σχεδιασμένη και οργανωμένη προσπάθεια. Μία πολιτική που θα συγκεντρώσει προς αυτό το στόχο (της Παιδείας και ιδιαίτερα της Ανώτατης) όλες τις σοβαρές πνευματικές δυνάμεις του Ελληνισμού, παντού στον κόσμο, και όλες τις δημιουργικές δυνάμεις της Ελλάδας. Έτσι το ισχυρό αυτό πλαίσιο ευρείας κοινοβουλευτικής και κοινωνικής συμφωνίας να αποτελέσει το Εθνικό Συμβόλαιο για την Ελληνική Παιδεία.