Τί κατέθεσε ο επικεφαλής για το συμβάν στο Πέραμα – Απίστευτοι διάλογοι
25/10/2021Ο επικεφαλής της ομάδας ΔΙΑΣ στο Πέραμα, ένας σχετικά νέος ένστολος, αφού υπηρετεί μόλις τρία χρόνια στην ΕΛΑΣ, έδωσε και αυτός κατάθεση όπως και οι έξι αστυφύλακες συγκατηγορούμενοί του για το σοβαρό συμβάν. Όμως, δεν ξέρουμε τι λέει για ένα ουσιαστικό θέμα, εκείνο της εντολής να σταματήσουν την καταδίωξη. Όσον αφορά αυτήν την εντολή, υπάρχει αλαλούμ, με ένστολους μάλιστα να αμφισβητούν ανωτέρους τους ή και αυτή καθ’ αυτή την εντολή ως παράνομη. Πάντως τα λίγα που ξέρουμε για την κατάθεση του υπαστυνόμου είναι από τον τηλεοπτικό σταθμό Open και είναι τα εξής:
«Όταν ο οδηγός του οχήματος εμβόλισε τα δύο πρώτα δίκυκλα καταλάβαμε ότι θα έκανε τα πάντα για να διαφύγει, ακόμα και να σκοτώσει αστυνομικούς που θα βρίσκονταν στην πορεία του. Τότε από το φόβο μου και την ταραχή μου ότι θα σκότωνε τους συναδέλφους, προκειμένου να διασφαλιστεί η ζωή τους και μη έχοντας άλλο τρόπο να σταματήσουμε το όχημα, πυροβόλησα σημαδεύοντας τα ελαστικά του αυτοκινήτου προκειμένου να ακινητοποιηθεί.
»Μετά τους πρώτους πυροβολισμούς βγήκε ο συνοδηγός από το αυτοκίνητο και άρχισε να τρέχει προς την οδό Ελπίδος προς τα κάτω. Τότε εγώ ευρισκόμενος στην δεξιά μεριά του αυτοκινήτου, δηλαδή της μεριάς του συνοδηγού πυροβόλησα ξανά σημαδεύοντας το αυτοκίνητο προκειμένου να το ακινητοποιήσω και να σώσω τη ζωή των συναδέλφων μου καθώς δεν είχε σταματήσει την πορεία του».
Από το απόσπασμα της κατάθεσης τεκμαίρεται ότι ίσως ο βασικός λόγος που άρχισαν το πυρ ομαδόν οι άλλοι έξι και έπεσαν 38 σφαίρες, ήταν ότι εκείνη τη στιγμή οι περισσότεροι βρίσκονταν πίσω από το όχημα, χωρίς πλήρη ορατότητα του αξιωματικού τους που ήταν μπροστά στο κλεμμένο όχημα. Ίσως εξέλαβαν τους πυροβολισμούς του υπαστυνόμου ως προερχόμενους από τους επιβάτες του ΙΧ. Όμως, αυτό αποτελεί εικασία και δεν τεκμηριώνεται από όσες καταθέσεις έχουμε υπ’ όψιν μας, παρότι κάποια Μέσα αναφέρουν ότι αυτό έχει κατατεθεί, ότι δηλαδή τουλάχιστον ένας από τους έξι θεώρησε ότι δέχεται πυρά μέσα από το κλεμμένο ΙΧ.
Διάλογοι κωφών στην υπόθεση Πέραμα
Εν τω μεταξύ έρχονται στη δημοσιότητα διάλογοι με το κέντρο επιχειρήσεων, όπου ακούγεται το κέντρο να λέει “σταματήστε την καταδίωξη” και άλλοι να σταματούν επειδή… τους χάλασαν τα φρένα (και όχι επειδή τους δόθηκε εντολή να σταματήσουν), ενώ άλλοι να συνεχίζουν κανονικά και να το δηλώνουν. Όμως, δεν ξέρουμε αν αυτοί οι διάλογοι είναι αποσπασματικοί, επειδή λείπουν οι απαντήσεις του κέντρου, ή αν το κέντρο αγνόησε εκείνους που είπαν ότι συνεχίζουν την καταδίωξη.
Ο υπεύθυνος στο κέντρο έχει καταθέσει ότι κάποια στιγμή, όταν επανέλαβε σε έντονο ύφος για τρίτη φορά την εντολή να παύσει η καταδίωξη, άκουσε «ελήφθη» και έμεινε ήσυχος ότι εισακούσθηκε, οπότε έλειψε για λίγο, επειδή πήγε στην τουαλέτα. Λογικά, όμως, κάποιος άλλος θα ανέλαβε, γιατί δεν μπορεί το κέντρο να μένει νεκρό όταν ένας αστυνομικός αντιμετωπίζει “ανωτέρα βία”.
Σύμφωνα με το Mega το κέντρο επιχειρήσεων χρειάσθηκε να επαναλάβει τρεις φορές την εντολή για μη καταδίωξη. Αν ευσταθούν οι διάλογοι που μεταφέρονται, ήταν σαν το κέντρο να απευθυνόταν σε κωφούς: το κέντρο λέει «σταματήστε την καταδίωξη, εντολή ανωτέρου» και η ομάδα ΔΙΑΣ του Πειραιά (εκείνη που υποτίθεται ότι σταμάτησε επειδή υπάκουσε) την συνεχίζει κανονικά και λέει σε λίγο (σαν να μην έλαβε ποτέ την εντολή “σταματήστε”) τα εξής:
«Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με τους συναδέλφους, έχουμε βλάβη στα φρένα», εννοώντας ότι κάποιοι άλλοι συνεχίζουν κανονικά και ότι θα συνέχιζαν και εκείνοι, αν τα φρένα ήταν εντάξει. Το θέατρο του παραλόγου συνεχίζεται, καθώς το κέντρο επαναλαμβάνει προς όλους «σας είπα να σταματήσετε την καταδίωξη» και αναφέρει μάλιστα και τον κωδικό του ανώτερου αξιωματικού που έδωσε την σχετική εντολή. Τότε εισπράττει από την ομάδα της δυτικής Αττικής τη δήλωση: «Συνεχίζουμε να τον ακολουθούμε».
Το κέντρο ξαναλέει «Σας έχουμε πει κατ’ επανάληψη. Μην τους καταδιώκετε. Υπάρχει εντολή». Όμως δεν ακούγεται “ελήφθη” από πουθενά, οπότε δεν τεκμαίρεται ότι η εντολή εισακούσθηκε. Είναι προφανές ότι γίνεται διάλογος κωφών. Δέκα λεπτά αργότερα σημειώνεται το αιματηρό επεισόδιο και το κέντρο μαθαίνει ότι όσα έλεγε περί εντολής μη καταδίωξης, πήγαν στο βρόντο.
Έκαναν ότι δεν άκουγαν;
Σε αυτό το σημείο, μπορεί κάποιος να πει ότι οι αστυνομικοί άκουγαν πολύ καλά τις εντολές του κέντρου επιχειρήσεων, αλλά αποφάσισαν να τις αψηφήσουν έμμεσα, δηλαδή δεν έδειξαν μεν άμεσα ανυπακοή, αλλά υποκρίθηκαν ότι δεν είχαν ακούσει την εντολή. Αυτό μπορεί να το έκαναν επειδή αντελήφθησαν ότι κάποιοι συνάδελφοί τους έκαναν του κεφαλιού τους και συνέχιζαν την καταδίωξη, οπότε, αν και άκουσαν την εντολή, αποφάσισαν ότι δεν έπρεπε να εγκαταλείψουν τους συναδέλφους τους μόνους.
Όμως, γεννάται το ερώτημα πώς συνεννοήθηκαν όλες οι ομάδες ΔΙΑΣ να πουν το ίδιο ψέμα, ότι δηλαδή δεν άκουσαν την εντολή; Υπάρχει “άγραφος νόμος” να κάνουν όλοι πως δεν ακούνε όταν διαφωνούν με τις εντολές του κέντρου; Και πίστευαν άραγε ότι μετά την σύλληψη (όπως νόμιζαν) θα είχαν μια επιτυχία και θα “πέρναγε στο ντούκου” το ότι παράκουσαν την εντολή για μη συνέχιση της καταδίωξης;
Φυσικά, υπάρχει και η εκδοχή ότι όντως δεν άκουσαν το “σταματήστε την καταδίωξη” και θεωρούσαν ότι συνέχιζαν κανονικά. Όμως αυτό γίνεται δύσκολα πιστευτό, γιατί η εντολή αυτή δεν δόθηκε μόνον μια φορά, αλλά τρεις. Και το επιχείρημα ότι είχε θόρυβο και ένταση η καταδίωξη, οπότε δεν ακουγόταν καθαρά το κέντρο, θέτει άλλο ζήτημα. Αν ο ασύρματος και οι εντολές δεν ακούγονται “λόγω έντασης και θορύβου”, τότε τι νόημα έχουν τα κέντρα επιχειρήσεων; Είναι μόνον για ήσυχες περιπολίες, όταν δηλαδή δεν χρειάζονται;
Και πώς έγινε και στο Πέραμα, όταν πια ήταν αργά, το κέντρο ακουγόταν καμπάνα, καθαρά και ξάστερα και οι εν συνεχεία συλληφθέντες αστυνομικοί απαντούσαν με σαφήνεια στο αν έχουν τραυματίες και πόσους κλπ; Επιπλέον, αν οι αστυνομικοί της ΔΙΑΣ πράγματι θεωρούσαν ότι έκαναν ορθά την καταδίωξη, θα είχαν ζητήσει και συνδρομή ή ενισχύσεις από το κέντρο. Θα είχε αποσταλεί περιπολικό όχημα για να αποκόψει το κλεμμένο ΙΧ και οι μοτοσικλετιστές της ΔΙΑΣ δεν θα περίμεναν να έρθει τυχαία από το αντίθετο ρεύμα λεωφορείο για να κλείσει το δρόμο στους τρεις Ρομά.