Η πλειοψηφία των Ευρωπαίων δεν θα υποστηρίξει τις ΗΠΑ σε πιθανή σύγκρουση με Κίνα ή Ρωσία
26/02/2020Η έκθεση από τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου δημοσιεύθηκε στις 17 Φεβρουαρίου, περιγράφοντας πολλά από αυτά που συνέβησαν στην εκδήλωση.
Παρείχε μια άποψη για τις τρέχουσες παγκόσμιες τάσεις και στην φαινομενικά φθίνουσα παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ.
Η έκθεση, στο σύνολό της, μπορεί να βρεθεί εδώ [pdf].
Δύο γραφήματα ξεχωρίζουν αρχικά, δείχνοντας τι πιστεύουν οι πολίτες κάποιων χωρών μελών της ΕΕ σχετικά με το ποια πλευρά πρέπει να πάρει η χώρα τους σε μια σύγκρουση μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας και της Κίνας αντίστοιχα.
Τα δεδομένα που παρουσιάζονται είναι αρκετά προφανή:
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι κάθε χώρα που παρουσιάστηκε στη μελέτη, η Αυστρία, η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, η Ιταλία και η Πολωνία δείχνει μια καλύτερη στάση απέναντι στις ΗΠΑ, με πολύ μικρότερο ποσοστό στήριξης της Ρωσίας. Γεγονός, όμως, είναι ότι η πλειοψηφία σε κάθε περίπτωση προτιμά να παραμείνει η χώρα τους ουδέτερη.
Την μεγαλύτερη στήριξη προς τις ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας είναι η “αγαπημένη” Ουάσιγκτον στην ΕΕ – η Πολωνία, όμως και εκεί το 45% των ερωτηθέντων επιθυμεί να παραμείνει ουδέτερο.
Η Ευρώπη να αναλάβει γεωστρατηγικό ρόλο
Οι Ευρωπαίοι υιοθέτησαν πρόσφατα παρόμοια γλώσσα δίνοντας έμφαση σε ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Ο Εμμανουήλ Μακρόν προειδοποίησε ότι η Ευρώπη, “εάν δεν μπορεί να σκεφτεί τον εαυτό της ως παγκόσμια δύναμη, θα εξαφανιστεί, γιατί θα πάρει ένα σκληρό χτύπημα”. Με παρόμοιο τρόπο, η νέα Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε ότι η Επιτροπή της θα είναι μια «γεωπολιτική επιτροπή». Η διάδοχός της ως Γερμανός υπουργός Άμυνας, Ανεγκρέτ Κραμπ-Κέρενμπάουερ, σημείωσε επίσης σε μια από τις πρώτες σημαντικές ομιλίες της ότι «γινόμαστε μάρτυρες μιας επιστροφής μεγάλου ανταγωνισμού για σφαίρες επιρροής και υπεροχής [καθώς και] αυταρχικές προκλήσεις για την ανοιχτή μας κοινωνία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ευρώπη πρέπει να βρει τρόπους να «διαχειριστεί» την Κίνα, την Ρωσία και το Ιράν, αλλά οι τρόποι αυτοί πρέπει προφανώς να είναι πιο “ευρωπαϊκοί” και όχι κάτω από την σκέπη της Ουάσινγκτον.
Στην περίπτωση της Ρωσίας, θεωρείται ένας πολύ βιώσιμος και αξιόπιστος επιχειρηματικός εταίρος, ο οποίος επίσης περιπλέκει τα πράγματα λόγω του στρατιωτικού ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ, καθώς δεν θεωρείται εξ ολοκλήρου ως το “μεγάλο κακό” που τα ευθυγραμμισμένα από τις ΗΠΑ μέσα προσπαθούν τόσο συχνά να την απεικονίσουν.
Η Κίνα, κάπως, παραμένει μαζί με την Ρωσία μια από τις παγκόσμιες ηγετικές δυνάμεις και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ακόμη ότι χώρες όπως η Γαλλία την θεωρούν ως πρωταγωνίστριας οικονομικής δύναμης στον κόσμο το 2019.
Δαιμονοποίηση της Ρωσίας
Ταυτόχρονα η έκθεση παρουσιάζει την Ρωσία σαν να προσπαθεί να ανταγωνιστεί την Ευρώπη “προσπαθώντας να παρέμβει στις ευρωπαϊκές εκλογές, εξαπλώντας γελοίες ιστορικές στρεβλώσεις, διεξάγοντας μια δηλητηριώδη επίθεση στο Salisbury ή φέρεται να έχει δολοφονήσει έναν πρώην Τσετσένο μαχητή σε ένα πάρκο του Βερολίνου”, ωστόσο οι δημοσκοπήσεις δείχνουν επίσης ότι αυτές είναι μάλλον ασαφείς κατηγορίες, οι οποίες ποτέ δεν συνοδεύονταν από κανένα στοιχείο.
Στην περίπτωση της ιστορικής επανεγγραφής, είναι επίσης πολύ ξεκάθαρο για το ευρύ κοινό ποια κατεύθυνση διεξάγει τις προσπάθειες να στρεβλώσει την ιστορία.
“Ωστόσο, πολλοί Ευρωπαίοι είναι σκεπτικοί εάν μια εντατική αντιπαράθεση με τη Ρωσία είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης. Επανειλημμένα, οι πολιτικοί εικάζουν για μια βαθμιαία χαλάρωση των κυρώσεων. Φαίνεται ότι η Μόσχα έχει τη «στρατηγική υπομονή» που οι ευρωπαίοι πολιτικοί ισχυρίζονται για τον εαυτό τους. Όπως επεσήμανε ο Economist, η «αμερόληπτη επανεισδοχή της Ρωσίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης δημιούργησε το επικίνδυνο προηγούμενο της αποκατάστασης χωρίς μεταρρυθμίσεις».
Ωστόσο, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουήλ Μακρόν δημιούργησε πρωτοσέλιδα προτείνοντας “να οικοδομήσουμε μια νέα αρχιτεκτονική βασισμένη στην εμπιστοσύνη και την ασφάλεια στην Ευρώπη, επειδή η ευρωπαϊκή ήπειρος δεν θα είναι ποτέ σταθερή, δεν θα είναι ποτέ ασφαλής, αν δεν διευκολύνουμε και αποσαφηνίσουμε τις σχέσεις μας με τη Ρωσία. ”
Για τον Πρόεδρο της Γαλλίας, η Ευρώπη πρέπει να προετοιμαστεί για έναν κόσμο στον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ενδιαφέρονται για τα ευρωπαϊκά συμφέροντα στο βαθμό που ήταν μέχρι πρότινος. Η έκθεση το παρουσιάζει επίσης σαν να έχει ακόμη και η Ουάσινγκτον ενδιαφέρον για την προώθηση των συμφερόντων της ΕΕ και όχι απλώς να προωθεί τις δικές της σε βάρος όλων των άλλων.
“Πρώτα η Αμερική” ξενίζει και ξυνίζει τους Ευρωπαίους
Αν και πολλοί παράγοντες υποδηλώνουν ότι οι Ευρωπαίοι θα συνταχθούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες αν πρέπει να κάνουν μια επιλογή, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι των ΗΠΑ “αισθάνονται ότι έχουν υποβιβαστεί σε ρόλο παρατηρητών”. Αντί να τους συμβουλεύονται, λαμβάνουν απλώς οδηγίες, υπονομεύοντας περαιτέρω τη σχέση: «Οι Ευρωπαίοι έχουν κουραστεί να παίρνουν εντολές από την Αμερική του κ. Τραμπ, γεγονός που τους κάνει να τείνουν περισσότερο να αγνοούν αμερικανικές οδηγίες σε θέματα όπως αυτό της Huawei». Όπως σημειώνουν οι επικριτές, “η έκκληση προς την Ευρώπη να σκληρήνει την στάση της έναντι της Κίνας, την ίδια στιγμή που οι ΗΠΑ σκληραίνουν την στάση τους απέναντι στην Ευρώπη”, μπορεί να μην είναι η πιο ελπιδοφόρα στρατηγική.
Και αποδεικνύεται αληθές, καθώς ακόμη και η ομιλία του Πομπέο με θέμα “Η Δύση Νικά” αντιμετωπίστηκε με αμήχανη σιωπή, όπως και οι έπαινοι για το πόσο καλά πάει η αμερικανική οικονομία.
Η πολιτική “Πρώτα η Αμερική”, εις βάρος όλων των συμμάχων, αντιμετωπίζει επικρίσεις από ηγέτες των συμμάχων οι οποίοι ανταπαντούν ότι οι εταιρικές σχέσεις με τις ΗΠΑ πρέπει να επανεξεταστούν με τρόπο που να είναι ευεργετικός για όλους, όχι απλά για τη μία πλευρά.