Το μπούλινγκ του κορωνοϊού στο ανοσοποιητικό και ο απροσδόκητος σύμμαχος

Άσχημα τα μαντάτα από τα λύματα της Αττικής

Μέχρι και την τελευταία εβδομάδα του Απριλίου, τα κρούσματα COVID-19 έχουν ξεπεράσει τα 3.000.000 παγκοσμίως και οι καταγεγραμμένοι θάνατοι που συνδέονται με τη νόσο τις 200.000. Με βάση αυτούς τους αριθμούς, θα προέκυπτε ένα ποσοστό θνησιμότητας της τάξης του 6,6%, τρεις μονάδες λιγότερο σε σχέση με το προηγούμενο “παιδί” της οικογένειας των κορωνοϊών, τον SARS-CoV, που είχε προκαλέσει πάλι λοιμώξεις αναπνευστικού τύπου.

Αν γνωρίζαμε έστω κατ’ εκτίμηση και τα μη καταγεγραμμένα κρούσματα, σαφώς και το ποσοστό θνησιμότητας θα έβγαινε αρκετά χαμηλότερο. Είναι, όμως γεγονός ότι ο νέος κορωνοϊός μεταδίδεται ευκολότερα σε σχέση με τον προκάτοχό του. Ως γνωστόν, οι μεγαλύτερες ηλικίες είναι πιο ευάλωτες, με τα παιδιά να αποτελούν μόλις το 1% ως 6% των συνολικών επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Μάλιστα, έρευνα του αμερικανικού Κέντρου Ελέγχου Λοιμωδών (CDC) έδειξε ότι σε δείγμα 149.000 κρουσμάτων, μόλις τα 2.500 ήταν παιδιά κάτω των 18 ετών. Εξ αυτών, νοσηλεύθηκε μόνο το 5,7%. Τα παιδιά που νοσούν με COVID-19 έχουν παρόμοια συμπτώματα με τους ενήλικες, αλλά ηπιότερα.

Τι είναι, όμως, αυτό που εξηγεί γιατί τα παιδιά μοιάζουν πιο “προστατευμένα”; Η απάντηση στην οποία συγκλίνει η επιστημονική κοινότητα αφορά στο ανοσολογικό προφίλ των παιδιών (Lee P. et al., JMII 21/2/2020). Το ανοσοποιητικό τους σύστημα αντιδρά ηπιότερα και παράλληλα έχουν λιγότερες πιθανότητες να έχουν υποκείμενο νόσημα, καθώς και επιβαρυμένο αναπνευστικό.

Μια φυσική ορμόνη κατά της εξάπλωσης COVID-19

Μια σημαντική διαφορά των παιδιών σε σχέση με τους ενήλικες που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των ερευνητών είναι η συγκέντρωση μελατονίνης στον οργανισμό. Η μελατονίνη είναι μια ορμόνη που εκκρίνεται από την επίφυση και ελέγχει το βιολογικό μας ρολόι. Σήμερα γνωρίζουμε ότι τα παιδιά έως 12 ετών διαθέτουν έως και τρεις φορές μεγαλύτερες συγκεντρώσεις μελατονίνης σε σχέση με άτομα ηλικίας 30-40 ετών και έως και 10 φορές μεγαλύτερες σε σχέση με άτομα 60-70 ετών.

Η αντιφλεγμονώδης και αντιοξειδωτική δράση της μελατονίνης θεωρείται ότι μπορεί να ισχυροποιήσει τον ανθρώπινο οργανισμό έναντι των διάφορων παθογόνων. Μάλιστα, ομάδα του ισπανικού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου La Paz της Μαδρίτης έχει ήδη ξεκινήσει κλινική μελέτη σε 450 άτομα, με τη χορήγηση 2mg μελατονίνης ημερησίως, ώστε να φτάσουν τη συγκέντρωση που παρουσιάζουν τα παιδιά.

Η παραγωγή μελατονίνης μειώνεται όσο μεγαλώνουμε (Πηγή: Grivas TB, et al., Melatonin the “light of night” in human biology, 2007).

Στόχος της μελέτης είναι να διαπιστωθεί κατά πόσο η μελατονίνη μπορεί να συμβάλει ώστε να είναι ηπιότερα τα συμπτώματα της νόσου COVID-19 στους υγειονομικούς που εκτίθενται σε αυτή. Αλλά και ομάδα επιστημόνων από τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τη Ρωσία ενθαρρύνουν τη μελέτη της χρήσης μελατονίνης πριν ακόμα ο ασθενής χρειαστεί φαρμακευτική αγωγή (Shneider et. al, Non peer-reviewed, 8/4/2020).

Πρέπει να σημειώσουμε ότι προσδοκία των παραπάνω ερευνητών δεν είναι να χρησιμοποιήσουν τη μελατονίνη σαν “φάρμακο” (που δεν είναι), το οποίο με κάποιο τρόπο θα πολεμήσει τον κορωνοϊό. Αυτό που μπορεί να κάνει είναι να καταστήσει ηπιότερα τα συμπτώματα της νόσου, “μαλακώνοντας” την υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού στον ιό. Ας δούμε ακριβώς ποια είναι αυτή.

Πώς ο COVID-2 κάνει… μπούλινγκ στο ανοσοποιητικό

Σε σχέση με τον προκάτοχό του, τον SARS-CoV, ο τωρινός SARS-CoV-2 έχει κάποιες πρωτεΐνες στο καψίδιό του που μοιάζουν με αγκάθια και μπορούν να λειτουργήσουν σαν κλειδιά εισόδου σε διαφορετικούς τύπους ανθρώπινων κυττάρων. Αυτές οι πρωτεΐνες (spike proteins) έχουν γίνει και αντικείμενο μελέτης για την κατασκευή φαρμάκου που θα τις εμποδίζει από το να προσδεθούν στα  ανθρώπινα κύτταρα (Robson B. Comput Biol Med. 11/4/2020).

Ο βασικός τρόπος πρόσδεσης είναι ο υποδοχέας τύπου 2 μετατροπής ενζύμου της αγγειοτενσίνης (ACE2) (Jitendra Subhash Rane, ChemRxiv, 8/4/2020), ο οποίος βρίσκεται, εκτός από τα επιθηλιακά κύτταρα των αεραγωγών, και σε κύτταρα του γαστρεντερικού. Συνδέεται φυσιολογικά με την ορμόνη ACE2, οδηγώντας σε αγγειοσυστολή και αύξηση της συστολικής πίεσης. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο άτομα με καρδιαγγειακά νοσήματα ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, αφού τα φάρμακα που λαμβάνουν για τη ρύθμιση της υπέρτασης έχουν στόχο αυτόν τον υποδοχέα.

Τα φάρμακα που συνταγογραφούνται είναι συνήθως αναστολείς του ACE2 και έτσι αυτοί οι υποδοχείς είναι ελεύθεροι για πρόσδεση με οτιδήποτε άλλο μοιάζει με αγγειοτενσίνη, όπως ο κορωνοϊός. Οι μεταλλάξεις σε αυτή την spike πρωτεΐνη (Tang X. et al. NSR 3/3/2020), καθώς και η διαφοροποιημένη κατάσταση των επιθηλιακών κυττάρων του αναπνευστικού είναι που καθιστούν αυτόν τον ιό έως και 1000 φορές περισσότερο μεταδοτικό σε σχέση με τον SARS του 2003.

Ένζυμα φουρίνης

Μετά την πρόσδεση σε ανθρώπινο κύτταρο, ο κορωνοϊός ενεργοποιεί τα ένζυμα φουρίνης που έχει φυσιολογικά ο οργανισμός μας για να καταπολεμάει τα διάφορα παθογόνα, κι έτσι σπάει το καψίδιό του και ενεργοποιεί περαιτέρω τη φυσική (ή γενική) ανοσία του οργανισμού, δηλαδή την άμεση αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, όταν αυτό καταλαβαίνει ότι υπάρχει λοίμωξη.

Κατά την αντίδραση αυτή, απελευθερώνεται το φλεγμονόσωμα NLRP3 (Kelley N. et al, Int J Mol Sci 7/2019), μια ουσία που αρχικά έχει στόχο να πολεμήσει τη φλεγμονή, αλλά μπορεί να δημιουργήσει νέες, καθώς οδηγεί διαδοχικά στην απελευθέρωση προφλεγμονικών κυτοκινών (IL-1β και IL-18). Αυτή η συμπεριφορά του ανοσοποιητικού συνδέεται με την ανάπτυξη και  άλλων ασθενειών ή συνδρόμων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η αθηρωματική πλάκα και το Αλτσχάιμερ.

Μπορεί, λοιπόν, από την μία να προστατέψει τον ανθρώπινο οργανισμό από την προσβολή παθογόνων. Από την άλλη, όμως, οδηγεί σε μία υπεραντίδραση, καταλήγοντας στην κατάρρευση των εσωτερικών οργάνων. Η νόσος COVID-19 κωδικοποιεί κάποιες πρωτεΐνες (ORF3a και Ε) που διευκολύνουν την απελευθέρωση των ιικών σωματιδίων από το κύτταρο. Αυτά στη συνέχεια ενεργοποιούν περαιτέρω την απελευθέρωση του NLRP3 φλεγμονοσώματος κι έτσι ο ασθενής χειροτερεύει. Αυτή είναι η περίφημη “καταιγίδα κυταρροκινών” που κυριολεκτικά εξουθενώνει πολλούς ασθενείς με COVID-19, στην οποία έχει αναφερθεί και ο επικεφαλής λοιμωξιολόγος του υπουργείου Υγείας, Σωτήρης Τσιόδρας (ενημέρωση 17/3/2020).

Ο απροσδόκητος σύμμαχος

Πώς μπορεί ο ανθρώπινος οργανισμός να είναι πιο έτοιμος απέναντι στον κορωνοϊό; Θα μπορούσαμε να ελέγξουμε τη φλεγμονή και να προστατέψουμε το σώμα, από το να αντιδράσει απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό; Πάνω σε αυτό το σκεπτικό, επιστήμονες από διάφορα μέρη του κόσμου, αναζητούν απροσδόκητους συμμάχους στην ίδια τη φύση, όπως είδαμε παραπάνω, με το παράδειγμα της μελατονίνης. Δεν είναι, όμως, η μόνη ουσία που μπορεί να αναστείλει το NLRP3 φλεγμονόσωμα και να “κατευνάσει” την καταιγίδα κυτοκινών που προκαλεί ο κορωνοϊός. Παρόμοιες προτάσεις  (Boretti A., Banik Bk, PharmaNutrition, 21/4/2020) και κλινικές μελέτες (NCT04264533) βρίσκονται σε εξέλιξη, πάνω στη χορήγηση μεγαδόσεων της βιταμίνης C.

Επίσης, το φλεγμονόσωμα που προκαλεί την “καταιγίδα” ενεργοποιείται από την καταστροφή των μιτοχονδρίων, την αύξηση των ελεύθερων ριζών και την καταστροφή των λυσοσωμάτων. Καθιστώντας λοιπόν ηπιότερη την καταστροφή αυτών των σωματιδίων, μπορούμε να προσδοκούμε ότι ένα σώμα που θα νοσήσει από COVID-19 θα έχει ηπιότερη αντίδραση του ανοσοποιητικού. Υπό αυτό το πρίσμα, θα άξιζε να μελετηθεί η επίδραση βοτάνων και βιταμινών που έχουν αυτούς τους στόχους, χωρίς να ενεργοποιούν με τη σειρά τους τις κυτοκίνες IL-1β και IL-18.

Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται τροφές και ουσίες όπως το σκόρδο (Allium sativum), η κουρσετίνη, τα εκχυλίσματα ολόκληρων μανιταριών, η μέντα (Mentha piperita), η ανδρογραφίδα (Andrographis paniculata), ο αστράγαλος (Astragalus membranaceus), ο ψευδάργυρος (που δοκιμάστηκε και σε σχέση με τον κορωνοϊό του 2003), η βιταμίνη Α και η βιταμίνη C.

Αντίθετα, συστατικά που έχει νόημα να αποφεύγονται ή να καταναλώνονται σε ήπιες δόσεις, για λόγους ηπιότερης ανοσίας, είναι τα εξής: εχινάκεια (Echinacea angustifolia ή purpurea), σαμπούκο Sambucus nigra (elderberry), αραβινογαλακτάνες από λάρικες (είδος πεύκου), πολυσακχαρίτες από μανιτάρια ιατρικού σκοπού, βιταμίνη D, φάρμακα COX-2 αναστολείς (ιβουπροφαίνη, celecoxib).

Θα πρέπει να τονίσουμε, τέλος, το εξής: Το γεγονός ότι φυσικά συστατικά, όπως η βιταμίνη C, δοκιμάζονται στο πλαίσιο αντιμετώπισης της COVID-19 δεν σημαίνει ότι θεραπεύουν τη νόσο, ούτε και ότι σκοτώνουν τον ιό! Το να σπεύσει κάποιος στο φαρμακείο και να αγοράσει μαζικά και αόριστα βιταμίνες και βότανα, δεν έχει ιδιαίτερο νόημα. Αυτό που έχει νόημα είναι να χτίζει συστηματικά ένα δυνατό ανοσοποιητικό, με τη διατροφή που χρειάζεται, τα συμπληρώματα και τις βιταμίνες που το δικό του σώμα έχει ανάγκη και σε συνδυασμό –όσο αυτό είναι δυνατό– με φυσική άσκηση. Το ιδανικό θα ήταν να μην κολλήσει τον ιό. Αν όμως τον κολλήσει, ένα καλορυθμισμένο ανοσοποιητικό ενδεχομένως να του επιτρέψει να μη νοσήσει, ή να νοσήσει ήπια. Κι αυτό δεν θα ήταν καθόλου αμελητέο όφελος.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι