ΑΠΟΨΗ

Ενεργειακή κρίση: Βαθύτερες αιτίες και ριζικές λύσεις

Ενεργειακή κρίση: Βαθύτερες αιτίες και ριζικές λύσεις, Ελευθέριος Τζιόλας

Τι θα γίνει με την ενεργειακή κρίση, το φυσικό αέριο και τον ηλεκτρισμό; Η εικόνα είναι καθηλωτική. Οι επαναλαμβανόμενες εφησυχαστικές κυβερνητικές και ευρωπαϊκές απόψεις περί βραχύβιας ενεργειακής κρίσης, είναι αβάσιμες και υποκριτικές. Η ενεργειακή κρίση θα συνεχιστεί. Καμία δεν έχει σχέση με την αντίστοιχη του 1972-73. Όταν κανένας εν τοις πράγμασι παράγοντας δεν αντισταθμίζει ή δεν εξουδετερώνει την ενεργειακή εξάρτηση και την συνακόλουθη έκρηξη τιμών, τότε αυτή θα συνεχίζεται.

Οι αδύναμες οικονομίες θα πληρώνουν βαρύ τίμημα ακυρώνοντας τις προοπτικές ανάκαμψής τους μετά την πανδημία, ενώ τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα πιεζόμενα θα φτωχοποιούνται. Αυτή είναι η αλήθεια της ενεργειακής εξάρτησης. Για αυτό με κάθε τρόπο, όπως έχουμε ξαναγράψει, χρειάζεται να προωθηθεί και να δομηθεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό η ενεργειακή ανεξαρτησία-αυτοδυναμία.

Το 2021 ήταν χρονιά ρεκόρ για την κατανάλωση του φυσικού αερίου στην Ελλάδα, σύμφωνα και με τα ετήσια στοιχεία του Διαχειριστή Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ). Tο σημείο εισόδου στο Σιδηρόκαστρο παρέμεινε η κύρια πύλη εισροής φυσικού αερίου (ΦΑ) στο Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου (ΕΣΦΑ), ενώ αξιοσημείωτη ήταν και η συμβολή του νέου σημείου εισόδου στη Νέα Μεσημβρία, το οποίο διασυνδέει το ΕΣΦΑ με τον αγωγό TAP από τα τέλη του 2020.

Η κατανάλωση φυσική αερίου

Χρειάζεται προσοχή στο σημείο αυτό, διότι ο ΤΑΡ από όπου εγχύθηκαν/προήλθαν για πρώτη φορά σοβαρές ποσότητες φυσικού αερίου δεν είναι παρά ένας αγωγός σε σύνδεση με τον ΤΑΝΑΡ (αγωγός αζέρικης-τούρκικης μετοχικής σύνθεσης, με συμμετοχή 12% της ΒΡ, εντός της τουρκικής επικράτειας από τα σύνορα με τη Γεωργία, μέχρι τους Κήπους στον Έβρο και υπό τον έλεγχο της). Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ για το 2021, η εγχώρια κατανάλωση φυσικού αερίου αυξήθηκε κατά 10,87% φθάνοντας τις 69,96 εκ. MWh από 63,1 εκ. MWh το 2020. Η αυξητική αυτή τάση αναμένεται να συνεχιστεί και το 2022.

Το μεγαλύτερο τμήμα της εγχώριας ζήτησης (68,65%) αντιστοιχεί στην κατανάλωση μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ ακολουθούν οι οικιακοί καταναλωτές και οι συνδεδεμένες στα δίκτυα διανομής επιχειρήσεις, με ποσοστό 18,77%, καθώς και οι εγχώριες βιομηχανίες, που συνδέονται απευθείας στο σύστημα υψηλής πίεσης του ΔΕΣΦΑ, με ποσοστό 12,56%. Για το 2021, οι εισαγωγές φυσικού αερίου κατέγραψαν αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος, φθάνοντας τις 77,73 TWh, σε σύγκριση με τις 70,64 TWh για το 2020. Οι μεγαλύτερες ποσότητες εισήλθαν από το σημείο εισόδου του Σιδηροκάστρου (35,37 TWh), το οποίο κάλυψε το 45,5% των συνολικών εισαγωγών (Gasprom), σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 10,41% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του (TAΡ), εισήχθη μέσω του νέου σημείου στη Νέα Μεσημβρία ποσότητα 13,61 TWh, που αντιστοιχεί σε 17,5% επί των συνολικών εισαγωγών, ενώ, περίπου 4,02 TWh (5,17%) εισήχθησαν στο ΕΣΦΑ από το σημείο εισόδου στους Κήπους του Έβρου (τουρκική BOTAS). Σχετικά με τις εκφορτώσεις LNG που πραγματοποιήθηκαν στον Τερματικό Σταθμό της Ρεβυθούσας κατά το 2021, αυτές ανήλθαν περίπου σε 24,51 TWh από 35 δεξαμενόπλοια έναντι 33,40 TWh από 49 δεξαμενόπλοια το 2020. Παρά τη μείωση συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά, σχεδόν το ένα τρίτο (31,8%) του εισαγόμενου φυσικού αερίου προήλθε από εισαγωγές φορτίων LNG.

Ριζικές λύσεις

Κι όμως, υπάρχει άλλος δρόμος!…Από τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής:
1. Το 2023, ως χρονικό όριο, αποτέλεσε αυθαίρετη οριοθέτηση, η οποία σε συνθήκες ενεργειακής κρίσης και μετάβασης προσλαμβάνει χαρακτηριστικά οικονομικού (εκ)βιασμού και της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας και της χώρας και θα έπρεπε να αναθεωρηθεί. Η μετάβαση πρέπει να είναι σε μεγαλύτερο χρονικό βάθος. Η πιο φιλόδοξη προσέγγιση θα ήταν για το 2030 (σε συνδυασμό με τα ανάλογα που πράττουν χώρες, όπως η Γερμανία, η Πολωνία, η Εσθονία, Ρουμανία, όπως και των αναγκαστικά ρεαλιστικών προτάσεων περί “πράσινων επενδύσεων” της πυρηνικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, κ.ά.).

2. Το ενεργειακό ζήτημα της χώρας είναι εθνικό ζήτημα για λόγους που αναλύθηκαν. Και ο στρατηγικός στόχος της εθνικοποίησης (και επανεθνικοποίησης), ιδιαίτερα για χώρες όπως η Ελλάδα πρέπει να βρεθεί σε υψηλή προτεραιότητα, με υπαρκτό πεδίο και για τον ιδιωτικό τομέα. Επιπλέον, όμως, αποτελεί εθνικό ζήτημα και για τον παρακάτω σοβαρό λόγο. Διότι σημαντικό μέρος της τροφοδοσίας φυσικού αερίου στη χώρα διέρχεται από αγωγούς που βρίσκονται στην τουρκική επικράτεια.

Η Τουρκία μπορεί να ασκήσει κάθε εκβιαστική πολιτική όταν και όποτε το κρίνει σκόπιμο, επεμβαίνοντας/κλείνοντας τις βάνες τροφοδοσίας. Πρόκειται για τον ΤΑΝΑΡ (η σύνδεση με τον ΤΑΡ εντός τουρκικού εδάφους) και την τουρκική ΒΟΤΑS. Υπογραμμίζουμε ότι κατά το 2021, το 22,67% από το σύνολο των ποσοτήτων φυσικού αερίου που εισήχθησαν στην Ελλάδα εισήλθαν από την Τουρκία! Μπορεί να αντιληφθεί ο καθένας την ασφυξία που μπορεί να δημιουργήσει η Τουρκία όταν για τους δικούς της στόχους κρίνει σκόπιμο να επιβάλει τέτοιες συνθήκες ασφυξίας στην Ελλάδα!!

3. Πολύ σοβαρά πρέπει να προβληματίσει την ηγεσία της χώρας ο πρόσφατος τερματισμός των σεισμικών ερευνών της Τotal -ExxonMobil (με συμμετοχή στο σχήμα και των ΕΛΠΕ) νότια και δυτικά της Κρήτης. Πρόκειται για τερματισμό και όχι για αναστολή, αφού η σύμβαση ήταν μέχρι τον Οκτώβριο 2022 και μετά τον πρόσφατο τερματισμό η κοινοπραξία δεν ζήτησε παράταση πέραν του Οκτωβρίου 2022. Το ζήτημα είναι εξαιρετικά σοβαρό γιατί μετά και την προηγούμενη αποχώρηση μεγάλων παικτών (Repsol, Energean) τα επιβεβαιωμένα υπαρκτά κοιτάσματα των ελληνικών υδρογονανθράκων κινδυνεύουν να μην αξιοποιηθούν ποτέ!

Πρωτοφανής η θέση για τους υδρογονάνθρακες

Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι οι ευθύνες της ελληνικής κυβέρνησης στο θέμα αυτό είναι καταλυτικές λόγω των θέσεων-δηλώσεων της (του υπουργού Εξωτερικών) ότι η Ελλάδα δεν έχει πλέον ενδιαφέρον για τους υδρογονάνθρακές της και την παραγωγική τους εκμετάλλευση. Μια πρωτοφανής θέση, η οποία λειτουργεί καταλυτικά σε όλα τα συσχετιζόμενα ενεργειακά μέτωπα:

  • Πρώτον, αποθαρρύνει τους μεγάλους παίκτες από τη συμμετοχή τους σε πεδία για τα οποία η ιδιοκτήτρια χώρα δεν έχει πλέον κανένα ενδιαφέρον(!),
  • Δεύτερον, καταστρέφει το έργο του EastMed, αφού η μία από τις τρεις συμβαλλόμενες χώρες (η Ελλάδα) δεν θα έχει συμμετοχή με εισφερόμενες ποσότητες φυσικού αερίου από τα δικά της πεδία κοιτασμάτων, με αποτέλεσμα ο EastMed να είναι ελλειμματικός σε ποσότητες, δηλαδή, μη χρήσιμος και αναγκαίος για τις αγορές της Ευρώπης (ξεκινώντας από Ιταλία και προς τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ),
  • Τρίτον, χρησιμοποιώντας έναν ακραίο δογματισμό κάθε παραγωγική συζήτηση και προοπτική για τους υδρογονάνθρακες και τη σημασία τους, υποστηρίζοντας ουσιαστικά μια θέση εξαπάτησης ότι οι υδρογονάνθρακες ταυτίζονται αποκλειστικά με κοιτάσματα αργού πετρελαίου, ενώ η πραγματικότητα είναι ότι περιλαμβάνονται πολύ σημαντικές ποσότητες φυσικού αερίου που μέχρι το 2050, τουλάχιστον, θα αποτελεί “μεταβατικό πράσινο καύσιμο”.
  • Τέταρτον, αλλά όχι τελευταίο, η θέση αυτή του εξοβελισμού των κοιτασμάτων των ελληνικών -κι όχι το αμερικάνικο non paper του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που εξάλλου ακολούθησε- αποτελεί ενδοτική διάθεση απέναντι στην αντιδρούσα, επεκτατική Τουρκία και, κυρίως, απέναντι στο εξωφρενικό τουρκολυβικό σύμφωνο για κοινή ΑΟΖ Τουρκίας- Λιβύης που καταργεί την Κρήτη και νησιά του Νοτίου Αιγαίου.

Απέναντι σε όλα αυτά -κυριολεκτικά απέναντι σε όλα αυτά- η ελληνική εθνική γραμμή πρέπει να είναι: η επανεκκίνηση άμεσα και εντατικά των διαδικασιών ανάθεσης εργασιών για την παραγωγική και εμπορική εκμετάλλευση των βεβαιωμένων σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, με την εμπλοκή και ελληνικών σχημάτων (σημειώνουμε και πάλι: όχι μόνο πετρελαϊκών, όπως σκόπιμα διαστρεβλώνει η επίσημη ”ενημέρωση”, αλλά φυσικού αερίου και αργού πετρελαίου). Επίσης, να σημειωθεί, ότι η στροφή προς την ”πράσινη ενέργεια” δεν σημαίνει το ‘’θάνατο του πετρελαίου’’, όταν η πετροχημική βιομηχανία και τα προϊόντα της αποτελούν -και θα αποτελούν για μακρύ χρονικό διάστημα- καθοριστικό μέρος της ζωής μας, της καθημερινότητας και των οικονομιών.

Πράσινη μετάβαση

4. Η ”πράσινη μετάβαση” δεν μπορεί να είναι μετάβαση διεύρυνσης και βαθέματος των ανισοτήτων (οικονομικών, παραγωγικών και κοινωνικών), ούτε μετάβαση με δημιουργία μιας νέας κατηγορίας φτώχειας, της ”ενεργειακής φτώχειας”. Η ”πράσινη καπιταλιστική νομενκλατούρα”, είτε στη νέα της σύνθεση, είτε στις μεταλλάξεις παραδοσιακών ομίλων, εμφανίζεται πιο αδηφάγα και αρπακτική από την αποδράμουσα παραδοσιακή νομενκλατούρα ή από την αντίστοιχη μεταλλαγμένη.

Όμως, η “πράσινη μετάβαση” αν δεν είναι κοινωνικά δίκαιη και οικολογικά βιώσιμη δεν μπορεί να υπάρξει. Το έθνος, με τις ευθύνες όπως και παραπάνω προσδιορίστηκαν δεν πρέπει να επιτρέψει μια τέτοια αρνητική εξέλιξη. Η ”πράσινη μετάβαση”, εκτός από μια οικολογικά/κλιματικά, ενεργειακά βιώσιμη προοπτική, πρέπει ταυτόχρονα να συνδυαστεί με συμμετοχή της κοινωνίας σ΄ αυτό το ίδιο, το νέο συμμετοχικό παραγωγικό μοντέλο ενεργειακής παραγωγής και διαχείρισης.

5. Η τρέχουσα ελληνική, εθνική ενεργειακή πολιτική πρέπει πέρα από τα παραπάνω, να περιλάβει το πρόσθετο κρίσιμο στοιχείο της ενδογενούς ανάπτυξης και της εθνικής προστιθέμενης αξίας σε κάθε νέα αναπτυξιακή, παραγωγική, περιφερειακή, καινοτόμα πρωτοβουλία που θα σχεδιαστεί και να πραγματοποιηθεί στα πλαίσια και από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Αν υπάρχουν τομείς στους οποίους η χώρα οφείλει να δείξει επιμονή και οι προτεραιότητες τους να διαπερνούν με μετρήσιμους στόχους κάθε επιμέρους πολιτική, αυτοί είναι τέσσερις : Ενέργεια, Απασχόληση, Περιφερειακή Ανάπτυξη, Ψηφιακή Εποχή.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι