Πυρά από πρώην συνεργάτες κατά Ζάκερμπεργκ και Facebook
13/10/2021Η φιλία είναι όπως τα λεφτά: ευκολότερα την αποκτάς παρά την κρατάς. Ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ το γνωρίζει καλά αυτό. Ανά δύο λεπτά, ο ιδρυτής του Facebook βγάζει 48.000 δολάρια. Έχοντας συγκεντρώσει μία δυσθεώρητη περιουσία, είναι συνηθισμένος να βλέπει τις διακυμάνσεις της. Κάθε αναποδιά, όπως το πρόσφατο κρασάρισμα, μπορεί να του στοιχίσει δισεκατομμύρια. Παρόμοιες απώλειες έχει βιώσει και στην προσωπική ζωή του. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που τον εγκατέλειψαν, ή αναγκάστηκαν να φύγουν μακριά του. Κάποιοι εκ των πιο κοντινών του ανθρώπων, έχουν πλέον στραφεί εναντίον του.
Αν και έχει απενεργοποιήσει τη δυνατότητα της πλατφόρμας να εμφανίζει τον αριθμό των φίλων του, ο Ζάκερμπεργκ κάποια στιγμή είχε φτάσει στους 114 εκατομμύρια! Μέσα σε αυτούς δεν περιλαμβάνονται άτομα που κάποτε βρέθηκαν ιδιαίτερα κοντά του. Ένας από αυτούς είναι ο Ρότζερ Μακναμί. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα αναγνωρίσιμη περσόνα της Σίλικον Βάλεϊ. Ήταν ένας από τους πρώτους επενδυτές του Facebook, ένας εκ των ελαχίστων που πίστεψε εξαρχής στο όραμα του νεαρού Μαρκ.
Οι δυο άνδρες είχαν στενές σχέσεις. Ο Μακναμί αποτελούσε κάτι σαν πατρική φιγούρα για τον ιδρυτή, ένα είδος μέντορα. Ακόμα και μετά την επιτυχία του Facebook, ξανασυνεργάστηκαν. Ο Ζάκερμπεργκ τον ενέταξε σε μία ομάδα έμπιστων ατόμων, στόχος των οποίων ήταν να βελτιώσουν την κουλτούρα, το επιχειρηματικό μοντέλο και τους αλγόριθμους της πλατφόρμας.
Παρόλα αυτά, το ρήγμα μεταξύ τους κατέστη εμφανές όταν διαφώνησαν σχετικά με τις αλλαγές. Ο Μακναμί επέμενε να υιοθετηθεί μία ριζικά διαφορετική τεχνολογία που θα προστάτευε τους χρήστες από τους «εθιστικούς και επικίνδυνους αλγόριθμους». Η πρότασή του δεν έγινε δεκτή και μετά τις αποτυχημένες ιδιωτικές συναντήσεις τους, ο Μανκαμί στράφηκε δημόσια κατά του Facebook και του επικεφαλής του.
Το Like και η εμμονική χρήση
Πολύ πριν το σκάνδαλο του Cambridge Analytica, ήταν από τους πρώτους που στάθηκαν τόσο επικριτικοί απέναντί του, χαρακτηρίζοντας τον πάλαι ποτέ προστατευόμενό του «τοξικό». Όλες οι απόψεις του συνοψίστηκαν σε ένα βιβλίο με τίτλο “Zucked: Waking Up to the Facebook Catastrophe”. Μετά και τις τελευταίες αποκαλύψεις, ήταν από τους πρώτους που έπιασε το “φτυάρι”, αρθρογραφώντας σε δεκάδες Μίντια, όπως η New York Times, προτείνοντας να δημιουργηθεί ένα αυστηρό εποπτικό σύστημα για την εταιρεία.
Ο Τζάστιν Ροζενστάιν είναι ένας από τους τέσσερις σχεδιαστές του Like στο Facebook. Παραιτήθηκε το 2008. Στο παρελθόν έχει εξομολογηθεί ότι ούτε ο ίδιος δεν περίμενε να έχει τέτοια απήχηση στους χρήστες. Έχει, μάλιστα, πει ότι «τα like φέρνουν αρνητικές επιπτώσεις και ίσως ήταν υπερβολικά επιτυχημένα». Αυτή δεν είναι η μοναδική δημόσια ένστασή του.
Μιλώντας στην εφημερίδα Guardian, ο Ροζενστάιν αποκάλυψε την πρόθεσή του να εγκαταστήσει στο προσωπικό του τηλέφωνο ένα φίλτρο που προορίζεται για τους γονείς και αποτρέπει τον χρήστη να κατεβάζει διαρκώς εφαρμογές. Ο έμπειρος προγραμματιστής έχει μιλήσει ανοιχτά για την εμμονική χρήση των σόσιαλ μίντια, τις ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις που έχει αυτή η τάση. Σύμφωνα με φήμες, ο Ζάκερμπεργκ δεν θέλει να βλέπει μπροστά του τον πρώην συνεργάτη του, ενώ και ο τελευταίος στάζει φαρμάκι όταν μιλάει για εκείνον.
Είναι ένα πράγμα να στρέφεται εναντίον σου ο συνεργάτης σου και άλλο ο συνεταίρος σου. Ο Κρις Χιουζ ήταν ένας εκ των συνιδρυτών του Facebook. Γνωρίζει τον Ζάκερμπεργκ από την καλή και από την ανάποδη. Οι δυο τους ήταν κολλητοί από το Χάρβαρντ ως φοιτητές. Εργάστηκαν δύο χρόνια από το δωμάτιο του Μαρκ για την ανάπτυξη της πλατφόρμας, ενώ διετέλεσε και κάτι σαν εκπρόσωπος του Facebook. Όπως, όμως, όλα τα ιδρυτικά στελέχη του, απομακρύνθηκαν από το εγχείρημα και σταμάτησαν να έχουν επαφή με τον αλλοτινό φίλο και συνεργάτη τους.
Η εκδίκηση του WhatsApp
Ο Χιούζ, σε αντίθεση, με πολλούς άλλους, έχει μιλήσει τρυφερά για τον Μαρκ, χαρακτηρίζοντάς «καλό και ευγενικό άνθρωπο». Δεν έχει, όμως, τηρήσει την ίδια στάση απέναντι στο Facebook. Με ένα εντυπωσιακό άρθρο του στους New York Times πρότεινε τη διάσπαση του κολοσσού στα τρία. Έχει επίσης παραδεχτεί ότι η προστασία της ιδιωτικής ζωής θυσιάστηκε στο βωμό των κλικ.
Αν και το όνομα Μπράιαν Άκτον μπορεί να μην είναι ευρέως γνωστό, πίσω από αυτό κρύβεται ο άνθρωπος που δημιούργησε το WhatsApp. Την εφαρμογή που θα γινόταν καθημερινή ανάγκη για 450 εκατομμύρια χρήστες, οι οποίοι έφτασαν να στέλνουν συνολικά πάνω από 10 δισεκατομμύρια μηνύματα ημερησίως. Πριν τη μεγάλη του επιτυχία, είχε εργαστεί στο Yahoo.
Στόχος του ήταν να πάρει μεταγραφή για το Facebook, η άνοδος του οποίου τότε ήταν εντυπωσιακή. Πέρασε από συνέντευξη με τον ίδιο τον Ζάκερμπεργκ, η οποία δεν πήγε καλά. Ο ιδρυτής του Facebook τον απέρριψε σαν ανεπαρκή! «Όταν κλείνει ένα παράθυρο, ανοίγει μία πόρτα», λέει μία γνωστή παροιμία. Στην περίπτωση του Μπράιαν, αυτό ακριβώς ίσχυε. Αμέσως μετά την επώδυνη απόρριψη, ένωσε δυνάμεις με έναν οικονομικό μετανάστη από την Ουκρανία. Κάπως έτσι γεννήθηκε το WhatsApp.
Μόνο σαν εκδίκηση μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει τις μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν μεταξύ του Άκτον και του Ζάκερμπεργκ. Ο δεύτερος αναγκάστηκε να ρίξει πολλά χρήματα στα πόδια του πρώτου για να αποκτήσει το δημιούργημα του “ανεπαρκούς” και να συνεργαστεί μαζί του. Ούτε λίγο ούτε πολύ 19 δισ. δολάρια! Οι δύο άνδρες γνωρίστηκαν και έκτοτε είχαν και κοινωνικές σχέσεις.
Τα συνεχή “χτυπήματα”
Και η φιλία και η συνεργασία, όμως, ναυάγησε. Ο Άκτον εγκατέλειψε το Facebook. Έφτιαξε μία παρόμοια πλατφόρμα, το διάσημο πλέον Signal και προέτρεψε δημόσια τους χρήστες να διαγράψουν το Facebook. Σε μία σπάνια συνέντευξή του μίλησε για τις τελευταίες τεταμένες ημέρες του με τον Ζάκερμπεργκ. Περιέγραψε μία από τις συναντήσεις τους, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Μαρκ, όρμησε έξω εξοργισμένος φωνάζοντας ότι «είναι η τελευταία φορά που βλεπόμαστε και μιλάμε». Η ξαφνική αποχώρησή του από το Facebook του στοίχισε 1,3 δισ. δολάρια.
Αρνητική άποψη για το Facebook και τον ίδιο τον Ζάκερμπεργκ έχει και ο έτερος ιδρυτής του WhatsApp. Λίγους μήνες μετά το συνέταιρό του, εγκατέλειψε και εκείνος τον τεχνολογικό γίγαντα. Τα πιστεύω του σε σχέση με τα δικαιώματα των χρηστών και την ιδιωτικότητα παραβιάζονταν κατάφορα. Σιχαινόταν τις διαφημίσεις και τη συλλογή δεδομένων, τακτικές που χαρακτήριζε «απαράδεκτες» και «αντιδημοκρατικές».
«Μόνο ο Θεός ξέρει τι κάνει στους εγκεφάλους των παιδιών μας». Η παραπάνω δήλωση για το Facebook και τις συνέπειες του είναι εξόχως ανησυχητική. Το γεγονός, όμως, ότι προέρχεται από τον Σον Πάρκερ, ένα από τα ιδρυτικά στελέχη του, την καθιστά ακόμα πιο επικίνδυνη. Ο Πάρκερ είχε γίνει αρχικά γνωστός στον χώρο της τεχνολογίας για το Napster και ήταν αυτός ο οποίος κατεύθυνε το Facebook στη Σίλικον Βάλεϊ και στους μεγαλοεπενδυτές της. Διετέλεσε πρώτος πρόεδρος του Facebook και ένας από τους πρώτους επενδυτές του.
O Πάρκερ εξέφρασε τους προβληματισμούς του σε ένα από τα τεχνολογικά συνέδρια, αναφέροντας πως έχει γίνει «κατά κάποιον τρόπο αντιρρησίας συνείδησης» όσον αφορά στα σόσιαλ μίντια. Σε μία συνέντευξη παραδέχτηκε ότι η εταιρεία έχει σχεδιαστεί για να εκμεταλλεύεται την “ευπάθεια” ατόμων με βάση την εικονική δημοφιλία τους.
Οι φιλίες σε δεύτερη μοίρα
Η Λία Πέρλμαν είναι πρώην διευθύντρια στο Facebook. Ανέπτυξε την ιδέα του “like” στο Facebook, δίπλα στον Τζάστιν Ροζενστάιν. Αν και παραδέχεται ότι το όλο εγχείρημα είχε στόχο να φέρει περισσότερη θετικότητα στο κοινωνικό δίκτυο, η Πέρλμαν έχει εκφράσει την ανησυχία της. Σε μια συνέντευξη της το 2017, δήλωσε ότι την στοιχειώνει ένα επεισόδιο της δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς “Black Mirror” όπου η κοινωνική αξιοπιστία των ανθρώπων εξαρτάται από ένα σύστημα αξιολόγησης από ομότιμους τους.
«Το παρακολούθησα μόλις πριν από περίπου ένα μήνα και αυτό με στοιχειώνει σε τακτική βάση», είπε τότε. «Γιατί δεν διαφέρει και ιδιαίτερα από το ίδιο το Facebook». Η λίστα δεν τελειώνει εδώ. Πολλά στελέχη του κολοσσού αποστασιοποιήθηκαν δημοσίως, αμφισβητώντας τις προθέσεις του Ζάκερμπεργκ. Ο ίδιος από την πλευρά του δεν φαίνεται να πτοείται. Εξάλλου, όταν κυκλοφόρησε η ταινία “The social network” που απεικόνιζε τη δημιουργία του Facebook, η ατάκα που τη συνόδευε ήταν «δεν κάνεις εκατομμύρια φίλους δίχως να δημιουργήσεις στην πορεία και κάποιος εχθρούς».
Παρακολουθώντας την, κανείς συμπεραίνει ότι οι ανθρώπινες σχέσεις και οι φιλίες έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Ο έλεγχος του Facebook υπερκεράζει τα πάντα για τον Ζάκερμπεργκ. Δημοσίως, έχει αποφύγει να σχολιάσει κάποιους από τους πρώην φίλους και συνεργάτες. Καταδέχεται να απαντήσει μόνο όταν κρίνει ότι η παρέμβασή τους ήταν ιδιαιτέρως βαρύνουσα. Ως Facebook και όχι ως Μαρκ. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά.
Εμφανίζεται πεπεισμένος ότι όσοι έφυγαν ή εκδιώχθηκαν ή αλλαξοπίστησαν, απλά βρίσκονται στη λάθος μεριά του τραπεζιού. Όχι εκεί που κάθονται οι νικητές, το όνομα των οποίων γράφεται με χρυσά γράμματα. Και ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει γι’ αυτό; H ιστορία αυτή περιλαμβάνει φίλους, πολύ-πολύ χρήμα, προδοσία, αλλά και το ίδιο το κοινωνικό δίκτυο. Αυτό στο οποίο δισεκατομμύρια χρήστες από όλο τον κόσμο μοιράζονται τη ζωή τους.