Βορίζια-Ζωνιανά-Χανιά μια Ντραγκέτα δρόμος!
07/11/2025
Τα πρόσφατα γεγονότα στα Βορίζια της Κρήτης συνιστούν ένα ενδεικτικό παράδειγμα μαφιοποίησης της κοινωνίας. Εννοείται δεν είναι το μόνο. Έχουμε ξεχάσει τα Ζωνιανά και την εμπορία ναρκωτικών; Την απόπειρα εξάρθρωσης εγκληματικής οργάνωσης στα Χανιά;
Τη διερεύνηση για εμπλοκή και υποβοήθηση από την πλευρά στελεχών της αστυνομίας; Την καταπάτηση και απόπειρα πώλησης σε ξένους αγοραστές μοναστηριακών στρεμμάτων με πιθανή εμπλοκή του ανώτερου κλήρου; Και τόσα άλλα που μπορεί να αντλήσει κανείς από το αστυνομικό ρεπορτάζ.
Πως ερμηνεύονται όλα αυτά τα γεγονότα; Γιατί άραγε η παραπάνω ανομία και παραβατικότητα συγκαλύπτονται υπό τους όρους της πολιτισμικής, “ιδιαίτερης κρητικής ταυτότητας”; Γιατί επιχειρείται η ταξινόμησή των φονικών στα Βορίζια στην κατηγορία της παραδοσιακής βεντέτας μεταξύ αντίπαλων οικογενειών; Είναι έκδηλο πως πρόκειται για σύγκρουση μεταξύ συμμοριών, που επικαλύπτεται με ιδεολογήματα πολιτισμικής παράδοσης και εθιμικής συνέχειας.
Είναι πασιφανές πως πρόκειται περί πολέμου μεταξύ φατριών, οι οποίες επιδίδονται πλέον, υπό την κάλυψη της “πολιτισμικής ιδιαιτερότητας”, στις κλασσικές μαφιόζικες δραστηριότητες, οι οποίες δεν περιλαμβάνουν μόνο τα ναρκωτικά και το εμπόριο όπλων ή τη διακίνηση μεταναστών. Αφορούν επίσης πρακτικές εκβιασμού, προστασίας, εμπορίας λευκής σαρκός και άλλα συναφή. Το μακελειό με 2.000 κάλυκες καθιστά την Κρήτη σχεδόν ένα τοπίο Κολομβίας. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι στα “χέρια των παιδιών και των νέων” βρίσκονται από καλάσνικοφ μέχρι αντιαρματικά.
Όμως μόνον την Κρήτη αφορά αυτή η μαφιοποίηση; Δεν καλούμαστε να εξοικειωθούμε όλοι οι πολίτες με ένα τέτοιο τοπίο μαφιοποίησης, από τα πάνω και από τα κάτω ταυτόχρονα, όπου Τέμπη, υποκλοπές, ΟΠΕΚΕΠΕ, ξεπούλημα ΕΛΤΑ, ναρκωτικά, παράνομες δραστηριότητες και υπόκοσμος ανθίζουν και πλουτίζουν ταυτόχρονα;
Ένα βολικό αφήγημα
Παρατηρούμε λοιπόν δύο βασικά στοιχεία: Το πρώτο αφορά το τμήμα εκείνο της αερολογούσας δημοσιογραφίας, που διαθέτει πολλές τακτικές να αποκρύπτει, να ξεπετά, να παραποιεί γεγονότα και κυρίως να διαμορφώνει την κοινή γνώμη σύμφωνα με το κυρίαρχο αφήγημα της “βεντέτας” και της οπλοκατοχής. Πιο συγκεκριμένα, επιχειρείται η ερμηνεία των γεγονότων μέσα από ένα πρίσμα συντήρησης αιμοσταγών πολιτισμικών παραδόσεων αυτοδικίας. Όπως φαίνεται, η ελληνική κοινωνία πρέπει να πειστεί, με τους όρους της “τοξικότητας” που έχουν γίνει της μόδας σε όλη την Ευρώπη, πως “η τοξική παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα της, σκοτώνουν” (λίγο πολύ όπως σκοτώνει και η “τοξική αρρενωπότητα, όπως και η πατριαρχία”).
Βολική “εκσυγχρονιστική” επιχειρηματολογία, πολλαπλώς “αντι-συντηρητική”: Μέσα από μια τέτοια προσέγγιση μπαίνει ξανά στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, όλο το πουτ πουρί των αφηγημάτων, που εξυπηρετούν την σύγχρονη πολιτική ορθότητα: από την μία ο “εκσυγχρονισμός” των ηθών και των εθίμων, {καθώς επίσης το “ξεβλάχεμα” της σκληροτράχηλης επαρχίας}, από την άλλη, η εισαγωγή ως θέματος ημερήσιας διάταξης της οπλοκατοχής (για να νιώσουμε και λίγο Αμέρικα που τόσο μας αρέσει…).
Ειδικά τώρα που ο πλανητάρχης Τραμπ και το deep America έχει πολύ συγκεκριμένες απόψεις περί οπλοκατοχής, αντίθετες με τη δική μας, “προοδευτική” ιδέα του υποχρεωτικού αφοπλισμού των πολιτών, (την ασφάλεια των οποίων εξασφαλίζει βεβαίως-βεβαίως το δημοκρατικό κράτος, με το οποίο οι πολίτες ταυτίζονται και το οποίο “πρέπει συνεπώς να διαθέτει και το μονοπώλιο της βίας”)… Με άλλα λόγια, να πειστεί το φιλοθεάμον κοινό πως το πρόβλημα στην Κρήτη (όπως και σε άλλα μέρη της ελληνικής επικράτειας), δεν είναι η μαφιοποίηση, αλλά οι βάρβαρες πολιτισμικές παραδόσεις και η οπλοκατοχή. Άρα, πάνε να μας πείσουν πως αν απαγορευτεί η οπλοκατοχή και “εκσυγχρονιστούν οι παραδόσεις”, θα σταματήσει αυτομάτως το έγκλημα;
“Μαφιοποίηση” των συνειδήσεων
Μάλλον κάποιοι εμπαίζουν τη νοημοσύνη των πολιτών. Βεβαίως, αυτό το οποίο παραλείπεται από την καθημερινή ενημέρωση είναι η υπενθύμιση πως το μόνο που έχει μείνει να θυμίζει την πραγματική “παλιά Ελλάδα” δεν είναι τα έθιμα της αυτοδικίας, ούτε οι “brutal” πολιτισμικές παραδόσεις, αλλά τα διαχρονικά συμπτώματα της “μαφιοποίησης” των συνειδήσεων και των νοοτροπιών, που άνθισαν ήδη από τη δημιουργία του πρώτου νεοελληνικού κράτους. Και δεν χρειάζεται να ανατρέξει κανείς στη δολοφονία του Καποδίστρια για να διαπιστώσει κάτι τέτοιο. Μπορεί να σταθεί σε μικρότερα, αλλά ενδεικτικά γεγονότα της μαφιοποίησης του ίδιου του ελληνικού κράτους, η οποία μοιάζει να εξελίσσεται, να διευρύνεται και να χειροτερεύει μέρα με την μέρα.
Θα ήταν λόγου χάρη ενδιαφέρον να θυμηθούμε κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα της νεο-ελληνικής σύνδεσης του εγκλήματος με την πολιτική, καθώς και της υπέρβασης των κανόνων κάθε ευνομούμενης δημοκρατικής πολιτείας: Πέρα από την Κρήτη, ακριβώς στην άλλη μεριά της Ελλάδας, στην Ήπειρο, κοντά στα 1920, οι λήσταρχοι Ρετζαίοι, μετά την προσωρινή αμνηστία που είχαν λάβει, είχαν εξαίρετες σχέσεις τόσο με την καλή κοινωνία των Ιωαννίνων και τον τότε Μητροπολίτη Σπυρίδωνα, όσο και με τους υποψήφιους βουλευτές της περιοχής.
Κατά την εποχή εκείνη λεγόταν μάλιστα πως «τα πιστόλια των Ρετζαίων οδηγούν στην Βουλή των Ελλήνων». Τίποτα πρωτότυπο λοιπόν στην ιστορική σχέση του οργανωμένου εγκλήματος με την «καλή κοινωνία» και την επίσημη πολιτική σκηνή. Γι΄ αυτό, όσοι παριστάνουν ότι ξαφνιάζονται, δημοσιογράφοι και δημοσιολογούντες, είναι είτε υποκριτές, είτε ανιστόρητοι.
Οι “αλά ιταλικά” μαφιόζικες οργανώσεις
Το δεύτερο στοιχείο είναι ένας κατσαπλιάδικος μιμητισμός των μαφιών της Νοτίου Ιταλίας και της Σικελίας. Με μπόλικο Hollywood “Νονού” και “Σημαδεμένου” (που είναι μάλιστα παλιές ταινίες, ιδιαζόντως της μόδας στις νεότερες γενιές), δημιουργείται μια κουλτούρα μαφιόζου και μέλους συμμορίας, η οποία προοδευτικά αποκτά υπόσταση πραγματικής μαφιόζικης οργάνωσης. Με άλλα λόγια, παρατηρούμε τις τοπικές οργανώσεις της ευρύτερης “Greek Mafia” να γίνονται σταδιακά “εφάμιλλες” εκείνων του εξωτερικού.
Ποιος είναι παραδοσιακά ο τρόπος λειτουργίας των οργανώσεων αυτών; Προστατεύουν πρώτα απ’ όλα, ως υποκατάστατο της “χαμένης πατρίδας”, την περιοχή όπου δραστηριοποιούνται, όπου στρατολογούν τα νεότερα μέλη τους, δίνοντας τους οικονομική διέξοδο και ένα συνανήκειν (μαφία = οικογένεια). Επιβάλλουν τους νόμους, τους κανόνες, τα ήθη και τα έθιμα τους. Επιλέγουν πολιτικούς εκπροσώπους. Xαράσσουν πολιτική και διορίζουν τους δικούς τους στον κρατικό μηχανισμό. Τελικά, αυτό που γίνεται πλέον άτυπο καθεστώς, είναι η γενίκευση και η οργανική σύνδεση των οικονομικών ολιγαρχιών, ταυτόχρονα με τις μαφίες και τις πολιτικές ηγεσίες.
Διότι οι “αλά ιταλικά” μαφιόζικες οργανώσεις δεν “κρατούν όλα τα λεφτά για πάρτη τους”: Πέραν της αποστολής των χρημάτων σε μακρινούς φορολογικούς παραδείσους, διοχετεύουν τα έσοδα τους σε διάφορες επιχειρηματικές δραστηριότητες, συχνά στον ευρύτερο τομέα του τουρισμού, έστω και υπό τη μορφή του ξεπλύματος. Παράλληλα, μοιράζουν λεφτά στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ιδρύουν ΜΚΟ και επιδίδονται σε “φιλανθρωπίες”. Αναμειγνύονται μέσω διαφόρων οργανώσεων, επαφών και διασυνδέσεων, ενεργά στην κεντρική πολιτική σκηνή, τοποθετώντας πολιτικούς αντιπροσώπους στο κοινοβούλιο.
Όμως, το βασικό επενδυτικό τους έργο εντοπίζεται στην εξαγορά συνειδήσεων: Εξαγοράζουν πολιτικούς, ευυπόληπτα μέλη των τοπικών κοινωνιών, ακαδημαϊκούς, δικαστές, δημοσιογράφους, πότε με μαύρο, πότε με “ασπρισμένο” χρήμα, ή μέσω αμοιβαίων εξυπηρετήσεων και εκδουλεύσεων, οι οποίες γίνονται αποτελεσματικές χάρη στις δαιδαλώδεις διασυνδέσεις που στηρίζονται σε ένα δίκτυο ανθρώπων, των οποίων η σιωπή, φθηνά ή ακριβά, ή έστω μέσω φόβου έχει ήδη εξαγοραστεί (omerta).
Κλείνοντας, θα σημειώναμε πως το παράδειγμα των γεγονότων στα Βορίζια αναδεικνύει ξεκάθαρα πως βρισκόμαστε σε μια φάση πολιτικής, κοινωνικής και ηθικής παρακμής που εμπεριέχει την κανονικοποίηση του εγκλήματος, την εξοικείωση με το ειδεχθές και το αποτρόπαιο, τη γενικευμένη ανομία, την παραβατικότητα και τον εύκολο και βρώμικο πλουτισμό ως τρόπο διάκρισης και κοινωνικής αναγνώρισης. Η αισχρότητα έχει γίνει καθεστώς. Ο μαφιόζος, αξιοσέβαστος πολίτης. Απέχουμε έτη φωτός από τις κοινωνίες τιμής και ντροπής των προγόνων μας. Ουσιαστικά, έχουμε απωλέσει και τις δύο.





