ΑΠΟΨΗ

Γιατί δεν είναι λύση η επιδοματική επιχειρηματικότητα

Γιατί δεν είναι λύση η επιδοματική επιχειρηματικότητα, Ηρακλής Γωνιάδης

Στην περιορισμένων δυνατοτήτων (λόγω θεσμικών αδυναμιών) “επιχειρηματικότητα ευκαιρίας” και στην ευρέως διαδεδομένη “επιχειρηματικότητα ανάγκης”, προστέθηκε εξαιτίας του κορονοϊού η “επιδοματική επιχειρηματικότητα” με τάσεις παγίωσης, ελέω εμπόλεμης κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η Ευρώπη.

Η πρώτη έκφανση στηρίζεται κυρίως στην καινοτομία, καλλιεργώντας υψηλές προσδοκίες αποδόσεων και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Η δεύτερη καλύπτει την ανάγκη διαβίωσης, λόγω ελλείψεως προοπτικών, με κορυφαίο παράδειγμα την επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης η οποία δανείζεται για να τις διατηρεί σε “ανοσοκαταστολή”. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην ανταγωνιστικότητα.

Με άλλα λόγια, παραφράζοντας πρόσφατη φράση του κ. Στέφανου Τσιτσιπά «η επιδότηση είναι η δωροδοκία για να παραιτηθούν οι επιχειρήσεις από τις φιλοδοξίες τους», συμβιβαζόμενες με μια πολιτική της υποτέλειας, που νομοτελειακά οδηγεί στη φθορά και απαξίωσή τους.

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μέσω των οποίων αποκτά εισόδημα η συντριπτική πλειοψηφία των μισθωτών στη χώρα, περιμένουν ένα επίδομα ανακούφισης, ενώ εκείνες του χώρου της ενέργειας χρηματοδοτούνται με την αναδρομική αναπροσαρμογή των τιμολογίων τους ως πάροχοι ενός “αγαθού” και κάποιες άλλες με απ’ ευθείας επιχορήγηση λόγω του εθνικού τους χαρακτήρα (π.χ. αερομεταφορές). Η στρατηγική που ακολουθείται είναι, για τις μεν πρώτες «παρηγοριά στον άρρωστο ως που να βγει η ψυχή του», ενώ για τις δεύτερες για τις οποίες δεν υφίσταται το ρίσκο -ούτε σαν έννοια- «τα κέρδη δικά μας, οι ζημίες δικές σας».

Σχέσεις εξάρτησης και επιπτώσεις

Μέσω της επιδοματικής επιχειρηματικότητας καταβάλλεται προσπάθεια αφενός δημιουργίας σχέσεων εξάρτησης από κυβερνήσεις που θα την εξαργυρώσουν εκλογικά και αφετέρου, να χρησιμοποιηθεί ως επίχρισμα της έλλειψης εθνικής στρατηγικής δημιουργίας εγχώριου πλούτου. Ο όποιος φυσικός πλούτος της χώρας είναι ήδη υποθηκευμένος στο μεγαλύτερό του μέρος έναντι δανείων, ο διανοητικός της εξοστρακίζεται αρνούμενος να υπαχθεί στο καθεστώς της μετριότητας, ασχέτων και δουλοπρεπών πολιτικών, ενώ ο επιχειρηματικός βολοδέρνει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας με βραχυπρόθεσμα πλάνα και στρατηγική «όποιος ζήσει κι όποιος ποθάνει», με ηθικό έρεισμα στις πρακτικές αποφυγής των επιβαρύνσεων που επινοεί το εγχώριο σύστημα εξουσίας.

Συνεπεία τούτων, φυσικά, διευρύνεται το τρίδυμο έλλειμμα της χώρας, με πρώτο αυτό της εμπιστοσύνης που επιδρά πολλαπλασιαστικά σ’ εκείνα του δημοσιονομικού κύκλου και των τρεχουσών συναλλαγών.

Η επιδοτούμενη επιχειρηματικότητα –ουδόλως σχετιζόμενη με την επιδοματική- όπως γνωρίζουν και οι πολιτικοί μας, είναι ένα αναπτυξιακό εργαλείο το οποίο αποσκοπεί στην ενθάρρυνση ανάληψης επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, δημιουργίας μηχανισμών παραγωγής πλούτου μέσα από συνθέσεις και ανασυνθέσεις πόρων, σπουδαιότερος των οποίων είναι οι ανθρώπινοι πάνω στους οποίους θα ήταν δυνατό να στηριχθεί με αξιώσεις η κίνηση της οικονομίας και της κοινωνίας μας.

Ανάγκη νέου επιχειρηματικού πλαισίου

Επιμένοντας, παρότι δεν αποτελεί στρατηγική επιλογή των κυβερνήσεων που επενδύουν στις κομματικές ταυτότητες κι όχι στις δεξιότητες, επιχειρούμε για άλλη μια φορά να υπομνήσουμε ότι η εφαρμοστέα πολιτική στηρίζεται σε δύο πυλώνες:

1) Στη δημιουργία νεοφυών επιχειρήσεων οι οποίες αντιμετωπίζονται διαφορετικά από τις εγκαθιδρυμένες και τις αναπτυσσόμενες. Συνεπώς, τα μέτρα στήριξης κάθε κατηγορίας επιβάλλεται να είναι διαφορετικά, όπως άλλωστε είναι και οι ανάγκες τους, με το είδος της ασκούμενης πολιτικής υποστήριξης να ποικίλλει ανάλογα με το γεωγραφική τους θέση,  καθώς άλλη είναι η στόχευση σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, με συμπληρωματικότητα και χωρίς αλληλοαναίρεση των μέτρων.

Σε ό,τι αφορά στις νεόκοπες υπάρχει η ανάγκη περιορισμού ή απάλειψης των εμποδίων εισόδου στην αγορά (αλλά και εξόδου χωρίς να τεθούν σε ομηρεία) με θεσμική μεταρρύθμιση σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, της δυνατότητας ενίσχυσής τους μέσω προγραμμάτων αναβάθμισης του στελεχιακού τους δυναμικού, τόσο με δικές τους δαπάνες, όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Πέραν τούτων, όμως, οι νεοφυείς επιχειρήσεις πρέπει να είναι και ευφυείς στη διαχείρισή τους, ώστε να αντλήσουν τα μέγιστα δυνατά οφέλη στο συντομότερο δυνατό χρόνο μέχρι την εμφάνιση των μιμητών τους, αλλά και καθ’ όλη την μετέπειτα πορεία επενδύοντας στην ευελιξία τους.

Οι εγκαθιδρυμένες έχουν διαφορετικές ανάγκες, όπως, π.χ., η διασφάλιση των συνθηκών ανταγωνισμού, η ρύθμιση κανόνων συμμόρφωσης και ενός σχετικά σταθερού καθεστώτος φορολογίας σε κρατικό επίπεδο ή τελών σε τοπικό, με τις ίδιες υποχρεωμένες να φροντίσουν την ενίσχυση του κοινωνικού τους κεφαλαίου.

Οι αναπτυσσόμενες με υψηλούς ρυθμούς επιχειρήσεις έχουν ανάγκες που αφορούν σε διευκολύνσεις πρόσβασης σε νέες αγορές, σε στελεχιακό δυναμικό αυξημένων προσόντων και επιχειρηματικής νοοτροπίας, καθώς και σε κεφάλαια χρηματοδότησης της επεκτατικής τους στρατηγικής.

2) Στην τοπική μικρή επιχειρηματική δραστηριότητα η οποία είναι δυνατό να αποτελέσει το προζύμι για πιο εξελιγμένες μορφές επιχειρήσεων προκαλώντας ανατροπές στην αγορά κατά τη διεκδίκηση χώρου ανάπτυξης, χρήζοντας ενός μίγματος ανάλογων των παραπάνω μέτρων. Σε ένα οικοσύστημα επιχειρηματικότητας, οι μεγάλες κυρίαρχες επιδιώκουν τη μετατροπή των μικρότερων παικτών σε δορυφόρους ή σε «βορά» εξαγοράζοντάς τους στο πλαίσιο της στρατηγικής άμεσης απόκτησης καινοτομιών ή περιορισμού του ανταγωνισμού.

Ανάγκη και νέας επιχειρηματικής κουλτούρας

Μεγαλύτερη της συνδρομής πολιτείας και τοπικής αυτοδιοίκησης, είναι η υποχρέωση του ιδιωτικού τομέα στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας κάθε έκφανσης και κλάδου, μέσω των συντονιστικών του οργάνων (επιμελητηρίων, σωματείων κλπ.) αξιώνοντας σαφέστερο και δικαιότερο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του. Το οικοσύστημα της επιχειρηματικότητας αναπτύσσεται όταν οι καταξιωμένοι επιχειρηματίες μοιράζονται την επιτυχία καθοδηγώντας, εμπνέοντας και επενδύοντας ο ένας στον άλλο, συμβάλλοντας στη βιωσιμότητά του αναλαμβάνοντας την ευθύνη της εύρυθμης λειτουργίας του με τα οφέλη να διαχέονται προς πάσαν κατεύθυνση.

Η εγωκεντρική συμπεριφορά εξελίσσεται σε μπούμερανγκ το οποίο, πλέον, πλήττει και αυτούς που διακατέχονται από το σύνδρομο του “δεν με αφορά”, ενισχυμένο από την επιδοματική πολιτική δημιουργίας εντυπώσεων στο εκλογικό σώμα και ωφελειών στο εγχώριο σύστημα εξουσίας το οποίο, “ανήκοντας στη Δύση”, συντηρεί ένα φαύλο κύκλο (δανεικών/ επιδομάτων/ χρέους) μετατρεπόμενο σε δίνη που μας καταπίνει.

*«Ο μισθός σου είναι η δωροδοκία που σου δίνουν για να ξεχάσεις τις φιλοδοξίες σου» είναι η ακριβής φράση του Στέφανου Τσιτσιπά.  Στην ουσία της θα συμπλήρωνα ότι η συνεργασία με ανθρώπους αξιόλογους έναντι αξιοπρεπούς αμοιβής είναι ιδανική. Για μικρότερη αμοιβή η θέση θα πρέπει να αποτελεί επένδυση στη γνώση. Με μη αξιόλογους αλλά για μεγάλη αμοιβή μπορεί να δικαιολογηθεί αν είναι στρατηγική εισόδου στην αγορά. Για μικρότερη αμοιβή –αν δεν αφορά σε πρακτική άσκηση- είναι παραίτηση απ’ αυτό που μπορείς να γίνεις!

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι