Τι δείχνει το “φαινόμενο Λιάγκα” για τον ρόλο της τηλεόρασης
11/11/2019Γράφει ο Αχιλλέας Καραδημητρίου* –
Η τηλεόραση, το πιο δυναμικό ακόμα Μέσο επικοινωνίας και αποδεδειγμένα ιδιαίτερα επιδραστικό, κατά καιρούς βάλλεται σφοδρά, άλλοτε δικαίως και άλλοτε αδίκως, λειτουργώντας ως χωνευτήρι για τους πάντες και τα πάντα. Στις τηλεοπτικές οθόνες παρελαύνουν καθημερινά, είτε μέσω της ενημέρωσης είτε μέσω της μυθοπλασίας, κάθε λογής προσωπικότητες, μεταφέροντας στο κοινό συμπεριφορές και απόψεις, αναπαραστάσεις γεγονότων, περιοχών, πολιτισμών, απομακρυσμένων από τον έμπειρο πλέον τηλεθεατή.
Μέσα στα 53 χρόνια λειτουργίας της ελληνικής τηλεόρασης (με επίσημη έναρξη την 23η Φεβρουαρίου 1966) έχουμε παρακολουθήσει πάμπολλες καλές και κακές στιγμές του λαμπερού αυτού μέσου που επιβεβαιώνουν ότι η τηλεόραση είναι καθρέφτης των βιωμάτων μιας ολόκληρης κοινωνίας, η οποία προχωράει προς το μέλλον με τις επιτυχίες και τις αποτυχίες της ακολουθώντας τις εξελίξεις των καιρών σε όλα τα επίπεδα.
Συνεπώς, είναι ουτοπικό να εκλαμβάνει κανείς την τηλεόραση μόνο ως μέσο προβολής της διάνοιας, των ποιοτικών μηνυμάτων και των ευχάριστων εικόνων. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι ώστε οι τηλεοπτικές εκπομπές να φιλοξενούν κάθε είδους ερεβώδη σχόλια παρεΐστικου χαρακτήρα, όπως αυτά που διατυπώθηκαν στην εκπομπή “Μεσημέρι με τον Γιώργο Λιάγκα” από τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ.
Ο βασικότερος λόγος είναι ότι η τηλεοπτική εκροή έχει, μεταξύ άλλων, μια ξεχωριστή δυναμική: συμβάλλει στη «δημόσια σφαίρα» με τρόπο καθοριστικό, ανεγείροντας σκέψεις και συζητήσεις για ζητήματα που απασχολούν την πορεία της κοινωνίας στο σύνολό της και τα οποία σχετίζονται με τη ζωή της πλειοψηφίας.
Δύο παραδοχές
Από τα πρώτα χρόνια που η τηλεόραση εξέπεμψε στα ευρωπαϊκά και αμερικανικά νοικοκυριά εμφανίστηκαν δύο αντιτιθέμενες παραδοχές: α) η τηλεόραση πρέπει να προσφέρει περιεχόμενο ώστε να εξυπηρετούνται οι ανάγκες των ανθρώπων και να αναβαθμίζονται τα πολιτισμικά τους πρότυπα, β) η τηλεόραση πρέπει να προσφέρει αυτό που φαίνεται ότι επιθυμεί η πλειονότητα του κοινού και το οποίο επιφέρει το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος.Η πολυετής έρευνα πάνω στην τηλεόραση, συμμετέχοντας στην παραπάνω συζήτηση, έχει φέρει στο προσκήνιο και μια ενδιάμεση τοποθέτηση, που υποστηρίζει ότι η τηλεοπτική εκροή πρέπει να διέπεται από αρχές δημόσιας αξίας χωρίς να προσπαθεί να επιβάλει τα πολιτιστικά πρότυπα των λίγων πάνω σε μια πλειοψηφία τηλεθεατών που χαρακτηρίζεται από «δημοφιλή γούστα».
Η παραπάνω τοποθέτηση αποτελεί μια καθαρά συμβιβαστική-ενδιάμεση θέση, δύσκολα υλοποιήσιμη, δεδομένου ότι από την εποχή της πολυκαναλικής τηλεόρασης και της ψηφιοποίησης των Μέσων επικοινωνίας το κοινό εκλαμβάνεται από τους οργανισμούς των ΜΜΕ ως ένα σύνολο διασκορπισμένων ατόμων, του οποίου οι συνήθειες τηλεοπτικής παρακολούθησης και τα ενδιαφέροντα είναι δύσκολο να προβλεφθούν και να προσδιοριστούν. Πρόκειται για ένα ασταθές κοινό, κατακερματισμένο σε μια αγορά που διέρχεται κρίση και συνεχώς μεταβάλλεται ως προς το ποιος την διαφεντεύει.
Το φαινόμενο των πάνελ – Η περίπτωση Λιάγκα
Το “φαινόμενο Λιάγκα” ή γενικότερα το φαινόμενο των τηλεοπτικών πάνελ, που ήρθε ξανά με σφοδρότητα στη δημόσια συζήτηση με αφορμή τον αποτρόπαιο τρόπο μετάδοσης της είδησης περί ασέλγειας σε βάρος φοιτήτριας από φοιτητή εντός της βιβλιοθήκης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (στο πλαίσιο της ενημερωψυχαγωγικής εκπομπής «Μεσημέρι με τον Γιώργο Λιάγκα»), αποδεικνύει κάτι σημαντικό: Ότι η τηλεόραση πολύ εύκολα μπορεί να χάσει το μέτρο σε μια εποχή πολλαπλών οθονών, στην οποία το κοινό είναι παντού και πουθενά.Την ίδια στιγμή το κοινό, εκτός από καταναλωτής περιεχομένου είναι ταυτόχρονα και παραγωγός (prosumer: producer & consumer). Με αφορμή το παραπάνω περιστατικό ενός απερίσκεπτου τηλεοπτικού πάνελ το να ρίχνουμε στη χλεύη ένα ολόκληρο Μέσο, αρνούμενοι και την επωφελή δυναμική του, είναι ο εύκολος δρόμος που δεν βελτιώνει τις αρνητικές επιδράσεις της αγοραίας λογικής λειτουργίας των ΜΜΕ.
Άλλωστε, είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε –πέρα από την περίφημη φράση του McLuhan “Το μέσο είναι το μήνυμα”– και το βασικό επιχείρημα της πολιτικής οικονομίας των ΜΜΕ που συνηγορεί στο ότι τελικά “η δομή είναι το μήνυμα”. Δηλαδή, η οικονομική δομή του τηλεοπτικού συστήματος αποτελεί τη βασική προσδιοριστική δύναμη του προσφερόμενου περιεχομένου.
Στο σύγχρονο επικοινωνιακό πεδίο, η οικονομική δομή της τηλεόρασης, που βασίζεται στο να “πουλάει” τους τηλεθεατές στους διαφημιστές με στόχο το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος, δικαίως μπορεί να θεωρηθεί ο βασικός «αυτουργός» της εικόνας και της ποιότητας που εμφανίζει η συνολική τηλεοπτική εκροή.
Η κρίση της σχολιαστικής δημοσιογραφίας
Παράλληλα, ο προσβλητικός τρόπος που το πάνελ της εκπομπής “Μεσημέρι με τον Γιώργο Λιάγκα” μετέδωσε μια τόσο σοβαρή είδηση είναι απόρροια ενός απορρυθμισμένου επικοινωνιακού πεδίου, στο οποίο η σχολιαστική “δημοσιογραφία” (με την έννοια της ερμηνευτικής πλέον προβολής ειδήσεων από δημοσιογράφους και μη) διέρχεται μια πολλαπλή κρίση, σχεδόν υπαρξιακή.
Ωστόσο, εντός του ίδιου επικοινωνιακού πεδίου με την ίδια οικονομική δομή (της αγοραίας λογικής ως προς τη λειτουργία των ΜΜΕ) καλό είναι να μην παραγνωρίζουμε και τις πολύ καλές στιγμές που μας χαρίζει το τηλεοπτικό μέσο, ακόμα και μέσα από εκπομπές που ενώ τις λοιδορούμε τελικά τις παρακολουθούμε. Χαρακτηριστικό, πρόσφατο παράδειγμα το συγκινητικό αφιέρωμα στον αείμνηστο Γιάννη Σπανό από το δημοφιλές ριάλιτι σόου «XFactor», ένα είδος εκπομπής που κατά καιρούς έχει δεχθεί δριμεία κριτική ως προς την ποιότητά του, τον ρόλο και την αξία στο επικοινωνιακό πεδίο.
Η τηλεόραση εκ των έσω, από την πλευρά της παραγωγής, σαφώς είναι κυρίως οι άνθρωποι που την συναποτελούν, ανομοιογενείς, όπως ακριβώς και τα μέλη του τηλεοπτικού κοινού. Το να επιχειρήσεις να τη βελτιώσεις, έστω και στην παρούσα αγοραία λογική λειτουργίας της, δεν είναι καθόλου ουτοπικό.
Αυτό που χρειάζεται είναι οι εκπομπές να καλλιεργήσουν τη νοοτροπία της “αυτορρύθμισης” με καλλιεργημένους ανθρώπους στις κατάλληλες θέσεις σε ένα μοντέλο μετάδοσης όπου η είδηση θα πάψει να συνυφαίνεται με το σχόλιο. Παράλληλα, η σχολιαστική δημοσιογραφία θα έχει τη δική της ξεκάθαρη θέση στη βάση ενός συνόλου παραδοσιακών δημοσιογραφικών αρχών και η προσφερόμενη μυθοπλασία-ψυχαγωγία θα είναι προσεγμένη (παράδειγμα η σειρά “Άγριες Μέλισσες”), χωρίς να υποτιμάει στο παραμικρό τη νοημοσύνη των τηλεθεατών.
Συνεπώς, η καλή και η κακή τηλεόραση αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και είναι στο χέρι της κοινωνίας (των ανθρώπων της τηλεόρασης και του κοινού) να επιλέξει την πρώτη εις βάρος της δεύτερης χωρίς να ξεχνά ότι η τηλεόραση είναι ένα δημόσιο βήμα ανεκτίμητης αξίας.