ΘΕΜΑ

Στο προσκήνιο και πάλι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των υγειονομικών

Οι εμβολιασμένοι θα πληρώσουν τη νύφη στο ΕΣΥ

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, της Ελλάδας περιλαμβανομένης, πολλοί πολίτες θεωρούν ότι λόγω του αντικειμένου της εργασίας ή λειτουργήματός τους, γιατροί και νοσηλευτές πρέπει να εξαιρεθούν από το συνταγματικά διεθνώς κατοχυρωμένο δικαίωμα όλων των προσώπων να εμβολιάζονται κατά βούληση. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των υγειονομικών ήρθε και πάλι στο προσκήνιο, με αφορμή την αναισθησιολόγο που βρέθηκε θετική στον κορονοϊό, λίγο προτού μπει το χειρουργείο για να συμμετάσχει σε επέμβαση ασθενούς στο Νοσοκομείο Γεώργιος Γεννηματάς στη Θεσσαλονίκη.

Στο νοσοκομείο αυτό δεν έχει εμβολιασθεί όμως το 20% των υγειονομικών και η αναισθησιολόγος που στοχοποιήθηκε δεν είναι η μοναδική ανεμβολίαστη. Όμως αυτή είναι και η γενική στατιστική σε όλα τα ελληνικά νοσοκομεία, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Στα δημόσια νοσοκομεία έχει εμβολιαστεί το 82% των γιατρών και στα ιδιωτικά το 88%. Στα πρώτα έχει εμβολιαστεί το 63% των νοσηλευτών και το 60% των άλλων ειδικοτήτων που απασχολούνται σε νοσοκομεία. Στον ιδιωτικό τομέα έχει εμβολιασθεί το 62% των νοσηλευτών, ενώ δεν υπάρχουν στοιχεία για τις άλλες ειδικότητες των ιδιωτικών κλινικών. Στο Λονδίνο έχει εμβολιαστεί το 79% των υγειονομικών, ποσοστό απογοητευτικό αν λάβει κανείς υπόψη ότι σε απόλυτους αριθμούς 35.000 γιατροί, νοσηλευτές και υπάλληλοι νοσοκομείων παραμένουν ανεμβολίαστοι.

Το θέμα ανακινείται κάθε φορά που παρουσιάζονται κρούσματα σε νοσοκομεία με ανεμβολίαστους υγειονομικούς. Για παράδειγμα προ διμήνου, στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου (ΠΑΓΝΗ), ενώ είχαν ολοκληρωθεί οι εμβολιασμοί των γιατρών και νοσηλευτών (που ήθελαν) από το Φλεβάρη, εντοπίστηκαν 41 κρούσματα σε ασθενείς, συνοδούς και σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό. Μεταξύ όμως των πέντε γιατρών που κόλλησαν, οι τέσσερεις ήταν εμβολιασμένοι. Επίσης από τους έξι νοσηλευτές που κόλλησαν, οι πέντε ήταν επίσης εμβολιασμένοι, κάτι που περιπλέκει περισσότερο το θέμα.

Αντίστοιχα υπενθυμίζεται δέκα μέρες πριν από την περίπτωση του ΠΑΓΝΗ, η περίπτωση του αντικαρκινικού Νοσοκομείου Μεταξά, όταν βρέθηκαν 60 κρούσματα, εκ των οποίων τα 40 ήταν γιατροί και νοσηλευτές. Από τους 40 υγειονομικούς, μόνον οι 11 είχαν εμβολιαστεί. Παρότι το νοσοκομείο είναι ογκολογικό και φροντίζει ασθενείς σε ανοσοκαταστολή και ιδιαίτερα ευάλωτους στον κορονοϊό, είχε τότε εμβολιασθεί μόνο το 55% του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού.

Τα δικαιώματα των ασθενών

Ένα σοβαρό θέμα (μεταξύ των άλλων) στο τελευταίο περιστατικό (της αναισθησιολόγου) είναι αν βρέθηκε θετική σε προγραμματισμένο τεστ. Από τον περασμένο Μάρτιο υπάρχει η απόφαση να υποβάλλονται σε δύο rapid test την εβδομάδα, όσοι υγειονομικοί δεν έχουν εμβολιασθεί. Αυτά τα τεστ είναι η μοναδική δικλείδα ασφαλείας για τους ευπαθείς ασθενείς των νοσηλευτηρίων, κρατικών και ιδιωτικών. Επίσης ένα άλλο θέμα είναι τα ειδικά δικαιώματα του ασθενούς και αν αυτά μπορούν να διασφαλιστούν.

Μπορεί για παράδειγμα ο ασθενής να απαιτήσει να χειρουργηθεί μόνον από εμβολιασμένους χειρουργούς και βοηθούς; Μπορεί να απαιτήσει να νοσηλευθεί σε θάλαμο όπου εισέρχονται μόνον εμβολιασμένοι νοσηλευτές; Μπορεί να απαιτήσει να εμβολιασθεί μόνον από νοσηλευτές που έχουν εμβολιασθεί οι ίδιοι; Αυτό το δικαίωμα του ασθενούς, να μην εκτεθεί σε άτομο που έχει περισσότερες πιθανότητες από τους εμβολιασθέντες να είναι φορέας και να μεταδίδει τη νόσο, δεν έχει καταγραφεί μεταξύ των δικαιωμάτων των ασθενών.

Επίσης ο ασθενής ανήκει εκ των πραγμάτων σε ευάλωτη ομάδα. Δεν μπορεί να ρωτήσει εύκολα, για προφανείς λόγους, τον γιατρό του ή τη νοσηλεύτρια ή τη γραμματέα του (για παράδειγμα σε ιδιωτικό ιατρείο ή και σε κρατικό) αν είναι εμβολιασμένοι. Αυτή την αμηχανία μπορεί να την καλύψει μόνον η πρόνοια της πολιτείας.

Ο αντίλογος

Όμως υπάρχει, πέραν της συνταγματικής αρχής του μη υποχρεωτικού εμβολιασμού και ο επιστημονικός αντίλογος, ότι τα εμβόλια δεν έχουν ακόμη την συνήθη πλήρη έγκριση από καμία Επιτροπή Εμβολιασμών στον κόσμο και έχουν λάβει παντού μια “ειδική” ή “επείγουσα” άδεια χορήγησης. Πέραν των αντιεμβολιαστικών κινημάτων, δηλαδή, υπάρχει και η καθαρά επιστημονική ένσταση, ότι αν η πολιτεία δεν αναλαμβάνει την ευθύνη να εγκρίνει πλήρως ένα σκεύασμα και ουσιαστικά εκφράζει τις επιφυλάξεις της, τότε ο εμβολιασμός με αυτό δεν μπορεί να καταστεί υποχρεωτικός ούτως ή άλλως.

Στις ΗΠΑ δημοσκόπηση δείχνει ότι (ένα μήνα πριν) μόλις 52% των υγειονομικών είχαν κάνει την πρώτη δόση. Το 19% σκόπευε να εμβολιαστεί στο άμεσο μέλλον, το 12% δεν είχε αποφασίσει ακόμη και το 18% δήλωνε ότι δεν πρόκειται να εμβολιαστεί. Το 35% όσων αρνήθηκαν τον εμβολιασμό θεωρεί ότι δεν έχει γίνει αξιόπιστη έρευνα όσον αφορά στην ασφάλεια και στην αποτελεσματικότητα των σκευασμάτων. Την ίδια στιγμή, στην ίδια έρευνα, ο ένας στους έξι δηλώνει ότι εφόσον γίνει υποχρεωτικός ο εμβολιασμός κατά της COVID-19, θα παραιτηθεί από την εργασία του.

Στον Καναδά δημοσκόπηση έδειξε ότι το 72% του γενικού πληθυσμού είναι υπέρ του εμβολιασμού αλλά υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού του γενικού πληθυσμού (και όχι ειδικά των γιατρών) τάχθηκε το 64%, χωρίς να διευκρινίζονται όμως οι ηλικίες όσων απάντησαν. Στη Βρετανία υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού του γενικού πληθυσμού και πάλι, τάσσεται το 40%, ίσως επειδή η έρευνα έγινε με προσεκτική επιλογή ηλικιακών ομάδων που ερωτήθηκαν κατ΄αναλογία.

Δεν επαρκούν τα rapid test

Αν και η ελληνική κυβέρνηση, όπως και μερικές άλλες ευρωπαϊκές, όχι πάντως οι περισσότερες, εξετάζει το ενδεχόμενο της υποχρεωτικότητας και αναβάλλει την συζήτηση του θέματος μέχρι τον Σεπτέμβρη, μια μέση λύση ώστε να αποτραπεί η αντισυνταγματική (μέχρι στιγμής) απόφαση του υποχρεωτικού εμβολιασμού, θα ήταν οι γιατροί και νοσηλευτές που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν, να υποβάλλονται καθημερινά σε rapid test σε δημόσιες δομές (ή να τα πληρώνουν στον ιδιωτικό τομέα) και κάθε Δευτέρα να υποβάλλονται και σε τεστ PCR με δικά τους έξοδα επίσης.

Αυτό είναι απαραίτητο, ειδικά αν τα rapid test όντως διενεργούνται υποχρεωτικά δύο φορές την εβδομάδα όπως ορίζει ο νόμος για τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς ή αν το μέτρο έχει ατονήσει. Γιατί αν διενεργούνται, είναι αμφίβολο αν αποδίδουν καρπούς και χρειάζονται συχνοί μοριακοί έλεγχοι, καθώς οι υγειονομικοί έρχονται σε πολύ στενή επαφή με τον ασθενή και οι απλές μάσκες δεν αρκούν ως δικλείδα ασφαλείας. Τα rapid test είναι περίπου κατά 20% λιγότερο αξιόπιστα από τον μοριακό έλεγχο στον εντοπισμό ασυμπτωματικών φορέων.

Αν οι ιατρονοσηλευτές ή οι μάγειροι και καθαρίστριες ή οι φρουροί νοσοκομείων και άλλες μη νοσηλευτικές ειδικότητες αρνούνται να καταβάλλουν αυτό το αντίτιμο, τότε μπορούν μετατίθενται σε υπηρεσίες που δεν έχουν καμία επαφή με ασθενείς αλλά ούτε και με συναδέλφους τους.  Όμως εν τοιαύτη περιπτώσει, αν ο εμβολιασμός καθίστατο έστω και έμμεσα για κάποιες ειδικότητες υποχρεωτικός, με την ίδια λογική θα έπρεπε να είχε γίνει από χρόνια υποχρεωτικός και για την γρίπη, που σκοτώνει πάνω από 150-200 άτομα τον χρόνο (κάτι που δεν έχει γίνει).

Και το αντιγριπικό;

Η γρίπη είναι θανατηφόρα ειδικά για τους ευπαθείς, απλά την τελευταία διετία μειώθηκαν οι θάνατοι λόγω της μάσκας και των lockdown. Όμως και στα προηγούμενα χρόνια οι θάνατοι δεν ξεπερνούσαν τους 200 το χρόνο, επειδή οι άνω των 55 εμβολιάζονται κάθε χρόνο και το εμβόλιο προστατεύει σε ποσοστό 60%-80%. Στη Γερμανία, για το εμβόλιο κατά της γρίπης σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ μόνο ένα 79% των ιατρών και ένα 47% του προσωπικού δέχθηκε να εμβολιαστεί. Στην Ελλάδα είναι άγνωστος ο αριθμός των υγειονομικών που εμβολιάζεται ετησίως με το αντιγριπικό.

Όταν δηλαδή αρχίζει να παρακάμπτεται ένα ανθρώπινο και δημοκρατικό δικαίωμα,  αυτό της επιλογής μιας ιατρικής πράξης το σώμα του ατόμου, για τον κορονοϊό ειδικά, τότε τίθεται αυτομάτως το ίδιο ζήτημα γενικά, για μία σειρά άλλων νοσημάτων που μεταδίδονται εύκολα. Ουσιαστικά τίθεται το σοβαρό θέμα κατά πόσον τα δικαιώματα των πολιτών (γιατρών ή ασθενών) είναι κατοχυρωμένα. Και τίθεται και το αξιακό θέμα, αν οι αρχές υπάρχουν για τα εύκολα και όταν ερχόμαστε στα δύσκολα, αυτές καταστρατηγούνται επειδή το ζητεί η πλειοψηφία.

Στις 7 Μαΐου δημοσκόπηση της αμερικανικής ιατρικής ιστοσελίδας WebMD ειδικά για το αν πρέπει να γίνει υποχρεωτικός ο εμβολιασμός στους γιατρούς, από 3.035  απαντήσεις, το 66% υποστηρίζει την υποχρεωτικότητα, ενώ το 34% την απορρίπτει. Παρόμοια δημοσκόπηση (καθαρά μεταξύ γιατρών αυτή) της επίσης αμερικανικής ιατρικής ιστοσελίδας Medscape, έδειξε ότι το 69% των γιατρών θεωρεί ότι το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό πρέπει υποχρεωτικά να εμβολιάζεται, υπό τον όρο όμως (οι μισοί από το 69%) το εμβόλιο να πάρει πλήρη έγκριση ως εμβόλιο και όχι όπως τώρα, την “έκτακτη άδεια χορήγησης”.

Και στις δύο δημοσκοπήσεις όμως, η πλειοψηφία των υπέρ της υποχρεωτικότητας, ήταν άνω των 65 ετών. Στην πρώτη δημοσκόπηση μάλιστα (του WebMD) στην ηλικιακή ομάδα  25-34 ετών μόνο το 48% ήταν υπέρ της υποχρεωτικότητας, ενώ στην ηλικιακή ομάδα 55-64 ετών υποστήριζαν την υποχρεωτικότητα σε ποσοστό 73%.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι