Κάπνισμα, διαζύγιο και αλκοόλ η πρώτη “τριάδα” του πρόωρου θανάτου
23/06/2020Το κάπνισμα, το διαζύγιο και η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ είναι οι τρεις κυριότεροι κοινωνικοί παράγοντες και συμπεριφορές που έχουν τη στενότερη σχέση με τον πρόωρο θάνατο, σύμφωνα με μία νέα αμερικανο-καναδική επιστημονική μελέτη. Μάλιστα, καθένας από αυτούς τους παράγοντες, καθώς και άλλοι, όπως η οικονομική ανασφάλεια και ο ρατσισμός, έχει μεγαλύτερη επίπτωση στην πρόωρη θνησιμότητα ενός ανθρώπου από ό,τι η έλλειψη σωματικής άσκησης.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή Έλι Πάτερμαν του Πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), ανέλυσαν στοιχεία της περιόδου 1992-2008 για 13.611 ενηλίκους, ηλικίας 52 έως 104 ετών, και εστίασαν σε εκείνους τους παράγοντες που είχαν μεγαλύτερη σχέση με όσους πέθαναν τα επόμενα έξι χρόνια (2008-2014).
Από τους συνολικά 57 παράγοντες που εντοπίστηκαν και αναλύθηκαν, οι δέκα που σχετίζονται στενότερα με τον θάνατο, κατά σειρά σημασίας, είναι οι εξής: Κάπνισμα, ιστορικό διαζυγίου, ιστορικό κατάχρησης αλκοόλ, πρόσφατες οικονομικές δυσκολίες, ιστορικό ανεργίας, ιστορικό καπνίσματος στο παρελθόν, χαμηλή ικανοποίηση από τη ζωή, αγαμία, ιστορικό μεγάλης φτώχειας (καταφυγή σε κοινωνικά συσσίτια) και αρνητικά συναισθήματα.
Το κάπνισμα σχεδόν διπλασιάζει τον κίνδυνο θανάτου κάποιου μέσα στην επόμενη εξαετία, ενώ η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ τον αυξάνει κατά 36% και του διαζυγίου ακόμη περισσότερο, κατά 45%. Οι οικονομικές δυσκολίες αυξάνουν την πιθανότητα πρόωρου θανάτου μέσα στα επόμενα έξι χρόνια κατά 32%, ενώ η έλλειψη σωματικής άσκησης μόνο κατά 15%. Για έναν Αφροαμερικανό, ειδικότερα, λόγω του ρατσισμού και των κοινωνικών διακρίσεων που αντιμετωπίζει, ο κίνδυνος πρόωρου θανάτου είναι κατά 22% μεγαλύτερος από ό,τι ενός λευκού.
«Χρειάζεται μία προσέγγιση που να καλύπτει τη συνολική διάρκεια της ζωής, για να κατανοήσει κανείς πραγματικά την υγεία και τη θνησιμότητα», δήλωσε ο δρ Πάτερμαν, η μελέτη του οποίου δεν έλαβε υπόψη της σκοπίμως τους βιοϊατρικούς παράγοντες που επηρεάζουν το προσδόκιμο ζωής, ώστε να αναδείξει την κοινωνικο-οικονομική και ψυχολογική-συμπεριφορική διάσταση.