Άρχισε η κατάθεση μαρτύρων στη δίκη του Ντόναλντ Τραμπ
23/04/2024Ο πρώτος μάρτυρας στην ποινική δίκη του Ντόναλντ Τραμπ στο Μανχάταν, ο εκδότης του National Enquirer Ντέιβιντ Πέκερ, κατέθεσε σήμερα ότι είχε συνάψει με τον Τραμπ μια πολύ εμπιστευτική συμφωνία για να τον στηρίξει ως έντυπο στην προεκλογική εκστρατεία του το 2016.
Ο κ. Πέκερ είπε στο δικαστήριο ότι σε μια συνάντηση που είχαν τον Αύγουστο του 2015 είπε στον Τραμπ ότι το Enquirer θα δημοσίευε ευνοϊκές ιστορίες για εκείνον και ότι παράλληλα «θα είχε το νου του» για γυναίκες που ίσως ήθελαν να πουλήσουν ιστορίες που μπορεί να τον έπλητταν.
«Όταν κάποιος είναι υποψήφιος για δημόσιο αξίωμα σαν αυτό, είναι πολύ συνηθισμένο αυτές οι γυναίκες να τηλεφωνούν σε περιοδικά σαν το National Enquirer και να προσπαθούν να πουλήσουν την ιστορία τους», κατέθεσε.
Ο Πέκερ είπε στον αρχισυντάκτη του εντύπου να μη διαρρεύσει αυτή η συμφωνία με τον Τραμπ. «Του είπα ότι θα προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε την εκστρατεία του Τραμπ και για να το κάνουμε αυτό θέλαμε να κρατήσουμε κάποια ζητήματα όσο πιο κρυφά ήταν δυνατόν», είπε.
Οι εισαγγελικές αρχές υποστηρίζουν ότι οι ενέργειες του Πέκερ «βοήθησαν τον Τραμπ να εξαπατήσει τους ψηφοφόρους στις εκλογές του 2016, αφού “έθαψε” διάφορες ιστορίες για εξωσυζυγικές σχέσεις του». Οι εισαγγελείς έχουν ασκήσει δίωξη εις βάρος του πρώην πρόεδρου των ΗΠΑ κατηγορώντας τον για παραποίηση εγγράφων, προκειμένου να συγκαλύψει το ότι έδωσε 130.000 δολάρια σε μια πορνοστάρ για να εξαγοράσει τη σιωπή της.
Ο Τραμπ δηλώνει αθώος και αρνείται ότι είχε ερωτικές επαφές με την πορνοστάρ το 2006. Οι συνήγοροί του επιμένουν ότι δεν διέπραξε κανένα έγκλημα και ότι ενήργησε κατ’ αυτόν τον τρόπο για να προστατεύσει το όνομά του από συκοφαντίες.
Ο Πέκερ είπε ότι γνωρίζει τον Τραμπ από τη δεκαετία του 1980 και κάποτε συνεργάστηκε μαζί του σε ένα περιοδικό με τον τίτλο “Trump Style”. Είπε ότι το National Enquirer φιλοξενούσε σταθερά ρεπορτάζ για τον Τραμπ στις πρώτες σελίδες του και μια δημοσκόπηση έδειξε ότι το 80% των αναγνωστών του θα τον ψήφιζε αν διεκδικούσε την προεδρία των ΗΠΑ.
Η American Media, η εταιρεία στην οποία ανήκε το περιοδικό, παραδέχτηκε το 2018 ότι πλήρωσε 150.000 δολάρια στην Κάρεν ΜακΝτούγκαλ, ένα πρώην μοντέλο του Playboy, για να αγοράσει την ιστορία της πολύμηνης σχέσης της με τον Τραμπ, το 2006. Η American Media δεν δημοσίευσε ποτέ την ιστορία του μοντέλου.
Ο δικαστής Χουάν Μέρτσαν εξέτασε, παράλληλα, ένα αίτημα των εισαγγελέων που ζητούσαν να επιβληθεί πρόστιμο ύψους 10.000 δολαρίων στον Τραμπ επειδή παραβίασε τη διαταγή που του απαγορεύει να σχολιάζει τους μάρτυρες της δίκης, τους δικαστικούς υπαλλήλους και τους συγγενείς τους. Ο Μέρτσαν επιφυλάχθηκε να αποφανθεί επί του αιτήματος, όμως απέρριψε και τον ισχυρισμό του συνηγόρου του Τραμπ, του Τον Μπλανς, ότι ο πελάτης του απαντούσε σε «πολιτικές επιθέσεις που δεχόταν και δεν εκφόβιζε τους μάρτυρες».
«Δεν παρουσιάσατε τίποτα. Σας ρώτησα οκτώ ή εννιά φορές, δείξτε μου την ανάρτηση στην οποία απαντούσε. Δεν καταφέρατε να το κάνετε ούτε μία φορά. Πρέπει να σας πω ότι χάνετε την αξιοπιστία σας στο δικαστήριο», είπε ο Μέρτσαν απευθυνόμενος στον συνήγορο υπεράσπισης.
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, ο Τραμπ επανέλαβε ότι του στερούν το συνταγματικό δικαίωμά του στην ελευθερία του λόγου όταν δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. «Αυτή είναι παρωδία δίκης και ο δικαστής θα έπρεπε να αυτοεξαιρεθεί», έγραψε στην πλατφόρμα του, την Truth Social.
Ο εισαγγελέας Κρίστοφερ Κονρόι υποστήριζε ότι ο Τραμπ παραβίασε την εντολή του δικαστηρίου επειδή σε μια ανάρτησή του, στις 10 Απριλίου, αποκάλεσε «λεχρίτες» την πορνοστάρ και τον πρώην δικηγόρο του (και νυν μάρτυρα κατηγορίας) Μάικλ Κοέν. Ο εισαγγελέας είπε ότι ο Τραμπ έκανε και άλλες αναρτήσεις, που οδήγησαν μια ένορκο να αποσυρθεί, φοβούμενη ότι θα αποκαλυπτόταν η ταυτότητά της.
Ο εισαγγελέας είπε σχετικά: «Ο κατηγορούμενος γνωρίζει ότι δεν επιτρέπεται να το κάνει αυτό, κι όμως το κάνει. Η ανυπακοή του είναι προμελετημένη. Είναι σκόπιμη. Πρέπει να του επιβληθεί πρόστιμο και όχι ποινή φυλάκισης 30 ημερών, όπως ορίζει η πολιτειακή νομοθεσία ότι μπορεί να αποφασίσει ο δικαστής. Αυτό φαίνεται πως επιδιώκει ο κατηγορούμενος».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ