Επώδυνο για την ελληνική οικονομία το άτακτο Brexit
15/10/2019Οι επιπτώσεις που θα έχει το Brexit από την ΕΕ αναμένεται να είναι σημαντικές τόσο για τη Βρετανία όσο και για την ΕΕ, αλλά και για την χώρα μας. Σε αυτό το άρθρο θα αναφερθώ διεξοδικότερα στο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ καθώς και μεταξύ Βρετανίας και Ελλάδας.
Το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών μιας χώρας περιλαμβάνει δύο είδη. Πρώτον, είναι εμπόριο των τελικών αγαθών που αγοράζονται από τον τελικό καταναλωτής είτε αυτός είναι νοικοκυριό (π.χ. ένα κινητό τηλέφωνο), είτε κυβέρνηση είτε επιχείρηση (για επενδυτικά αγαθά, όπως, για παράδειγμα, ένα μηχάνημα παραγωγής). Δεύτερον, είναι το εμπόριο των ενδιάμεσων αγαθών που χρησιμοποιούνται ως παραγωγικές εισροές από τις επιχειρήσεις της εισάγουσας χώρας (π.χ. το αλεύρι που γίνεται ψωμί είναι ενδιάμεσο προϊόν).
Είναι σημαντικό να ξεχωρίσουμε τις ροές των ενδιάμεσων αγαθών και υπηρεσιών από τα τελικά αγαθά, διότι το διεθνές εμπόριο όλο και περισσότερο στρέφεται προς αυτήν την μορφή λόγω της αυξητικής τάσης των επιχειρήσεων να λειτουργούν ως αλυσίδες παραγωγής αξίας (global value chains).
Ίσως, οι επιπτώσεις της εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας να είναι σημαντικότερες λόγω των ροών αυτών των αγαθών και όχι των τελικών προϊόντων. Για να δούμε τις επιπτώσεις στο διεθνές εμπόριο θα χρησιμοποιήσουμε τους πίνακες εισροών–εκροών διευρυμένους με τις ροές ενδιάμεσων αγαθών, για το 2014, που είναι και ο τελευταίος χρόνος που έχει δημοσιευθεί ο επεξεργασμένος πίνακας αυτής της μορφής.
Εμπόριο τελικών προϊόντων
Η τελική κατανάλωση των νοικοκυριών στη Μεγάλη Βρετανία ανήλθε στο ύψος των 1,541 τρισ. δολαρίων, εκ των οποίων τα 1,411 τρισ. καλύπτονται από την ίδια τη βρετανική παραγωγή, ενώ η αξία των εισαγομένων από την ΕΕ ανήλθε στα 130 δισ.. Όσον αφορά τις ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, αυτές ανήλθαν στο ύψος των 434 δισ. εκ των οποίων τα 392 δισ. προήλθαν από την ίδια την Μεγάλη Βρετανία και τα 42 δισ. από την ΕΕ.
Οι συνολικές εξαγωγές τελικών προϊόντων από την Ελλάδα προς την Μεγάλη Βρετανία ανήλθαν στα 652 εκατ. Αντίστοιχα, η Μεγάλη Βρετανία εξάγει προς την ΕΕ τελικά προϊόντα αξίας περίπου 88,6 δισ. δολαρίων, εκ των οποίων τα 55,1 δισ. αφορούν την τελική κατανάλωση των νοικοκυριών, τα 8,26 δισ. την τελική κατανάλωση της κυβέρνησης και τα 22,1 δισ. τις εξαγωγές επενδυτικών αγαθών. Την ίδια χρονιά οι εξαγωγές της ΜΒ προς την Ελλάδα ανήλθαν στα 1,122 δισ..
Εμπόριο Ενδιάμεσων Αγαθών
Ίσως τις σημαντικότερες οικονομικές επιπτώσεις να υποστούν όλες οι οικονομίες λόγω του διεθνούς εμπορίου των ενδιάμεσων αγαθών. Συνολικά, το εμπόριο που αφορά τα ενδιάμεσα αγαθά από τις χώρες της ΕΕ προς τη Μεγάλη Βρετανία ανήλθε στα 227,1 δισ. δολάρια και οι αντίστοιχες ροές από την Μεγάλη Βρετανία προς την ΕΕ ανήλθαν στα 230 δισ. δολάρια. Οι χώρες που εξάγουν τα περισσότερα ενδιάμεσα προϊόντα προς τη Μεγάλη Βρετανία είναι η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία οι οποίες εξάγουν περίπου το ήμισυ των ενδιάμεσων αγαθών της ΕΕ στη Γηραιά Αλβιόνα.
Η Ελλάδα, ως προς τις εξαγωγές ενδιάμεσων αγαθών, βρίσκεται προς το τέλος του καταλόγου με συνολικό ύψος εξαγωγών τα 1,190 δισ. δολάρια όταν η αμέσως επόμενη είναι η Ρουμανία, γεγονός που προβληματίζει για την ποιότητα του παραγωγικού τομέα της χώρας. Από την άλλη μεριά, η ελληνική παραγωγή χρησιμοποιεί ενδιάμεσα προϊόντα και υπηρεσίες με προέλευση την Μεγάλη Βρετανία αξίας 1,12 δισ. δολαρίων.
Οι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας που είναι περισσότερο εκτεθειμένοι ως προς τις εξαγωγές ενδιάμεσων προϊόντων στη Μεγάλη Βρετανία είναι: τρόφιμα, ποτά, καπνός, πετρελαιοειδή, βασικά μέταλλα, κατασκευές, μεταφορές – λιανικό και χονδρικό εμπόριο και διοικητικές υπηρεσίες. Όσον αφορά τους κλάδους που εισάγουν σημαντική αξία ενδιάμεσων προϊόντων από τη Μεγάλη Βρετανία αυτοί είναι: τα ορυχεία, κατασκευές, μεταφορές βασικά μέταλλα και μεταλλικά προϊόντα, κατασκευή οχημάτων χονδρικό εμπόριο και υπηρεσίες logistics, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, υγεία και δημόσιος τομέας.
Ένα πρόβλημα πιο σύνθετο
Η μέχρι τώρα δημόσια συζήτηση αναφέρεται στο εμπόριο μεταξύ ΕΕ και Μεγάλη Βρετανία συνολικά. Το πρόβλημα όμως είναι πιο σύνθετο, διότι οι δύο οικονομίες είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους καθώς η παραγωγή της μιας χρησιμοποιεί ενδιάμεσα αγαθά που παράγονται στην άλλη. Χωρίς βέβαια να υποτιμήσουμε τις εξαγωγές σε τελικά προϊόντα, οι οποίες στην περίπτωση της άτακτης εξόδου αναμένεται να βρεθούν με υψηλότερες τιμές και πιθανόν στη Μεγάλη Βρετανία και σε έλλειψη, θεωρούμε ότι οι οικονομικές επιπτώσεις θα είναι σημαντικότερες στις ροές των ενδιάμεσων αγαθών.
Πρώτον, ο συνολικός πολλαπλασιαστής των ενδιαμέσων αγαθών είναι υψηλότερος από τον αντίστοιχο της τελικής κατανάλωσης και κατά συνέπεια θα επηρεαστούν σε μεγαλύτερο βαθμό όλοι κλάδοι, τόσο στη Μεγάλη Βρετανία, όσο και στην ΕΕ και την Ελλάδα. Δεύτερον, η οποιαδήποτε αύξηση του χρόνου και του κόστους στις ροές των ενδιαμέσων προϊόντων θα μειώσουν την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων που παράγονται με τη χρήση αυτών των ενδιάμεσων αγαθών.
Από τα στοιχεία προκύπτει ότι για την ελληνική οικονομία, ορισμένοι κλάδοι θα υποστούν μεγαλύτερες επιπτώσεις από την άτακτη έξοδο καθώς θα περιοριστούν αφενός οι εξαγωγές προς τη Μεγάλη Βρετανία και θα αυξηθεί το κόστος στην εγχώρια παραγωγή. Η απάντηση που αναμένεται είναι ότι οι επιχειρήσεις θα επιδιώξουν αφενός μεν την εύρεση νέων πελατών σε άλλες χώρες της ΕΕ ή του υπολοίπου κόσμου και αφετέρου νέους προμηθευτές. Το κόστος όμως και σε αυτήν την περίπτωση είναι υψηλό – στην ορολογία το κόστος αλλαγής (switching cost).
Συνεπώς, επειδή οι δυο οικονομίες είναι διασυνδεμένες σε μεγάλο βαθμό, τόσο σε επίπεδο κατανάλωσης όσο και σε επίπεδο παραγωγής, θα ήταν εγκληματική εξέλιξη η άτακτη έξοδος. Ειδικά για την Ελλάδα, η προετοιμασία των κλάδων που αναμένεται να πληγούν περισσότερο καθίσταται παραπάνω από αναγκαία.