Γιατί η εξωδικαστική ρύθμιση αναπαράγει κόκκινα δάνεια
06/09/2025
Σε ολοσέλιδο άρθρο, στην Καθημερινή της Κυριακής (31/8), περιγράφεται το αδιέξοδο της διαδικασίας, που έχει επιλεγεί για την “απόσβεση” του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων (κόκκινων) δανείων. Όπως επισημαίνεται στο άρθρο, «μία στις δύο ρυθμίσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού καταπίπτουν», παρά το υψηλό “κούρεμα”, που έχει επιτευχθεί δυνάμει της σχετικής συμφωνίας μεταξύ οφειλέτη και δανειστών (συμπεριλαμβανομένων της Α.Α.Δ.Ε., του Ε.Φ.Κ.Α. και λοιπών κρατικών φορέων).
Περαιτέρω, επισημαίνεται ο προβληματισμός του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, αφού – κατά την άποψή τους – η οικονομία κινείται ανοδικώς, ενώ και οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί σε βαθμό που να μην συμφέρει τους δανειολήπτες να διακινδυνεύσουν την απώλειά τους, αν δηλαδή εκπλειστηριασθούν λόγω καταπτώσεως των οικείων ρυθμίσεων των δανείων. Αφήνω ασχολίαστα τα περί ανοδικής πορείας της οικονομίας, θα εστιάσω μόνον στο νόημα του σχολίου περί αυξήσεως της αξίας των ακινήτων.
Ουσιαστικώς, ο κ. Υπουργός Εθνικής Οικονομίας – διότι εξ ορισμού από αυτόν εκπορεύεται ο ανωτέρω προβληματισμός και όχι από την απρόσωπη γραφειοκρατία – προτρέπει τους οφειλέτες να εκποιήσουν τα ακίνητά τους, προκειμένου να εξοφλήσουν το χρέος (στην αρχική του αξία αφού η ρύθμιση θα έχει καταπέσει) και να αναζητήσουν στέγη με ενοίκιο, σε μια αγορά στην οποία η προσφορά ακινήτων υπολείπεται κατά πολύ (περί τις 180.000 διαμερίσματα) της ζητήσεως. Φαεινή ιδέα, αλλά απολύτως εύλογη για κάποιον/κάποιους, που πιστεύουν ότι η οικονομία κινείται ανοδικώς, προφανώς έχοντας μπερδέψει την οικονομία με τον τιμάριθμο…
Η αλήθεια είναι ότι οι οφειλέτες, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων είναι καλόπιστη (έστω και αν επανειλημμένως έχουν αποδειχθεί και αφελείς!), προφανώς επιθυμούν να εξοφλήσουν και να διατηρήσουν το ακίνητό τους, πρώτη κατοικία για την συντριπτική πλειοψηφία. Για να το κάνουν αυτό πρέπει να έχουν επαρκές εισόδημα, ικανό να καλύπτει τις δαπάνες διαβιώσεως, πλέον του ποσού της δόσεως που προκύπτει από την σχετική ρύθμιση.
Όμως, τα εισοδήματα ροκανίζονται από την καλπάζουσα ακρίβεια, ενώ οι ρυθμίσεις σπανίως μειώνουν το ποσό της βασικής οφειλής (αρχικό κεφάλαιο πλέον συμβατικοί τόκοι μείον καταβληθείσες δόσεις), το οποίο έχει προσαυξηθεί από πολλών ετών τόκους υπερημερίας και λοιπά έξοδα. Συνεπώς, η όλη διαδικασία πάσχει θεμελιωδώς, αφού απλώς επαναφέρει το πρόβλημα στην αφετηρία του, δηλαδή στην χρονική στιγμή της αρχικής αθετήσεως κάθε δανείου, ήτοι στην περίοδο 2009-2015!
Είναι προφανές ότι μεγαλύτερο “κούρεμα” δεν μπορεί να γίνει δεκτό από τους servicers (εταιρείες διαχειρίσεως απαιτήσεων από δάνεια) και τους εντολείς τους (τα funds που έχουν αγοράσει τις τιτλοποιημένες απαιτήσεις από μη εξυπηρετούμενα δάνεια). Θερμά συγχαρητήρια στα λαμπρά μυαλά όσων, ανεξαρτήτως κυβερνήσεως, προέκριναν αυτή την αδιέξοδη διαδικασία σε πείσμα όσων -εγκαίρως- επισημαίναμε ότι στο πρόβλημα πρέπει να δοθεί πολιτική λύση, αφού, άλλωστε, πολιτική ήταν η αιτία της κρίσεως.
Είναι προφανές ότι το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπισθεί εκ νέου και από μηδενικής βάσεως. Το ποσό των εκκρεμών υποθέσεων ανέρχεται σε 72,3 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ τα ενήμερα δάνεια ανέρχονται σε 165,2 δισεκατομμύρια. Αυτό σημαίνει ότι 30% των συνολικών χορηγήσεων είναι επισφαλές, ασχέτως που μόνον ελάχιστο μέρος του ποσού αυτού εμφανίζεται στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Το σημαντικό δεν είναι η εικόνα του τραπεζικού συστήματος, αλλά το μέγεθος του κοινωνικού προβλήματος, οι πραγματικές διαστάσεις του οποίου είναι πολύ μεγαλύτερες, δεδομένου ότι το σύνολο του ιδιωτικού χρέους ανέρχεται σε 224 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή μόνον 32% αφορά τραπεζικό δανεισμό, ενώ το 68% (ή 152 δισεκατομμύρια) αφορά χρέη προς το κράτος!
Η λύση στο ζήτημα των κόκκινων δανείων
Η λύση δεν μπορεί να είναι άλλη από την ανάληψη της εγγυήσεως του χρέους προς τις τράπεζες από το κράτος.
- Η αποπληρωμή του χρέους πρέπει να επεκταθεί σε όποιο χρονικό διάστημα απαιτηθεί, ώστε κάθε δανειολήπτης να μπορεί να εξυπηρετήσει την δόση του.
- Μικρή δόση σημαίνει μεγάλος αριθμός δόσεων, άρα πολλά έτη, ίσως και πέραν του προσδόκιμου ζωής κάθε δανειολήπτη. Συνεπώς, απαιτείται νομοθετική ρύθμιση, ώστε να δεσμεύονται οι κληρονόμοι και να μην υπάρχει κίνδυνος για το τραπεζικό σύστημα.
- Κάθε οφειλή πρέπει να επανυπολογισθεί με την αφαίρεση των τόκων υπερημερίας και των τυχόν δικαστικών και λοιπών εξόδων που έχουν χρεώσει οι τράπεζες. Το υπόλοιπο θα πρέπει να τοκίζεται με επιτόκιο ίσο με αυτό των ομολόγων του δημοσίου.
Βεβαίως, μια τέτοια λύση προϋποθέτει εξαγορά των δανείων από τα funds, πράγμα που συνεπάγεται σκληρή διαπραγμάτευση, αλλά αυτό δεν θα αποφευχθεί, ούτως ή άλλως, δεδομένου του -ήδη- υψηλού ποσοστού καταπτώσεως των ρυθμίσεων. Επίσης, η λύση αυτή είναι η πλέον δίκαιη αφού τα χρέη ούτε χαρίζονται, ούτε περικόπτονται, μόνον ρυθμίζονται. Συνεπώς, οι ασυνεπείς δανειολήπτες δεν ευνοούνται σε σχέση με όσους αποπληρώνουν κανονικώς τα δάνειά τους.
Τέλος, πρέπει να επισημάνω ότι στα ανωτέρω ποσά περιλαμβάνονται και οι οφειλές από επιχειρηματικά δάνεια, οι οποίες όμως δεν αντιμετωπίζονται με την ανωτέρω μέθοδο. Η αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού χρέους γίνεται μόνον μέσω εργαλείων distress finance, όπως π.χ. οι επενδυτικές τράπεζες και τα distress funds, τα οποία, όμως, δεν υπάρχουν στην χώρα μας. Και για αυτό το πρόβλημα η λύση είναι πολιτική.