Ένα βήμα πριν την έξοδο από τη Γερμανία η κινεζική Huawei
02/10/2020Δίχως να το έχουν κρύψει στο ελάχιστο, εδώ και αρκετό καιρό οι Αμερικανοί ασκούν έντονες πολιτικές και διπλωματικές πιέσεις σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη να συνταχθούν με την αντικινεζική γραμμή τους και να δείξουν την “πόρτα” στη Huawei. Παρά την αρχική τοποθέτηση της Άνγκελα Μέρκελ, ότι δεν θα ήταν λογικό να αποκλειστεί κάποια εταιρεία per se, από την ανάπτυξη του δικτύου 5ης γενιάς, οι νέοι κανόνες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αποτελούν ντε φάκτο αποκλεισμό της κινεζικής εταιρείας.
Σύμφωνα με έγγραφα που επικαλείται ρεπορτάζ της εφημερίδας Handelsblatt, υπάρχει καταρχήν σχέδιο των γερμανικών Αρχών για το νέο κανονιστικό πλαίσιο του δικτύου κινητής τηλεφωνίας στη χώρα. Ονομάζεται IT-Sicherheitsgesetz 2.0 (νόμος περί ασφάλειας στην τεχνολογία πληροφοριών) και δρομολογείται για έγκριση το Νοέμβριο.
Στοιχεία του πλαισίου που έγιναν γνωστά δείχνουν αυστηροποίηση των κανόνων ασφαλείας που στην πράξη θα σημαίνουν αποκλεισμό της Huawei ως προμηθευτή των εθνικών παρόχων, δηλαδή της Deutsche Telekom, της Ο2 και της Vodafone. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι οι Γερμανοί έχουν αποφύγει να αποκλείσουν ευθέως τη χρήση της τεχνολογίας της κινεζικής εταιρείας.
Αυτό που προβλέπεται από το σχέδιο, μέχρι στιγμής, είναι ο κανονισμός να αφορά όχι μόνο στον πυρήνα της νέας τεχνολογίας, που ελέγχει την πρόσβαση στο δίκτυο, αλλά και κάθε είδους εξοπλισμό, όπως κεραίες και αναμεταδότες. Όλα θα εξεταστούν από τεχνικά κλιμάκια, αλλά θα ακολουθήσει και “πολιτική” αξιολόγηση της αξιοπιστίας των κατασκευαστών, στην οποία θα εμπλακεί η ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφάλειας Πληροφοριών BSI.
Οι αρμόδιοι υπουργοί Εσωτερικών, Εξωτερικών και Οικονομικών τελικά θα αποφασίσουν κατά πόσο η δήλωση αξιοπιστίας –που όλοι οι κατασκευαστές θα κληθούν να υποβάλουν– είναι φερέγγυα. Συνεπώς, ένας πάροχος θα μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιο σύστημα της Huawei μόνον αν έχει την έγκριση και των τριών υπουργείων, ενδεχομένως και της ίδιας της καγκελαρίας.
Κακά μαντάτα για τους παρόχους
Η διαδικασία έγκρισης προφανώς μοιάζει χρονοβόρα, ενώ για τους παρόχους ενέχει και ρίσκο, ως προς το επενδυτικό τους πλάνο. Ταυτόχρονα δεν έχει διευκρινιστεί τι θα γίνει και τι θα σημαίνει το νέο πλαίσιο σε ό,τι αφορά τον υπάρχοντα εξοπλισμό της κινεζικής εταιρείας που είναι εγκατεστημένος (για τα δίκτυα προηγούμενης γενιάς). Εν πάση περιπτώσει, ειδικοί του χώρου της τεχνολογίας πληροφοριών εκτιμούν ότι, αν ισχύσουν οι νέοι περιοριστικοί κανόνες, θα πρόκειται για ντε φάκτο αποκλεισμό της Huawei.
Είναι ξεκάθαρο ότι πίσω από τις κινήσεις της γερμανικής κυβέρνησης βρίσκεται η ασφυκτική πίεση των ΗΠΑ. Δεν είναι τυχαίο ότι προ ολίγων ημερών βρέθηκε στο Βερολίνο ο άνθρωπος που “ηγείται” ουσιαστικά της διεθνούς διπλωματικής καμπάνιας κατά της Huawei. Ο υφυπουργός Ανάπτυξης, Ενέργειας και Περιβάλλοντος των ΗΠΑ, Κιθ Κρακ, είναι ο αρχιτέκτονας της απομάκρυνσης της κινεζικής τεχνολογίας από την αμερικανική, και επανέλαβε στους Γερμανούς τη θέση ότι «ο ελεύθερος κόσμος πρέπει να ενωθεί ενάντια στην Huawei».
Ήδη, η Ουάσιγκτον έχει πετύχει να προσεταιριστεί έναν από τους παρόχους, την Telefonica –ισπανικός όμιλος που λειτουργεί το δίκτυο Ο2– η οποία δήλωσε την αφοσίωσή της στα “καθαρά δίκτυα” τηλεπικοινωνιών και βρίσκεται ψηλά στη λίστα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ με τις “φερέγγυες” εταιρείες. Παρόλα αυτά, τα στελέχη της θυγατρικής του ομίλου στη Γερμανία κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος με τους άλλους παρόχους, τουλάχιστον ως προς το χρονοδιάγραμμα της κυβέρνησης.
Μιλώντας ενώπιον βουλευτών στην Bundestag, εκπρόσωποί τους προειδοποίησαν ότι ο πλήρης αποκλεισμός της Huawei θα αποβεί ιδιαίτερα κοστοβόρος –οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 55 δισ. ευρώ πρόσθετα κόστη– και θα “τραβήξει” πίσω πολλά χρόνια το στόχο της επέκτασης του γερμανικού δικτύου. Ένας από τους λόγους είναι, η ποιότητα και οι ανταγωνιστικές τιμές του κινεζικού εξοπλισμού, τον οποίο, σημειωτέον, έχουν χρησιμοποιήσει και οι τρεις πάροχοι. Εκτιμάται ότι οι μισές κεραίες του Ο2 είναι της Huawei, ενώ οι Vodafone και Telekom ήδη έχουν μπει σε διαδικασία αναβάθμισης για το δίκτυο πέμπτης γενιάς.
Οι “σύμμαχοι” των ΗΠΑ κατά της Huawei
Από τη μια μεριά το “non paper”, στο οποίο αναφέρθηκε η Handelsblatt, δείχνει υποχωρητικότητα εκ μέρους της γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στις αξιώσεις των Αμερικανών. Από την άλλη, δεν είναι οι Χριστιανοδημοκράτες που “βιάζονται” να ευχαριστήσουν τις ΗΠΑ, αλλά οι Σοσιαλδημοκράτες. Είναι το SPD που τάσσεται συστηματικά ενάντια στη Huawei και είναι ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών, Χάικο Μάας, εκ των πιο ένθερμων υποστηρικτών του αποκλεισμού της στο επιτελείο της Μέρκελ.
Στην ίδια λογική, αν και πιο ήπια, φαίνεται ότι κινείται και η Κομισιόν, η οποία έχει καταρτίσει μια λίστα με κριτήρια για την ανάπτυξη του 5G, και η οποία θα αποτελέσει οδηγό για τις πολιτικές που θα ακολουθήσουν σε εθνικό επίπεδο τα κράτη-μέλη της Ένωσης. Σε συνάντηση, μάλιστα, που είχε ο αρμόδιος Επίτροπος, Τιερί Μπρετόν, με τους παρόχους τηλεπικοινωνιών στο Βερολίνο, προειδοποίησε ότι «αν επιλέξετε υψηλού κινδύνου προμηθευτή, τα μέλη των ΔΣ μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για τυχόν διαρροές δεδομένων».
Η προειδοποίηση αποτελεί έμμεση απειλή ότι οι διοικήσεις των παρόχων στην Ευρώπη μπορεί να έρθουν ενώπιον δικαστικών μαχών, αν επιλέξουν εξοπλισμό της Huawei και προκύψει πρόβλημα με τα προσωπικά δεδομένα. Πάντως, η αντίδραση της κινεζικής εταιρείας στα γερμανικά δημοσιεύματα ήταν λιτή: «Δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε ένα νομοσχέδιο που δεν έχουμε μπροστά μας».
Πάντως, ακόμα δεν έχει οριστικοποιηθεί η υποχώρηση της Γερμανίας στο θέμα της Huawei, δεδομένου ότι υπάρχουν φόβοι για αντίποινα από το Πεκίνο, που θα επηρεάσουν τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες που δραστηριοποιούνται στην Κίνα.
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι οι Αμερικανοί προσπάθησαν να ρίξουν στο τραπέζι και το “χαρτί” των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θέμα ευαίσθητο για το γερμανικό εκλογικό σώμα, ιδίως του SPD. Ο ίδιος ο Κρακ θύμισε σε Γερμανούς αξιωματούχους ότι η «Ηuawei είναι η ραχοκοκαλιά του κινεζικού κράτους παρακολουθήσεων». Ένα επιχείρημα που μοιάζει μάλλον ειρωνικό, καθώς για το μεγαλύτερο σκάνδαλο παρακολουθήσεων στη Γερμανία υπήρξε υπεύθυνη η αμερικανική NSA.