Στο Ισραήλ βρήκαν πόσοι κολλάνε μετά την τρίτη δόση
25/11/2021Ένας σημαντικός λόγος που ειδικά στη χώρα μας οι αντιεμβολιαστές είναι αρκετοί και επίμονοι, είναι και τα “μισόλογα” περί της αποτελεσματικότητας των εμβολίων. Αν εξαρχής είχε αποσαφηνιστεί ότι ακόμα και με το εμβόλιο μεταδίδονται οι μεταλλάξεις και ότι ένα 10% πλήρως εμβολιασμένων ανθρώπων και πάλι μπορεί να πεθάνει, οι αντιεμβολιαστές θα είχαν στερηθεί ένα από τα επιχειρήματά τους. Το ίδιο σφάλμα τακτικής γίνεται τώρα με την τρίτη δόση.
Όπως δηλαδή προβλήθηκε ο “πλήρης εμβολιασμός” ως πανάκεια, τώρα προβάλλεται και η αναμνηστική δόση ως απόλυτη σωτηρία! Όμως η ακριβής και επιστημονικά ορθή επιχειρηματολογία υπέρ των εμβολίων, πρώτης, δεύτερης ή τέταρτης και πέμπτης δόσης, δεν είναι ότι θα μας σώσουν όλους, αλλά ότι συνιστούν τη μοναδική επιλογή για να πεθάνουν λιγότεροι από εμάς.
Τα εμβόλια πάντα θα αφήνουν ακάλυπτο ένα ποσοστό ανθρώπων που μοιραία θα χάνουν την μάχη. Όμως θα σώνουν το 90% από την ΜΕΘ και το θάνατο, χωρίς κανείς να ξέρει εκ των προτέρων με βεβαιότητα για το αν θα ανήκει στο 10% ή στο 90%. Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι ευάλωτοι (είτε λόγω DNA, είτε λόγω ηλικίας, πάχους ή ασθενειών) χωρίς την πλήρη εμβολιαστική κάλυψη, θα είχαν δεκαπλάσιες περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν.
Οι Ισραηλινοί κάθισαν και έψαξαν διεξοδικά πόσοι κόλλησαν στη χώρα τους μετά την τρίτη δόση, πόσοι χρειάστηκαν εισαγωγή σε ΜΕΘ και πόσοι πέθαναν. Έψαξαν και την σημαντική παράμετρο των υποκειμένων νοσημάτων ή χαρακτηριστικών που ίσως κάνουν κάποιους περισσότερο ευάλωτους. Η συγκεκριμένη έρευνα έχει μόνον ένα βασικό μειονέκτημα, ότι παρακολούθησε τους εμβολιασθέντες για διάστημα επτά ημερών έως ενάμισι μήνα, καθώς ο εμβολιασμός στο Ισραήλ με την τρίτη δόση άρχισε το καλοκαίρι και η έρευνα ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο.
Μειονεκτήματα της έρευνας
Όμως η έρευνα έχει και ένα μειονέκτημα ουσίας, ότι (επειδή δεν επιδιωκόταν ειδική ανάλυση, αλλά συμπεράσματα για το γενικό πληθυσμό) εξαίρεσε της μελέτης ανοσοκατεσταλμένους που είχαν εμβολιασθεί πριν από τις 30 Ιουλίου. Δεν διευκρινίζεται ποιες ομάδες ανοσοκατεσταλμένων απέκλεισε, καθώς και οι άνω των 80 ετών έχουν κατά κανόνα φυσική ανοσοκαταστολή λόγω ηλικίας. Επίσης σοβαρή ανοσοκαταστολή έχουν και όσοι κάνουν χημειοθεραπεία. Στην ανάλυση για το ρόλο των υποκειμένων νοσημάτων ή παραγόντων κινδύνου, αναφέρει αριθμό, αλλά όχι ποια.
Οπότε ένα βασικό θέμα που μένει αναπάντητο, είναι ποια νοσήματα μπορεί να κάνουν πιο ευάλωτους τους εμβολιασμένους, εκτός από της ανοσοκαταστολής, που είναι γενικά αναγνωρισμένο πρόβλημα εξαρχής. Φαίνεται από άλλες μελέτες ότι εκ των εμβολιασθέντων κινδυνεύουν περισσότερο οι υπερήλικες και όσοι έχουν διαβήτη, αλλά ως προς αυτό δεν έχουμε αναλυτικά στοιχεία για την τρίτη δόση.
Τρίτο μειονέκτημα κοινό σε όλες τις έρευνες, είναι αυτό της συμπεριφοράς, δηλαδή πόσο περισσότερο εκτίθεται ο εμβολιασμένος όταν έχει τη σιγουριά της εμβολιαστικής κάλυψης. Η έκθεση σε πολύ ιικό φορτίο (π.χ. αν δεν φοράει κάποιος μάσκα και αν είναι κοντά σε άτομα που μιλούν δυνατά ή τραγουδούν ή σε κλαμπ ή σε εστιατόριο), σχετίζεται άμεσα με την βαρύτητα της νόσου.
Έψαξαν πάντως όσα παρέλειψαν άλλοι
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, είχαν γίνει άλλες δύο συναφείς έρευνες, που έδειχναν ότι η τρίτη δόση, 12 μέρες μετά την χορήγησή της, προστατεύει σε ποσοστό 90-96% από σοβαρή νόσο, όμως δεν εξετάσθηκαν τα υπάρχοντα ή μη υποκείμενα νοσήματα. Μια δεύτερη προγενέστερη έρευνα εστιάσθηκε στο πόσοι κολλάνε (ανεξαρτήτους του αν έχουν συμπτώματα ή όχι) οι εμβολιασθέντες και διαπίστωσε ότι η τρίτη δόση μειώνει κατά 70–84% την πιθανότητα θετικού τεστ στους εμβολιασθέντες, όμως δεν προχώρησε στην ανάλυση του “από κει και πέρα”, δηλαδή πόσοι από αυτούς νόσησαν βαριά και πόσοι καθόλου.
«Η έρευνά μας είναι η πρώτη που εκτιμά την αποτελεσματικότητα του Pfizer όσον αφορά την βαριά νόσο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα υποκείμενα νοσήματα», γράφουν οι Ισραηλινοί στην έρευνά τους, που δημοσιεύθηκε στην έγκριτη ιατρική επιθεώρηση Lancet. Συγκεντρωτικά αναφέρουν ότι, σε σύγκριση με όσους είχαν εμβολιασθεί μόνον με δύο δόσεις προ πενταμήνου, η τρίτη δόση προστατεύει σε ποσοστό 94% κατά μέσο όρο από εισαγωγή σε νοσοκομείο, σε ποσοστό 92% από βαριά νόσο και σε ποσοστό 81% από θάνατο.
Για την έρευνά τους συγκέντρωσαν στοιχεία από 728.321 άτομα που έκαναν την τρίτη δόση με μέσο όρο ηλικιών τα 52 έτη (από 38 έως 68 ετών). Τους παρακολούθησαν από την πρώτη εβδομάδα μετά την τρίτη δόση συγκρίνοντάς τους με ισάριθμους και ίδιου προφίλ πολίτες που είχαν κάνει πριν από πέντε μήνες την δεύτερη δόση αλλά δεν είχαν λάβει ακόμη την τρίτη.
Πόσοι νόσησαν και πόσο βαριά
Στο διάστημα παρακολούθησης, μετά τον εμβολιασμό με την τρίτη δόση, στην μεν ομάδα εκείνων που είχαν κάνει μόνο δύο δόσεις χρειάσθηκε να εισαχθούν για νοσηλεία 231 άτομα, ενώ σε όσους πήραν την ενισχυτική, ασθένησαν 29. Στους “πρώην εμβολιασμένους” νόσησαν βαριά 157, ενώ σε όσους έκαναν την τρίτη δόση 17. Τελικά έχασαν την μάχη 44 άτομα από όσους είχαν κάνει μόνο τις δύο δόσεις και επτά άτομα από όσους είχαν κάνει τρεις.
Στις ομάδες που συγκρίθηκαν συμπεριελήφθησαν πολίτες που κινδυνεύουν περισσότερο από τη νόσο: καρκινοπαθείς, νεφροπαθείς, πνευμονοπαθείς, καρδιοπαθείς, μεταμοσχευμένοι, άτομα με παχυσαρκία (δείκτη μάζας σώματος άνω του 30), εγκυμονούσες, αναιμικοί, καπνιστές και διαβητικοί Τύπου Ι. Επίσης ελήφθησαν υπ’ όψιν και άλλοι εμβολιασμένοι με πιθανούς παράγοντες κινδύνου: άσθμα, αγγειακά, υπέρταση, ανοσοκαταστολή, νευρολογικές νόσους, ηπατίτιδα, περιττά κιλά με δείκτη μάζας σώματος άνω του 25, νεανικό διαβήτη και αιματολογικά προβλήματα.
Στον πίνακα αναγράφονται οι λοιμώξεις για εμβολιασμένους με δύο δόσεις και με τρεις, από κάτω ο αριθμός των συμπτωματικών, στην τρίτη αράδα όσων χρειάσθηκαν νοσηλεία, στην τέταρτη όσοι αντιμετώπισαν βαριά νόσο στις δύο ομάδες και στην πέμπτη αράδα πόσοι πέθαναν από τα δύο “γκρουπ” σε διάστημα 50 ημερών, από την ημέρα της τρίτης δόσης στην ομάδα μελέτης.
Στους άνω των 40 και κυρίως στους άνω των 70, όπως και στους ευπαθείς (number of coexisting conditions στον κατωτέρω πίνακα), διαπιστώθηκαν σαφείς διαφορές. Όσοι είναι άνω των 70 ετών και όσοι έχουν πάνω από τρία υποκείμενα νοσήματα ή παράγοντες κινδύνου, φαίνεται από την έρευνα ότι έχουν οκταπλάσια έως δεκαπλάσια προστασία με την τρίτη δόση.Τι δείχνει η έρευνα
Με όσους είχαν ως μοναδικό παράγοντα κινδύνου την ηλικία και ήταν άνω των 70 ετών, χρειάσθηκαν νοσηλεία 140 άτομα που είχαν κάνει δύο δόσεις και 16 άτομα από εκείνους που είχαν κάνει την τρίτη. Από όσους είχαν έναν έως δύο παράγοντες κινδύνου (π.χ. κάπνισμα και παχυσαρκία ή καρδιολογικά και διαβήτη) χρειάσθηκαν νοσηλεία 61 άτομα που είχαν λάβει δύο δόσεις και επτά από εκείνους που είχαν κάνει την τρίτη.
Σε όσους αντιμετώπιζαν πάνω από τρία υποκείμενα νοσήματα ή παράγοντες κινδύνου, από όσους είχαν κάνει μόνο δύο δόσεις χρειάσθηκαν νοσηλεία 156 άτομα, ενώ από όσους έκαναν τρίτη δόση, μόνον 20. Όσον αφορά στη σοβαρή νόσο σε όσους ήταν άνω των 70 και είχαν κάνει τις δύο δόσεις μπήκαν σε ΜΕΘ 108, ενώ από όσους έκαναν την τρίτη δόση μόνον 10.
Από όσους ήταν επιβαρυμένοι με έναν έως δύο παράγοντες κινδύνου και είχαν κάνει μόνο δύο δόσεις χρειάσθηκαν ΜΕΘ οι 39, ενώ από όσους έκαναν την τρίτη δόση, οι 2. Στην ομάδα εκείνων που είχαν πάνω από τρία υποκείμενα νοσήματα ή παράγοντες κινδύνου και είχαν κάνει μόνο δύο δόσεις, μπήκαν σε ΜΕΘ οι 113 ενώ από όσους είχαν κάνει την τρίτη δόση, μπήκαν οι 15.