Γερμανικών προδιαγραφών η δημιουργική λογιστική της Κομισιόν
06/05/2020Στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, η Γερμανία επεδίωξε την ένταξη του Ταμείου Ανάκαμψης, στον επόμενο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό. Στόχος της είναι να εκτρέψει τη συζήτηση από την έκδοση ευρωομολόγων από ένα αυτόνομο εργαλείο. Ωστόσο, η δύσκολη διαπραγμάτευση του προϋπολογισμού, μπορεί να οδηγήσει στις καλένδες την άμεση στήριξη της ανάκαμψης.
Σε προηγούμενες περιόδους, δεν θα υπήρχε πρόβλημα αποδοχής της γερμανικής άποψης, όπως έδειξαν τα χρόνια που ακολούθησαν την υιοθέτηση του ευρώ. Το ίδιο έγινε κατά την περίοδο της κρίσης και των Μνημονίων. Σήμερα, όμως, η γερμανική άποψη συναντά ισχυρές αντιστάσεις, καθώς οι υπερχρεωμένες χώρες διυλίζουν τον κώνωπα, μετά την έλλειψη διάθεσης αλληλεγγύης από τις λεγόμενες “φειδωλές” χώρες της βόρειας Ευρώπης.
Η Ιταλία, μαζί με άλλα δέκα κράτη της ΕΕ (μαζί και η Ελλάδα) έχουν ταχθεί υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγων για την αντιμετώπιση της κρίσης. H πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αναζητώντας τρόπο να προσπεράσει τις διαφορές που χωρίζουν τα στρατόπεδα, ετοίμασε –κατά την επιθυμία της Γερμανίας– ένα μεγαλόπνοο αλλά ασαφές σχέδιο ύψους δύο τρισ. ευρώ. Όμως ο “οδικός χάρτης” που διένειμε, δεν περιλάμβανε εξηγήσεις σχετικά με το ποσό, τους στόχους, το χρονοδιάγραμμα ή την φύση των επενδύσεων.
Χαρακτηριστικό της έντασης που επικράτησε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ήταν ότι ο πρόεδρος του Μισέλ, μη θέλοντας να ρισκάρει την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος, μετά τις αποφασιστικές δηλώσεις του Ιταλού πρωθυπουργού Κόντε και της Ισπανίδας υπουργού Εξωτερικών González, περιορίστηκε στις δηλώσεις της προεδρίας που δεν είναι δεσμευτικές.
Προσωρινή εκεχειρία
Στο Συμβούλιο, συμφωνήθηκε να επεξεργασθεί καλύτερα η Κομισιόν το σχέδιο και να το παρουσιάσει σήμερα (6 Μαΐου). Παράλληλα, το δανειακό πακέτο των 540 δισ. του Eurogroup, που περιλαμβάνει και τα δάνεια του ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας), εγκρίθηκε και παραπέμφθηκε στα Κοινοβούλια βόρειων χωρών, όπως η Φινλανδία, Γερμανία, Ολλανδία κ.ο.κ για έγκριση, πριν καταστεί διαθέσιμο. Με τον τρόπο αυτό, παρακάμφθηκαν προσωρινά οι μεγάλες διαφορές που χωρίζουν τη μικρή ομάδα των “φειδωλών” υπό την Γερμανία, από τις υπόλοιπες χώρες-μέλη. Οι λεπτομέρειες του σχεδίου, θα αποσαφηνιστούν το αργότερο μέχρι τον Ιούνιο, καθώς η γερμανική προεδρία θα αναλάβει την διαχείριση τον Ιούλιο.
Υπάρχει θεωρητικά χρόνος για την έγκριση του προϋπολογισμού μέχρι το τέλος του έτους, αλλά βέβαια απαιτείται και η έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με την χρονοβόρα διαδικασία συναπόφασης. Μια τέτοια εξέλιξη ισοδυναμεί με παραπομπή του προβλήματος της πιστοληπτικής φερεγγυότητας των υπερχρεωμένων χωρών στις καλένδες. Διότι οι χώρες που ζητούν το Ταμείο Ανάκαμψης, προσπαθούν εναγωνίως να αποφύγουν το σενάριο μιας πολύ μεγάλης ύφεσης, μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία.
Η στρατηγική της Γερμανίας, είναι σαφώς αποκλίνουσα από τις επιδιώξεις των χωρών του Νότου, που βαρύνονται από υψηλά επίπεδα χρέους. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο, που έχει ξεφύγει από τα φώτα της δημοσιότητας, δίνει μια ένδειξη των γερμανικών προθέσεων. Την ίδια στιγμή που οι ένδεκα χώρες, ζητούν ευρωομόλογα για προστασία από την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού τους, η Γερμανία προωθεί σταθερά τις δικές της προτεραιότητες που θέλει να ενσωματώσει στον προϋπολογισμό. Αυτές είναι η ενίσχυση της αυτονομίας της βιομηχανίας και η αναβάθμιση της εσωτερικής αγοράς ως βάσεις για την ανάκαμψη.
Μια τέτοια στρατηγική είναι χρήσιμη, αλλά απαιτεί βάθος χρόνου και αυτή τη στιγμή παρακάμπτει το άμεσο πρόβλημα των υπερχρεωμένων χωρών, δηλαδή την εξασφάλιση φθηνού δανεισμού. Δημιουργούνται έτσι εύλογες ανησυχίες σχετικά με την πιθανότητα άμεσης λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς η Γερμανία εξακολουθεί να θεωρεί κατάλληλο εργαλείο τον ESM. Ο υπουργός του Λουξεμβούργου Gramegna δήλωσε χαρακτηριστικά πως αν συνδέσουμε το Ταμείο Ανάκαμψης με τον προϋπολογισμό που συζητάμε 18 μήνες, είναι ο καλύτερος τρόπος να θάψουμε το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο θα πρέπει να αποφασισθεί πριν το καλοκαίρι.
Η απειλή για σύγκλιση και συνοχή
Σημειώνεται πως η έκτακτη σύνοδος για τον νέο πολυετή προϋπολογισμό, που έγινε στα τέλη Φεβρουαρίου 2020, έληξε χωρίς συμφωνία, καθώς υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές προτεραιοτήτων. Η αιτία είναι ότι Γερμανία και Ολλανδία προσπαθούν να μεταφέρουν πόρους από τομείς, όπως οι αγροτικές επιδοτήσεις, τα προγράμματα συνοχής και περιφερειακής ανάπτυξης, προς τομείς όπως η καινοτομία, η ασφάλεια, η άμυνα και οι επενδύσεις για κλιματική αλλαγή και ψηφιοποίηση.
Ωστόσο, μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων της πανδημίας, οι χώρες που διαθέτουν περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο, δεν θα μπορούν να περιμένουν τις διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό. Για τον λόγο αυτό, αρκετά κράτη-μέλη συνεχίζουν να διαφωνούν με την πρόταση της Κομισιόν να αντλήσει χρέος με ενέχυρο τον επόμενο προϋπολογισμό. Έχουν βέβαια και έναν επιπρόσθετο σοβαρό λόγο.
Η πρόταση της Κομισιόν απαιτεί πρόσθετες εθνικές συνεισφορές, που στη σημερινή συγκυρία οι χώρες δεν είναι διατεθειμένες να καταβάλουν. Επιπλέον, αν αποκλειστούν τα ευρωομόλογα, παραμένουν μεγάλες διαφορές για το εάν η βοήθεια ανάκαμψης θα δοθεί με τη μορφή δανείων ή επιδοτήσεων. Η Ισπανία, πρότεινε χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης με ομόλογα εις το διηνεκές (perpetual debt) και παροχή επιχορηγήσεων, αντί δανείων που θα μεγαλώσουν την υπερχρέωση.
Οι βασικές ιδέες του σχεδίου της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν που διέρρευσε, έχει δημιουργήσει μεγάλες αντιδράσεις. Προβλέπει ότι η ΕΕ θα ενσωματώσει στον νέο προϋπολογισμό ύψους δύο τρισ. ευρώ, ένα Ταμείο Ανάκαμψης ύψους 300 δισ. ευρώ, χωρίς να αναφέρει πώς προκύπτουν τα ποσά, ούτε ποια αύξηση των εθνικών συνεισφορών απαιτεί. Αναφέρει πως στόχος είναι να δανεισθεί 320 δισ. ευρώ από τις κεφαλαιαγορές και στη συνέχεια να τα μοχλεύσει με τον ιδιαίτερα φιλόδοξο συντελεστή 10!
Η δημιουργική λογιστική
Στους κύκλους των Βρυξελλών, η πρόταση θυμίζει το πάθημα της Κομισιόν με την πρωτοβουλία Γιούνκερ. Αυτή ως γνωστόν, είχε στόχο την ενεργοποίηση επενδύσεων 315 δισ. ευρώ, με βάση 5 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και 16 δισ. ευρώ εγγυήσεις από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Ενώ όμως η Κομισιόν δήλωσε ότι μέχρι τα τέλη του 2019, διατέθηκαν σε 1.100.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις επενδύσεις 458 δισ. ευρώ, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο την εξέθεσε. Σε έκθεσή του, απεφάνθη ότι πολλά από τα έργα θα είχαν χρηματοδοτηθεί ούτως ή άλλως και χωρίς παρέμβαση της Κομισιόν.
Προσέθεσε, μάλιστα, πως σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν διογκωμένοι οι υπολογισμοί της Κομισιόν για τον αριθμό των επιπλέον επενδύσεων, τις οποίες η ίδια προκάλεσε. Μετά τις εξελίξεις αυτές, το επιτόκιο της διατραπεζικής αγοράς Euribor, σημείωσε άνοδο στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων τεσσάρων ετών. Αυτό σημαίνει ότι η Ιταλία και η Ισπανία αναγκάζονται ήδη να πληρώνουν περισσότερα από τους Ευρωπαίους εταίρους για να δανειστούν.
Σημαίνει επίσης, πως οι αγορές θα εξωθήσουν ανοδικά το κόστος δανεισμού των υπερχρεωμένων χωρών. Αν το Ταμείο Ανάκαμψης αργήσει, η ΕΚΤ θα αναγκαστεί να επεκτείνει την ποσοτική χαλάρωση. Το νέο πρόβλημα που θα προκύψει τότε θα είναι ότι θα δυσκολευτεί πολύ να βρει ομόλογα, που δεν έχουν διαβαθμισθεί ως επενδυτικά σκουπίδια (junk).