«Συνεπής» στην πάγια τακτική της να προσθέτει διαρκώς προδήλως ανύπαρκτα και νομικώς ανυπόστατα ζητήματα δήθεν προς «διαπραγμάτευση» με την Ελλάδα -και, συνακόλουθα, ν’ αμφισβητεί την αδιαπραγμάτευτη Εθνική μας Θέση ότι μεταξύ μας υφίσταται μια, και μόνη, διαφορά, εκείνη της οριοθέτησης της Νησιωτικής Υφαλοκρηπίδας και της αντίστοιχης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης- η Τουρκία εγείρει κατά καιρούς και το ζήτημα ως προς το αν η Ελλάδα έχει το δικαίωμα να θωρακίζει αμυντικώς όλα, ανεξαιρέτως, τα Νησιά της στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και μάλιστα ανεξαρτήτως του ποια είναι η έκτασή τους καθώς και του αν κατοικούνται ή όχι.
Α. Είναι δε άκρως χαρακτηριστικό της προκλητικότητάς της, το ότι η Τουρκία εγείρει το ζήτημα αυτό είτε διαστρεβλώνοντας πλήρως το νόημα συγκεκριμένων διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης, του 1923 και της μετέπειτα τροποποιητικής της Συνθήκης του Μοντρέ, του 1936. Είτε -ακόμη χειρότερα- επικαλούμενη Διεθνείς Συνθήκες στις οποίες δεν είναι καν συμβαλλόμενο μέρος, όπως π.χ. την Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων, του 1947, για τα Δωδεκάνησα. Συνθήκη η οποία κατά το Διεθνές Δίκαιο αποτελεί για την Τουρκία, ως προς το πεδίο εφαρμογής της, «res inter alios acta». Στις αδιανόητες, θεσμικώς και πολιτικώς, και ιταμές αυτές προκλήσεις της Τουρκίας η Ελλάδα παγίως απαντά, πάντα με βάση το Διεθνές Δίκαιο -και ενεργώντας επιπλέον και για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού κατά το πρωτογενές Ευρωπαϊκό Δίκαιο το έδαφος και τα σύνορα της Ελλάδας είναι έδαφος και σύνορα και της Ευρωπαϊκής Ένωσης- ότι έχει όχι μόνο θεμελιωμένο δικαίωμα αλλά και εξίσου θεμελιωμένη υποχρέωση αμυντικής θωράκισης όλων, ανεξαιρέτως και δίχως οιαδήποτε διάκριση, των Νησιών της στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Επιπλέον, το δικαίωμα αυτό της Ελλάδας βρίσκει σταθερό έρεισμα και στις διατάξεις του πρωτογενούς Ευρωπαϊκού Δικαίου, δοθέντος ότι συγκεκριμένοι κανόνες της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και της Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) το εγγυώνται, ιδίως όταν εφαρμόζονται σε συνδυασμό με αντίστοιχες διατάξεις του εθιμικού και του γραπτού Διεθνούς Δικαίου -εν προκειμένω κατά κύριο λόγο του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ- που ήδη αποτελούν μέρος του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου.
Β. Κατά την υποστήριξη των ως άνω θέσεών μας για την αμυντική θωράκιση των Νησιών μας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο οφείλουμε να έχουμε πάντα κατά νου και ότι η Τουρκία, όπως αποδεικνύει και η μακροχρόνια διεθνώς καταδικαστέα αναθεωρητική στάση της, είναι παντελώς αναξιόπιστη. Πρωτίστως υπό την έννοια ότι δεν διστάζει ν’ αθετεί τις κάθε είδους δεσμεύσεις, τις οποίες αναλαμβάνει εκάστοτε κατά το Διεθνές Δίκαιο, έναντι πάντων. Γεγονός το οποίο την έχει καταστήσει, κατά γενική ομολογία και παραδοχή, «διεθνή ταραξία» ως καθ’ έξη και καθ’ υποτροπή «παραβάτη» της Διεθνούς Νομιμότητας. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο έναντι της Ελλάδας, όπως τεκμηριώνεται και από την εντελώς πρόσφατη συμπεριφορά της Τουρκίας μετά την «Διακήρυξη των Αθηνών περί Σχέσεων Φιλίας και Καλής Γειτονίας», η οποία υπογράφηκε στην Αθήνα την 7η Δεκεμβρίου 2023. Μολονότι το κείμενο αυτό δεν έχει ουσιαστική νομική ισχύ -κάτι το οποίο αυτονοήτως το καθιστά, από πλευράς Διεθνούς Δικαίου, μια μορφή το πολύ «lex imperfecta»- αλλ’ αποτελεί μια «διακήρυξη αρχών» προκειμένου να εξομαλυνθούν οι σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, εν πάση περιπτώσει μπορεί να χρησιμεύσει ως “κείμενο προθέσεων».
Ήτοι κείμενο δια του οποίου επιβεβαιώνεται στην πράξη τουλάχιστον η ειλικρίνεια του κάθε υπογράφοντος μέρους. Κατά τούτο, η εκ μέρους της Τουρκίας ανερμάτιστη και κυνική αμφισβήτηση του «πυρήνα» των στοιχειωδών αρχών, οι οποίες απορρέουν από την ως άνω «Διακήρυξη», και μάλιστα αμέσως μετά την υπογραφή της και κατ’ επανάληψη έως σήμερα, πρέπει ν’ αποτελεί για την Ελλάδα «δείκτη πορείας» για το ότι ουδεμία εμπιστοσύνη μπορεί να «εμπνέει» η τουρκική πλευρά ιδίως σε ό,τι αφορά τα Εθνικά μας Θέματα. Και προεχόντως σε ό,τι αφορά τα θέματα εκείνα, τα οποία σχετίζονται με την αμυντική θωράκιση των Νησιών μας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ειδικώς δε ως προς αυτά η ασφαλής και πλήρως τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία της Ελλάδας, με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, εδράζεται κυρίως επί των εξής:
Ι. Το νομικό καθεστώς της Συνθήκης της Λωζάνης, του 1923 και της μετέπειτα Συνθήκης του Μοντρέ, του 1936, καθώς και της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων, του 1947
Πριν απ’ όλα επισημαίνεται ότι το αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας να θωρακίζει αμυντικώς ορισμένα Νησιά της στο Αιγαίο εδράζεται, με την δέουσα και ευκρινέστατη νομική ασφάλεια, στην Συνθήκη της Λωζάνης, του 1923, στο μέτρο που αυτή τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως, το 1936, με την Συνθήκη του Μοντρέ. Ενώ ως προς άλλα Ελληνικά Νησιά στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο -συγκεκριμένα δε ως προς τα Δωδεκάνησα- η Τουρκία κατ’ ουδένα τρόπο νομιμοποιείται να επικαλείται την Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων, του 1947.
Α. Η Συνθήκη της Λωζάνης, του 1923, και η τροποποίησή της από την Συνθήκη του Μοντρέ, του 1936
Η Συνθήκη της Λωζάνης, του 1923, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 1 δίδει τον ορισμό των «Στενών». Και στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 4 καθορίζει τις νομικές διαστάσεις της αποστρατιωτικοποίησης των Νησιών της περιοχής, ορίζοντας και ότι: «Ουδετεροποιούνται αι κάτωθι οριζόμεναι ζώναι και νήσοι… 3. Εν τω Αιγαίω, αι νήσοι Σαμοθράκη, Λήμνος, Ίμβρος, Τένεδος και αι Λαγούσοι Νήσοι (Μαυρυαί)».
- Τα νομικά δεδομένα της Συνθήκης του Μοντρέ, του 1936
Το καθεστώς αυτό της Συνθήκης της Λωζάνης τροποποιήθηκε με την Συνθήκη του Μοντρέ, του 1936. Η οποία από την μία πλευρά επαναλαμβάνει στο προοίμιό της, σχετικώς αορίστως, τον ορισμό των «Στενών» και, από την άλλη πλευρά, δεν απαριθμεί πλέον ρητώς τα ως άνω πέντε Νησιά. Ερμηνεύοντας την κατά τ’ ανωτέρω διατύπωση της Συνθήκης του Μοντρέ, του 1936, ως άρση του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης η Τουρκία έσπευσε, αμέσως μετά την έναρξη ισχύος της, να στρατιωτικοποιήσει τα τρία Νησιά που υπάγονται στην κυριαρχία της, δηλαδή την Ίμβρο, την Τένεδο και τις Λαγούσες. Με δεδομένο ότι κατά την Συνθήκη της Λωζάνης, του 1923 -και κατά ρητή μάλιστα δήλωση του τότε Mustafa Ismet Pasha και, μετά το 1934, Ismet Inönü, στο πλαίσιο της σχετικής Συνδιάσκεψης της Λωζάνης- αναφορικά με την αποστρατιωτικοποίησή τους και τα πέντε προμνημονευόμενα νησιά θεωρήθηκαν ως «ενιαίο γεωγραφικό σύνολο» για τους σκοπούς του νομικού προσδιορισμού της «Ζώνης των Στενών», δεν είναι νοητή η διαφορετική μεταχείρισή τους στο πεδίο εφαρμογής της Συνθήκης του Μοντρέ, του 1936.
- Η ανάγκη ενιαίας θεσμικής αντιμετώπισης του καθεστώτος όλων των Νησιών που υπάγονται στην «Ζώνη των Στενών»
Άρα -και ιδίως σύμφωνα με την κατά την αρχή της αναλογικής ισότητας ερμηνεία των κάθε είδους διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου- δεν είναι νοητό και επιτρεπτό να γίνεται δεκτή, μετά την Συνθήκη του Μοντρέ, του 1936, μόνον η επαναστρατιωτικοποίηση των τριών νησιών της Τουρκίας Ίμβρου, Τενέδου και Λαγουσών, όχι όμως και εκείνη των Ελληνικών Νησιών της Σαμοθράκης και της Λήμνου. Πράγμα που σημαίνει ότι ως εντασσόμενα όλα, ανεξαιρέτως, τα προμνημονευόμενα Νησιά στην «νομική ενότητα των Στενών», μετά την Συνθήκη του Μοντρέ, του 1936, επαναστρατιωτικοποιήθηκαν, και δη στο σύνολό τους. Επομένως, οιονεί «αυτοθρόως» επαναστρατιωτικοποιήθηκαν τόσον η Λήμνος όσο και η Σαμοθράκη.
Β. Η Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων, του 1947
Προκαταρκτικώς διευκρινίζεται ότι το καθεστώς της τελικής παραχώρησης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων (Απρίλιος του 1947) μεταξύ των Συμμάχων, νικητών του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και της Ιταλίας. Ιδιαίτερη σημασία, εντός αυτού του θεσμικού πλαισίου, έχουν οι διατάξεις του άρθρου 14 της ως άνω Συνθήκης, σύμφωνα με τις οποίες: «1. Η Ιταλία εκχωρεί εις την Ελλάδα εν πλήρει κυριαρχία τας νήσους της Δωδεκανήσου τας κατωτέρω απαριθμουμένας, ήτοι: Αστυπάλαιαν, Ρόδον, Χάλκην, Κάρπαθον, Κάσον, Τήλον, Νίσυρον, Κάλυμνον, Λέρον, Πάτμον, Λιψόν, Σύμην, Κω και Καστελλόριζον ως και τας παρακειμένας νησίδας. 2. Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσιν αποστρατιω-τικοποιημέναι». Από τις διατάξεις αυτές, ερμηνευόμενες με βάση το σύνολο τόσο του Διεθνούς Δικαίου όσο και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, καθ’ ό μέτρο αποτελούν πλέον και μέρος του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου -άρα και με βάση τις γενικές αρχές που διέπουν την ερμηνεία του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Δικαίου- συνάγονται και τ’ ακόλουθα ως προς το σημερινό νομικό καθεστώς των Δωδεκανήσων σε ό,τι αφορά την έκταση της αμυντικής τους θωράκισης.
Διαβάστε την συνέχεια εδώ