Αγκάθι για τον Ντράγκι το ισχυρό ευρώ
09/09/2017του Κώστα Μελά –
Μπήκαμε στο φθινόπωρο και η κατάσταση στις συναλλαγματικές ισοτιμίες των δύο βασικών νομισμάτων φαίνεται ότι είναι λίγο παράδοξη. Στις ΗΠΑ, η FED (κεντρική τράπεζα) προσεκτικά, αλλά με διακηρυγμένη επιλογή, αυξάνει τα επιτόκια, προκειμένου να ενδυναμώσει την αξία του δολαρίου. Η μεγέθυνση της αμερικανικής οικονομίας, άλλωστε, βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και αρκετό διάστημα. Το τελευταίο τρίμηνο, μάλιστα, άγγιξε το 3%.
Παρόλα αυτά, παρατηρείται μια τεράστια επένδυση χρηματιστηριακών πόρων σε τοποθετήσεις προς την αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή υπέρ της πτώσης της αξίας του δολαρίου. Είναι τόσο μεγάλος ο όγκος αυτών των τοποθετήσεων, ώστε οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν αναπόφευκτη την ανατίμηση του δολαρίου στο προσεχές μέλλον, όταν οι εν λόγω χρηματιστηριακοί επενδυτές αντιληφθούν ότι έχουν «διαβεί τον Ρουβίκωνα» και οπισθοχωρήσουν.
Η ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) είναι προσηλωμένη στην πολιτική των μηδενικών επιτοκίων και στην ογκώδη αγορά τίτλων. Επισήμως, δεν έχει πει αν πρόκειται να ξανασκεφτεί αυτή την πολιτική της. Στην Ευρώπη η μεγέθυνση του ΑΕΠ έχει ξεκινήσει, αλλά είναι ακόμη χλιαρή. Το ευρώ, από το οποίο οι επενδυτές θα έπρεπε να απομακρύνονται, αντιθέτως παρουσιάζει ανατίμηση έναντι του δολαρίου. Ανατίμηση που είχαμε να δούμε από το 2015. Αυτό οφείλεται στις σημαντικότατες τοποθετήσεις διεθνών επενδυτών στο ευρωπαϊκό νόμισμα.
Σε πίεση η ΕΚΤ
Το παράδοξο εξηγείται, προφανώς, από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις απρόβλεπτες πολιτικές κινήσεις και δηλώσεις του προέδρου Τραμπ. Όμως, από οικονομικής σκοπιάς θα μπορούσε να εξηγηθεί από την αναμονή του τέλους της ποσοτικής χαλάρωσης, την οποία εφαρμόζει η ΕΚΤ. Το τέλος αυτό, όμως, αναβάλλεται από μήνα σε μήνα. Αν ανακοινωθεί θα μπορούσε να οδηγήσει σε άνοδο της τιμής του ευρώ.
Οι εκτιμήσεις ότι ο Ντράγκι θα προχωρούσε σε αλλαγή της πολιτικής του προσδιόριζαν ως χρόνο τερματισμού της ποσοτικής χαλάρωσης τον περασμένο Ιούνιο, στη συνέχεια προσδιόριζαν την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου και τώρα τον μεταθέτουν για τον Οκτώβριο. Στην πραγματικότητα οι περισσότεροι αναλυτές δεν θεωρούν ότι αυτό θα συμβεί ούτε τον Οκτώβριο και δείχνουν το τέλος του έτους.
Το παρατηρούμενο άγχος των επενδυτών ότι το ευρώ θα ανατιμηθεί αφενός προκαλεί την άνοδό του στην αγορά νομισμάτων, αφετέρου δυσκολεύει την αλλαγή της ασκούμενης νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ. Για τον Ντράγκι το ισχυρό ευρώ είναι η χειρότερη των δυνητικών καταστάσεων.
Μακριά από το στόχο
Σε συνδυασμό με την χαμηλή τιμή του πετρελαίου, η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη. Ανατιμημένο νόμισμα και χαμηλή τιμή του πετρελαίου σημαίνουν ότι η δαπάνη για εισαγωγές μειώνεται. Αυτό έχει αρνητικές επιδράσεις στον πληθωρισμό, δυσκολεύοντας περαιτέρω την επίτευξη του στόχου για το ύψος του πληθωρισμού που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Το 2%, που ως γνωστόν αποτελεί τον στόχο της νομισματικής πολιτικής, φαντάζει όλο και πιο απρόσιτο. Τον Μάρτιο, η ΕΚΤ προέβλεπε πληθωρισμό 1,5% το 2018. Τον Ιούνιο η πρόβλεψη περιορίστηκε στο 1,3%, με ισοτιμία ευρώ-δολαρίου στο 1:1,08. Την εβδομάδα που πέρασε η ισοτιμία έφθασε στο 1,2%. Ποια είναι η επίδραση αυτής της εξέλιξης στις εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό;
Ως γνωστόν, το 2017 το ευρώ ανατιμήθηκε περίπου 14% σε σχέση με το δολάριο. Σε σχέση με το σταθμισμένο καλάθι των νομισμάτων των κύριων εμπορικών εταίρων της ΕΕ, το ευρωπαϊκό νόμισμα, ανατιμήθηκε περίπου κατά 7% τους τελευταίους εννέα μήνες.
Υστερεί ο πληθωρισμός
Η επίδραση στον πληθωρισμό είναι ξεκάθαρη. Σύμφωνα με μελέτες της Barlcays και της BNP Paribas μια αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας της τάξεως του 10% έναντι του συγκεκριμένου σταθμισμένου καλαθιού των νομισμάτων θα προκαλέσει στους επόμενους 12 μήνες μείωση του πληθωρισμού 0,3-0,5%.
Με απλά λόγια, αν το ευρώ δεν είχε ανατιμηθεί από τον Μάρτιο μέχρι σήμερα, ο εκτιμώμενος πληθωρισμός στην Ευρωζώνη για το 2018 θα ήταν 1,8%-2,0%. Συνεπώς, ο στόχος του πληθωρισμού θα είχε σχεδόν επιτευχθεί και ο Ντράγκι θα ήταν έτοιμος να αλλάξει νομισματική πολιτική.
Για την ώρα, όμως, ο πληθωρισμός είναι αρκετά χαμηλός και δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται ο στόχος του 2%. Παρόλα αυτά, θεωρείται αρκετά πιθανό ότι με το νέο έτος θα έχουμε εξαγγελία μείωσης της αγοράς τίτλων από 60 δισ ευρώ μηνιαίως σε 35-40 δις. Αυτό το μέτρο αναμένεται να ισχύσει για το πρώτο εξάμηνο του 2018 με περαιτέρω μείωση το δεύτερο εξάμηνο. Όλα αυτά βεβαίως θα εξαρτηθούν από τις πραγματικές εξελίξεις στις αγορές.