Γ. Μανιάτης: «2+1 λόγοι καταψήφισης της πρότασης Φον ντερ Λάιεν»
15/12/2025
Άρθρο του ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ στην Εφημερίδα «Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ».
Η παταγώδης αποτυχία της ελληνικής κυβέρνησης στη διαχείριση των 36δις ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, που την πρακτική του σχεδιάζει να εφαρμόσει η πρόεδρος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στη διαχείριση των σημαντικότερων προγραμμάτων σύγκλισης, επιβάλουν την απόλυτη άρνηση και καταψήφιση της πρότασής της για τον επόμενο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ (MFF).
I. Το πρόβλημα
Η συζήτηση για τον επόμενο Προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης διεξάγεται σε μια κρίσιμη συγκυρία, όπου η ανάγκη για αποτελεσματική χρηματοδότηση, ισχυρή ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία και δημοκρατική λογοδοσία, είναι πιο επιτακτική από ποτέ.
Ωστόσο, η πρόταση της Επιτροπής όπως έχει παρουσιαστεί, δημιουργεί σοβαρές ανησυχίες σχετικά με τη συνοχή της Ένωσης, τον σεβασμό των βασικών ευρωπαϊκών αρχών, καθώς και τη λειτουργικότητα των στρατηγικών που στηρίζουν την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και τη σταθερότητα της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η δημιουργία ενός νέου “Υπερταμείου” Εθνικής και Περιφερειακής Εταιρικής Σχέσης (National & Regional Partnership Fund) που συνενώνει πολλά από τα υφιστάμενα προγράμματα και πολιτικές της ΕΕ (Πολιτική Συνοχής, Κοινή Αγροτική Πολιτική κ.α.) και εισάγει την καταστροφική προσέγγιση του “ένα Εθνικό Σχέδιο ανά κράτος-μέλος”. Μια προσέγγιση, που δεν εγείρει σοβαρά ζητήματα μόνο σε εμάς, τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, αλλά καταπατά και θέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έχουν διαμορφωθεί μέσω υπερκομματικών ψηφισμάτων.
II. Η επανεθνικοποίηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού
Η πρόταση της Επιτροπής για «ένα Εθνικό Σχέδιο ανά κράτος-μέλος» οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην επανεθνικοποίηση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, δηλαδή σε μια Ευρώπη “à la carte”.
Η εξέλιξη αυτή δεν ενισχύει μόνο τον οικονομικό και θεσμικό κατακερματισμό της Ένωσης, αλλά κυρίως απομακρύνει τα κράτη-μέλη από το θεμελιώδες πνεύμα της αλληλεγγύης, μια διάσταση που όρισε ιστορικά το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Η χρηματοδότηση κατά βούληση 27 ασύνδετων εθνικών σχεδίων, θα επιτρέπει σε κάθε χώρα να ακολουθεί διαφορετικές προτεραιότητες και στρατηγικές, διευρύνοντας όχι μόνο τις ήδη υπάρχουσες κραυγαλέες ανισότητες αλλά και υπονομεύοντας ευθέως την κοινωνική συνοχή και την ισόρροπη ανάπτυξη της ΕΕ.
Ως συνέπεια, τα Κράτη-Μέλη με ισχυρές οικονομίες και εκτεταμένες χρηματοδοτικές δυνατότητες, θα συνεχίζουν να ενισχύουν συνεχώς την ανταγωνιστικότητά τους, ενώ οι ασθενέστερες ευρωπαϊκές οικονομίες ολοένα και θα συρρικνώνονται, αποτέλεσμα της απώλειας των ισότιμων όρων συμμετοχής στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.
III. Η συγχώνευση κοινών Πολιτικών και των Προϋπολογισμών τους
Οι σημερινές αυτόνομες πολιτικές της Ευρώπης, όπως η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και η Πολιτική Συνοχής, βασίζονται σε διακριτούς προϋπολογισμούς, που εξασφαλίζουν μια ενιαία στρατηγική μέσω της σταθερής χρηματοδότησης και των ίσων κανόνων για όλες τις χώρες της Ένωσης.
Η εμμονική προσπάθεια της Κομισιόν να συγχωνεύσει κάποιες από τις πιο επιτυχημένες κοινές ευρωπαϊκές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων και των διακριτών προϋπολογισμών τους, εγείρει σημαντικά ερωτήματα τόσο διαφάνειας, όσο και την αποτελεσματικότητας.
Στο όνομα της ευελιξίας και της απλούστευσης, οι ευρωπαίοι πολίτες θα κληθούν για ακόμα μια φορά να πληρώσουν το τίμημα μιας άδικης, ανεφάρμοστής και συντηρητικής Στρατηγικής. Μια Στρατηγικής που αντί να εκσυγχρονίσει το τρόπο της οικονομικής λειτουργίας της Ένωσης, επιλέγει την πελατειακή και εθνοκεντρική διαχείριση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων μέσω των «εθνικών σχεδίων».
IV. Η υποβάθμιση των Περιφερειών και των Δήμων
Η Αυτοδιοίκηση παίζει καθοριστική σημασία τόσο στη συνοχή των τοπικών κοινωνιών, όσο και στη δίκαιη και παράλληλη ανάπτυξη όλων των Περιφερειών της Ευρώπης. Η Αποκέντρωση, ως ένας βασικός πυλώνας εκσυγχρονισμού και προόδου, επιτρέπει στις περιφερειακές και τοπικές αρχές να διαμορφώνουν πολιτικές και πρωτοβουλίες που ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών, ενισχύοντας συνεχώς την Κοινωνική Αλληλεγγύη.
Στο πλαίσιο αυτό, οι Περιφέρειες και οι Δήμοι αποτελούν τις σημαντικότερες δομές ευρωπαϊκής συνέχειας. Διασφαλίζουν ότι η Ευρώπη παραμένει δίπλα στους πολίτες της, αφουγκράζεται τα καθημερινά προβλήματά τους και δίνει άμεσες λύσεις. Ο σημερινός ρόλος τους στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη πως αυτό δεν αποτελεί προνόμιο μόνο των κεντρικών κυβερνήσεων.
Οποιαδήποτε προσπάθεια αποδυνάμωσης του ρόλου τους μέσω των κεντρικά ελεγχόμενων «εθνικών σχεδίων», συνιστά βαρύτατο πλήγμα στην ιδέα της Ευρώπης των Περιφερειών και των Κοινωνιών, απαραίτητη προϋπόθεση τόσο για μια συμπεριληπτική και βιώσιμη Ένωση όσο και για μια δίκαιη μετάβαση που θα απαντά στις πραγματικές ανάγκες των τοπικών κοινωνιών.
V. Εν κατακλείδι
Η σημερινή μορφή των «εθνικών σχεδίων» στην πρόταση της Επιτροπής, όχι μόνο αποδυναμώνει τη Συνοχή, περιθωριοποιεί τις Περιφέρειες, και υποβαθμίζει τον Δημοκρατικό Έλεγχο, αλλά κυρίως διευρύνει τις υφιστάμενες Ανισότητες μεταξύ των Κρατών-Μελών της Ένωσης.
Σε μια ΕΕ απελπιστικά απομονωμένη μέσα σε ένα εύθραυστο γεωπολιτικό περιβάλλον και με τις φτωχοποιημένες κοινωνίες της να στρέφονται διαρκώς προς την άκρα δεξιά, είναι αδιανόητο η Πρόεδρος της Επιτροπής, να παίρνει αποφάσεις με μόνο στόχο την ενίσχυση των 23 Δεξιών/Συντηρητικών Ευρωπαϊκών Κυβερνήσεων του κόμματός της, μέσω των «εθνικών σχεδίων», υπονομεύοντας την προστιθέμενη αξία του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού.
Στην προσπάθεια της Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν να μας οδηγήσει από την Ευρώπη της Αλληλεγγύης, σε μια Ευρώπη του κατακερματισμού και της επανεθνικοποίησης, δεν θα συμμετέχουμε.
Τα «εθνικά σχέδια» δεν είναι ένα απλό «λογιστικό» εργαλείο οικονομικού προγραμματισμού και ελέγχου στα χέρια των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Είναι μια υπερσυντηρητική πολιτική πράξη, που εάν τελικώς υιοθετηθεί, θα υποθηκεύσει το μέλλον ολόκληρης της Ένωσης.
Αν κάποιοι επιλέγουν τον δρόμο της οπισθοχώρησης, εμείς επιλέγουμε τον δρόμο της ευθύνης. Για μια Ευρώπη ισχυρή, δίκαιη και κοινωνική. Για μια Ευρώπη που δεν φοβάται να κοιτάξει το μέλλον. Ως Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες, ξεκαθαρίζουμε ότι θα καταψηφίσουμε τη συγκεκριμένη πρόταση της Επιτροπής στην υφιστάμενη μορφή της.





