Ποινικός Κώδικας: Παλιά και νέα προβλήματα
14/10/2024Στο άρθρο μου της 8ης Οκτωβρίου 2024 δήλωσα, ότι θα επανέλθω με νέο άρθρο με απορίες και ερωτηματικά κυρίως για θέματα του τομέα της Δικαιοσύνης, ειδικά του Ποινικού Κώδικα, αλλά και γενικότερα θέματα, που ενώ ενδεχόμενα είχαν τεθεί και με προηγούμενα άρθρα, παραμένουν αναπάντητα. Η επανάληψη όμως της προβολής ενός θέματος διατηρεί το ζήτημα στην επικαιρότητα με προοπτική λύσης.
‘Όταν ομιλούμε για τη βραδύτητα απονομής της δικαιοσύνης, αναφερόμαστε κυρίως στην ποινική δικαιοσύνη και τον Ποινικό Κώδικα λόγω σοβαρότητας των υποθέσεων και της μεγάλης δημοσιότητας που δίνεται σε αυτές από τα ΜΜΕ, που προκαλεί το ενδιαφέρον σχεδόν όλων των πολιτών, σε αντίθεση με τις πολιτικές και διοικητικές υποθέσεις, που ενδιαφέρουν κατά κανόνα όσους έχουν άμεσο συμφέρον από την έκβαση τους.
Στα πινάκια των ποινικών δικαστηρίων κατόπιν της μη διεξαγωγής δικών, λόγω πανδημίας και της συχνής αποχής των δικηγόρων από τα καθήκοντα τους, έχει σωρευθεί ένας τεράστιος όγκος ποινικών υποθέσεων, που εκδικάζονται στα όρια της παραγραφής. Η μόνη λύση για την αποκατάσταση της ομαλής ροής των υποθέσεων είναι η επέκταση επί δίωρο του ωραρίου ( 9πμ-3μμ) της λειτουργίας του ακροατηρίου των ποινικών δικαστηρίων, για την οποία δικαστικοί γραμματείς και δικηγόροι έχουν χαράξει κόκκινες γραμμές αποβλέποντες μόνο στο συνδικαλιστικό και όχι στο δημόσιο συμφέρον, παρά την τεράστια ταλαιπωρία των μαρτύρων και διαδίκων.
Επίσης, ενώ πρωταγωνιστής της ποινικής δίκης είναι ο κατηγορούμενος και η παρουσία του για την υποβολή σε αυτόν διευκρινιστικών ερωτήσεων από το δικαστήριο και η απολογία του είναι απαραίτητες για την ανεύρεση της ουσιαστικής αλήθειας, συνήθως όμως, ιδιαίτερα όταν είναι επώνυμος, απουσιάζει και εκπροσωπείται σύμφωνα με το άρθρο 340 παρ.3 ΚΠΔ από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του για όλα τα είδη των αδικημάτων ακόμα και για κακουργήματα και το δικαστήριο αρκείται στο αφήγημα του δικηγόρου αντί να διακόψει τη διαδικασία και να διατάξει τη παρουσία του κατηγορουμένου. Έτσι όμως υπάρχει κίνδυνος έκδοσης εσφαλμένων αποφάσεων.
Εξάλλου με την άνεση της μη παρουσίας του κατηγορούμενου στο εδώλιο οι δικηγόροι του με διάφορες προφάσεις αναβάλλουν την εκδίκαση της υπόθεσης μέχρι τελικής πτώσης των μαρτύρων, που δεν θα συνέβαινε αν ήταν απαραίτητη η παρουσία του. Συνεπώς, πρέπει να καταργηθεί η διάταξη του άρθρου 340 παρ.3 ΚΠΔ που επιτρέπει τη μη παρουσία του κατηγορούμενου ή να περιορισθεί αυτή στις υποθέσεις, που δικάζονται από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο, όπως ίσχυε παλιότερα.
Περιοριστικοί όροι ή προσωρινή κράτηση;
Με νομοθετική ρύθμιση προστέθηκε στο άρθρο 296 ΚΠΔ εδάφιο, που αφορά την αντικατάσταση των προσωρινών όρων, που επιβληθήκαν σε κατηγορούμενο, με προσωρινή κράτηση σε περίπτωση παράβασης των όρων ή υποχρεωτικά αν έχει ασκηθεί σε βάρος του ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος και δυνητικά σε περίπτωση πλημμελήματος. Η νομοθετική αυτή ρύθμιση αποτελεί επίσημη αναγνώριση, ότι κάτι “σάπιο” υπάρχει στην ισχύουσα νομοθεσία και στην εφαρμογή της για την επιβολή και ανάκληση των περιοριστικών όρων σε υπότροπους και καθ’ έξη εγκληματίες, καθόσον το 50% των περιοριστικών όρων που επιβλήθηκαν, όχι μόνο δεν τηρήθηκαν, αλλά ούτε ανακλήθηκαν αν και παραβιάστηκαν οι όροι.
Είναι επίσης γεγονός, ότι πολλοί υπότροποι και καθ’ έξη εγκληματίες, ιδίως Ρομά, που διαπράττουν το 84% της ελαφριάς εγκληματικότητας, που με τη σύλληψη τους προσάγονται στον ανακριτή δεν κρατούνται προσωρινά, αλλά τους επιβάλλονται περιοριστικοί όροι, επιδίδονται στις ίδιες αξιόποινες πράξεις ιδίως κλοπές με χαρακτηριστικό παράδειγμα κλέφτη που συνελήφθη 17 φορές, αλλά κυκλοφορούσε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.
Με την παραπάνω διάταξη, που είναι θετική για τον περιορισμό της εγκληματικότητας, γίνεται έμμεσα δεκτή η έννοια του υπότροπου εγκληματία. Στον παλιό Ποινικό Κώδικα στο 5ο κεφάλαιο και τίτλο “Εγκληματίες υπότροποι και καθ’ έξη” προβλέπονταν οι έννοιες αυτές και οι κυρώσεις σε περίπτωση υποτροπής με την παρατήρηση, ότι το δικαστήριο μπορούσε να επιβάλλει σε κατ’ επάγγελμα ή καθ’ έξη εγκληματία μέχρι κάθειρξη αόριστης διάρκειας. Το κεφάλαιο αυτό του παλιού Ποινικού Κώδικα καταργήθηκε με τον νέο Ποινικό Κώδικα και έτσι δημιουργήθηκε ένα τεράστιο κενό για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και πρέπει να θεσπιστεί εκ νέου με την επαναφορά των σχετικών διατάξεων του παλιού Ποινικού Κώδικα.
Το πρόβλημα των ποινών
Από τη ρωμαϊκή εποχή επιβάλλονταν με την κύρια ποινή και οι παρεπόμενες ποινές από τη στέρηση της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη (capitis diminutio maxima) μέχρι ελαφρότερες στερήσεις (capitis diminutio minima).Οι παρεπόμενες ποινές προβλέπονται σε όλους τους ποινικούς νόμους όλων των χωρών. Στον προηγούμενο Ποινικό Κώδικα προβλέπονταν παρεπόμενες ποινές με κυριότερη την αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, που επέβαλε το δικαστήριο μαζί με την καταδίκη για συγκεκριμένα βαρύτατα αδικήματα.
Με τον νέο Ποινικό Κώδικα (ν.4619/2019) για λόγους προφανώς πολιτικούς καταργήθηκε η παρεπόμενη ποινή της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων. Έτσι, ένας καταδικασμένος σε ισόβια κάθειρξη ως δολοφόνος ή καταχραστής δημοσίου χρήματος μπορεί να εκλεγεί βουλευτής! Πιστεύω ότι πρέπει να θεσπιστεί εκ νέου η παρεπόμενη ποινή της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων, για την αποφυγή δυσάρεστων καταστάσεων ή βεβιασμένων λύσεων και σε κάθε περίπτωση για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας του λευκού κολάρου.
Κάθε χρόνο υποβάλλονται στη Βουλή από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου σωρεία αιτήσεων για την άρση της ασυλίας των βουλευτών για ποινικά αδικήματα, που φέρονται ότι διέπραξαν. Συνήθως σχεδόν όλες οι αιτήσεις για λόγους συναδερφικής αλληλεγγύης απορρίπτονται, ακόμα πολλές φορές και αυτές που ο ίδιος ο βουλευτής ζητά την άρση της ασυλίας του. Έτσι όμως ο πολίτης αναγκάζεται να καταφύγει με αγωγές αποζημίωσης στα πολιτικά δικαστήρια, όπου συνήθως δικαιώνεται. Η απόρριψη όμως της αίτησης άρσης της ασυλίας του βουλευτή δεν σημαίνει εξάλειψη του αξιοποίνου της άδικης πράξης του, αλλά μη έναρξη της ποινικής δίωξης ή διακοπή της ποινικής δίωξης κατά τη διάρκεια της θητείας του βουλευτή.
Όταν όμως ο βουλευτής χάσει την ιδιότητά του η ποινική διαδικασία πρέπει να συνεχιστεί, το δε χρονικό διάστημα που παραβλήθηκε δεν πρέπει να υπολογίζεται στο χρόνο της παραγραφής. Προσωπικά γνωρίζω ελάχιστες περιπτώσεις που η Εισαγγελία συνέχισε την ποινική διαδικασία μετά τη λήξη της θητείας του βουλευτή, το πιθανότερο για έλλειψη συντονισμού με τη Βουλή. Το συνήθως συμβαίνον είναι να μπαίνει η υπόθεση στο αρχείο λόγω παραγραφής. Φυσικά το πρόβλημα θα λυθεί, όταν σε προσεχή αναθεώρηση του Συντάγματος η βουλευτική ασυλία περιορισθεί μόνο στα σχετικά με τα καθήκοντα του βουλευτή ποινικά αδικήματα.
Και ο νέος ΚΟΚ…
Για να σπάσομε λίγο τη μονοτονία του άρθρου, θα σχολιάσομε δύο διατάξεις του υπό ψήφιση νέου Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ΚΟΚ) και συγκεκριμένα, με την αιτιολογία ότι ο νέος ΚΟΚ αποβλέπει στην αύξηση της κινητικότητας κυρίως των μοτοσικλετών και ηλεκτρικών πατινιών, επιτρέπει στους οδηγούς τους τις σφήνες και τους ελιγμούς ανάμεσα στα σταματημένα αυτοκίνητα και με την αιτιολογία ότι η αφαίρεση των πινακίδων και της αδείας κυκλοφορίας του αυτοκινήτου για τροχαίες παραβάσεις πλήττει την οικογένεια που στερείται τη χρήση του, καταργεί το σοβαρό αυτό αποτρεπτικό μέτρων των τροχαίων παραβάσεων, που ισχύει παντού και το αντικαθιστά με μεγάλα πρόστιμα, που δεν πληρώνονται. ‘Ηδη έχουν βεβαιωθεί 115 δισ. απλήρωτα πρόστιμα.
Η πρώτη διάταξη είναι τα καλά νέα για κάποιους, δηλαδή τους μοτοσικλετιστές, ντελιβεράδες και πιτσιρικάδες με ηλεκτρικά πατίνια, γιατί μπορούν να κάνουν τις “ταρζανιές” τους με την άδεια της Αστυνομίας, η δε δεύτερη τα καλά νέα για αυτούς που παρκάρουν παράνομα ακόμα και δεύτερη σειρά, αδιαφορώντας αν παρακωλύουν τη κυκλοφορία. Ταυτόχρονα όμως είναι τα κακά νέα για τους συνετούς οδηγούς, που όταν οδηγούν κυρίως σε μεγάλες λεωφόρους τρέμουν από τις σφήνες και την επιθετικότητα των οδηγών των δικύκλων, ή εκνευρίζονται με αυτούς, που ασύστολα μπλοκάρουν με το παράνομο παρκάρισμα στενούς δρόμους, ενώ οι τροχονόμοι για να ρυθμίσουν την κυκλοφορία ή να επιβάλλουν πρόστιμα είναι είδος εν ανεπάρκεια.
Σαφώς τα ερωτηματικά και απορίες χωρίς απάντηση είναι ατελείωτα και η προβολή τους μπορεί με τη βοήθεια της κοινής γνώμης να συμβάλλει στην επίλυση τους.