ΓΡΑΦΗ

Τέσσερις δεκαετίες με μονοτονικό

Τέσσερις δεκαετίες με μονοτονικό, Όλγα Μαύρου

Το πολυτονικό καταργήθηκε στην Ελλάδα εν μια νυκτί υπό την πίεση πολλών παραγόντων, κυρίως οικονομικών και πρακτικών ή τεχνοκρατικών, ανεξαρτήτως της γενικής προώθησης του “φιλολαϊκού” επιχειρήματος ότι οι απλοί άνθρωποι δυσκολεύονται με τους τόνους, ότι τα παιδιά χάνουν χρόνο και κοπιάζουν “άδικα” και άλλα παρεμφερή προς κατανάλωση. Τὸ μονοτονικὸ σύστημα επιβλήθηκε αιφνιδιαστικά με τροπολογία και ψηφίστηκε στις 02:00 τα χαράματα από 30 βουλευτές όλους κι όλους το Γενάρη του 1982 και δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ το Φλεβάρη του ιδίου έτους. Μεταξύ άλλων, μονομιάς το 10% των λέξεων έχασαν την δασεία τους. Σήμερα πολλοί λένε “πενταήμερη” και δεν ξέρουν για ποιο λόγο οι ίδιοι επιμένουν να λένε “δεκαπενθήμερη”. Ίσως το δεκαπενταήμερο πέφτει πολύ μακρύ.

Όπως έγραφε ο Σαράντος Καργάκος λίγα χρόνια μετά, «φθάσαμε ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τοῦ ΠΑΣΟΚ σ᾿ ἕνα ἐκπαιδευτικὸ bric-à-brac, ἤτοι σ᾿ ἕνα συνοθύλευμα ἑτερόκλητων μέτρων καὶ καταστάσεων. Ἀλλὰ γιὰ νὰ εἴμαστε δίκαιοι, τὸ ΠΑΣΟΚ δὲν ἄρχισε· συνέχισε. Τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ παρὰ λίγο νὰ βάλουν ταφόπλακα στὴν παιδεία μας δὲν τοὺς δημιούργησε· τοὺς βρῆκε. Ἔτσι, ἂν ἡ Ν.Δ. δὲν ἄρχιζε τὶς ὀρθογραφικὲς ἁπλοποιήσεις και ἄν δὲν εἶχε ἐπιβάλει τὴν ἔξωση τῶν ᾽Αρχαίων Ἑλληνικῶν ἀπὸ τὸ Γυμνάσιο, δὲν θὰ τολμοῦσε κάποιος κ. Βερυβάκης ποὺ χρησιμοποιεῖ μιὰν τρεκλίζουσα ἑλληνική, νὰ ἐπιβάλει ἐν μιᾷ νυκτὶ τὸ μονοτονικὸ σύστημα. Οἱ τόνοι καὶ τὰ πνεύματα ἦσαν φανοὶ τοῦ λόγου! Ἡ γλῶσσα εἶναι πατρίδα και εμάς μας πείραξε ἡ δασεῖα καὶ ὴ περισπωμένη.».

Επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης τότε ήταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης που έθεσε απλώς διαδικαστικό θέμα.  Είπε (προτού αποχωρήσει η ΝΔ) ότι «φέρατε ένα μέγα θέμα, το οποίο δεν μας βρίσκει αντίθετους. Νομίζουμε όμως ότι είναι σωστό να μην εισαχθεί κατεσπευσμένως». Η ΝΔ, με το πρόσχημα ότι μπήκε η τροπολογία αιφνιδιαστικά, ουσιαστικά αποχώρησε για να βγάλει την ουρά της απ’ έξω και για το θεαθήναι. Για να προσμετρηθούν τα απαραίτητα κουκιά αλλά και να προσδώσουν πρεστίζ στην κίνηση, οι το ΠΑΣΟΚ κουβάλησαν άρον-άρον με τις πιτζάμες μέσα στη νύχτα  και τον σχεδόν 80χρονο τότε Γιάννη Κουτσοχέρα.

Ο καθηγητής Φιλοσοφίας Χρήστος Γιανναράς για τα 40 χρόνια από την αλλαγή, έγραφε πέρσι σε άρθρο του στην “Καθημερινή” ότι έγιναν όλα βεβιασμένα. Η αλλαγή προλειάνθηκε από την κυβέρνηση Ράλλη, αλλά το πολυτονικό εκτελέσθηκε με συνοπτικές διαδικασίες από το ΠΑΣΟΚ. Ο καθηγητής γράφει ότι η ΝΔ είχε αποχωρήσει τότε από τη Βουλή «σε φυγομαχία ασύγγνωστη». Ο ίδιος χαρακτηρίζει τη σωτηρία της γλώσσας, σωτηρία του ελληνισμού και στηλιτεύει το γεγονός ότι «ουδείς διανοήθηκε τα τελευταία σαράντα χρόνια, να ξαναθέσει το θέμα, ως πρόβλημα πολιτικό, θεμελιώδες, συλλογικής ταυτότητας, άξονα των θεσμών παιδείας και άμυνας και ανάπτυξης. Κυριάρχησε ο τριτοκοσμικός χαρακτήρας της σύγχρονης ελλαδικής κοινωνίας, με στόχους σχεδόν αποκλειστικά οικονομικούς – καταναλωτικούς».

Νίκησε το πληκτρολόγιο

Ο Καργάκος στο βιβλίο του  “Αλεξία” (εκδόσεις Gutemberg) έγραφε: «Τὰ παιδιὰ μπερδεύονται πλέον ἀνάμεσα στὴν προσωπικὴ καὶ κτητικὴ ἀντωνυμία. Οἱ τόνοι, ὡς ἀναγνωστικὰ σήματα, εἶναι ὅ,τι καὶ τὰ ὁδικὰ σήματα. Ἡ ἀπουσία τους προκαλεῖ ἀπότομα ἀναγνωστικὰ φρεναρίσματα ἢ τρακαρίσματα». Το μονοτονικό “πέτυχε” να διαβάζουμε πια Σοφοκλή και Αισχύλο μόνον από νεοελληνικές αποδόσεις και μετέτρεψε την αρχαία γραμματεία σε θέμα ειδικών, είδος πολυτελείας, προνόμιο των φοιτητών της φιλολογίας και όχι κτήμα του λαού, κάτι σαν τις επιστημονικές γονιδιακές έρευνες που μπορούν να διαβάσουν μόνον γενετιστές ή τα ανώτερα μαθηματικά. Οι δε αποδόσεις λέγονται πια μεταφράσεις, ενώ μέχρι το 1980 ο όρος μετάφραση ήταν απαγορευμένος, επειδή υποδήλωνε ότι τα αρχαία ελληνικά ήταν ξένη γλώσσα.

Νίκησε η ευκολία του πληκτρολόγιου και η άποψη ότι, αφού τα ελληνικά είναι δύσκολη γλώσσα, ας της βγάλουμε τουλάχιστον τα σκουλαρίκια. Μα οι τόνοι και τα πνεύματα δεν ήταν απλώς μπιχλιμπίδια. Ο ποιητής και καθηγητής φιλολογίας Δημήτρης Αρμάος, που χάθηκε πρόωρα, είχε γράψει σχετικά με την περίπτωση επαναφοράς: «Τὸ πρόβλημα εἶναι στὴν πλατιὰ λαϊκιστικὴ συναίνεση, ποὺ συνδαυλίζει καὶ τυφλώνει ἡ ἄγρια καὶ παρατεινόμενη, πέραν πάσης ἐναλλακτικῆς προοπτικῆς, συνθήκη τῆς παγκοσμιοποιημένης δυστυχίας. Δὲν τρέφω λοιπὸν ψευδαισθήσεις: ἡ δυνατότητα νὰ ὀξυνθεῖ κάποτε ἡ εὐαισθησία τοῦ λαοῦ μας, νὰ ἐξαφθεῖ τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ ποιότητες τοῦ παρελθόντος, ἀκόμη καὶ γιὰ ὅσες ἀπὸ τὶς σωζόμενες κινδυνεύουν νὰ σβήσουν —ἡ δυνατότητα αὐτή, ἡ πιθανότητα αὐτή, τὸ ἐνδεχόμενο αὐτò— ἔχει χαθεῖ. Μολονότι, ὅμως, μᾶς ἔχει λείψει ὁ κυριότερος ἀρωγός, ἡ πολιτικὴ βούληση (καμιὰ βασικὴ παράταξη δὲν στηρίζει τὸ αἴτημα ἐπιστροφῆς στὸ πολυτονικό), ἡ ἀντίσταση βεβαίως δὲν πρέπει νὰ σταματήσει.»

Η κ. Ζωή Μπέλλα- Αρμάου, φιλόλογος και υπεύθυνη των λογοτεχνικών σειρών Orbis Literae και Aldina στον οίκο Gutember,  ο οποίος σημειωτέον εκδίδει στο πολυτονικό, έθεσε στο SLpress και την πτυχή της ετυμολόγησης: «Η λέξη  “ἐπίτιμος” παίρνει ψιλή γιατί το έψιλον ανήκει την πρόθεση “ἐπί”, ενώ ο “ἑπόμενος” βλέπεις ότι παίρνει δασεία και καταλαβαίνεις ότι δεν είναι σύνθετο και ότι προέρχεται από το ρήμα “ἕπομαι”. Με την εξαφάνιση των πνευμάτων δυσχεραίνεται η ετυμολόγηση.  Το μονοτονικό αποφασίστηκε στην ουσία προκειμένου να προχωρήσει χωρίς καθυστερήσεις η εγκατάσταση υπολογιστών στις δημόσιες υπηρεσίες, ενώ θα εξυπηρετούσε παράλληλα και την ταχύτερη διεκπεραίωση των δημοσίων εγγράφων. Εξοικονόμηση χρόνου και κόστους δηλαδή. Η ανωτέρω απόφαση, μοιραία επέβαλε και την καθιέρωση του μονοτονικού στην εκπαίδευση», λέει η κ. Μπέλλα-Αρμάου.

Τα “μου”, “σου”, “του”

Η ίδια αναφέρει όμως ότι πέρα από το ιστορικό,  φιλολογικό και πολιτιστικό κόστος, υπάρχει και το πρακτικό. «Ο αναγνώστης χρειάζεται συχνά να επανέρχεται για να ερμηνεύσει π.χ. το “μου”, στην φράση “η Ελένη μου χτύπησε την πόρτα”. Είναι η “Ελένη μου” που χτύπησε μια πόρτα ή η Ελένη που χτύπησε την “πόρτα μου”; Φυσικά, συχνά καταλαβαίνουμε από το συγκείμενο, αλλά πάντως το συμπέρασμα δεν είναι αυτόματο». Και επισημαίνει το πού μπορεί να οδηγήσει η υπεραπλοποίηση με το σκεφτικό “δεν γράφω ό,τι δεν προφέρω”:

«Το βασικό επιχείρημα του αφανισμού των πνευμάτων ή της περισπωμένης είναι ότι οι αρχαίοι πρόφεραν διαφορετικά τις λέξεις, ενώ εμείς όχι. Ομως με αυτό το σκεφτικό γιατί συνεχίζουμε να γράφουμε την «πείρα» με έψιλον-ιώτα και το «πήρα» με ήτα, παρόλο που η προφορά τους είναι η ίδια; Φαντασθείτε τι θα γινόταν αν γράφαμε πανομοιότυπα όσα ηχούν το ίδιο: πολύ, πολλή, πολλοί και τύχη, τοίχοι, τείχη».

Ημίψηλο και τσαρούχια

Ο λογοτέχνης, φιλόσοφος και πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος είχε χαρακτηρίσει έμμεσα το μονοτονικό βιασμό ειδικά για την δασεία και έγραφε το 1988 μεταξύ άλλων τα εξής: «Οἱ τυπογράφοι γιὰ λόγους οἰκονομίας και μερικοί σοφοί συνεπαρμένοι ἀπὸ τὴ σαγήνη ποὺ ἔχει κάθε νεωτερισμός στις τέχνες και στα γράμματα, ὑποστήριξαν τὴν ὁλοκληρωτικὴ κατάργηση τῶν τόνων. Οἱ ἀρχαῖοι, λένε, δὲν εἶχαν τόνους. Ἀλλὰ γιὰ τὴ διευκόλυνση τῶν πραγμάτων και οἱ βυζαντινοί βάλαν τόνους και μὲ τὴν ἐφεύρεση τῆς τυπογραφίας αὐτὴ ἡ διευκόλυνση καθιερώθηκε. Καὶ εἴπαμε, προκειμένου νὰ νεάσωμε νὰ ἀρνηθοῦμε μιὰ διευκόλυνση ποὺ ἰσχύει μισὴ χιλιετηρίδα καὶ ἀντὶ τόνους νὰ βάζωμε κουκκίδες. Σύμφωνοι.

»Σύμφωνοι ἐπίσης στὴν κατάργηση τῆς βαρείας γιατὶ ἔσβησε ἀπὸ μόνη της. Περιττεύει καὶ ἡ ψιλή, διότι εἶναι αὐτονόητη. Ἀλλὰ ἡ δασεία; Ἡ δασεία δὲν εἶναι πνεῦμα, εἶναι γράμμα τοῦ ἀλφαβήτου. Εἶναι τὸ h τοῦ λατινικοῦ ἀλφαβήτου. Ὅλες οἱ εὐρωπαϊκὲς γλῶσσες την διατηροῦν. Ὅλες λένε Hellas καὶ ὄχι Elas, hybride καὶ ὄχι ibrid, hypothèse καὶ ὄχι ipoteze. Γιὰ ποιὸ λόγο ὁ τόσος ζῆλος νὰ προηγηθοῦμε στὴν κατάργηση ἑνὸς στοιχείου ποὺ θυμίζει τὴν ἑλληνικότητα αὐτῶν τῶν λέξεων, τὴν ἱστορία τους, τὴν οἰκογένεια νοημάτων μὲ τὰ ὁποῖα συνδέεται; Γιατί αὐτὴ ἡ ἀνθελληνική, ἀντιευρωπαϊκὴ προοδευτικότητα;

»Ἀντὶ νὰ ἀγκιστρωνόμαστε σὲ ὅλα τὰ στοιχεῖα ποὺ δείχνουν ὅτι ἔχομε μὲ τοὺς Εὐρωπαίους κοινὲς γλωσσικὲς καὶ πολιτιστικὲς καταβολές, σὲ ὅλα τὰ στοιχεῖα ποὺ οἱ Εὐρωπαῖοι σέβονται, ἐμεῖς οἱ νεόπλουτοι ἀγωνιζόμαστε νὰ τὰ ἀποσκορακίσωμε.Οἱ “βάρβαροι” Γάλλοι, Ἰταλοί, Ἱσπανοί, Γερμανοὶ κρατοῦν τοὺς τόνους καὶ τὸ h, εἰδικῶς οἱ Γάλλοι τὸ accent aigu καὶ τὸ accent grave καὶ τὸ accent circonflexe κτλ. Ἀλλὰ αὐτοί, πές, εἶναι βάρβαροι, ἐνῶ ἐμεῖς φορᾶμε ψηλὸ καπέλλο καὶ τσαρούχια».

Δαγραφή 22 αιώνων

Ο βραβευμένος καθηγητής Φιλολογίας Γρηγόρης Σηφάκης, έγραψε σχετικά τα εξής: «Τα πνεύματα και οι τόνοι αποτελούν οργανικό μέρος της ελληνικής ιστορικής ορθογραφίας εδώ και  22 αἰῶνες, η δε ιστορική ορθογραφία είναι με τη σειρά της, αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού πολιτισμού. Σπουδαίοι άνθρωποι έγραφαν επί αιώνες με τόνους». Επισημαίνει ότι ο Μάο διανοήθηκε να καταργήσει τα 3.000 κινεζικὰ ἰδεογράμματα, αλλά υποχώρησε προ των αντιδράσεων των εκπαιδευτικών και διανοουμένων.

«Αυτό δεν ἐμπόδισε φυσικά τὴν ἐπιστημονική, τεχνολογική και οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῆς Κίνας, τῆς ὁποίας σήμερα εἴμαστε ὅλοι μάρτυρες», γράφει. «Ἐνῶ ἡ ἀντικατάσταση τοῦ ἀραβικοῦ ἀλφαβήτου ἀπὸ τὸ λατινικό κάθε ἄλλο παρὰ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὸν ἐξευρωπαϊσμὸ τῆς Τουρκίας, ὅπως ἐπεδίωκε τὸ 1928 ὁ Κεμὰλ Ἀτατούρκ.Τὰ ἱστορικὰ αὐτὰ μαθήματα διέφυγαν τῆς προσοχῆς τοῦ Ἀνδρέα Παπανδρέου παρότι είχε εκλείψει ο λόγος πού παλαιότερα ἔκανε τοὺς δημοτικιστὲς νὰ ζητοῦν τὴν κατάργηση των τόνων, δεδομένου ότι ήδη από το 1976 η καθαρεύουσα είχε καταδικασθεί σέ ἀναπόδραστο θάνατο», γράφει ο καθηγητής και συνεχίζει:

«Δυστυχῶς ἔκτοτε ἡ ἑλληνομάθεια (γενικότερα, ὄχι μόνο ἡ ἀρχαιομάθεια) βρίσκεται σὲ ἐλεύθερη πτώση, ὅπως συμβαίνει και μὲ τὸ ἐπίπεδο τῶν σπουδῶν σὲ μέση και ἀνώτατη ἐκπαίδευση —ἂν καί θὰ ἦταν ἀσφαλῶς μεγάλη ὑπερβολὴ νὰ ἀποδώσει κανεὶς τὸ μεῖζον αὐτὸ κοινωνικό πρόβλημα στήν κατάργηση τῶν τόνων. Ὅμως, ὅταν κάποιο ἐπίπεδο ἐξοικείωσης μὲ τὴν ἀρχαία γραμματικὴ εἶναι ἀναγκαῖο γιὰ νὰ προσπελάσει κανείς, ὄχι τοὺς ἀρχαίους, ἀλλὰ καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους νεότερους συγγραφεῖς μας, τὸ νὰ ἀποκόπτονται, ἀντὶ νὰ ἐνισχύονται, οἱ σύνδεσμοι τῆς νεότερης γλώσσας μας μὲ τὴν ἀρχαία συνιστᾶ πολιτικὴ λαϊκισμοῦ καὶ ἐκπαιδευτικῆς ἀφροσύνης».

Το μονοτονικό προκάλεσε ένα χάσμα στην ιστορική εξέλιξη της γλώσσας, με το σκεφτικό του “πονάει κεφάλι, κόβω κεφάλι”. Με τον εξοστρακισμό της καθαρεύουσας και των τόνων, χάνονται και συγγραφείς σαν τον Παπαδιαμάντη και ποιητές ή λογοτέχνες που έγραφαν επί δύο αιώνες με τους “παλιούς” τύπους και είναι πλέον δυσανάγνωστοι. Όμως “πέρασε” γιατί όσοι πανεπιστημιακοί ήταν υπέρ του πολυτονικού δεν ομονοούσαν όσοι οι “μονοτονικοί” και εκδοτικά συγκροτήματα ευνοούσαν με πάθος το μονοτονικό επειδή ουσιαστικά βόλευε σε οικονομία χρήματος και χρόνου. Η αριστερά θεωρούσε το μονοτονικό προοδευτικό και η δεξιά το λογάριαζε ως συμφέρον.

Οι “οπαδοί” του πολυτονικού παρουσιάστηκαν από τα ΜΜΕ ως γραφικοί ή θρησκόληπτοι (τότε δεν ήταν ακόμη trendy κακούργημα το “εθνικιστής”). Επίσης δεν ήθελε κανείς να πει τις εξής πικρές αλήθειες που κρύβονταν από πίσω: ότι δεν είναι διόλου απαραίτητο η γενική μόρφωση να είναι του ιδίου επιπέδου για όλους, ότι δεν πείραζε που η γλώσσα θα χρειαζόταν πια λιγότερη μελέτη και θα κατέβαινε ο πήχης, ότι έπρεπε να κυριαρχήσει η αγοραία παγκοσμιοποίηση και ότι ήταν ώρα να συμμαχήσουν πολιτικοί και πανεπιστημιακοί με εμπορικά και εκδοτικά συμφέροντα. Κοντά σε αυτούς βολεύτηκαν βέβαια και όσοι πάντα θέλουν τον εύκολο λόγο. Αν τότε υπήρχε twitter μάλλον οι πολυτονικοί θα είχαν λιντσαριστεί.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι