Λέμβοι ανθρωπιάς στην πλημμύρα προβλημάτων
08/09/2023Κάθε σκοτεινή στιγμή της ατομικής ή συλλογικής ζωής, ειδικά όταν το σκοτάδι γίνεται έρεβος χαώδες από απανωτά χτυπήματα, βουλιάζει την ιδεολογική ή φιλοσοφική Κιβωτό του Νώε που νομίζουμε ότι διαθέτουμε. Το στιγμιαίο παρατείνεται σε χρόνους, και το σκότος αποκτά όγκο και συνθλίβει ό,τι βρει. Η απελπισία γίνεται απόγνωση ή σιωπηρή αδυναμία, ο άνθρωπος νιώθει μόνος και άοπλος. Και τότε προσφεύγει στον άνθρωπο που φέγγει σαν να είναι σωσίβια λέμβος. Τον σφιχταγκαλιάζει με λατρεία, όπως άλλοτε ορμούσαμε στο παιδί μας όταν ερχόταν από την ξενιτιά.
Γιατί αυτός ο φωτεινός άνθρωπος με την φωτεινή πράξη του είναι σαν να μας τραβάει από το γκρεμό τελευταία στιγμή και να μας σώνει, όταν εμείς νιώθαμε πια ότι υπάρχει μόνο η άβυσσος και μας καταπίνει. Αυτά τα σπάνια άτομα, είναι τελικά η μόνη κιβωτός που απομένει, φτιαγμένη από άυλα νήματα ενσυναίσθησης και επιτρέπει ακόμα και στον πιο τιποτένιο από εμάς να τρυπώσει και να νιώσει ότι υπάρχει καταφύγιο και ελπίδα.
Το πιο πρόσφατο φωτεινό γεγονός είναι από το Πήλιο, όπου πολλοί αλλοδαποί και ημεδαποί τουρίστες που βρέθηκαν εκεί με τις οικονομίες τους για να κάνουν σαν άνθρωποι τις διακοπές τους, αποκαμωμένοι από τον 11μηνο μόχθο της επιβίωσης, κάθισαν και δούλεψαν μέρα νύχτα για να σώσουν ξένες περιουσίες και παρά τα όσα τράβηξαν, είπαν ότι θα ξανάρθουν. Συγκεκριμένα ένας άνθρωπος με επιχείρηση στο παραλιακό χωριό Μικρό του Πηλίου έγραψε τα εξής:
«Αδιανόητο πώς Σέρβοι, Γερμανοί, Βούλγαροι, Ούγγροι, Έλληνες, Αυστριακοί ήρθαν να κάνουν διακοπές στο Μικρό Νοτίου Πηλίου και δούλεψαν τρεις μέρες σαν σκυλιά προκειμένου να σωθεί ό,τι σώζεται. Σαν σκυλιά. Δε ρώτησαν από πού είναι ο διπλανός τους, απλά σκουπίζαν, σπάγαν μάντρες, μεταφέραν άμμο για να σωθεί περιουσία η οποία δεν ήταν δίκη τους. Στο τέλος μας αγκάλιασαν, μας είπαν ότι είναι πολύ λυπημένοι, μας παρηγόρησαν, μας υποσχέθηκαν ότι θα έρθουν ξανά και έφυγαν δακρυσμένοι.
Είδαμε και έναν πενηντάρη κάτοικο στον Άη Γιάννη του Πηλίου που ενώ είχε πλημμυρίσει το υπόγειο του, αυτός με το φορτηγάκι του πήγαινε στα άλλα σπίτια και απεγκλώβιζε συγχωριανούς του και είχε ένα χαμόγελο μέχρι τ’ αυτιά. Στην δε περίπτωση του άτυχου 36χρονου Αντώνη Καργιώτη που πνίγηκε όταν τον έσπρωξε ο ύπαρχος του πλοίου, ένας Αλβανός πήγε και βρόντησε την πόρτα του καπετάνιου για να σταματήσει το καράβι και να σωθεί ο άνθρωπος που έπεσε στη θάλασσα. Ο μετανάστης κι άλλοι πέντε-έξι κάνανε τον χοντρό καβγά και βγήκαν μπροστά και το πήραν επάνω τους, όταν άλλοι κάθονταν ήδη στο σαλόνι για να κεραστούν όπως τους είχαν τάξει από τα μεγάφωνα. Ο καπετάνιος τους έκλεισε την πόρτα στα μούτρα. Αυτοί οι πέντε-έξι δεν έτρεξαν να φιλευτούνε τζάμπα.
Ο 84χρονος διασώστης και άλλοι
Κι είναι και ο πατέρας που μαζί με το γιο του και μια πλαστική βάρκα πήγαν και σώσανε ένα σκυλάκι από στέγη στον Παλαμά της Καρδίτσας. Και στο Βόλο ο 84χρονος ή 80χρονος κ. Τασιόπουλος που με το βαρκάκι του έσωσε 15 ανθρώπους στο χωριό Μεταμόρφωση κάνοντας κουπί μέσα στα λασπόνερα, διασώζοντάς τους από στέγες σπιτιών και οδηγώντας τους με ασφάλεια στο κοινοτικό κατάστημα. Ο 84χρονος παππούλης έκανε δίχως να του το ζητήσει κανένας αυτά που ο κρατικός μηχανισμός πληρώνεται για να φέρει σε πέρας. Και είναι και η γυναίκα που μάζεψε σε έναν πρώτο όροφο δέκα άτομα και ηλικιωμένους από τη γειτονιά, που κάποιοι είχαν και άνοια. Έστελνε απελπισμένα μηνύματα ότι δεν μπορεί να τους φροντίσει και ότι μαζί με τα νερά ανεβαίνουν στον πάνω όροφο και φίδια (!) –είχε αναρτήσει και φωτογραφία ενός φιδιού. Δεν παράτησε τους γέροντες και τις γερόντισσες ώσπου να φτάσει βοήθεια.
Στην δε μεγάλη πυρκαγιά του Έβρου, όπως γράφει ο δασάρχης Αλεξανδρούπολης Γιώργος Κ. Πιστόλας, είκοσι Πομάκοι υλοτόμοι που ζουν στο Σιδηροχώρι και τον Πετρόλοφο, με την καθοδήγηση ενός δασολόγου και ενός δασοπόνου και με την υποστήριξη ενός-δύο πυροσβεστικών οχημάτων, κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ζώνη ανάσχεσης σε μήκος πλέον των 10 χιλιομέτρων.
Ο μοναδικός τους εξοπλισμός ήταν τα δικά τους αλυσοπρίονα. Άλλο “όπλο” τους οι κλάρες των δέντρων και η βαθιά γνώση που είχαν για το βουνό. Χωρίς μάσκες και γυαλιά για τον καπνό, ήταν ανελλιπώς στο μέτωπο της φωτιάς επί έξι μερόνυχτα, και χάρη σε αυτούς σταμάτησε η εξάπλωση της φωτιάς και σώθηκε δάσος τουλάχιστον 100.000 στρεμμάτων. Για τους ανθρώπους αυτούς, λίγοι θα μιλήσουν.
Το αντίδοτο στη δυστυχία
Στην Ικαρία όταν κάηκε σπίτι φτωχού, του το ξανάφτιαξαν χωρίς πληρωμή οι εργάτες συντοπίτες του και δόθηκαν δωρεάν και τα υλικά από τη μάντρα του χωριού. Στο ίδιο νησί όταν μια φτωχή γυναίκα χρειάστηκε κέντρο αποκατάστασης οργάνωσαν τα λεγόμενα “Μακαρόνια”, όπου είναι συνήθεια σε περιπτώσεις ανάγκης να τσοντάρουν όλοι υλικά, να φτιάχνονται μακαρονάδες και να γίνεται ένα γλέντι για καλό σκοπό. Στη συγκεκριμένη “Μακαρονάδα” συγκεντρώθηκαν λεφτά για το κέντρο αποκατάστασης και επειδή δεν μαζεύτηκαν αρκετά, διοργανώθηκαν και “Λουκουμάδες” για δεύτερο έρανο.
Και σε μικρές ατομικές ανθρώπινες ιστορίες, πριν από δυο μήνες, μάθαμε από συγγενή μιας ηλικιωμένης με άνοια που περιφερόταν στου Γκύζη, ότι σώθηκε από περαστικό. Συγκεκριμένα, ένας μεσίτης από την Κυψέλη, έτυχε να πάει εκεί να δείξει διαμέρισμα σε ενδιαφερόμενους αγοραστές και είδε την γριούλα να περιφέρεται αποπροσανατολισμένη. Καθώς έφευγε με το ΙΧ του, δεν του έκανε καρδιά να αδιαφορήσει. Γύρισε πίσω, έκανε δυο-τρεις φορές το γύρο του τετραγώνου για να την εντοπίσει ξανά. Η γυναίκα δεν επικοινωνούσε με το περιβάλλον και κινδύνευε να τη χτυπήσει αυτοκίνητο. Ο μεσίτης την πλησίασε, την έβαλε στο αμάξι του και την πήγε στο αστυνομικό τμήμα. Στην πολυσύχναστη οδό Γκύζη την είχαν προσπεράσει στο μεταξύ πάνω από εκατό νοματαίοι. Ο ένας στους εκατό, την έκανε “πρόβλημά του”.
Ήρωες της διπλανής πόρτας
Υπάρχουν αμέτρητοι μικροί και μεγάλοι ανώνυμοι ήρωες, εθελοντές κυριολεκτικά και όχι τυπικά, που ορμούν να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους σε κρίσιμες στιγμές ή που διακριτικά “κάνουν το καλό και το ρίχνουν στο γιαλό”. Άλλοι δίνουν από το υστέρημά τους. Σε μια πλατεία της Κυψέλης με άστεγους, μια γριούλα τους πήγαινε κάθε μέρα ένα πιάτο φαγητό. Όταν η γριούλα πέθανε, πήρε τη σκυτάλη ένας συνταξιούχος που τους έφερνε κι αυτός κάθε μέρα ταπεράκι. Και μια άλλη συνταξιούχος περνάει κάθε μέρα και δίνει στους ίδιους από 20 λεπτά στον καθένα, έχοντας λογαριάσει να δίνει 30 ευρώ το μήνα συνολικά. Κανείς τους δεν σώνεται με τα 20 λεπτά, αλλά αυτή η γυναίκα μόνο ένα ευρώ τη μέρα μπορεί να δώσει και το μοιράζει δίκαια.
Μάθαμε και για έναν Καλαματιανό υδραυλικό, πολύ χειροδύναμο, που ζούσε στην Αθήνα, και που όταν άκουσε για τους σεισμούς στο Αίγιο πήρε το αμάξι του και πήγε να βοηθήσει, όπως το έφερε η μοίρα να βοηθήσει μετά και στο μεγάλο σεισμό της Αθήνας. Πέθανε από κακοήθεια λίγα χρόνια αργότερα και δεν ξέρουμε αν θα ήθελε να αναφερθεί το όνομά του. Μια καθηγήτρια κολεγίου στο Λονδίνο, Ελληνίδα, παραχώρησε τη μόνιμη θέση της στο πάρκινγκ της σχολής σε μια έγκυο αλλοδαπή φοιτήτρια και η ίδια πηγαινοέρχεται πλέον στο πανεπιστήμιο με το λεωφορείο. Η καθηγήτρια δεν θυσίασε τη ζωή της, αλλά το προνόμιό της.
Τελικά τα ξεχωριστά άτομα που σκέφτονται τον διπλανό τους σαν να ήταν δικός τους άνθρωπος, διακριτικά και ανώνυμα, μας δίνουν την ευκαιρία να ζούμε άκοπα. Η ζωή δεν συνεχίζεται χάρη στο συλλογικό ρεαλισμό του “άσε, πού να μπλέκουμε τώρα” και στη μαζική αδιαφορία, αλλά χάρη σε αυτούς τους λιγοστούς επαναστάτες που αποκαθιστούν την αξία της ανθρώπινης ζωής στο σωστό της βάθρο και τρώμε κι εμείς από τα έτοιμα, τζάμπα μάγκες του πληκτρολογίου οι πιο πολλοί δυστυχώς ή βυθισμένοι στην ανημποριά.