Τα social media, ο διαδικτυακός όχλος και οι διχαστικές συνέπειες
04/10/2025
Τα τελευταία χρόνια, τα social media έχουν αλλάξει ριζικά τον τρόπο που επικοινωνούμε, ενημερωνόμαστε και αλληλεπιδρούμε. Παράλληλα, έχουν φέρει στην επιφάνεια νέες προκλήσεις για την ψυχική υγεία και την κοινωνική συνοχή, οδηγώντας σε φαινόμενα μαζικής πόλωσης και υστερίας. Η ελευθερία της έκφρασης, πυλώνας της δημοκρατίας, φαίνεται να παρερμηνεύεται, ενώ η ρητορική του μίσους και η βία, ακόμα και από μορφωμένους πολίτες, απειλούν το ίδιο το δημοκρατικό πλαίσιο.
Τα social media έχουν δημιουργήσει ένα περιβάλλον, όπου η υπερπληροφόρηση, οι αλγόριθμοι, που ενισχύουν τις ακραίες απόψεις, και η ανωνυμία ενθαρρύνουν συμπεριφορές, που κάποτε θεωρούνταν αδιανόητες. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακόμα και άνθρωποι με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, που παραδοσιακά θεωρούνταν ψύχραιμοι, υιοθετούν ακραίες συμπεριφορές: βρίζουν, προσβάλλουν και επιτίθενται σε όσους θεωρούν πολιτικούς αντιπάλους, αντιμετωπίζοντάς τους ως υπαρξιακούς εχθρούς. Αυτή η συμπεριφορά του τραμπουκισμού, δεν θα ήταν αποδεκτή πριν από δύο δεκαετίες, όταν οι κοινωνικές νόρμες και η προσωπική επαφή περιόριζαν τέτοιες εκδηλώσεις.
Η μαζική υστερία, όπως παρατηρείται, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπως η αντι-τραμπική ρητορική, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πολλοί υποστηρικτές δημοκρατικών ή αριστερών ιδεολογιών στις ΗΠΑ καταφεύγουν σε υπεραπλουστευμένες κατηγοριοποιήσεις, χαρακτηρίζοντας όποιον διαφωνεί μαζί τους ως “ακροδεξιό”, “ναζί” ή “υποστηρικτή του Χίτλερ”. Αυτή η ρητορική δεν περιορίζεται σε απλούς πολίτες, αλλά επεκτείνεται σε αξιωματούχους, όπως δημάρχους, εισαγγελείς και γερουσιαστές, που συχνά επικροτούν ή υποκινούν τη βία και την “αντίσταση”, με βάση αυτές τις υπεραπλουστεύσεις. Το αποτέλεσμα είναι ένας φαύλος κύκλος, όπου η υστερία τροφοδοτεί την πόλωση και η πόλωση την υστερία.
Η δημοκρατία βασίζεται στην ελευθερία του λόγου, αλλά και στην ευθύνη που τη συνοδεύει. Σήμερα, η ελευθερία της έκφρασης συχνά παρερμηνεύεται ως απόλυτο δικαίωμα να εκφράζεται ο καθένας όπως επιθυμεί, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το νομικό πλαίσιο που προστατεύει τα δικαιώματα των άλλων. Η ρητορική του μίσους και οι προσωπικές επιθέσεις, που ενισχύονται από την ανωνυμία και την ταχύτητα των social media, παραβιάζουν αυτό το πλαίσιο, οδηγώντας σε κοινωνική αποσταθεροποίηση. Η υπεραπλούστευση των πολιτικών διαφωνιών σε δίπολα “καλού-κακού” ή “φίλου-εχθρού” έχει δημιουργήσει ένα τοξικό περιβάλλον, όπου η διαφορετική άποψη δεν αντιμετωπίζεται ως ευκαιρία για διάλογο, αλλά ως απειλή.
Αυτό το φαινόμενο ενισχύεται από την προπαγάνδα, που κυκλοφορεί ανεξέλεγκτα στα social media, παρασύροντας ανθρώπους σε υστερικές αντιδράσεις. Η υποκίνηση βίας από ακτιβιστές και αξιωματούχους, που παρουσιάζουν την “αντίσταση” ως ηθική υποχρέωση, αποτελεί περαιτέρω κίνδυνο για τη δημοκρατική συνοχή. Η υστερία, όπως εκδηλώνεται στον δημόσιο διάλογο, δεν είναι απλώς ψυχιατρικό φαινόμενο, αλλά και κοινωνικό. Οι πλατφόρμες όπως το X ενισχύουν τη διάδοση ακραίων απόψεων μέσω αλγορίθμων, που προωθούν το συναισθηματικά φορτισμένο περιεχόμενο. Όταν δημόσια πρόσωπα ή influencers υιοθετούν αυτή τη ρητορική, οδηγούν σε μαζικές αντιδράσεις, που συχνά ξεφεύγουν από κάθε λογική.
Η περίπτωση των αντι-τραμπικών κινημάτων είναι ενδεικτική: η επανάληψη συνθημάτων που συνδέουν τον αντίπαλο με ιστορικά φορτισμένες έννοιες, όπως ο ναζισμός, δημιουργεί ένα κλίμα φόβου και μίσους, που παρακινεί ακόμα και τη βία. Η δημοκρατία κινδυνεύει όταν η ελευθερία της έκφρασης μετατρέπεται σε εργαλείο για την καταστολή διαφωνιών και την υποκίνηση βίας. Τα social media, αν και δεν είναι η μοναδική αιτία, έχουν ενισχύσει την πόλωση και την υστερία, οδηγώντας σε μια κοινωνία όπου ο διάλογος αντικαθίσταται από την αντιπαράθεση και η λογική από το συναίσθημα.
Η αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου απαιτεί επαναπροσδιορισμό της ευθύνης που συνοδεύει την ελευθερία, ενίσχυση της παιδείας για την κριτική σκέψη και τη διαχείριση της πληροφορίας, καθώς και αυστηρότερη τήρηση του νομικού πλαισίου, που προστατεύει την αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα όλων. Η πρόκληση είναι σαφής: αν δεν επανεξετάσουμε τον τρόπο που χρησιμοποιούμε τα social media και δεν επαναφέρουμε τον διάλογο στο επίκεντρο της δημοκρατικής διαδικασίας, κινδυνεύουμε να χάσουμε όχι μόνο την ψυχική μας ισορροπία, αλλά και την ίδια τη δημοκρατία.