Γιατί η κυβέρνηση έχει αποτύχει να αντιμετωπίσει την ακρίβεια
27/06/2024Μέγιστο μάθημα για τα οικονομικά πανεπιστήμια αποτελεί η πραγματικότητα για το κόστος και τα κέρδη των επιχειρήσεων το 2021 και το 2022, που πυροδότησαν τον πληθωρισμό έως το 9,6% με τις αυξήσεις-ρεκόρ δεκαετιών. Δεν έγινε το ίδιο το 2023 και το 2024 με τη σημαντική πτωτική τους εξέλιξη.
Επιτρέψτε μου να σχολιάσω και σήμερα τη δήλωση του νέου υπουργού Ανάπτυξης, ότι πρέπει οι «παίκτες της αγοράς να βάλουν πλάτη» για να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια. Όσοι διδάσκουν οικονομικά, σίγουρα δε θα κατάλαβαν τί σημαίνει αυτή η “απαίτηση” ενός υπουργού, που είναι αρμόδιος για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την εξασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού. Οι οικονομικοί νόμοι λένε ότι τα κέρδη των επιχειρήσεων συνδέονται άμεσα με το κόστος παραγωγής, δηλαδή τους μισθούς, το κόστος των ενδιάμεσων αγαθών και το κόστος πάγιου κεφαλαίου, για τα οποία συνήθως υπεύθυνο είναι το ίδιο το κράτος!
Δηλαδή, οι μισθοί και τα κέρδη προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τον πληθωρισμό. Από την άλλη μεριά, στόχος των επιχειρήσεων είναι να διαμορφώνουν το επιθυμητό κέρδος τους καθορίζοντας τις τιμές των αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν σε ένα επίπεδο υψηλότερο του κόστους, προκειμένου να επιτύχουν αμοιβή επί του κεφαλαίου τους. Δηλαδή, επιδιώκουν να έχουν ένα λογικό περιθώριο κέρδους! Όταν αυξάνεται το κόστος παραγωγής από εξωγενείς παράγοντες, το οποίο οι επιχειρήσεις μπορούν είτε να το απορροφήσουν, μειώνοντας έτσι το περιθώριο κέρδους τους (κομμάτι δύσκολο!), είτε να το μετακυλήσουν στους καταναλωτές, δημιουργώντας έτσι -εφόσον οι συνθήκες στην αγορά και το… κράτος το επιτρέπουν- υψηλότερα περιθώρια κέρδους.
Διαρθρωτικά τα προβλήματα
Κι εδώ εντοπίζονται τα διαρθρωτικά προβλήματα στον χώρο της πραγματικής οικονομίας και του ανταγωνισμού, τα οποία σχετίζονται με το μικρό μέγεθος της ελληνικής οικονομίας, σε σύγκριση με άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ. Πρόκειται για παράγοντες που δημιουργούν έλλειψη ανταγωνισμού και ευνοούν τη διεύρυνση των περιθωρίων κέρδους, όταν οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέπουν.
Για να μην κουράζω τους αναγνώστες με δείκτες και όρους και το πώς υπολογίζονται τα κέρδη και τα περιθώρια κέρδους, αναφέρω, όπως προκύπτει από τη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, ότι οι δύο δείκτες παρουσίασαν έντονα ανοδική μεταβολή τα έτη 2021 και 2022, φθάνοντας τις ιστορικά υψηλότερες τιμές τους, λόγω κυρίως της… αυξημένης κατανάλωσης και του υψηλού κόστους παραγωγής εξαιτίας κυρίως της ενέργειας και των εισαγόμενων ενδιάμεσων αγαθών. Όλα αυτά συνετέλεσαν σε ισχυρές αυξήσεις τιμών και συνεπώς σε αύξηση των περιθωρίων κέρδους, λόγω των διαταραχών και στην πλευρά της προσφοράς και της ζήτησης. Απίστευτο κι όμως αληθινό!
Μετακύλιση του κόστους στην κατανάλωση
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της παραπάνω μελέτης, το περιθώριο κέρδους στο σύνολο της οικονομίας το 2022, παρουσίασε μεταβολή κατά 9%, έναντι 4% το 2021 και -6,1% το 2019. Το ρεκόρ περιθωρίου κέρδους σημειώθηκε το 2022 σε κλάδους που έχουν την υψηλότερη συμβολή στο ΑΕΠ, όπως στη βιομηχανία (19,5% έναντι 6,5% το 2021), στις εμπορικές και άλλες επιχειρήσεις (17%, έναντι 11,1% το 2021) και στις κατασκευές (12,4%, έναντι 3,6% το 2021), γεγονός που αντανακλά και στην εκτόξευση του πληθωρισμού στο 9,6%, έναντι 1,2% το 2021! Μετακύλιση του κόστους στην κατανάλωση!
Και ιδού, τώρα, πώς λειτουργούν οι φιλέκδικοι οικονομικοί νόμοι: Tα υψηλά (ρεκόρ των τελευταίων δεκαετιών) περιθώρια κέρδους των ετών 2021 και 2022 στον βιομηχανικό τομέα θα μπορούσε, σύμφωνα με τη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, να αποδοθεί στο υψηλό ενεργειακό κόστος, το οποίο φαίνεται ότι όχι μόνο μετακυλίστηκε στις τελικές τιμές αλλά και ότι οι τελευταίες αυξήθηκαν πολύ παραπάνω, σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση που επικράτησε τη συγκεκριμένη περίοδο.
Όσον αφορά τον τομέα των υπηρεσιών, ο θετικός ρυθμός μεταβολής των περιθωρίων κέρδους τα έτη 2021 και 2022 μπορεί να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα της ανάκαμψης της οικονομίας μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας του COVID-19, γεγονός το οποίο συνετέλεσε σε αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, που οδήγησε σε μείωση του κόστους εργασίας. Επίσης, στη μείωση του κόστους εργασίας συνέβαλε ο σχετικά χαμηλός ρυθμός αύξησης των αμοιβών ανά απασχολούμενο, μέχρι και το πρώτο εξάμηνο του 2022, συγκριτικά με τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού που σημειώθηκαν την ίδια περίοδο. Από το 2023 όμως μειώνεται το κόστος και τα περιθώρια κέρδους, αλλά…
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια
Επισημαίνω όλα αυτά για να υπογραμμίσω ότι ήδη από τα πρώτα τρίμηνα του 2023 (ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο ένα τρίτο περίπου εκείνου του 2022) η εξέλιξη των ρυθμών μεταβολής περιθωρίων κέρδους στους τομείς της βιομηχανίας και των υπηρεσιών παρουσιάζει έντονα πτωτική τάση. Συνεπώς, αν λειτουργούσε σωστά η οικονομία και γρηγορούσαν οι θεματοφύλακές της (υπουργείο Ανάπτυξης και φορείς χάραξης της δημοσιονομικής και… φορολογικής πολιτικής!) θα έπρεπε και οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό να είχαν μειωθεί, όπως και εντονότερα ο πληθωρισμός, ο οποίος το Μάϊο διαμορφώθηκε στο 2,4%, έναντι 3,5% το 2023, αλλά με μεταβολή του (πληθωριστικού) ονομαστικού ΑΕΠ μόνο κατά 5% περίπου, έναντι 13% το 2022 και 7% περίπου το 2023!
Συνελόντι ειπείν, όπως μάς έλεγαν οι αείμνηστοι καθηγητές Πολιτικής Οικονομίας και Δημοσιονομικής Πολιτικής, όλα αυτά που λέει ο κ. Θεοδωρικάκος για την «πάταξη της αισχροκέρδειας» είναι απλώς… οδοντόκρεμες, καθώς, όπως επισημαίνει και η Τράπεζα της Ελλάδος, «οι παράγοντες που δημιουργούν έλλειψη ανταγωνισμού και ευνοούν τη διεύρυνση των περιθωρίων κέρδους είναι η σχετικά μικρή κλίμακα μεγέθους της ελληνικής οικονομίας όσον αφορά την αγορά προϊόντων και η υστέρηση της εφαρμογής επαρκών διαρθρωτικών αλλαγών στην εν λόγω αγορά, ιδιαίτερα κατά την περίοδο της οικονομικής προσαρμογής».
Για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και τη σταδιακή εξομάλυνση του ρυθμού ανόδου των τιμών, πρέπει, πέρα από την εφαρμοζόμενη αυστηρή νομισματική πολιτική, να συμβάλει το κράτος με περιορισμό της διασταλτικής δημοσιονομικής και φορολογικής πολιτικής (ΦΠΑ), με εξασθένηση της υπερβάλλουσας ζήτησης με παροχές και επιδόματα σε… εκατομμύρια “ευάλωτους” και, κυρίως, με την προώθηση των πραγματικών μεταρρυθμίσεων. Είπαμε! Πριν, λοιπόν, να “παίζει εν ου παικτοίς” με τους “παίκτες της αγοράς” για βοήθεια, ας κάνει μια συζήτηση με τον κ. Στουρνάρα…