Αντικοινοβουλευτικές στη διαδικασία, αντεργατικές στην ουσία οι τροπολογίες Βρούτση

Αντικοινοβουλευτικές στη διαδικασία, αντεργατικές στην ουσία οι τροπολογίες Βρούτση, Βασίλης Ασημακόπουλος

Σ’ ένα προηγούμενο κείμενό μας για το Επιτελικό Κράτος, περιγράψαμε την κυβέρνηση της ΝΔ ως “εθνική/μεταεθνική κρατικού φιλελευθερισμού”, από την άποψη των κατευθύνσεων, της σύνθεσης, των προγραμματικών δηλώσεων. Παράλληλα αναφερόμασταν στις διαφαινόμενες κινήσεις της ΝΔ να μετατρέψει μια σημαντική, πλην όμως συγκυριακή, εκλογική νίκη, στην αρχή ενός νέου πολιτικού κύκλου, σε ιδεολογικο-πολιτική και οργανο-λειτουργική ηγεμονία.

Στο πλαίσιο αυτό η νέα κυβέρνηση κατέθεσε τρία νομοσχέδια, τα οποία περιελάμβαναν διατάξεις υλικού και συμβολικού χαρακτήρα προς την επιδιωκόμενη γι’ αυτήν κατεύθυνση, επιχειρώντας να διαμορφώσει την πολιτική ημερήσια διάταξη σε περιεχόμενα. Στην κατεύθυνση αυτή υπέβαλε αιφνιδιαστικά, στο διυπουργικό νομοσχέδιο, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, τρεις τροπολογίες που αφορούσαν εργασιακά και συνταξιοδοτικά θέματα. Κατά πρώτον πρόκειται για απαράδεκτη κοινοβουλευτική πρακτική, παγιωμένη δυστυχώς, που πάντως ορθώς στηλιτεύθηκε από τις υπόλοιπες πτέρυγες του Κοινοβουλίου.

Στο στοιχείο αυτό η νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία κινείται στην αντιθεσμική κανονικότητα των τροπολογιών της τελευταίας στιγμής. Για ζητήματα που είναι κατεπείγοντα, θα ήταν ανεκτή μια όλως εξαιρετική κατάθεση τροπολογίας. Λ.χ. η ανάγκη θέσπισης πλαφόν σε συντάξεις και περιορισμού της ακραίας και απόλυτης εφαρμογής της αρχής της ανταποδοτικότητας, που είχε ρυθμιστεί από το ν. 4387/2016 (ασφαλιστικό) θα δικαιολογούσε ενδεχομένως, ή μπορεί και να επέβαλε μια τέτοια έκτακτη αντιμετώπιση.

Άλλο, όμως, οι διατάξεις για την κατάργηση του βάσιμου λόγου στην καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου. Επίσης, την αναστολή των σύντομων προθεσμιών παραγραφής (των λεγόμενων αποσβεστικών) του δικαιώματος (3μηνης για διεκδίκηση ακύρωσης απόλυσης, 6μηνης για διεκδίκηση αποζημίωσης απόλυσης) που έχει ο εργαζόμενος εφόσον προσφύγει στην Επιθεώρηση Εργασίας μέχρι περατώσεως της σχετικής διαδικασίας. Επίσης, η συνευθύνη της αναθέτουσας εταιρίας σε εργολάβο για τα εργασιακά ζητήματα που τυχόν θα προκύψουν, προδήλως δεν ανήκει σε ζητήματα που πρέπει κατεπειγόντως να αντιμετωπίζονται με υποβολή εκτάκτων τροπολογιών, χωρίς δυνατότητα κοινοβουλευτικής τουλάχιστον συζήτησης.

Εκτός προγράμματος της ΝΔ οι τροπολογίες Βρούτση

Ζητήματα όπως η επένδυση στο Ελληνικό και το πανεπιστημιακό άσυλο –για τα οποία έχουμε εκφράσει την αντίθετη θέση μας σε σχέση με τις κυβερνητικές ρυθμίσεις– είχαν αποτελέσει προεκλογικές εξαγγελίες της ΝΔ. Οι ανωτέρω εργασιακές ρυθμίσεις, όμως, ουδόλως είχαν θιγεί προεκλογικά και προγραμματικά από το κόμμα του κ. Μητσοτάκη. Ειδικά η ρύθμιση για τη θέσπιση του βάσιμου λόγου στην απόλυση (αρ. 48 ν. 4611/2019) είχε υπερψηφιστεί και από τη ΝΔ τον Μάιο 2019, σύμφωνα με τα Πρακτικά της Βουλής.

Η αντίθεση βέβαια στα κατώτερα και μεσαία στρώματα της μισθωτής εργασίας, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα, η άνοδος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης για την εξαγωγή υπεραξίας και η συναφής αποδυνάμωση της εργασίας στον κοινωνικό ανταγωνισμό με τους φορείς της επιχειρηματικότητας, αποτελεί πυρηνικό στοιχείο, άρθρο πίστης των νεοφιλελεύθερων δοξασιών, τις οποίες ασπάζεται ο ηγετικός πυρήνας του κυβερνώντος κόμματος. Τούτο συνάγεται και από το περιεχόμενο της εμφανώς στο πόδι γραμμένης αιτιολογικής έκθεσης των συγκεκριμένων διατάξεων. Οι θεωρίες αυτές βέβαια δεν δίνουν απάντηση στο ζήτημα της ανάπτυξης της χώρας, με όρους κοινού καλού.

Η ανάγνωση των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 ως success story που να δικαιολογεί την επιλογή της επικεφαλής τους στην ηγεσία της επιτροπής “Ελλάδα 2021” ή η ανέγερση κατασκευαστικών τεράτων και καζίνο στο Ελληνικό, η διαρκής τσιμεντοποίηση της υπερβεβαρυμένης Αττικής, δεν συνιστούν προφανώς αναπτυξιακή επιλογή σύγχρονης ευρωπαϊκής χώρας, αλλά αποικιακής.

Αυτό όμως εκφεύγει από τις δυνατότητες του παρόντος σημειώματος, είναι μία άλλη συζήτηση, ή ορθότερα είναι το πλέον σημαντικό ζήτημα του “συστήματος χώρα”.  Ειδικά μετά την οδυνηρή μνημονιακή περιπέτεια, αλλά και την εμπειρία των δύο δεκαετιών που προηγήθηκαν και διαμόρφωσαν τους υλικούς, θεσμικούς και ιδεολογικούς όρους για τη μνημονιακή υπαγωγή.

Η κυβέρνηση Τσίπρα για τα εργασιακά

Οι θετικές όψεις της προηγούμενης κυβέρνησης ήταν κατά την άποψή μας, οι παρεμβάσεις της στην αποκατάσταση της εργατικής νομοθεσίας και ορισμένες νέες ρυθμίσεις. Ρυθμίσεις που έτειναν να ενισχύουν τη θέση του αδύναμου μέλους σε μια εργασιακή σύμβαση, η οποία δομικά είναι εκείνη του εργαζόμενου στο καπιταλιστικό σύστημα της ελεύθερης αγοράς. Η ίδια η αξιακή βάση του εργατικού δικαίου συνιστά ουσιαστικά μια αντινομία στο γενικότερο αστικό δίκαιο, ακριβώς έχοντας υπ’ όψιν αυτή τη δομικά ανισοβαρή σχέση. Οι εργασιακές ρυθμίσεις έχουν αυτήν τη λογική.

Σε ένα σύστημα ελεύθερης αγοράς, να παρέχεται ένα ελάχιστο πλαίσιο ρυθμιστικής προστασίας. Η ευελιξία στην αγορά εργασίας καταργεί ή ελαχιστοποιεί το περιορισμένο σε κάθε περίπτωση πλαίσιο προστασίας. Η πραγματικότητα αυτή ήταν ακόμα εντονότερη στη χώρα μας, λόγω της μνημονιακής εμπειρίας και της πολλαπλής υποχώρησης της μισθωτής εργασίας, στο γενικότερο πλαίσιο της διαδικασίας εσωτερικής ανταγωνιστικής υποτίμησης.

Είχαμε υποστηρίξει σε προηγούμενα κείμενά μας, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, λόγω του έμπρακτου και θεωρητικού διαχωρισμού του εθνικού από το κοινωνικό, δεν θα μπορέσει να υπερασπιστεί τις θετικές εκδοχές της πολιτικής του, οι οποίες αφορούσαν τις εργασιακές ρυθμίσεις. Κι αυτό, ακριβώς επειδή παραχώρησε την ηγεμονία στο εθνικό στην κοινωνική και πολιτική Δεξιά. Ουσιαστικά της παραχώρησε τον πρώτο λόγο στον πολιτικό αγώνα, στην πάλη για την εξουσία, παραμένοντας ο ΣΥΡΙΖΑ σε ένα ρόλο συνδικαλιστικής κατά βάση δύναμης.

Αντικαπιταλισμός χωρίς αντιιμπεριαλισμό

Ο αντικαπιταλισμός, χωρίς αντιιμπεριαλισμό μεταπίπτει ως κυβερνητική εκδοχή σε συνδικαλιστικό ρεφορμισμό. Χρήσιμος σε κάθε περίπτωση, αλλά όχι επαρκής. Η ηγεμονία της Δεξιάς είναι μια ανιστόρητη εξέλιξη για την Ελλάδα, λόγω των ιστορικά διαμορφωμένων πολλαπλών ιδιαιτεροτήτων της, στις οποίες έχουμε αναλυτικά αναφερθεί.

Πολύ συνοπτικά, αν δεν υπήρχε η Συμφωνία των Πρεσπών και όλη η συνοδευτική-υποστηρικτική φιλολογία των κεντρικών στελεχών και διανοουμένων του ΣΥΡΙΖΑ στο δημόσιο λόγο, το κόμμα αυτό θα βρισκόταν πολύ πιο κοντά στη ΝΔ στο τελικό αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση Τσίπρα και η Κουμουνδούρου, όμως, ενοχοποιούσε το εθνικό συναίσθημα των λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων, το οποίο αποτελεί τη βιωμένη κοινωνική εμπειρία σε κατακερματισμένες πραγματικότητες όπως η ελληνική. Μια ματιά στα εκλογικά αποτελέσματα ιδίως της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και μία σύγκριση με τα αντίστοιχα του Σεπτεμβρίου 2015 είναι αρκετή.

Η πολιτική αυτή έχει συνέπειες για τα στρώματα της μισθωτής εργασίας, την εργατική τάξη της χώρας. Και ήδη φάνηκαν με την εσπευσμένη κατάργηση των συγκεκριμένων ανωτέρω εργατικών ρυθμίσεων. Η θέσπιση του βάσιμου λόγου στην καταγγελία της σύμβασης εργασίας (αρ. 48 ν. 4611/2019) και η συνοδευτική αναστολή των σύντομων αποσβεστικών προθεσμιών, εφόσον γινόταν προσφυγή στην Επιθεώρηση Εργασίας (αρ. 58 ν. 4611/2019), επέφερε νομικά μια σημαντική αλλαγή, καθώς αλλάζει την απόλυση από αναιτιώδη δικαιοπραξία που ήταν, σε αιτιώδη.

Το βάρος της απόδειξης στον εργοδότη

Η πρακτική σημασία ήταν ότι μετέφερε κατ’ αρχάς το βάρος απόδειξης, από τον εργαζόμενο στον εργοδότη. Δεν γνωρίζουμε στην πράξη πώς θα λειτουργούσε στην καθημερινότητα των επιχειρήσεων, αλλά και πώς θα αντιμετωπιζόταν στα Δικαστήρια, καθώς είχε ψηφιστεί μόλις τον Μάιο 2019 και ως εκ τούτου δεν είχε διαμορφωθεί επικρατούσα νομολογιακή τάση. Μόνον ενδιαφέρουσες θεωρητικές παρεμβάσεις πρόλαβαν να αναπτυχθούν σε νομικά περιοδικά εργατικού δικαίου.

Η έτερη διάταξη που καταργήθηκε ήταν εκείνη της συνευθύνης «αλληλεγγύως και εις ολόκληρον» αναθέτουσας εταιρίας και εργολαβικής (σχέση outsourcing) στα εργασιακά ζητήματα που ανακύπτουν μεταξύ εργαζομένων και εργολαβικής εταιρίας (αρ. 9 ν. 4558/2018). Αυτό ήταν ένα πραγματικό ζήτημα και όσοι ασχολούνται καθημερινά με τα θέματα αυτά, είτε ως εργαζόμενοι, είτε ως δικηγόροι, γνωρίζουν την άγρια εκμεταλλευτική σχέση στο χώρο των εργολαβικών εταιρειών. Γνωρίζουν, επίσης, την αδυναμία πολλές φορές της πρακτικής δικαίωσης των εργαζομένων, λόγω αντικειμενικής αδυναμίας εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων, ένεκα ανυπαρξίας περιουσιακών στοιχείων της εργολαβικής εταιρείας ή και εικονικής στην ουσία εταιρίας, πίσω από την οποία υποκρύπτονταν η αναθέτουσα εταιρία.

Είναι βέβαια χαρακτηριστικό ότι οι διαδεδομένες πρακτικές εργολαβικών εταιρειών αφορούσαν κυρίως πρακτική outsourcing, όπου αναθέτων ήταν το Δημόσιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως, ένα κόμμα με κατεύθυνση, θεωρία και πρακτική κόμματος-κράτους, εξαιρούσε ρητώς το Δημόσιο από τη συνευθύνη σε αντίστοιχες περιπτώσεις εργατικών απαιτήσεων σε βάρος εργολάβου από έργο Δημοσίου.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx