Το σκοτεινό είδωλο της ατομικής τρομοκρατίας
23/12/2018Μέσα στον κυκεώνα των προβλημάτων, που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα (οικονομία, εθνικά θέματα, κοινωνία), γονατισμένη από τον μνημονιακό οδοστρωτήρα, καθηλωμένη και συρρικνωμένη, εμφανίσθηκε για μια ακόμα φορά στο προσκήνιο, η δράση της ατομικής τρομοκρατίας, με το πρόσφατο τυφλό χτύπημα στις εγκαταστάσεις του Σκάι.
Πέραν της τρικυμίας, που προκλήθηκε στο τρομώδες ελλιποβαρές πολιτικό προσωπικό, στο οποίο κυριαρχεί η ρηχότητα, η κοινοτυπία και ο ωφελιμιστικός κοντόθωρος στόχος του γαντζώματος στην καρέκλα της εξουσίας, επανήλθε στο προσκήνιο, για μια ακόμα φορά, στην πολύπαθη Ελλάδας το φαινόμενο της ατομικής τρομοκρατίας, που γιγαντώθηκε στις Δυτικές xώρες στις δεκαετίες 1970-80 και παραμένει υπαρκτό περιθωριακά σε κάποιες από αυτές, όπως η Ελλάδα.
Αυτού του είδους τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα, ανεξαρτήτως ιδεολογικών επικλήσεων ή επικαλύψεων, που τα συνοδεύουν, επιβαρύνουν δραματικά το, ήδη, βαριά τραυματισμένο δημοκρατικό πολίτευμα. Έτσι, το φαινόμενο αυτό θα πρέπει να αναλυθεί χωρίς φόβο και πάθος, να τονισθούν οι μύθοι και οι αλήθειες, που το συνοδεύουν ως «σκοτεινό είδωλο» και να αναδειχθούν οι διαχρονικές αλήθειες περί αυτού.
Το φαινόμενο της τρομοκρατίας στις Δυτικές χώρες, παρά τη λεκτική αριστερίστικη φρασεολογία, που συνήθως χρησιμοποιείται (και ως «προκάλυμμα»), δεν έχει καμία σχέση ιδεολογική ή οργανική με το Αριστερό Κίνημα και τους αγώνες των λαϊκών στρωμάτων απέναντι στο Αστικό Κράτος και το καπιταλιστικό σύστημα.
Οι απαντήσεις Φεραγιόλι
Ως προς το θέμα αυτό, απαντήσεις και εξηγήσεις έδωσε με επαρκή τρόπο, ο μαρξιστής Ιταλός Καθηγητής Λουίτζι Φεραγιόλι στο βιβλίο του «Βία και Πολιτική» (εκδόσεις Στοχαστής), όπου εξηγεί, ότι το φαινόμενο της ατομικής τρομοκρατίας δεν έχει καμία ιδεολογική σχέση με την μαρξιστική θεωρία και το αριστερό κίνημα και τον αγώνα των λαϊκών στρωμάτων για θεμελίωση της σοσιαλιστικής κοινωνίας απέναντι στο Αστικό Κράτος και το καπιταλιστικό σύστημα, αφού εντάσσεται στο λεύκωμα της αστικής θεωρίας και πολιτικής.
Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι: «Ο πολιτικός γιακωβινισμός και η ηθικοϊστορική τελεολογία, που αποτελούν αντικειμενικά τον κοινωνιολογικό χαρακτήρα της τρομοκρατίας, αντιστοιχούν εξίσου σε ακλόνητα αρχέτυπα της αστικής πολιτικής σκέψης και ακριβέστερα του αυταρχικού ανελεύθερου ρεύματός της. Το πρώτο απ’ αυτά είναι παράδοση του πολιτικού ρεαλισμού και του πραγματιστικού βολονταρισμού από τον Μακιαβέλι μέχρι τον Carl Schmitt: Η ιδεολογία, δηλαδή, της αυτονομίας της πολιτικής σαν επιστήμη και σαν τεχνική εξουσία, ξεχωριστή από την ηθική και πιστή μόνο στη λογική της ιστορικό – πρακτικής επιτυχίας, καθώς και η ενσάρκωσή της σε ένα «πολιτικό υποκείμενο», κράτος, κόμμα, ηγεμόνα, η ελίτ στην εξουσία, ως «εκτελεστή», για λογαριασμό και αντιπροσώπευση της κοινωνίας. Το δεύτερο, είναι η αστική ηθική της θυσίας (στις δύο παραλλαγές της Χριστιανο-Ιδεαλιστικής Ηθικής και ωφεληματικής και υστερόβουλης), που όμως, και στις δύο περιπτώσεις, χαρακτηρίζεται από το γεγονός, ότι αναβάλλει την άμεση ηδονή, εν όψει της πραγματοποίησης των ιστορικών ή μετα-ιστορικών σκοπών και της ακόμα μεγαλύτερης ηδονής στο μέλλον».
Η σύζευξη αυτών των δύο παραδόσεων γέννησε την μοντέρνα αστική πολιτική σαν τεχνική της μεσολάβησης και, συγχρόνως, της διαφοροποίησης των σκοπών από τα μέσα, ακριβώς γιατί είναι υποτελή από ιδεολογική άποψη στους σκοπούς, που δεν επιδέχονται ούτε αξιολόγηση, ούτε πραγματικό έλεγχο.
Η πολιτική βία, συνεπώς, ηθικού και ψυχρού ορθολογικού τύπου, όπως εμφανίζεται στις ακραίες μορφές της τρομοκρατίας των ενόπλων ομάδων, με κυρίαρχο ιδεολογικό στοιχείο τους την αντίληψη της βίας ως μέσου-εργαλείου για το σκοπό τους, που είναι, κατά τα λεγόμενά τους, η με «επαναστατικό» τρόπο εγκαθίδρυση μιας νέας κοινωνίας (άρα μη βίαιης)!, τοποθετείται μέσα σε αυτό το αλλοτριωμένο σύμπαν της αστικής πολιτικής.
Ανεξαρτήτως, όμως, της ιδεολογικής προσέγγισης και ερμηνείας, η ιστορική εμπειρία δείχνει, ότι αυτά τα χτυπήματα, όχι μόνο δεν αποσταθεροποιούν το καπιταλιστικό σύστημα, όπως θεωρητικά, φαίνεται να επιδιώκεται, αλλά, αντίθετα, λειτουργούν ως ισχυρός νομιμοποιητικός παράγοντας για την λήψη και ενίσχυση των πιο σκληρών κατασταλτικών μηχανισμών και λειτουργιών, μέσα από την προώθηση και νομιμοποίηση του αυταρχισμού και της κρατικής τρομοκρατίας, στο όνομα της κοινωνικής ασφάλειας.
Αντιδραστικοί νόμοι
Τόσο στην Γερμανία, όσο και στην Ιταλία, όπου στις δεκαετίες ’70 και ’80 γιγαντώθηκε το φαινόμενο αυτό με τις οργανώσεις Μπάαντερ-Μάινχοφ και Ερυθρές Ταξιαρχίες, για την αντιμετώπισή του ανασύρθηκαν οι πιο αντιδραστικοί νόμοι από το ναζιστικό και φασιστικό ποινικό «οπλοστάσιο» των Χωρών αυτών, προς όφελος του Αστικού Κράτους και των ιδεολογικών και κατασταλτικών μηχανισμών του.
Αυτός ο κίνδυνος υφίσταται ειδικότερα εκεί, όπου παραμένει ενεργό το φαινόμενο αυτό, όπως στην Ελλάδα, όπου τα φαινόμενα αυταρχισμού και κρατικής βίας προσλαμβάνουν ευρύτερες μορφές, αφού έχει μετατραπεί σε «νεοαποικιακό» μόρφωμα. Λαμβάνει, μάλιστα, επικίνδυνα χαρακτηριστικά, εξαιτίας του γεγονότος ότι, σε κοινωνικό επίπεδο, έχουμε την βίαιη μετατροπή μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας με τα χαρακτηριστικά του λεγόμενου «λούμπεν προλεταριάτου», το οποίο είναι επιρρεπές σε πάσης φύσεως χειραγωγήσεις.
Θα πρέπει, τέλος, να επισημανθεί, ότι η μορφή του «τρομοκρατικού φαινομένου» στην Ελλάδα έχει διαφοροποιηθεί. Από τον πολιτικό συμβολισμό και την στοχοποίηση «εκπροσώπων» της εκμεταλλευτικής «ελίτ» στις δεκαετίες 1970-2000, έχει διολισθήσει στα μαζικά «τυφλά» δολοφονικά χτυπήματα. Αυτό παραπέμπει περισσότερο σε στοιχεία της τρομοκρατικής δράσης των φασιστικών οργανώσεων στην Ιταλία την δεκαετία του ’90, ενισχύοντας, έτσι, περισσότερο την αντίληψη, ότι αποτελούν χρήσιμο εργαλείο στα χέρια διαφόρων κέντρων-παρακέντρων, μυστικών υπηρεσιών και μη.
Από το υπάρχον προσωπικό του σημερινού πολιτικού εποικοδομήματος δεν μπορεί να αναμένει κανείς, αντικειμενικά, πολλά πράγματα, αφού, για μικροκομματικούς λόγους, είναι ικανό να εργαλειοποιήσει και το επικίνδυνο αυτό φαινόμενο για την Δημοκρατία στον βωμό των μικροκομματικών επιδιώξεών του. Απαιτείται σταθερός κριτικός λόγος και σκέψη, αλλά και σθεναρή στάση όλων των πολιτών, στους σημερινούς δύσκολους και θρυμματισμένους καιρούς, που διέρχεται η Ελλάδα.