Ανομολόγητη ήττα οι δασμοί Τραμπ δυο μήνες μετά τη Liberation Day
01/06/2025
Η “μεγάλη εμπορική συμφωνία” ΗΠΑ-Βρετανίας, η πρώτη μετά τη Liberation Day, δεν δικαιολογεί το διθύραμβο Τραμπ. Για την ακρίβεια, χαμένος δεν βγήκε, κέρδισε. Mόνο οι αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες διαμαρτυρήθηκαν γιατί “θα είναι φθηνότερο να εισάγεις ένα βρετανικό όχημα με ελάχιστα αμερικανικά εξαρτήματα απ’ ότι ένα όχημα από Καναδά ή Μεξικό που το μισό είναι αμερικανικά εξαρτήματα”.
Η επιτυχία είναι ότι η Βρετανία δέχτηκε αγόγγυστα 10% οριζόντιων δασμών στα προϊόντα της. Ωστόσο, η Βρετανία δεν ανήκε εξαρχής στις οικονομίες που ήταν ύποπτες για σθεναρή αντίσταση στη νέα αμερικανική πολιτική. Είναι αμφίβολο ότι οι ΗΠΑ θα πετύχουν παρόμοια αποτελέσματα στις διαπραγματεύσεις ακόμη και με οικονομίες-συμμάχους όπως η Ιαπωνία ή η ΕΕ, πόσο μάλλον με άλλες χώρες.
Πιο σημαντικό, η αναταραχή που προκαλεί το δασμολογικό σοκ Τραμπ, σε πρώτο στάδιο ενισχύει παρά μειώνει το διπλωματικό βάρος της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία και την οικονομική εμπιστοσύνη σε αυτήν, ιδιαίτερα σε Ασία και Παγκόσμιο Νότο. Αποτυπώθηκε και στον αναβαθμισμένο διάλογο του Πεκίνου με πρωτεύουσες της ανεπτυγμένης Δύσης.
Η ανακωχή με την Κίνα χαρακτηρίστηκε μέχρι και “νίκη Τραμπ” σε λιγοστά ελληνικά ΜΜΕ. Ουδέν ψευδέστερον. Οι πρώτοι 20% δασμοί που είχε επιβάλλει μονομερώς ο Τραμπ πολύ πριν τη Liberation Day, “λόγω φαιντανύλης”, είχαν μείνει αναπάντητοι από την Κίνα σε μια κίνηση καλής θέλησης για διαπραγμάτευση – το ίδιο είχε γίνει με δασμούς 20% που είχε επιβάλει ο Τραμπ το 2018. Οι υπόλοιποι 125% δασμοί μετά τη Liberation Day απαντήθηκαν αμοιβαία από την Κίνα και αυτοί με την ανακωχή μειώθηκαν σε 10% όπως και για τον υπόλοιπο πλανήτη, επίσης αμοιβαία.
Η Κίνα παραμένει έτσι η μόνη χώρα που απάντησε με αμοιβαίους δασμούς στο 10% των ΗΠΑ. Τα υπόλοιπα κινεζικά αντίμετρα (σπάνιες γαίες κλπ) δεν έχουν γενικά αρθεί, αναμένοντας τη διαπραγμάτευση. Κοντολογίς, το 34% που επιβλήθηκε στην Κίνα τη Liberation Day και η κλιμάκωση στη συνέχεια όχι μόνο δεν οδήγησε σε νίκη, αλλά εξελίχθηκε σε φιάσκο για τις ΗΠΑ, όπως είχαμε προβλέψει.
Τι μπορούν και τι δεν μπορούν οι δασμοί
Πυρήνας του βασικού αφηγήματος Τραμπ είναι ότι ο υπόλοιπος πλανήτης εκμεταλλεύεται τις ΗΠΑ, ότι αυτό αποτυπώνεται στο αυξανόμενο από το 1970 εμπορικό τους έλλειμμα στα αγαθά (στις υπηρεσίες είναι πλεονασματικές), καθώς και στη χρόνια αποβιομηχάνιση. Οι δασμοί, λοιπόν, έστω ως απειλή, μπορούν να διορθώσουν την κατάσταση. Ανεξαρτήτως τι από τα παραπάνω πιστεύει και τι όχι το επιτελείο Τραμπ, τα δεδομένα είναι τα εξής:
- Η επιβολή οριζόντιων δασμών, ακόμη και χωρίς αντίμετρα από τις άλλες χώρες, είναι αμφίβολο αν μακροπρόθεσμα οδηγήσει σε μείωση του εμπορικού ελλείμματος.
- Η μείωση του εμπορικού ελλείμματος δεν έχει ευθεία σχέση με τη βελτίωση του δημοσιονομικού ελλείματος και χρέους των ΗΠΑ. Μείωση του πρώτου δεν συνεπάγεται αυτόματα βελτίωση του δεύτερου.
- Οι δασμοί ως δημοσιονομικά έσοδα προφανώς ανακουφίζουν το δημοσιονομικό έλλειμα. Δεν είναι ο μόνος τρόπος ανακούφισης, και είναι συζητήσιμο αν, ιδιαίτερα οι οριζόντιοι δασμοί, είναι ο βέλτιστος μακροπρόθεσμα. Τον Μάιο τα έσοδα από τους δασμούς ήταν 22,3 δισ. $ από 9,6 δισ. $ τον Μάρτιο πριν τη Liberation Day. Αν εφαρμόζονταν οι αρχικοί δασμοί που είχε ανακοινώσει ο Τραμπ θα σήμαιναν μεσοσταθμικά το δεκαπλασιασμό των δασμών σε 17% που, σύμφωνα με το CSIS, θα απέδιδαν ετήσια έσοδα 330 δισ. $, ενώ το πρωτογενές έλλειμα ήταν 1.830 δισ. $ το 2024.
- Η αποβιομηχάνιση των ΗΠΑ δεν οφείλεται ευθέως στο εμπορικό έλλειμμα (το μεγαλύτερο παραμύθι Τραμπ). Αντιστρόφως, ακόμη και ο μηδενισμός του ελάχιστα θα αντέστρεφε την αποβιομηχάνιση που είναι φαινόμενο σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες, με διαφορετικά χαρακτηριστικά σε καθεμιά.
- Η απειλή υψηλών δασμών σε χώρες με σημαντικές εξαγωγές στις ΗΠΑ μπορεί να τις οδηγήσει να ανοίξουν τις αγορές τους σε αμερικανικά προϊόντα, συνεπώς σε μείωση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με αύξηση των εξαγωγών, κάτι που θα ήταν πραγματικό κέρδος. Γενικότερα, η απειλή επιβολής δασμών είναι δυνητικά πιο παραγωγική από την επιβολή δασμών, για την επίτευξη συμφωνιών εντός κι εκτός του πεδίου των εμπορικών σχέσεων. Πιθανότατα αυτό ήταν το σκεπτικό πίσω από τη Liberation Day. Αντίθετα, οι ίδιοι οι δασμοί όταν είναι οριζόντιοι δεν είναι παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος αλλά μοιάζουν περισσότερο με “αμοιβαία καταστροφή”. Δηλαδή, ακόμη και αν καμιά χώρα δεν απαντήσει με δασμούς στους δασμούς των ΗΠΑ, δεν σημαίνει αυτόματα ότι οι ΗΠΑ θα κέρδιζαν σε βάρος τους, όπως το σημερινό εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ δεν σημαίνει αυτόματα το αφήγημα Τραμπ ότι οι άλλες χώρες “εκμεταλλεύονται” τις ΗΠΑ.
- Η αποτελεσματικότητα της απειλής επιβολής δασμών εξαρτάται από τη πολιτική βούληση και τα οικονομικά περιθώρια εναλλακτικών επιλογών των απειλούμενων.
Στην περίπτωση της Βρετανίας μηδενίστηκαν οι δασμοί για την αμερικανική αιθανόλη και για πρώτη φορά αποκτούν πρόσβαση στη βρετανική αγορά οι Αμερικανοί αγρότες, σε “αντάλλαγμα” για ακύρωση των πρόσφατων αμερικανικών δασμών από 25% σε 0% για χάλυβα και αλουμίνιο, και σε 10% για τα πρώτα 100 χιλιάδες βρετανικά οχήματα (περίπου όσα εξάγουν σήμερα στις ΗΠΑ), ενώ μηδενίζονται οι δασμοί σε εξαρτήματα αεροσκαφών. Σε όλα τα άλλα οι αμερικανικοί δασμοί παρέμειναν στο 10% της Liberation Day. Εδώ δεν έχουμε μια ανισοβαρή συμφωνία εξαιτίας της απειλής δασμών, οι οποίοι άλλωστε εν πολλοίς παρέμειναν, όσο την περίπτωση ενός “θύματος” (Βρετανία) που για ευρύτερους γεωπολιτικούς λόγους επιλέγει να τα βρει με το “θύτη”.
Η εθνική ασφάλεια και ο παράγοντας Κίνα
Στο πλαίσιο ανάκτησης της ασφάλειας κρίσιμων εφοδιαστικών αλυσίδων, σύμφωνα με την κατά τις ΗΠΑ εθνική ασφάλεια, κυρίως εξαιτίας του ανταγωνισμού με την Κίνα, οι ΗΠΑ ενισχύουν και προστατεύουν συγκεκριμένες βιομηχανίες και τεχνολογίες αιχμής, αν και όχι με επαναπατρισμό δραστηριοτήτων. Το έκαναν ήδη επί Μπάιντεν. Από την άλλη εκβιάζουν την ένταξη ορισμένων διεθνών δικτύων τεχνολογίας και εφοδιασμού σε “συμμαχικά σχήματα” με αποκλεισμό ανταγωνιστών. Ούτε αυτό σχετίζεται άμεσα με το εμπορικό έλλειμμα. Σχετίζεται όμως με την απειλή υψηλών δασμών ως εργαλείο συμμόρφωσης.
Σύμφωνα με τρεις ντιρεκτίβες που εξέδωσε πρόσφατα το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ οι εταιρίες αποτρέπονται να χρησιμοποιούν εξελιγμένα κινεζικά τσιπς, να επιτρέπουν την εκπαίδευση κινεζικών μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης με σχετικά αμερικανικά τσιπς, ή να επανεξάγουν αμερικανικά high-end τσιπς στην Κίνα. Η πρωτοφανής δήλωση Ρούμπιο για επιθετική ανάκληση της βίζας(!) σε χιλιάδες Κινέζους σπουδαστές στις ΗΠΑ που φοιτούν σε κρίσιμα πεδία ή σχετίζονται με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, εντάσσεται στην ίδια λογική.
Αναφερόμενος, μετά τη συμφωνία με Βρετανία, στη μεταχείρισή της ως πλέον ευνοούμενου κράτους για χάλυβα και αλουμίνιο και στο προτιμησιακό καθεστώς για τα φάρμακα, ο Τραμπ μίλησε για συμμαχία οικονομικής ασφάλειας, και ότι «οικονομική ασφάλεια σημαίνει εθνική ασφάλεια». Η Βρετανία αποδέχτηκε απαιτήσεις των ΗΠΑ για το ιδιοκτησιακό καθεστώς: σύμφωνα με την Telegraph οι ΗΠΑ θα έχουν δικαίωμα βέτο σε κινεζικές επενδύσεις στους σχετικούς κλάδους.
Το λεγόμενο “χάπι δηλητηρίου”, όπως αυτό που συμφώνησε να πάρει η Βρετανία έναντι κινεζικής απόκτησης κρίσιμων αλυσίδων, είναι για την Κίνα χειρότερο από τους δασμούς, σύμφωνα με δήλωση του Ζανγκ Γιανσένγκ της Κινεζικής Ακαδημίας Μακρο-οικονομικής Έρευνας στους Financial Times. Ήδη στην πρώτη θητεία του ο Τραμπ είχε προσθέσει το “χάπι δηλητηρίου” στην USMCA (πρώην NAFTA) με Καναδά και Μεξικό σε ό,τι αφορά χάλυβα και αλουμίνιο. Μετά την κλιμάκωση με Κίνα, το Πεκίνο προειδοποιούσε ενάντια στις χώρες που διαπραγματεύονται συμφωνίες με τις ΗΠΑ σε βάρος των κινεζικών συμφερόντων, ενώ από τη Μαλαισία ο Σι Πινγκ καλούσε «τα ασιατικά έθνη να απορρίψουν την απόζευξη (decoupling), τη διατάραξη του εφοδιασμού και την κατάχρηση των δασμών».
Πλησιάζουν οι “90 μέρες”
Έχουν περάσει οι δυο από τους τρεις μήνες που πολλές χώρες θα “φιλούσαν τον κώλο” του Τραμπ για deals και η σοδειά μέχρι τώρα δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Στις 2 Απριλίου στις περισσότερες χώρες ο Τραμπ είχε επιβάλλει 10% δασμούς. Αυτοί φαίνεται ότι θα παραμείνουν ακόμη και με τις χώρες που θα κλείσει συμφωνία, είτε με ανταποδοτικούς δασμούς είτε όχι, όπως στην περίπτωση της Βρετανίας. Όχι για λόγους που σχετίζονται με το εμπορικό έλλειμμα όσο με το δημοσιονομικό, δηλαδή με τα έσοδα.
Στο επίπεδο του 10% φαίνεται ότι θα παραμείνουν και για το μεγαλύτερο μέρος των υπολοίπων χωρών που επιβαρύνθηκαν με δασμούς μέχρι 47%, ιδιαίτερα με οικονομίες-συμμάχους όπως η Ιαπωνία και η ΕΕ. Μένει να δούμε τι θα γίνει με χώρες στην οικονομική και γεωπολιτική σφαίρα επιρροής της Κίνας αν και όλα δείχνουν ότι το colpo grosso Τραμπ της 2ας Απριλίου έχει υποστεί συντριπτική ήττα. Μεσοσταθμικά καταλήγουμε πολύ πιο κοντά στο 10% παρά στο 17%.
Το δεύτερο στοιχείο είναι ο παράγοντας Κίνα στις πιο σημαντικές συμφωνίες όπως με Ιαπωνία, ΕΕ και Ινδία. Η ΕΕ για παράδειγμα είναι απίθανο να αποδεχτεί “χάπια δηλητηρίου” με την ευκολία που το δέχτηκε η Βρετανία. Στην καλύτερη περίπτωση μπορούν να γίνουν κάποια βήματα για προστασία ορισμένων δικτύων τεχνολογίας και εφοδιασμού σε “συμμαχικά σχήματα”. Ο χάλυβας και το αλουμίνιο, οι ημιαγωγοί ή τα φαρμακευτικά συμβαδίζουν με κάτι τέτοιο, όχι τόσο τα αυτοκίνητα.
Τι πήγε να κάνει και γιατί υποχώρησε ο Τραμπ
Τρία είναι τα ορατά πράγματα που επεδίωξε ο Τραμπ με το σοκ. Να αυξήσει τα έσοδα από δασμούς, κάτι που θα καταφέρει, αλλά –όπως εξηγήσαμε– μοιάζει πολύ κακό για το τίποτα. Να επαναρρυθμίσει σε όφελος των ΗΠΑ τις οικονομικές σχέσεις με οικονομίες-συμμάχους, αξιοποιώντας και την ασσυμετρία της οικονομικής και γεωπολιτικής δύναμης των ΗΠΑ. Κυρίως, όπως δείξαμε με την αρχική κατανομή των δασμών, επεδίωξε να δώσει με το σοκ μια απότομη εκβιαστική ώθηση στην απόζευξη μεγάλου μέρους της παγκόσμιας οικονομίας από την Κίνα, απομονώνοντάς την όσο γίνεται και απειλώντας περισσότερο όσους σχετίζονταν περισσότερο μαζί της σε εισαγωγές, άμεσες ξένες επενδύσεις, πολιτική επιρροή.
Στις δυο σημαντικότερες από τις τρεις στοχεύσεις ο Τραμπ ατύχησε και η φτωχή σοδειά είναι αναντίστοιχη του κόστους. Ότι η ανιούσα των αμερικανικών ομολόγων έπαιξε ρόλο στην “ισπανική υποχώρηση” που ακολούθησε, δεν υπάρχει αμφιβολία. Ωστόσο, είναι δεδομένο ότι στο επιτελείο ανέμεναν γενικά αναταραχή στις αγορές. Αυτό που δεν είχαν υπολογίσει δεν είναι μόνο η ισχύς της Κίνας, είναι κυρίως οι υπόλοιπες παγκόσμιες αντιδράσεις. Ακόμη και “ενδιάμεσοι”, όπως ΕΕ, Ινδία και Ιαπωνία, αρνήθηκαν να συμμορφωθούν σε μια εγωιστική στρατηγική με άδηλο έως αρνητικό για τους ίδιους αποτέλεσμα. Οι συσχετισμοί ήταν χειρότεροι απ’ όσο νόμιζαν.
Το πάγωμα όλων των υψηλών δασμών στο 10% για 90 μέρες που θα γίνει μόνιμο στις περισσότερες περιπτώσεις και η παράλληλη εξωφρενική κλιμάκωση με την Κίνα που εξελίχθηκε σε φιάσκο, είναι ό,τι θα απομείνει από την “ιστορική” 2α Απριλίου. Τα όποια κέρδη σε ανάκτηση εφοδιαστικών αλυσίδων και τεχνολογίας που αφορούν την “εθνική ασφάλεια” μπορούσαν να εξασφαλιστούν με πολύ πιο ήπιους και συναινετικούς τρόπους. Σε πορεία αναδίπλωσης μετά την ανακωχή ΗΠΑ-Κίνας, ο υπουργός Οικονομικών Μπέσεντ δήλωσε πως «οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν μια γενικευμένη απόζευξη (decoupling) από την Κίνα» αλλά «ανθεκτικές εφοδιαστικές αλυσίδες για το χάλυβα, κρίσιμα φάρμακα και ημιαγωγούς». Αυτός ο ισχυρισμός, ότι δηλαδή η η Liberation Day αφορούσε απλώς τη μερική απόζευξη σε δυο-τρεις εφοδιαστικές αλυσίδες, δεν συνάδει με την κατανομή των υψηλότατων, και οριζόντιων μάλιστα, δασμών ανά χώρα πριν το πάγωμα.
Πρόκειται για ήττα όχι μικρών διαστάσεων, που απλώς δεν ομολογείται. Άλλωστε ούτε η ήττα Μπάιντεν στην Ουκρανία δεν ομολογείται, ούτε από τον Τραμπ.