Αυστηρότερα κριτήρια για την προστασία της πρώτης κατοικίας
27/03/2019Δυσμενέστερους όρους για τους δανειολήπτες, όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, περιλαμβάνει η τροπολογία του υπουργείου Οικονομίας για την αλλαγή του πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας. Η νομοθετική ρύθμιση, η οποία κατατέθηκε το βράδυ της Τρίτης στην Βουλή, μετά από συμφωνία της κυβέρνησης και των ευρωπαϊκών θεσμών, έρχεται να βάλει τέλος στον νόμο Κατσέλη, που από την ψήφισή του βρίσκεται στο στόχαστρο τραπεζών και δανειστών.
Το νέο πλαίσιο είναι αποτέλεσμα συμβιβασμού ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους δανειστές και αποτελεί μια προσπάθεια γεφύρωσης των διαφορών που παρέμεναν ανοιχτές μέχρι και την συνεδρίαση του Euro Working Group, το απόγευμα της Δευτέρας.
Στο πλαίσιο αυτού του συμβιβασμού τα αρχικά όρια προστασίας που προωθούσε η ελληνική κυβέρνηση «κουρεύτηκαν». Η νέα ρύθμιση περιλαμβάνει αυστηρότερα περιουσιακά κριτήρια για όσους ζητούν προστασία και μείωση των ορίων των καταθέσεων και της ακίνητης περιουσίας τους. Στο νέο πλαίσιο εντάσσονται και επιχειρηματικά δάνεια συνδεδεμένα με την πρώτη κατοικία, όμως το όριο αξίας (της συνδεδεμένης πρώτης κατοικίας) μειώνεται στο ποσό των 175.000 ευρώ, έναντι 250.000 ευρώ που ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του νέου πλαισίου
- Η ουσιαστική διαφορά του νέου πλαισίου από τον νόμο Κατσέλη είναι ότι για πρώτη φορά περιλαμβάνει επιχειρηματικά δάνεια που έχουν υποθήκη την πρώτη κατοικία του οφειλέτη.
- Μια άλλη πτυχή είναι ότι στο νέο πλαίσιο προβλέπεται, επίσης για πρώτη φορά, η συνεισφορά (επιδότηση) του Δημοσίου στις καταβαλλόμενες δόσεις, για όλη τη διάρκεια της ρύθμισης που φτάνει έως και τα 25 χρόνια. Η συμμετοχή αυτή μένει βεβαίως να προσδιορισθεί με ΚΥΑ το επόμενο διάστημα.
- Οι δικαιούχοι υπαγωγής ρυθμίζουν, μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, τις οφειλές τους προς τράπεζες και το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, για τις οποίες έχει εγγραφεί υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία τους. Όσοι υπαχθούν στο νέο πλαίσιο θα πληρώνουν το 120% της εμπορικής αξίας της προστατευόμενης κατοικίας, σε βάθος 25ετίας και με επιτόκιο euribor τριμήνου +2%. Αν πάντως δεν υπάρξει συναινετική ρύθμιση, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη ρύθμιση των οφειλών του με απόφαση δικαστηρίου
- Η νέα ρύθμιση προβλέπει επίσης, ότι ο οφειλέτης θα πρέπει να διαθέτει λοιπή οικογενειακή περιουσία μέχρι 80.000,00 και επιπλέον καταθέσεις έως 15000 ευρώ, ενώ τα όρια του οικογενειακού εισοδήματος διαμορφώθηκαν με βάση τις βασικές δαπάνες για τη διαβίωση του νοικοκυριού, όπως αυτές καθορίστηκαν από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, προσαυξημένες κατά 70%.
- Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών, δεν θα πρέπει να είναι ανώτερο από 130.000 ευρώ ανά πιστωτή.
Προϋποθέσεις ένταξης στο νέο πλαίσιο
Σύμφωνα με την τροπολογία για να ενταχθεί ένας οφειλέτης στο νέο προστατευτικό πλαίσιο θα πρέπει:
- Η αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, να μην υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια, και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.
- Το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για το σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος, μέχρι τα τρία εξαρτώμενα μέλη.
- Αν οι οφειλές του αιτούντα υπερβαίνουν τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου του, δεν θα πρέπει να έχουν συνολική αξία μεγαλύτερη των 80.000 ευρώ. Παραλλήλως, η συνολική αξία των καταθέσεων και των χρηματοπιστωτικών προϊόντων του αιτούντα δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις 15.000 ευρώ.
- Επίσης, το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή.
- Προϋπόθεση για να ισχύσουν τα παραπάνω είναι ο οφειλέτης να έχει χρέη τα οποία βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018.
Οι όροι προστασίας στο νέο πλαίσιο
Για να προστατεύσει την κύρια κατοικία του, ο αιτών θα πρέπει να καταβάλλει το 120% της αξίας της σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%. Αν όμως το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε θα κληθεί να καταβάλλει το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις.
Η διάρκεια αποπληρωμής ορίζεται στα 25 χρόνια και θα πρέπει να καλύπτει μέχρι και το 80ο έτος του αιτούντα, εκτός και αν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ο οποίος θα ευθύνεται ως αυτοφειλέτης.
Αν η ρύθμιση αφορά περισσότερους από έναν πιστωτές, τότε η μηνιαία δόση επιμερίζεται μεταξύ των πιστωτών, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους σε πλειστηρίασμα που θα προέκυπτε, αν η κύρια κατοικία πλειστηριαζόταν χωρίς έξοδα εκτέλεσης και χωρίς κατάταξη λοιπών πιστωτών, που δεν αναφέρονται στην αίτηση.
Πως θα γίνεται η συνεισφορά του Δημοσίου
Σύμφωνα με την τροπολογία, το Δημόσιο θα συνεισφέρει στις μηνιαίες καταβολές καταβάλλοντας το ποσό που θα ορισθεί σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη. Η συνεισφορά αυτή θα γίνεται χωρίς φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη και, εκτός του ότι δεν θα μπορεί να κατασχεθεί, δεν θα συμψηφίζεται.
Για να συνεισφέρει όμως το Δημόσιο στην αποπληρωμή των δόσεων θα πρέπει να ρυθμιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συνεισφορά του Δημοσίου διαρκεί μεν όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση, όμως οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Έτσι ο δικαιούχος μπορεί ένα έτος μετά τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή της συνεισφοράς του δημοσίου να ζητήσει επαναπροσδιορισμό του ποσοστού συνεισφοράς, αν υπάρχει μεταβολή των εισοδημάτων του από την οποία προκύπτει αδυναμία καταβολής των δόσεων που του αναλογούν.
Ο οφειλέτης είναι ωστόσο υποχρεωμένος να καταβάλλει το ποσό που τον βαρύνει από την προηγούμενη απόφαση, μέχρι να γίνει αποδεκτή η αίτησή του για την αναπροσαρμογή της συνεισφοράς του. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν μεταβάλλεται η μηνιαία δόση που λαμβάνουν οι πιστωτές, ενώ η συνεισφορά του Δημοσίου διακόπτεται, αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο.
Τι γίνεται όμως αν το Δημόσιο καθυστερήσει την καταβολή της εγκριθείσας συνεισφοράς του. Σε αυτήν την περίπτωση μπορεί να υπάρξει έκπτωση του αιτούντα, μόνον εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα μηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και εφόσον ο πιστωτής έχει ενημερώσει τον οφειλέτη για την υπερημερία του Δημοσίου το αργότερο έως τον έκτο μήνα υπερημερίας.
Σημειώνεται τέλος ότι η διαδικασία για τη ρύθμιση των οφειλών θα γίνεται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό μέσο, μέσω πλατφόρμας η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.). Έτσι, τα πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις θα μπορούν να ασκήσουν αίτηση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας μέχρι την 31ηΔεκεμβρίου 2019.
Μιλώντας στην Επιτροπή Εμπορίου, ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γιάννης Δραγασάκης, έκανε λόγο για μία ρύθμιση στην οποία κυριαρχεί η έννοια του κοινωνικού συμφέροντος. Είπε επίσης ότι η ρύθμιση λαμβάνει υπόψη την κοινωνική, τη δημοσιονομική και την τραπεζική κατάσταση. Για μικρές διαφορές με τους πιστωτές έκανε λόγο και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προαναγγέλλοντας την ψήφιση της τροπολογίας εντός της εβδομάδας, την ώρα που η αντιπολίτευση ζητά περισσότερο χρόνο.
Τις απόψεις τους για το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας έχουν κληθεί να εκφράσουν το απόγευμα και οι αρμόδιοι φορείς, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, της Ένωσης Καταναλωτών, του Δικηγορικού Συλλόγου, της Ένωσης Δανειοληπτών και της Τράπεζας Ελλάδος.