ΙΣΤΟΡΙΑ

Από το νόμισμα-χρυσός στο νόμισμα-εργασία – Οδός στενή και ολισθηρά…

Από το νόμισμα-χρυσός στο νόμισμα-εργασία: Οδός στενή και ολισθηρά... Δημήτρης Χατζηαγγελίδης

Το παρακάτω κυκλοφορούσε ως οικογενειακό ανέκδοτο σε πλείστους όσους ανά την Πελοπόννησο Μιχαλόπουλους: Όταν, μετά την κατά το 1917, ενοποίηση της χώρας μας υπό την αιγίδα της Εγκάρδιας Συνεννόησης (Entente Cordiale), βρέθηκαν αντίγραφα της μεταξύ του Κάιζερ και της αδελφής του Σοφίας, συζύγου του βασιλέα των Ελλήνων, αλληλογραφίας, ο Ανδρέας Μιχαλόπουλος (1897-1982), γραμματέας τότε του Ελευθέριου Βενιζέλου αναφώνησε: «Καλό αυτό ! Γερμανοί αυτοί οι δύο και γράφανε στα γαλλικά ! Πώς μετά περιμένουνε να νικήσουν τους Γάλλους;»

Δίκιο είχε – γενικώς και πληρέστατα! – ο εν λόγω Μιχαλόπουλος∙ και αυτό παρά το ότι αναφερόταν ειδικώς στον Μεγάλο Πόλεμο των ετών 1914-1918. Όσο και αν αυτό πολύ δύσκολα γίνεται αντιληπτό από το ευρύ κοινό, η γλώσσα που χρησιμοποιεί κανείς λανθανόντως επιβάλλει μια δική της, ιδιαίτερη νοητική/ψυχική συγκρότηση. Από τη στιγμή, πράγματι, που οι αξιωματικοί του ρωσικού στρατού, έχοντας νικήσει τον Ναπολέοντα και καταλάβει το Παρίσι, άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους γαλλικά, η εξάπλωση στην αυτοκρατορική Ρωσία της «γαλλοφερμένης» επαναστατικής ιδεολογίας δεν ήταν πια παρά ζήτημα χρόνου.

Εξ ου και ο Χίτλερ, όχι μόνο δεν έστερξε ποτέ του να μάθει τη γλώσσα αυτή, μα στην ουσία απαγόρευσε και τη χρήση της από τους αξιωματούχους του Γ’ Ράιχ – με μόνες εξαιρέσεις ορισμένες διεθνούς επιπέδου και διπλωματικού χαρακτήρα συναντήσεις. Επέτρεψε όμως τη χρήση των αγγλικών σε ζητήματα πνευματικών δικαιωμάτων (copyright) και κάποια άλλα, συναφή…

Όπως και να είναι, το θέμα πλήρως το έπιασε ο Κεμάλ Ατατούρκ. Έχοντας καταλάβει τις συνέπειες που είχε η κυριαρχία των γαλλικών στις ανώτερες βαθμίδες της οθωμανικής κρατικής μηχανής, επέβαλε «με ράβδον σιδηράν» την πλήρη και καθολική εφαρμογή της αρχής: «Ο Τούρκος μιλάει [μόνο] τουρκικά!»

Έτσι, ακόμη και σήμερα, παρά τα ολοένα και περισσότερο αισθητά επακόλουθα της Παγκοσμιοποίησης, στις κατεξοχήν επίσημες συναντήσεις είτε οι Τούρκοι εκπρόσωποι συνοδεύονται από διερμηνέα ή ο «ξένος» οφείλει να μιλήσει/γράψει στα τουρκικά. Παρεκκλίσεις, βέβαια, ήδη διαπιστώνονται πολλές, αλλά ο κανόνας, τυπικώς, εξακολουθεί να ισχύει.

Τι σημασία, όμως, έχουν αυτά στα καθ’ ημάς; Τούτη! Έχετε παρατηρήσει ότι δύο όροι, προηγουμένως περιορισμένης χρήσης, έχουνε σήμερα πανηγυρικώς «θρονιαστεί» στην καθημερινή μας ομιλία; Ποιοι είναι αυτοί; Μα οι λέξεις «επενδύω» και «διαχειρίζομαι»: Η πρώτη, που κανονικά αφορά μόνο μεγαλοεπιχειρηματίες, έχει αντικαταστήσει τον όρο «αξιοποιώ», ενώ η δεύτερη το ρήμα «αντιμετωπίζω». Και το εντυπωσιακά γενικευμένο γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι διανύουμε εποχή «ξέφρενου καπιταλισμού», οπότε και πάλι αναδύονται τα ζητήματα γενικώς του Πλούτου και ιδιαιτέρως του Νομίσματος.

Τι σημαίνει «πλούτος»;

Απλή η απάντηση: Κατοχή αγαθών πολλών και μάλιστα περισσότερων από όσα διαθέτει ο μέσος άνθρωπος. Όπως φαίνεται, στην Απώτερη Αρχαιότητα, ο υπολογισμός του πλούτου γινόταν κυρίως βάσει των ζώων που είχε κανείς. «Έχει πολλά βόδια» (ειδικώς στην Ελλάδα), «άρα είναι πλούσιος». Στη συνέχεια, επινοήθηκε το νόμισμα που δεν είναι παρά ό,τι η ίδια λέξη δείχνει: Υλικό μέσο υπολογισμού της αξίας των αγαθών η ισχύς του οποίου καθολικώς «νομίζεται»(=θεσπίζεται).

Και πάλι στην Αρχαία Ελλάδα, ύλη με την οποία παράγονταν τα «νομίσματα» φαίνεται πως ήταν άρχικώς ο άργυρος (=ασήμι) και μετά ο «ήλεκτρος», που σήμαινε είτε τον λευκόχρυσο (= πλατίνα) ή κράμα χρυσού και αργύρου. Ο χρυσός, παρά το ότι χρησιμοποιήθηκε πολύ νωρίς, φαίνεται πως επικράτησε οριστικώς μόνο μετά την κατάλυση του Περσικού Κράτους από τον Μέγα Αλέξανδρο. Και αυτό, διότι οι φόροι που ο Μέγας Βασιλεύς του αρχαίου Ιράν εισέπραττε συχνά καταβάλλονταν σε χρυσάφι το οποίο οι Πέρσες έλειωναν και αποθήκευαν σε «αμφορείς» (= μεγάλα πήλινα κανάτια).

Εν πάση περιπτώσει, η χρήση του χρυσού ως «κανόνα μέτρησης» του πλούτου είχε πια επικρατήσει κατά τον Μεσαίωνα. H οιονεί θεσμική όμως καθιέρωσή του οφείλεται στον υπουργό του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΔ΄, Ιωάννη-Βαπτιστή Κολμπέρ/Jean-Baptiste Colbert (1619-1683) που διακήρυξε: «Ο πλούτος μιας χώρας υπολογίζεται μέσω των πολυτίμων μετάλλων που αυτή έχει στην κατοχή της»

Αυτό φυσικά ευνόησε τις μεγάλες αποικιοκρατικές Δυνάμεις της εποχής. Αρχικώς την Ισπανία, προς την οποία έρρεαν συνεχώς από την Αμερική μεγάλες ποσότητες χρυσού, και μετά τη Μεγάλη Βρεταννία. Τι γινόταν όμως με τα Κράτη που δεν είχαν τη δυνατότητα εξόρυξης «προς ίδιον όφελος» χρυσού και αργύρου; Η αναγκαία εξισορρόπηση επιτυγχανόταν, από τις χώρες αυτές, μέσω της παραγωγής αγαθών που δεν υπήρχαν αλλού και των οποίων η τιμή υπολογιζόταν και καταβαλλόταν σε χρυσάφι.

Από το νόμισμα στο χαρτονόμισμα

Εξυπακούεται ότι η διεθνής ισορροπία που έτσι επιτυγχανόταν παρέμενε ασταθής. Οπότε, κατά τη Γαλλική Επανάσταση των ετών 1789-1792, επινοήθηκε άλλο σύστημα που, στην ουσία, δεν ήταν παρά μορφή επιστροφής στο «νόμισμα» των Αρχαίων μας: Επιβλήθηκε η κυκλοφορία χαρτονομίσματος (assignat) την αξία του οποίου περιέβαλλε η εγγύηση του Κράτους. Και αλλοίμονο σε όποιον αμφισβητούσε τη σημασία της εγγύησης αυτής! Συχνά του επιβαλλόταν ακόμη και θανατική ποινή… Οπότε, νά που επινοήθηκε νέο σύστημα – μικτό αυτό.

Θυμάστε τα παλαιά χαρτονομίσματα στα οποία εμφανώς αναγραφόταν : «Δραχμαί….[τόσες] πληρωτέαι επί τη εμφανίσει»; Τι σήμαινε αυτό; Το εξής: Το Κράτος κυκλοφορούσε μεν χαρτονομίσματα, εξέλιξη των γαλλικών assignats, αλλά οποιοσδήποτε πολίτης είχε δικαίωμα να πάει στην Εκδοτική Τράπεζα και να ζητήσει την αξία του χαρτονομίσματος σε «πολύτιμο μέταλλο». Και αυτό σήμαινε πως η συγκεκριμένη τράπεζα όφειλε να κατέχει χρυσό αξίας ίσης με εκείνη των νομισμάτων που συνολικώς κυκλοφορούσαν. Πρόκειται για το περίφημο «κάλυμμα» που θεωρητικώς έπρεπε να είναι πλήρες, δηλαδή «εκατό τοις εκατό».

Βέβαια, σχεδόν κανένας δεν αποτολμούσε να πάει στην Τράπεζα και να ζητήσει την οιονεί εξαργύρωση κάποιου χαρτονομίσματος. Οπότε εφευρέθηκε κάτι άλλο: Δεδομένου ότι ο έλεγχος του βασισμένου σε τράπεζα συστήματος νομισματικής κυκλοφορίας ήταν εξαιρετικά δυσχερής, συνομολογήθηκε ότι η εκδοτική Τράπεζα όφειλε να διαθέτει σε «κάλυμμα χρυσού» μόνο το 40% της αξίας των χαρτονομισμάτων που εξέδιδε∙ και αυτό το 40% γρήγορα εξέπεσε στο 35%.

Ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος «εκ βαθέων» ανατάραξε το όλο πλέγμα του «χρυσού νομίσματος». Συνακολούθως, στη δεκαετία του 1920 διεθνές μέσο υπολογισμού γενικώς του πλούτου και ειδικώς κάποιας «αξίας» έγινε η «λίρα Αγγλίας», το χαρτονόμισμα της οποίας παρέμενε σε σταθερή σχέση με τη «μεταλλική» (κυρίως χρυσή) εκδοχή της. Ήδη, όμως, κατά τις παραμονές της Δεύτερης Παγκόσμιας σύγκρουσης ακόμη και το σύστημα αυτό είχε κλονιστεί. Οπότε, στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα επέτειλε ως υποκατάστατο του «χρυσού νομίσματος» το δολάριο των ΗΠΑ. Το σε χρυσό κάλυμμα αυτού του τελευταίου φυλάσσεται στην Πολιτεία του Κεντάκυ, συγκεκριμένα στο Φορτ Νοξ/Fort Knox, και υπολογίζεται (ανεπισήμως) σε 5.000 τόννους.

Αυτή εν ολίγοις είναι η ιστορία του «νομίσματος-χρυσός». Και βέβαια, το πρώτο που έρχεται κατά νουν αφορά τη νοημοσύνη μας: Πώς είναι δυνατόν μέταλλο κατ’ εξοχήν άχρηστο, τα μόνα πλεονεκτήματα του οποίου είναι η λάμψη και η δυσκολία με την οποία οξειδώνεται, να έχει αναχθεί σε κανόνα ενός βασικού τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας; Ήδη τον 19ο αιώνα, ο Απόστολος Αρσάκης (1789-1869) είχε δηλώσει: «Η εργασία αποτελεί την πρώτη, την ιερότερη… ιδιοκτησία του ανθρώπου, η οποία επιφέρει όχι μόνο πλούτο αλλά και ηθικό εξευγενισμό.»

Η αξία της εργασίας – και η μεγάλη παγίδα της μετάβασης

Από τότε δηλαδή είχε εκδηλωθεί η ανάγκη εγκατάλειψης του «νομίσματος-χρυσός» και αποδοχής του «νομίσματος-εργασία». Αυτό, βέβαια, πάει να γίνει ακριβώς στις μέρες μας. Εδώ και δεκαετίες, πράγματι, σε περιοδικά κυρίως αμερικανικά γίνεται λόγος για την αντικατάσταση του νομίσματος από λογιστικές μονάδες οι οποίες θα αντιστοιχούν στο έργο που θα παράγει/δημιουργεί ο κάθε άνθρωπος. Λογικό και σωστό!

Ο υπολογισμός όμως αυτός πρέπει να είναι δίκαιος. Σαφές είναι το ότι οποιοδήποτε Κράτος συνιστά τη «θεσμική κατοχύρωση» ενός συγκεκριμένου συνόλου ανθρώπων. Κατά συνέπεια, οφείλει αενάως να εγγυάται την ευημερία του λαού/έθνους, εξουσιαστικό επιστέγασμα του οποίου αποτελεί. Ειδικώς στην Ελλάδα όμως το Κράτος συνήθως εκλαμβάνεται ως «εμπορική επιχείρηση» με αποτέλεσμα ακόμη και σήμερα να ισχύει ο αφορισμός του Δημητρίου Γούναρη (1867-1922):

«Το Κράτος υφίσταται χάριν της κοινωνίας την οποίαν κατά πάντα τρόπον καλείται να βοηθήση. Η ελληνική κοινωνία όμως διαιρείται εις δύο μόνον τάξεις, την προνομιούχον ολιγαρχίαν, την νεμομένην τους πόρους του δημοσίου ταμείου, και τους στερουμένους την γενναιοτέραν μερίδα εκ του προϊόντος της εργασίας των, ίνα πληρώσωσιν το υπ’εκείνης κενούμενον διάτρητον κεντρικόν ταμείον.»

Ιδού το πρόβλημα της χώρας μας! Και να γιατί το ευκταίο πέρασμα από το «νόμισμα-χρυσός» στο «νόμισμα-εργασία» εγκυμονεί ειδικώς στην Ελλάδα μεγάλους κινδύνους για τη μεγάλη πλειοψηφία του Ελληνικού Λαού.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx